Η συντακτική ομάδα του Ασφαλιστικού Marketing ζήτησε από τον κ. Νικόλαο Φίλιππα, Πρόεδρο Δ.Σ. & Επιστημονικό Διευθυντή ΚΕΠΕ, να μας μιλήσει για το εθνικό σύστημα υγείας, το συμπληρωματικό ρόλο της ιδιωτικής ασφάλισης αλλά και για τη μελέτη που πρόσφατα εκπόνησε με θέμα τις μελλοντικές Τάσεις και Προκλήσεις στο Χώρο της Υγείας για λογαριασμό της Interamerican. Διαβάστε την πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη που δημοσιεύεται στο Ασφαλιστικό Marketing Φεβρουαρίου 2015.
Η παγκόσμια κατάσταση στο χώρο της υγείας και των τάσεων για τις επόμενες δεκαετίες οδηγεί σε ένα και μόνο συμπέρασμα: Πρόβλημα! Αν υιοθετείτε την άποψη αυτή, το πρόβλημα έγκειται στη διαχείριση πόρων, στην άσκηση πολιτικών ή σε αντικειμενικές αιτίες;
Ο τομέας της υγείας αναμένεται να αποτελέσει παγκοσμίως έναν από τους ταχύτερα αναπτυσσόμενους τομείς τον 21ο αιώνα. Αυτό θα είναι αποτέλεσμα της ραγδαίας αύξησης, αλλά και της γήρανσης του παγκόσμιου πληθυσμού, της αύξησης του προσδόκιμου ζωής, των νέων ασθενειών, καθώς και κοινωνικοοικονομικών αλλαγών στον πλανήτη. Ταυτόχρονα, το κόστος της υγειονομικής περίθαλψης σημειώνει σημαντική αύξηση, που αναμένεται να συνεχιστεί και τις επόμενες δεκαετίες. Οι παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση του κόστους είναι η αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η ηλικιακή διάρθρωση του πληθυσμού, η σχετική τιμή της ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης, οι νέες τεχνολογίες και επενδύσεις που απαιτούνται κ.ά. Όντως το δημογραφικό πρόβλημα και η αύξηση του κόστους υγείας, είναι οι δύο αντικειμενικοί λόγοι, όπως αναφέρατε αποτελούν ένα «εκρηκτικό» μείγμα. Δεν θα το χαρακτήριζα όμως «Πρόβλημα», όσο μάλλον «Πρόκληση»… μια πολύ σημαντική πρόκληση, για τις κυβερνήσεις, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον τομέα της υγείας. Την πρόκληση αυτή καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε, σε επίπεδο κράτους και κοινωνίας, και αυτό πρέπει να γίνει έγκαιρα. Για το λόγο αυτόν απαιτείται μια ολοκληρωμένη προσέγγιση του ζητήματος. Παγκοσμίως δεν υπάρχει «ένα» πρότυπο σύστημα υγείας, ούτε ως προς τη λειτουργία, ούτε ως προς τη χρηματοδότηση. Δεν υπάρχει δηλαδή ένα συγκεκριμένο «μοντέλο» που να πούμε ότι αυτό είναι και το εφαρμόζουμε. Η απάντηση στις προκλήσεις αυτές βρίσκεται στην έννοια της αποτελεσματικότητας, που αφορά τη διαχείριση των διαθέσιμων πόρων. H υγειονομική περίθαλψη απορροφά σημαντικούς πόρους, στην Ελλάδα και στον ΟΟΣΑ περίπου 9,3% του ΑΕΠ. Δεδομένου ότι οι διαθέσιμοι πόροι είναι πεπερασμένοι, η πολιτική θα πρέπει να θέσει προτεραιότητες και να επιλέξουν στρατηγικές για τα συστήματα υγείας και κοινωνικής ασφάλισης που θα διασφαλίζουν την ποιότητα των υπηρεσιών, την αποτελεσματικότητα στη χρήση πόρων και τη βιωσιμότητα των συστημάτων.
Το ζήτημα τελικά είναι το ποιος καταβάλλει τα κόστη στο χώρο της υγείας ή η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση υπηρεσιών υγείας; Πώς συμβαδίζουν η παγκόσμια προτροπή για όλο και περισσότερη χρήση υπηρεσιών υγείας, ιδίως προληπτικών και η εν συνεχεία δήλωση αδυναμίας κάλυψης του κόστους αυτού;
Το ζήτημα θα έλεγα είναι η συνεχώς αυξανόμενη ζήτηση υπηρεσιών υγείας, όχι τόσο το ποιος θα το καταβάλλει. Ή εάν θέλετε να το εντάξουμε και αυτό στη συζήτησή μας… «Το πραγματικό ζήτημα είναι το ποιος θα διαχειριστεί τους πόρους πιο αποτελεσματικά». Έχουμε παραδείγματα χωρών, όπου το δημόσιο διαχειρίζεται πόρους αποτελεσματικά, έχουμε παραδείγματα όπου γίνεται αποτελεσματική διαχείριση από ιδιώτες και τέλος έχουμε πολύ επιτυχημένα παραδείγματα συμπράξεων με εξαιρετικά αποτελέσματα, σε όρους, τόσο περιορισμού των δαπανών, όσο και βελτίωσης των δεικτών αποτελεσματικότητας. Στην Ελλάδα θα πρέπει να εξετάσουμε ποιο «μοντέλο» θα μπορούσε σε συγκεκριμένα ζητήματα να φέρει τα καλύτερα αποτελέσματα για να το εφαρμόσουμε. Αναντίρρητα, το κόστος των υπηρεσιών υγείας και η χρηματοδότηση είναι η μεγαλύτερη πρόταση. Τώρα όσον αφορά στο κόστος της πρόληψης, όντως μπορεί να ακούγεται λίγο οξύμωρο, αλλά αυτή είναι η πραγματικότητα. Η μείωση της νοσηρότητας, μέσω της πρόληψης μπορεί μεν να έχει κάποιο βραχυπρόθεσμο κόστος, εντούτοις το μελλοντικό κόστος αντιμετώπισης χρόνιων ασθενειών μπορεί να είναι σημαντικά υψηλότερο. Με τον τρόπο αυτό επιτυγχάνεται η συνολική μείωση του κόστους, σαφώς υπονοείται ότι η χρήση των υπηρεσιών πρόληψης θα πραγματοποιείται λελογισμένα, ώστε να αποφευχθεί η κατάχρηση και η «τεχνητή ζήτηση». Παράλληλα, η καλή υγεία των πολιτών αποτελεί σημαντικό παράγοντα ανάπτυξης, καθώς συμβάλλει στη βέλτιστη αξιοποίηση των ανθρωπίνων πόρων και σε αύξηση της παραγωγικότητας. Παράλληλα, οδηγεί σε αύξηση των εισοδημάτων και των θέσεων εργασίας, δεδομένου ότι η υγεία αποτελεί σημαντικό τομέα της οικονομίας.
Διαβάστε τη συνέχεια της συνέντευξης στο asfalistikomarketing.gr