Παραμένει η εμπλοκή μεταξύ κυβέρνησης και τρόικας στους πλειστηριασμούς. Περίπου μιάμιση ώρα διήρκεσε χθες ο νέος γύρος συνομιλιών μεταξύ της τρόικας και της κυβέρνησης στο κτίριο του υπουργείου Οικονομικών. Μετείχαν, πέρα από την ηγεσία του υπουργείου, οι υπουργοί Ανάπτυξης Κωστής Χατζηδάκης, Δικαιοσύνης Χαράλαμπος Αθανασίου και ο υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Ιωάννης Παπαδάκης.
Υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου Ανάπτυξης παραδέχτηκε μετά τη συνάντηση που είχε μόνο ένα θέμα, τους πλειστηριασμούς, ότι ακόμα παραμένει ουσιαστικά εμπλοκή ανάμεσα στις δύο πλευρές. Η τρόικα ζητά απελευθέρωση, και το μέγα ερώτημα τι θα γίνει αν δεν υπάρξει συμφωνία μέχρι το τέλος Δεκεμβρίου δεν απαντήθηκε.
Στο τέλος του χρόνου λήγει η παράταση της απαγόρευσης πλειστηριασμών. Και αν δεν παραταθεί (έστω και μονομερώς από ελληνικής πλευράς) τότε θα παύσει να υπάρχει. «Σκοπός μας είναι να υπάρχει συμφωνία», έως το τέλος Δεκεμβρίου ανέφερε κορυφαίο στέλεχος μετά το τέλος της συνάντησης.
Η διαπραγμάτευση συνεχίζεται σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων των δύο πλευρών. Κυβερνητικές πηγές αναφέρουν ότι είναι ξεκάθαρο από ελληνικής πλευράς στους δανειστές ότι η όποια λύση στους πλειστηριασμούς θα πρέπει να είναι αποδεκτή από τα δύο κόμματα. Θεωρείται – αναφέρουν – ότι το ζήτημα είναι το πλέον φλέγον σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο και αν δεν κλείσει με τρόπο που να είναι ανεκτός, δεν μπορεί να κλείσει το σύνολο της διαπραγμάτευσης.
Τα μέτωπα στο θέμα των πλειστηριασμών είναι πολλά αναφέρουν αρμόδια στελέχη. Η τρόικα ζητά να καταργηθεί η διάταξη Παπαθανασίου που προβλέπει απαγόρευση πλειστηριασμών για χρέη κάθε είδους έως 200.000 ευρώ. Επίσης ζητά να καταργηθεί η απαγόρευση για την 1η κατοικία αντικειμενικής αξίας έως 300.000 ευρώ, πρόταση στην οποία αντιδρά η κυβέρνηση ζητώντας μεταβατικό καθεστώς ή χαμηλότερο όριο αντικειμενικής αξίας.
Επιχειρείται να διατηρηθεί η διάταξη του νόμου Κατσέλη για τα νοικοκυριά που ζητούν να πτωχεύσουν αλλά και μία διευρυμένη ερμηνεία της υπό διαμόρφωση διάταξης περί προστασία «φτωχού» και «συνεργάσιμου» δανειολήπτη που προβλέπει το μνημόνιο. Η κυβέρνηση όπως ανέφερε ο αρμόδιος υφυπουργός Θανάσης Σκορδάς, επιθυμεί ως «φτωχός» να μην νοείται μόνο όποιος είναι κάτω από όριο φτώχειας αλλά και όποιος λόγω ανεργίας ή υπερφορολόγησης πραγματικά αδυνατεί.
Σε κρίση η διαπραγμάτευση
«Υπάρχουν περιθώρια συμφωνίας για το δημοσιονομικό κενό του 2014 και την προώθηση των μεταρρυθμίσεων αλλά προϋποθέτουν σαφή προσδιορισμό των λύσεων, αξιοπιστία και συναίνεση από τις εμπλεκόμενες πλευρές» αναφέρει νέα έκθεση της Eurobank σε μία στιγμή που η διάσταση απόψεων που χωρίζει τις 2 πλευρές παραμένει πολύ μεγάλη. Σήμερα αποχωρούν οι δανειστές από την Αθήνα και ανακοινώνεται ο προϋπολογισμός χωρίς να υπάρχει ορατή συμφωνία για τα μέτρα που θα καλύψουν το «κενό».
Δύο είναι τα βασικά μηνύματα που η κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψη της από το Eurogroup της προηγούμενης εβδομάδας αλλά και τις τρέχουσες – αλλά ατελέσφορες – διαπραγματεύσεις με τους εκπροσώπους των δανειστών (τρόικα), αναφέρει η Eurobank. Το πρώτο μήνυμα έχει να κάνει με τα ανοικτά θέματα της τρέχουσας διαπραγμάτευσης.
Ο Πρόεδρος του Eurogroup J. Dijsselbloem ενώ αναγνώρισε τη σημαντική πρόοδο που έχει επιτευχθεί τα τελευταία χρόνια όσον αφορά την εφαρμογή του ελληνικού προγράμματος, τόνισε πως η κυβέρνηση θα πρέπει να επιδείξει μέσα στις επόμενες εβδομάδες σημαντική πρόοδο όσον αφορά:
1. Το κλείσιμο του δημοσιονομικού κενού για το 2014 και το 2015.
2. Την υλοποίηση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων (όχι μόνο τον προαπαιτούμενων σύμφωνα με την συμφωνία του Ιουλίου 2013 αλλά και εκείνων για την αξιολόγηση του Δεκεμβρίου 2013).
3. Την επιτάχυνση του προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων.
“Πλέον έχει γίνει κατανοητό πως η τρόικα δεν είναι διατεθειμένη να οπισθοχωρήσει σε κάποιο από τα παραπάνω ζητήματα. Αυτό δεν αποτελεί εμμονή εκ μέρους τους αλλά στηρίζεται στο 2ο Πρόγραμμα Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας (και τις αναθεωρήσεις του) όπως αυτό έχει συμφωνηθεί μεταξύ κυβέρνησης και δανειστών” αναφέρει η Eurobank.
Επιπλέον, συνεχίζει, οι δημοσιονομικοί στόχοι του προγράμματος (η πορεία του πρωτογενούς ελλείμματος και του δημοσίου χρέους) δε θα επιτευχθούν αν υπάρξουν σημαντικές αποκλίσεις στα έσοδα και στις δαπάνες του δημοσίου.
Το βασικό επιχείρημα της κυβέρνησης σε αυτό το σημείο είναι ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι θα επιτευχθούν με την εφαρμογή ενός σχεδίου για την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της εισφοροδιαφυγής, την ορθολογικοποίηση των δαπανών των ασφαλιστικών ταμείων, την επέκταση της εφαρμογής του ενιαίου μισθολογίου σε φορείς της γενικής κυβέρνησης που δεν το εφαρμόζουν μέχρι τώρα καθώς και από τις καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά το πρωτογενές πλεόνασμα του 2013. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της κυβέρνησης το πρωτογενές πλεόνασμα για το 2013 θα είναι €0.78 δισ. αντί για €0.34 δισ. του Προσχεδίου Προϋπολογισμού 2014.
«Με δεδομένη την οριακή πλειοψηφία της κυβέρνησης στο κοινοβούλιο και την αναμενόμενη δυσαρέσκεια που σίγουρα θα προκαλέσουν νέο οριζόντια μέτρα το ερώτημα που προκύπτει είναι αν βρισκόμαστε μπροστά σε ένα αδιέξοδο».
Η απάντηση μας είναι όχι για δύο κύριους λόγους, λέει η τράπεζα. Ο πρώτος είναι ότι περιθώρια για συμφωνία υπάρχουν αρκεί να προσδιορισθούν επακριβώς και αντικειμενικά τα δημοσιονομικά οφέλη από το πρόγραμμα της κυβέρνησης. Παράλληλα, η κυβέρνηση θα πρέπει να πείσει και τους δανειστές ότι θα μπορέσεις να εφαρμόσει το πρόγραμμα χωρίς αποκλίσεις.
Ο δεύτερος λόγος είναι πιο ουσιαστικός και αφορά το σύνολο του πολιτικού σκηνικού. Το ελληνικό κράτος έχει συνέχεια. Η τρόικα αναμένει ότι τόσο η παρούσα όσο και η επόμενη κυβέρνηση θα τηρήσει τις συμφωνίες της και μέσα σε αυτό το πλαίσιο λαμβάνει τις αποφάσεις της. Τα περιθώρια για αλλαγές στην παρούσα συμφωνία είναι περιορισμένα και έχουν να κάνουν κυρίως με το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους το οποίο περιμένουμε να επιλυθεί κάποια στιγμή μέσα στο 2014 κατά προτίμηση πριν από τις ευρωεκλογές (αλλά η παρούσα αδυναμία εύρεσης συμφωνίας φαίνεται να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εταίρων που για λόγους πολιτικού κόστους θα ήθελαν μια συμφωνία μετά τις ευρωεκλογές του Μαΐου 2014). Δεν φαίνεται να υπάρχει δυνατότητα αλλαγών στην υπάρχουσα συμφωνία που να οδηγήσει σε καλύτερη ισορροπία την ελληνική οικονομία. Αν κάτι τέτοιο ήταν δυνατό θα είχε επιτευχθεί ήδη. Οποιαδήποτε αθέτηση όρων από την πλευρά μας θα οδηγούσε την οικονομία σε μια χειρότερη ισορροπία. Η Ευρωζώνη άλλωστε μετά την υιοθέτηση των συμφωνιών για κεντρικό έλεγχο των προϋπολογισμών είναι ένας διαφορετικός μηχανισμός από το 2010 και την υπογραφή του 1ου Προγράμματος Σταθεροποίησης. Ο δημοσιονομικός έλεγχος είναι μια διαρκής διαδικασία για το σύνολο των χωρών και όχι μόνο για τις χώρες των προγραμμάτων σταθεροποίησης