Η ενισχυμένη συναλλακτική δραστηριότητα στον τομέα των εξαγορών και συγχωνεύσεων σε παγκόσμια κλίμακα – η συγκέντρωση επιχειρηματικών κλάδων αποτελεί και στην Ελλάδα «καυτό» ζήτημα – έχει δώσει ώθηση στις ασφαλίσεις συναλλαγών, ήτοι στις εξειδικευμένες ασφαλιστικές καλύψεις μέσω των συμβολαίων «warranty & indemnity».
Για δεκαετίες, οι αγορές κεφαλαίου διευκόλυναν τις εξαγορές επιχειρήσεων προσφέροντας την απαραίτητη χρηματοδότηση. Όμως οι αγορές που βοηθούν τους αγοραστές και τους πωλητές σε παροχή προστασίας – ή τουλάχιστον μεγαλύτερης βεβαιότητας έναντι των απρόβλεπτων μίας συναλλαγής – δεν εμφάνιζαν την ίδια άνθιση.
Αυτό αλλάζει. Όπως αναφέρουν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times, η ενίσχυση της συναλλακτικής δραστηριότητας τα τελευταία χρόνια συνοδεύεται από την αύξηση των ασφαλιστήριων συμβολαίων είτε για αγοραστές είτε για πωλητές. Τα ασφαλιστήρια, τα οποία έχουν δημιουργηθεί με τη βοήθεια εξειδικευμένων μεσιτών και καλύπτουν μεγάλες ασφαλιστικές, όπως η AIG, κυριαρχούν πλέον στις συνομιλίες μεταξύ αγοραστών και πωλητών.
Σχεδιασμένα για να μετακυλούν την ευθύνη σε τρίτα μέρη, η παρουσία των ασφαλιστηρίων «warranty & indemnity» (W&I) συμβάλλει στην ολοκλήρωση των deals. «Σε δύσκολες διαπραγματεύσεις, σε ότι αφορά την προστασία του αγοραστή, τα εν λόγω ασφαλιστήρια χρησιμοποιούνται ολοένα περισσότερο για να γεφυρώσουν το χάσμα και να διευκολύνουν τις συμφωνίες», σημειώνει ο Ffion Flockhart, της Norton Rose Fulbright.
Στην Ελλάδα, οι συγχωνεύσεις επιχειρήσεων αποτελεί ίσως το πιο σημαντικό θέμα των επόμενων μηνών και ετών, καθώς η οικονομική κρίση έχει προκαλέσει σοβαρά προβλήματα σε αρκετούς κλάδους. Η τεράστια συγκέντρωση του τραπεζικού κλάδου είναι το πιο τρανταχτό παράδειγμα, ενώ αναμένονται να ακολουθήσουν και άλλοι κλάδοι, μέσα στην ευρύτερη αναδιάρθρωση του ιδιωτικού χρέους που εκτιμάται ότι θα λάβει χώρα μέσω των τραπεζών. Σε αυτό το πλαίσιο, οι εξειδικευμένες ασφαλιστικές καλύψεις – και τα ασφαλιστήρια Warranty & Indemnity – αναμένεται να αποτελέσουν την πρώτη επιλογή αναφορικά με τη διαχείριση του κινδύνου.
Όπως τονίζεται στο δημοσίευμα των FT, ενώ μεγάλη προσοχή δίνεται στην τιμή και τους όρους μίας συναλλαγής, λιγότερο κατανοητή είναι η διαδικασία μέσω της οποίας οι αγοραστές και οι πωλητές συμφωνούν σε συγκεκριμένες προϋποθέσεις για την μεταβίβαση ενός περιουσιακού στοιχείου. Σε μία τυπικά διαπραγμάτευση, ένας πωλητής υποτίθεται ότι παρέχει λεπτομερή πληροφόρηση για το περιουσιακό στοιχείο και δίνει υποσχέσεις-εγγυήσεις για την πληροφόρηση αυτή, που έχουν συγκεκριμένη χρονική διάρκεια.
Αν ένας αγοραστής βρει ότι κάποιες από τις δηλώσεις αυτές – που καλύπτουν τα πάντα από μετοχές έως πνευματικά δικαιώματα – είναι ψευδείς, ίσως έχει το δικαίωμα να διεκδικήσει αποζημίωση, ακόμη και αν έχουν περάσει χρόνια από την ολοκλήρωση της συναλλαγής.
Σημειώνεται ότι τα εξειδικευμένα ασφαλιστήρια μπορούν να καλύψουν και τους αγοραστές και τους πωλητές.