Ένα κλικ προς τους «θεσμούς» σ’ ο,τι αφορά το ασφαλιστικό έκανε χθες ο Πρωθυπουργός, Αλέξης Τσίπρας με την κοινή δήλωσή του με τον επικεφαλής της Κομισιόν, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ.
Οι δυο άνδρες στην κοινή δήλωσή τους έκαναν λόγο για ένα «δημοσιονομικά βιώσιμο» ασφαλιστικό σύστημα.
Είναι για πρώτη φορά που στο δημόσιο λόγο της η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευσή της με τους δανειστές αποδέχεται το στόχο του «δημοσιονομικά βιώσιμου» συστήματος ασφάλισης. Δεν είναι τυχαίο που λίγες μέρες πριν το ΔΝΤ έθετε το δίλημμα προς την ΕΕ: Είτε νέα περιοριστικά μέτρα είτε κούρεμα του ελληνικού κρατικού χρέους.
Το ΔΝΤ ήδη από τον περασμένο Ιούνιο είχε συνδέσει ευθέως τις συνταξιοδοτικές δαπάνες, με τους βραχυπρόθεσμους και μακροπρόθεσμους δημοσιονομικούς στόχους και την ανάλυση βιωσιμότητας του ελληνικού δημοσίου χρέους.
Πώς συνδέονται οι παραπάνω τρεις συντελεστές της «εξίσωσης»; Οι δαπάνες για την ασφάλιση είναι αναλογικά οι μεγαλύτερες στον προϋπολογισμό της γενικής κυβέρνησης. Και όχι μόνο αυτό, αλλά έχουν την τάση να αυξάνονται ολοένα και περισσότερο λόγω της αύξησης των συνταξιούχων. Αυτό σημαίνει πως οι δαπάνες για το ασφαλιστικό και προπαντός εκείνες για τις συντάξεις (τουλάχιστον 29 δισ. ευρώ το 2015) είναι εκείνες που έχουν τη μεγαλύτερη βαρύτητα για το πού θα γύρει το ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης, προς το έλλειμμα ή προς το πλεόνασμα.
Το πρόσημο του ισοζυγίου γενικής κυβέρνησης θα κρίνει και το βαθμό στον οποίο θα μπορεί το κράτος να αναχρηματοδοτεί το χρέος και, έτσι, αν το δημόσιο χρέος του είναι μεσο-μακροπρόθεσμα βιώσιμο. Όταν, λοιπόν, το ΔΝΤ λέει πως το ελληνικό δημόσιο χρέος δεν είναι βιώσιμο δηλαδή ξεπερνά το 120% του ΑΕΠ το 2022 –και μόνο π.χ. λόγω της δραματικής αναθεώρησης προς τα κάτω των μακροοιικονομικών προβλέψεων για το 2015 και 2016- σημαίνει πως χρειάζονται περικοπές στις συντάξεις.