Με όχημα τις πωλήσεις νοσοκομειακών προγραμμάτων δείχνει να ανακάμπτει σταδιακά η ιδιωτική ασφάλιση, που μετά μια μακρά περίοδο πτώσης των εργασιών σταθεροποιείται. Η δραματική περικοπή στις δημόσιες δαπάνες υγείας και σύνταξης και ο βίαιος τρόπος με τον οποίο συντελέστηκαν οι αλλαγές αφήνουν το αποτύπωμά τους στη ζήτηση των ιδιωτικών συμβολαίων υγείας και λειτουργούν ως ανάχωμα στην υποχώρηση των ασφαλιστικών εργασιών, που αποτέλεσαν με τη σειρά τους επίσης θύμα της κρίσης.
Η ανάκαμψη της αγοράς συνεπικουρείται από τις πωλήσεις επενδυτικών προϊόντων, που προωθούνται από τις ασφαλιστικές εταιρείες σε συνεργασία με τις τράπεζες, στρέφοντας τους πελάτες σε εναλλακτικές επενδύσεις αποταμιευτικού τύπου. Ειδικά σε μια περίοδο που τα επιτόκια των προθεσμιακών καταθέσεων κατρακυλούν, τα unit linked προϊόντα εφάπαξ ή περιοδικών καταβολών –όπως ονομάζονται τα προϊόντα αυτής της κατηγορίας– εμφανίζονται ως πειστική λύση αποταμίευσης και κρατούν τη σκυτάλη των πωλήσεων.
Ετσι, η τάση σταθεροποίησης που είχε διαφανεί ήδη από το 2013 παγιώνεται σύμφωνα με τα στοιχεία του πρώτου επταμήνου του έτους, που δείχνουν ότι οι πωλήσεις επενδυτικών προϊόντων τύπου unit linked αυξήθηκαν κατά 55% σε σχέση με το αντίστοιχο περυσινό επτάμηνο, ενώ την ίδια στιγμή οι πωλήσεις κλασικών αποταμιευτικών προγραμμάτων ενισχύθηκαν οριακά κατά 0,6sktop%.
Ερώτημα, ωστόσο, αποτελεί το κατά πόσον η ασφαλιστική αγορά έχει σαφή στρατηγική και στόχευση για τις πραγματικές ανάγκες των ασφαλισμένων ή απλώς προσδοκά να καρπωθεί τα οφέλη από την κρίση του δημόσιου συστήματος υγείας και σύνταξης. Ο χρόνος για την ιδιωτική ασφάλιση μετράει πλέον αντίστροφα και η χρονιά-ορόσημο δεν είναι παρά το 2015, όταν και τυπικά ενεργοποιείται η λεγόμενη μεταρρύθμιση του ασφαλιστικού συστήματος, που εισάγει ως βασική σύνταξη αυτήν των 360 ευρώ, ενώ το υπόλοιπο, που αποτελεί το αναλογικό της σκέλος, θα προκύπτει ως αποτέλεσμα των εισφορών του ασφαλισμένου στο σύνολο του εργασιακού του βίου. Οι συνέπειες θα φανούν σε βάθος χρόνου, αλλά η χάραξη στρατηγικής είναι υπόθεση τού σήμερα.
Το νέο στοίχημα είναι τα κλασικά συνταξιοδοτικά προγράμματα, που αν και δείχνουν να σταθεροποιούνται μετά την ελεύθερη πτώση που σημείωσαν τα τελευταία χρόνια, εμφανίζουν υψηλά ποσοστά ρευστοποιήσεων. Παρά το γεγονός ότι ο ρυθμός μείωσης της παραγωγής έχει ανακοπεί με συνέπεια το χαρτοφυλάκιο να σταθεροποιείται, τα στοιχεία δείχνουν ότι σε μεγάλο ποσοστό τα συμβόλαια ζωής «σπάνε» πριν από τη λήξη τους, καθώς μεγάλη μερίδα του πληθυσμού αδυνατεί να συνεχίσει να πληρώνει το ασφαλιστήριο συμβόλαιο. Η επικράτηση των επενδυτικών προγραμμάτων και δη αυτών που είναι εφάπαξ καταβολής, δηλαδή δεν αποτελούν συστηματική και μακροχρόνια αποταμίευση, δείχνει ότι το ασφαλιστικό προϊόν απευθύνεται σε λίγους και δεν έχει επικοινωνήσει σαφείς λύσεις για ευρύτερες ομάδες του πληθυσμού. Οριακά καλύτερα είναι τα πράγματα στον κλάδο υγείας, καθώς η προώθηση στην αγορά των ετησίως ανανεούμενων προγραμμάτων βρίσκει απήχηση σε ευρύτερες ομάδες, που αναζητούν αξιοπρεπή υγειονομική περίθαλψη. Τα προγράμματα υγείας ετήσιας διάρκειας προωθούνται από τις εταιρείες σε ιδιαίτερα προσιτές τιμές, καθώς η ασφαλιστική εταιρεία δεν αναλαμβάνει ισόβια δέσμευση απέναντι στον ασφαλισμένο και συνεπώς μπορεί να τιμολογεί καλύτερα και να δεσμεύει λιγότερα κεφάλαια για το μέλλον. Τα ετήσια συμβόλαια μπορούν να ανανεώνονται κάθε χρόνο και είναι αυτά που προωθούνται κατά κόρον από τις ασφαλιστικές στην προσπάθειά τους να προσελκύσουν νέους πελάτες ή να κρατήσουν την παλιά τους πελατεία, προσφέροντας πιο προσιτές λύσεις.
Στην αγορά, ωστόσο, δεν λείπουν και εταιρείες που αντικαθιστούν παλιά συμβόλαια ισόβιας διάρκειας, κυρίως χωρίς δικαίωμα αναπροσαρμογής του ασφαλίστρου, με προγράμματα ετήσιας ανανέωσης, με γνώμονα όχι πάντα το συμφέρον του πελάτη, αλλά την ελάφρυνση των δικών τους χαρτοφυλακίων από τις υψηλές υποχρεώσεις αποθεματοποίησης. Παρόμοια φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και στο παρελθόν, με την υποκατάσταση παραδοσιακών αποταμιευτικών προγραμμάτων που είχαν εγγυημένες υψηλές αποδόσεις με προϊόντα χωρίς εγγυήσεις.
πηγή: kathimerini