«Για πολλά χρόνια το διεθνές Xρηματοπιστωτικό Σύστημα και η Παγκόσμια Kοινωνία βίωσαν μία μεγάλη Yπερβολή, για την οποία ήρθε η ώρα της Διόρθωσης». Έτσι ξεκίνησε την ομιλία του ο Πρόεδρος της ΕΤΕ Τάκης Αράπογλου, αναφερόμενος στην τωρινή Οικονομική Ύφεση κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης στις 2 Ιουνίου 2009. Ο κ. Αράπογλου τόνισε ότι «Καταλήξαμε σε μια βαθιά κρίση θεσμών και αξιών λόγω έλλειψης εποπτείας, έλλειψης διαφάνειας, αξιοπιστίας και υπευθυνότητας, σε παγκόσμιο επίπεδο, με τεράστιο οικονομικό αντίκτυπο».
«Η ανθρωπότητα ήταν ανέτοιμη να αντιμετωπίσει συντονισμένα τις προκλήσεις αυτές. Κάθε κράτος, ανάλογα με το βαθμό που επηρεάστηκε, αναγκάστηκε, τουλάχιστον στην αρχή, να αντιμετωπίσει την παγκόσμια κρίση με τοπικά μέσα, άλλο περισσότερο και άλλο λιγότερο αποτελεσματικά. Πρόσφατα ο κοινός συντονισμός στην αντιμετώπιση των μεγάλων προκλήσεων άρχισε να γίνεται πιο εύκολος και τα επιμέρους μέτρα πιο αποτελεσματικά. Σίγουρα η εμπειρία αυτή θα παρακινήσει στο μέλλον τις μεγάλες οικονομίες να είναι πιο προετοιμασμένες για να αντιμετωπίσουν προβλήματα τέτοιου βεληνεκούς.
Οι Κυβερνήσεις σε συνεργασία με Κεντρικές Τράπεζες έκαναν τεράστιες σε μέγεθος παρεμβάσεις προσφέροντας ρευστότητα και κεφάλαια για να στηρίξουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα και να διατηρήσουν τη ρευστότητα των οικονομιών τους. Όλα τα πιστωτικά ιδρύματα διεθνώς τα οποία είχαν αναλάβει υπερβολικούς κινδύνους αντιμετώπισαν τεράστιες ζημιές, τόσο από τη δραστικά μειωμένη αποτίμηση χρεωγράφων στα χαρτοφυλάκιά τους όσο και αργότερα από την αύξηση των επισφαλειών στα δάνειά τους, λόγω της αναπόφευκτης οικονομικής ύφεσης που ακολούθησε.
Ήδη σήμερα, με τη σταδιακή ανάκαμψη της εμπιστοσύνης στις διεθνείς αγορές, παρατηρούμε ότι τράπεζες και επιχειρήσεις αρχίζουν βαθμιαία να εξαρτώνται λιγότερο από τη βοήθεια του κράτους, ανοίγοντας το δρόμο της επιστροφής σε ένα λιγότερο προστατευτικό και περισσότερο ανταγωνιστικό περιβάλλον.
Ο κρατικός παρεμβατισμός σαν τελευταία γραμμή άμυνας είναι σαφώς αποτελεσματικότερος, εάν δρα συμπληρωματικά, και για όσο χρόνο είναι απαραίτητο, με αυστηρά εποπτευόμενες ανταγωνιστικές αγορές. Έχουμε όλοι πολλές αναμνήσεις από το παρελθόν γεμάτες παραδείγματα, όπου ο μόνιμος προστατευτισμός επιδότησε αναποτελεσματικές πρωτοβουλίες και μετέφερε το βάρος αυτών στις επόμενες γενεές.
Με τα δεδομένα αυτά περιμένουμε (και είναι απαραίτητο) αυστηρότερη εποπτεία των αγορών και των πιστωτικών ιδρυμάτων στο μέλλον και παράλληλα νέους κανόνες για ένα πιο δίκαιο ανταγωνιστικό πλαίσιο, έτσι ώστε να ενισχυθεί η θεμελιώδης επιχειρηματική αξία, η αυξημένη υπευθυνότητα.
Μετέχοντας προσωπικά σε διάφορες ομάδες για την ετοιμασία προτάσεων εποπτείας, παρατηρώ από τους συναδέλφους μου και τις διεθνείς εποπτικές αρχές ότι στόχος είναι όχι περισσότερη εποπτεία, αλλά περισσότερη “έξυπνη” εποπτεία, που δεν θα περιορίσει τον εποικοδομητικό ανταγωνισμό και κυρίως την καινοτομία, που είναι και η κυριότερη έκφραση του ανταγωνισμού σήμερα στις ιδιαίτερα ανταγωνιστικές αγορές όπως αυτή της Ασίας.
Αυτό με τη σειρά του μας οδηγεί σε ένα ακόμα συμπέρασμα για τα χρόνια που έρχονται: Η καινοτομία, που παράγει προστιθέμενη αξία, απαιτεί να αναβαθμίσουμε την επιστήμη, την τεχνολογία και εν γένει τις δεξιότητες των παιδιών μας. Στους τομείς αυτούς πρέπει όλοι να επενδύσουμε πολλαπλάσια ποσά απ’ όσα μέχρι σήμερα επενδύαμε.
Πολλούς απασχολεί ακόμη ποιο είναι το βέλτιστο μέγεθος μιας επιχείρησης για να μη δημιουργείται συστημικός κίνδυνος. Μήπως δεν πρέπει να υπάρχουν πολύ μεγάλες επιχειρήσεις των οποίων το μέγεθός τους να καθιστά τη διάσωσή τους από το κράτος υποχρεωτική. Θα είναι το βέλτιστο αυτό μέγεθος, αν υπάρχει, αρκετά ανταγωνιστικό που να του επιτρέπει να βρίσκει επενδυτικά κεφάλαια για νέες πρωτοβουλίες. Αυτά και διάφορα άλλα πολλά σύνθετα θέματα απασχολούν και θα συνεχίσουν να απασχολούν τη διεθνή οικονομική κοινότητα τα επόμενα χρόνια, όσο σιγά σιγά ξαναχτίζεται ο παγκόσμιος οικονομικός χάρτης.
Στο χώρο των τραπεζών το σίγουρο είναι ότι, εκτός από περισσότερους κανόνες και μηχανισμούς εποπτείας, οι εποπτικές αρχές θα απαιτήσουν από τις τράπεζες να διατηρήσουν υψηλότερα εποπτικά κεφάλαια καθώς και υψηλότερα περιθώρια ρευστότητας.
Τα αυξημένα επίπεδα κεφαλαίων και ρευστότητας θα επιβάλλουν, αν δεν έχουν ήδη επιβάλλει, ένα άλλο λειτουργικό μοντέλο στις τράπεζες, ένα μοντέλο που δε θα στηρίζεται σε κατάκτηση μεριδίων αγοράς, όπως μέχρι πρόσφατα, αλλά θα στηρίζεται σε υψηλότερη αποτελεσματικότητα, που σημαίνει ότι οι τράπεζες πρέπει να ανατιμολογούν αυστηρότερα τους κινδύνους που παίρνουν, αλλά και να εστιάζουν την προσοχή τους περισσότερο σε παραδοσιακές τραπεζικές εργασίες, με περισσότερη προστιθέμενη αξία, προσφέροντας υψηλότερης ποιότητας υπηρεσίες στον πελάτη.
Πάντως, ανεξάρτητα από το πότε οι οικονομίες θα επιστρέψουν σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, δεν πρέπει να περιμένουμε ότι θα ανακάμψουμε στα υψηλά προ κρίσεως επίπεδα κατανάλωσης και δανεισμού των επιχειρήσεων, των νοικοκυριών και των επενδυτών, δεδομένου ότι αναμένουμε γενικότερο περιορισμό στη μόχλευση των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Ήδη, όμως, μπορούμε να πούμε με κάποια ασφάλεια ότι η χρηματοπιστωτική κρίση πέρασε, οι αγορές δείχνουν να αποκτούν κάποια ισορροπία και οι τράπεζες αρχίζουν να μπορούν να αντλούν και εποπτικά κεφάλαια και (σταδιακά) πιο μακροπρόθεσμη ρευστότητα από τις αγορές. Αυτό τους επιτρέπει να είναι σε θέση να στηρίξουν την πραγματική οικονομία ακριβώς τη στιγμή που αυτή το χρειάζεται περισσότερο.
Προσδοκούμε ότι οι λίγες πρόσφατες ενδείξεις σταθεροποίησης της παγκόσμιας οικονομίας να πληθύνουν στο δεύτερο μισό του 2009 προετοιμάζοντας μια αργή, αλλά σταθερή ανάκαμψη μέσα στο 2010. Δεν πρέπει όμως ακόμα να εφησυχάζουμε.
Κυρίες και Κύριοι Μέτοχοι,
Διανύσαμε μια εξαιρετικά δύσκολη χρονιά για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, με απότομες μεταβολές στις αγορές χρήματος και κεφαλαίου και πρωτόγνωρες συνθήκες έλλειψης ρευστότητας. Οι τριγμοί του διεθνούς χρηματοπιστωτικού οικοδομήματος κλόνισαν κράτη και πολυεθνικές επιχειρήσεις-κολοσσούς, διαβρώνοντας το βασικό στοιχείο στο οποίο στηρίζονται οι οικονομικές σχέσεις, την εμπιστοσύνη. Οι δυσοίωνες προβλέψεις για την πορεία των οικονομιών οδήγησαν σε απότομη πτώση της κατανάλωσης και μείωση της παραγωγής αγαθών, με δυσμενείς επιπτώσεις στην απασχόληση, στο εισόδημα και στην ευρύτερη πραγματική οικονομία σε παγκόσμιο επίπεδο.
Η ελληνική οικονομία έπειτα από σειρά ετών ανάπτυξης με υψηλούς ρυθμούς προσαρμόζεται στα νέα δεδομένα. Η κάμψη της οικονομικής δραστηριότητας διεθνώς μας επηρεάζει, πλήττοντας την αναπτυξιακή δυναμική της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, η συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας αναμένεται να είναι πολύ μικρότερη από αυτή των Ευρωπαίων εταίρων μας. Παρόμοια είναι η εικόνα και για τις, μέχρι πρόσφατα, ταχύτατα αναπτυσσόμενες χώρες της ΝΑ Ευρώπης και της Τουρκίας, όπου η πτώση της ζήτησης στις ΗΠΑ και στη Δυτική Ευρώπη οδηγεί σε δραματική μείωση των εξαγωγών των χωρών της ΝΑΕ και της Τουρκίας και συνεπακόλουθη συρρίκνωση των οικονομιών τους. Οι αγορές αυτές προβλέπεται να επιστρέψουν σε αναπτυξιακή πορεία το 2010.
Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα δεν είχε συμμετάσχει στην ακατάσχετη ανάληψη κινδύνων, όπως οι περισσότερες τράπεζες σε άλλες χώρες. Δεν μπορούσε όμως να μην επηρεαστεί από την εισαγόμενη παγκόσμια κρίση ρευστότητας που επικράτησε τους τελευταίους μήνες του προηγούμενου έτους στις αγορές.
Το πακέτο μέτρων στήριξης της ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας παρείχε την απαραίτητη στήριξη στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα και του επέτρεψε να συνεχίσει να στηρίζει την ελληνική οικονομία.
Σήμερα το τραπεζικό μας σύστημα αναγνωρίζεται παγκοσμίως ότι είναι υγιές, με επαρκή κεφάλαια και ρευστότητα ικανά να αντιμετωπίσουν τα αποτελέσματα της οικονομικής ύφεσης και στη χώρα μας αλλά και στις χώρες της ΝΑΕ όπου δραστηριοποιείται.
Οι ελληνικές τράπεζες δεν έφεραν ποτέ ζημιογόνα αποτελέσματα, δεν μπορούν να κατηγορηθούν για ανευθυνότητα και έλλειψη διαφάνειας και συνεχίζουν παρά την κρίση να είναι κερδοφόρες.
Μέσα σε αυτό το δύσκολο περιβάλλον ο Όμιλος της ΕΤΕ, ακολουθώντας με συνέπεια τη στρατηγική που έχει χαράξει, διαχειρίζεται τον αυξημένο κίνδυνο αλλά και τις νέες χρηματοδοτικές ανάγκες των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, διατηρώντας αμείωτη την προσήλωσή του σε τέσσερις άξονες:
1ον Διατήρηση και ενίσχυση των βασικών πηγών κερδοφορίας
Η ορθολογική ανάπτυξη των τραπεζικών εργασιών του Ομίλου, τόσο στην Ελλάδα όσο και στις αγορές της Τουρκίας και της ΝΑ Ευρώπης, συντέλεσε στη διατήρηση της κερδοφορίας του κατά το 2008. Η υγιής επέκταση των χορηγήσεων και η αποτελεσματική διαχείριση των καταθέσεων είχαν σαν αποτέλεσμα την ενίσχυση του καθαρού επιτοκιακού αποτελέσματος που αποτελεί τη βάση της κερδοφορίας.
Χάρη στη συνετή πολιτική διαχείρισης του κόστους, η επέκταση του δικτύου στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και την Τουρκία και η προσεκτική λειτουργική ενσωμάτωση των θυγατρικών δεν επιβάρυναν ουσιωδώς τα αποτελέσματα, καθώς οι λειτουργικές δαπάνες διατηρήθηκαν σχεδόν στα ίδια επίπεδα με το 2007.
Τη χρονιά που διανύουμε η ανάγκη διατήρησης των βασικών πηγών κερδοφορίας μας είναι ακόμα πιο επιτακτική. Προς αυτή την κατεύθυνση εστιάζουμε σε περιορισμένη αλλά θετική εξέλιξη των δανειακών υπολοίπων, βέλτιστη χρήση της αυξανόμενης ρευστότητας που χαρακτηρίζει τον Όμιλο της ΕΤΕ και συγκράτηση των λειτουργικών δαπανών μέσω και του προσωρινού «παγώματος» της επέκτασης του δικτύου καταστημάτων στο εξωτερικό.
2ον Συνετή διαχείριση κινδύνων
Η διατήρηση της υψηλής ποιότητας των χορηγήσεων του Ομίλου οφείλεται στην ακολουθούμενη συντηρητική προσέγγιση όσον αφορά την έγκριση των δανείων και το σχηματισμό προβλέψεων, καθ’ όλη τη διάρκεια του ανοδικού οικονομικού κύκλου. Παρά την ταχεία επιδείνωση του μακροοικονομικού κλίματος, η ακολουθούμενη πιστοδοτική πολιτική αλλά και οι εντεινόμενες προσπάθειες βελτίωσης της ποιότητας του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων οδήγησαν και το 2008 στη διαμόρφωση του ποσοστού μη εξυπηρετούμενων δανείων σε επίπεδο παρόμοιο με το τέλος του 2007. Παρά τις επιπτώσεις της δυσμενούς οικονομικής συγκυρίας, από την αρχή του τρέχοντος έτους έως και σήμερα η αύξηση των επισφαλειών παραμένει συγκρατημένη, ενώ εστιάζεται σε τομείς που παραδοσιακά η ΕΤΕ παραμένει σε κατάσταση περιορισμένης έκθεσης.
Ο προσανατολισμός του χαρτοφυλακίου σε χορηγήσεις χαμηλού κινδύνου, με άνω του 86% του συνόλου να αντιστοιχεί σε στεγαστικά δάνεια και σε δάνεια προς μεγάλες και μεσαίες επιχειρήσεις, θα συνεχίσει να αποτελεί εχέγγυο για τη διατήρηση της ποιότητας του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων. Προς την κατεύθυνση αυτή συμβάλλει η μηδαμινή έκθεση του Ομίλου σε λιανικές χορηγήσεις, χωρίς εξασφαλίσεις, σε ξένο νόμισμα και το σταθμισμένο ποσοστό χορηγήσεων σε άμεσα πληττόμενους από την κρίση κλάδους, όπως η ναυτιλία, ο τουρισμός και οι κατασκευές.
3ον Ισχυρή ρευστότητα
Παρά τις δραματικές συνθήκες έλλειψης ρευστότητας που εκδηλώθηκαν κυρίως το δεύτερο μισό του προηγούμενου έτους, η ήδη ευρεία καταθετική βάση μας ενισχύθηκε περαιτέρω, χάρη στην εμπιστοσύνη των καταθετών στην ικανότητα της ΕΤΕ να αντεπεξέλθει στις επιπτώσεις της κρίσης. Είναι χαρακτηριστικό ότι το μερίδιο των καταθέσεων όψεως και ταμιευτηρίου στην εσωτερική αγορά βελτιώθηκε, ενώ η Τράπεζα συγκαταλέγεται μεταξύ των λίγων πλέον ευρωπαϊκών τραπεζών όπου το σύνολο των καταθέσεων υπερκαλύπτει τις χορηγήσεις.
Η ομαλή συνέχιση της χρηματοδοτικής λειτουργίας του Ομίλου στην παρούσα συγκυρία, για την υποστήριξη των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, είναι δεδομένη. Σε αυτό συμβάλλουν το χαμηλό ύψος αναχρηματοδότησης υποχρεώσεων που λήγουν κατά το 2009, καθώς και τα μη χρησιμοποιημένα αποθέματα ρευστότητας. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η ΕΤΕ εισήλθε στην κρίση ρευστότητας χωρίς να έχει πραγματοποιήσει τιτλοποιήσεις δανείων.
4ον Προστασία της κεφαλαιακής βάσης
Τα τελευταία χρόνια ο Όμιλος προέβη σε ενεργή διαχείριση των εποπτικών κεφαλαίων, με την αποχώρησή του από δραστηριότητες, που είτε διέθεταν περιορισμένες αναπτυξιακές προοπτικές είτε ήταν μη στρατηγικού χαρακτήρα. Επιπλέον, οι πρωτοβουλίες ενίσχυσης των κεφαλαίων με την έκδοση προνομιούχων μετοχών από εξωτερικό και την επανεπένδυση του μεγαλύτερους μέρους των μερισμάτων της χρήσης 2007 ήταν απαραίτητα μέτρα που ελήφθησαν πριν η κρίση βαθύνει το φθινόπωρο του 2008 και αποτέλεσαν ασπίδα προστασίας των κεφαλαίων του Ομίλου. Οι πρωτοβουλίες αυτές, σε συνδυασμό με την υψηλή κερδοφορία που εξακολουθεί να ενισχύει συνεχώς την κεφαλαιακή βάση, έχουν σαν αποτέλεσμα τη διαμόρφωση του δείκτη Βασικών Κεφαλαίων στο 10% περίπου στο τέλος του έτους, κατατάσσοντας τον Όμιλο μεταξύ των καλύτερα κεφαλαιοποιημένων ευρωπαϊκών τραπεζών.
Αναγνωρίζοντας το ρόλο που καλούμαστε να διαδραματίσουμε για την εξομάλυνση των δυσκολιών στην ομαλή χρηματοδότηση νοικοκυριών και επιχειρήσεων, συμμετέχουμε στο πρόγραμμα ενίσχυσης ρευστότητας της ελληνικής οικονομίας, στοχεύοντας στον περιορισμό των επιπτώσεων από την κρίση. Υλοποιούμε την επιδίωξη αυτή έμπρακτα, με συγκεκριμένες δέσμες μέτρων για τη στήριξη των επιχειρήσεων, ιδιαίτερα των μικρομεσαίων, οι οποίες λόγω του αριθμού και του μεγέθους τους αποτελούν ουσιαστικό κομμάτι της οικονομικής δραστηριότητας και αντιμετωπίζουν, παράλληλα, τις μεγαλύτερες δυσκολίες όσον αφορά τη χρηματοδότησή τους.
Θεωρούμε χρέος μας τη στήριξη της Ελληνικής οικονομίας και υλοποιούμε τις δεσμεύσεις μας για την απρόσκοπτη χρηματοδότησή της, συμμετέχοντας με τη μερίδα του λέοντος στις νέες χορηγήσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Εθνική Τράπεζα εκταμίευσε νέα στεγαστικά δάνεια ύψους 870 εκατ. ευρώ σε περίπου 11.000 δανειολήπτες κατά το διάστημα Ιανουαρίου-Απριλίου 2009. Όσον αφορά τις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, η καθαρή αύξηση των υπολοίπων του τετραμήνου ανήλθε σε 417 εκατ. ευρώ. Οι εγκρίσεις νέων δανείων σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έχουν φτάσει από την αρχή του τρέχοντος έτους τα 700 εκατ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σε 6.000 περίπου επιχειρήσεις και επαγγελματίες. Καθιερώσαμε πρόγραμμα 100 εκατ. ευρώ για χρηματοδότηση νέων επιχειρήσεων που είχε μεγάλη ανταπόκριση. Ήδη έχουμε χορηγήσει σε νέες επιχειρήσεις πάνω από το μισό ποσό του προγράμματος αυτού. Πληροφορήθηκα εχθές ότι οι εκταμιεύσεις του προγράμματος ΤΕΜΠΜΕ ξεπέρασαν το τέλος Μαΐου το 1 δισ. ευρώ, ποσό που εκπροσωπεί πάνω από το 40% του συνολικού δανεισμού μέσω ΤΕΜΠΜΕ.
Η συνολική αύξηση όλων των κατηγοριών χορηγήσεων ανήλθε κατά το α΄ τρίμηνο σε 1,3 δισ. ευρώ και προβλέπουμε αύξηση χορηγήσεων σε ετήσια βάση πάνω από 12% για το 2009.
Θεωρούμε αυτονόητη τη στήριξη των πελατών μας που επηρεάζονται άμεσα από τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης, παρέχοντας 12μηνη άρση των δόσεων στεγαστικών και αναστολή καταναλωτικών δανείων σε ανέργους. Περαιτέρω, δημιουργήσαμε πρόγραμμα απασχόλησης άνεργων νέων, παρέχοντας ευκαιρίες απασχόλησης και αμβλύνοντας τις επιπτώσεις της κρίσης στο δυναμικότερο τμήμα της αγοράς εργασίας. Τέλος, μέσω του προγράμματος Εταιρικής Κοινωνικής Ευθύνης διαθέτουμε πόρους προς όφελος της ανάπτυξης, της προόδου και της ευημερίας της κοινωνίας μας.
Κατά τη διάρκεια του 2008 διαθέσαμε, εκτός από τα 50 εκατ. ευρώ προς τους πυρόπληκτους της Πελοποννήσου, επιπλέον 17 εκατ. ευρώ σε κάθε μορφής χορηγίες στον άνθρωπο, στον πολιτισμό και στο περιβάλλον, μέσω ενός μοναδικού σε ευρύτητα χορηγικού προγράμματος, ο προϋπολογισμός του οποίου θα αυξηθεί παραπάνω το 2009.
Το πρόγραμμα αυτό περιέχει ανακατασκευές κέντρου αστέγων, παιδικών κατασκηνώσεων, κατασκευές βρεφονηπιακών σταθμών και σχολείων, ενίσχυση νοσοκομείων, αποκατάσταση μνημείων, ναών, παροχή εξοπλισμού σε άτομα με ειδικές ανάγκες, πλήρη κάλυψη υψηλών νοσηλίων σε άτομα με σοβαρά προβλήματα υγείας, εξοπλισμό σχολείων, εκθέσεις, καλλιτεχνικές παραστάσεις και πολλά άλλα, σε όλη την Ελλάδα.
Πρόσφατα ανακοινώσαμε την απόφασή μας να αναλάβουμε την κατασκευή και τον εξοπλισμό 25 νέων χειρουργείων στον «Ευαγγελισμό» κόστους 30 εκατ. ευρώ μέσα σε μια τριετία.
Για το 2009 ετοιμαζόμαστε να ανακοινώσουμε σύντομα νέες μεγάλες χορηγικές πρωτοβουλίες στηρίζοντας την παιδεία, τον πολιτισμό και το περιβάλλον.
Κυρίες και Κύριοι,
Η ισχυρή θέση που έχει σήμερα η ΕΤΕ δεν είναι τυχαία. Είναι ξεκάθαρα αποτέλεσμα των πρωτοβουλιών εξορθολογισμού της δομής της και της στοχευμένης επέκτασής της τα τελευταία χρόνια.
Ο συνεχής έλεγχος του κόστους, η αύξηση της παραγωγικότητας, η έξοδος από μη στρατηγικές γεωγραφίες και δραστηριότητες την κατάλληλη στιγμή και σε υψηλές αποτιμήσεις αύξησαν τη λειτουργική κερδοφορία μας και μας απελευθέρωσαν κεφάλαια. Η επέκτασή μας στην Τουρκία και στη ΝΑΕ μας αύξησαν τις εναλλακτικές πηγές εσόδων. Όλα αυτά στηρίχθηκαν μέσα σε ένα πλέγμα ασφάλειας μέσω ισχυρού εσωτερικού ελέγχου, νέας τεχνολογίας και συνετής προσήλωσης στους κανόνες των εποπτικών μας αρχών.
Κύριοι μέτοχοι,
Η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα ενίσχυσης ρευστότητας της οικονομίας δε μας επιτρέπει να διανείμουμε μέρισμα σε μετρητά για τη χρήση 2008, μολονότι ήταν για την ΕΤΕ μια εξαιρετική, από άποψη κερδοφορίας, χρονιά. Με την κίνηση αυτή ενισχύονται έμμεσα τα ίδια κεφάλαια και θωρακίζεται η Τράπεζα περαιτέρω έναντι ενδεχόμενης αύξησης των κινδύνων από το οικονομικό περιβάλλον. Θέλουμε να σας διαβεβαιώσουμε ότι συνεχίζουμε να λαμβάνουμε όλα τα αναγκαία μέτρα για την ισχυροποίηση της Τράπεζας, ασκώντας παράλληλα τον κοινωνικό μας ρόλο, με αυξημένο το αίσθημα ευθύνης και αλληλεγγύης.
Εκ μέρους όλης της Διοικητικής ομάδας της Τράπεζας θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για την εμπιστοσύνη σας και για την αναγνώριση των προσπαθειών που καταβάλλουμε για την ανάδειξη της Εθνικής Τράπεζας σε έναν υγιή, ευέλικτο και αποδοτικό οργανισμό. Επίσης, θέλω να ευχαριστήσω όλο το προσωπικό της Τράπεζας και των Εταιρειών του Ομίλου για τη συνεισφορά του στην επίτευξη των στόχων που έχουν τεθεί. Σίγουρα χωρίς αυτούς τίποτα από τα παραπάνω δε θα ήταν εφικτό. Πιστεύουμε ότι, με τις φιλότιμες προσπάθειες όλων είμαστε ικανοί να διέλθουμε αλώβητοι μέσα από την παρούσα δίνη που μεταμορφώνει το παγκόσμιο χρηματοοικονομικό σύστημα και να διατηρήσουμε τις αποδόσεις προς τους μετόχους μας σε υψηλά επίπεδα. Αυτό θα μας επιτρέψει να συνεχίσουμε την ανεξάρτητη, αυτόνομη ανάπτυξή μας και να εκμεταλλευτούμε τις μεγάλες ευκαιρίες που αρχίζουν να δημιουργούνται σε στρατηγικές για την ΕΤΕ χώρες.