της Έλλης Τριανταφύλλου*
Πιστεύοντας -ή ελπίζοντας για την ακρίβεια- ότι η εικόνα στην περιφέρεια ίσως είναι λιγότερο αβάστακτη από την αθηναϊκή, αναζήτησα προ διημέρου ανάσα στον περιφερειακό Τύπο. Η πρώτη ιστοσελίδα που άνοιξα ήταν της εφημερίδας «Ταχυδρόμος του Βόλου»… Ένας ατέλειωτος κατάλογος γεγονότων, απόρροια της κρίσης. Οι αυτοκτονίες ανέργων, οι περικοπές ακόμη και στο ψωμί από τις νοικοκυρές, η περιπέτεια των χιλιάδων δικαιούχων προνοιακών επιδομάτων, που παραμένουν επί δίμηνο απλήρωτοι, ο Γολγοθάς των περισσότερων από πέντε χιλιάδες διαβητικών του νομού, που αναμένουν μήνες να πληρωθεί η κενή θέση ενδοκρινολόγου στο νοσοκομείο της πόλης…
Ίδια εικόνα και σε εφημερίδες της Πάτρας, του Ηρακλείου, της Θεσσαλονίκης κ.α.
Είναι φανερό διά γυμνού οφθαλμού ότι η Ελλάδα αλλάζει απ’ άκρου εις άκρον δραματικά και ταχύτατα. Aκόμη και η παραδοσιακή διάκριση μεταξύ της σκληρής Αθήνας και της πιο ανθρώπινης περιφέρειας, που προσφέρει μεγαλύτερες δυνατότητες σε όποιον την επιλέξει, κι αυτή έχει αλλάξει δραματικά. Αλλάζουν όλα με τέτοιους ρυθμούς που είναι δύσκολο να το αντέξει κανείς. Δεν πρόλαβε να ακουστεί η τραγική είδηση της δολοφονίας των δύο νεαρών αστυνομικών και ο καθένας στην ομήγυρη είχε ένα τουλάχιστον περιστατικό βίας να διηγηθεί από τη γειτονιά του. Από κοντά και οι σκηνές των νεόπτωχων να ψάχνουν τους κάδους των σκουπιδιών για τρόφιμα. Πληθαίνουν καθημερινά οι άνθρωποι που μιλούν μόνοι τους, όσο τρέχουν κυνηγώντας να αναμετρηθούν με τις υποχρεώσεις τους. Η πλειονότητα έχει ήδη πληγεί σημαντικά από την κρίση, αλλά κρατιέται όρθια. Αυτό που τη λυγίζει είναι η αγωνία για το αύριο. Η αγωνία και η αίσθηση ότι όσο μεγάλη και επώδυνη αν είναι η προσπάθεια, δεν αρκεί! Ο διαρκής φόβος ότι δεν είναι το σκοτάδι που τρομοκρατεί, αλλά το τέρας που κατοικεί μέσα του.
«Πήγα το Σάββατο στου Ψυρρή και είχε πολύ κόσμο. Τίποτα δεν δείχνει να έχει αλλάξει», έλεγε χθες μία συνάδελφος. Δεν είναι αλήθεια αυτό. Τα πάντα έχουν αλλάξει και συνεχίζουν να αλλάζουν με ρυθμούς που δοκιμάζουν και τον πιο προσαρμοστικό οργανισμό. Ο καθένας το παλεύει με όποιον τρόπο μπορεί. Όλοι όμως συμφωνούν σε μια παραδοχή. Πως ό,τι ήξεραν μέχρι σήμερα, θα πρέπει να το ξεχάσουν. Ότι η εποχή που διαγράφεται στον ορίζοντα δεν έχει σταθερές ούτε κεκτημένα.
Οι μόνοι που δείχνουν να μην καταλαβαίνουν τι γίνεται γύρω τους είναι οι πολιτικοί. Όλοι. Η μπάλα έχει χαθεί και οι 300 έχουν πάρει θέση στα θεωρεία του γηπέδου, περιμένοντας να παρακολουθήσουν έναν ακόμη αγώνα. Μιλούν την ίδια γλώσσα -τη μόνη που γνωρίζουν- αρθρώνουν τα ίδια επιχειρήματα, αναλίσκονται στους ίδιους καβγάδες και αδυνατούν να αναγνώσουν σωστά ακόμη και τα σημάδια που τους αφορούν. Εκλαμβάνουν τα κρούσματα αποδοκιμασίας ως μεμονωμένα και υποκινούμενα και αρνούνται να συνειδητοποιήσουν ότι ακόμη κι αν τα σημερινά, ή κάποια από αυτά είναι υποκινούμενα, τα επόμενα θα είναι αυθόρμητα, μαζικά και τυφλά, γιατί μεγαλώνει ο θυμός άναρχα και βουβά, όπως ακριβώς οικοδομήθηκε και το κράτος τις τελευταίες δεκαετίες.
Οι τεχνικοί της εξουσίας αδυνατώντας να αντιληφθούν αυτό που συντελείται στην κοινωνία, ξεθάβουν την παλιά ξινισμένη συνταγή της πολιτικής συνωμοσίας για να ερμηνεύσουν την αναταραχή, χωρίς να βλέπουν γύρω τους και εμπρός τους ότι παρήλθαν οι εποχές που τα κόμματα καθοδηγούσαν και ποδηγετούσαν τον κόσμο… Προσπαθούν, εις μάτην, να ελέγξουν την κατάσταση και στρουθοκαμηλίζουν, νομίζοντας, οι αφελείς, ότι επειδή κρύβουν το κεφάλι στην άμμο, δεν βλέπει κανείς αυτό που εκείνοι αγνοούν πεισματικά.
Σπέρνουν φόβο, αλλά θερίζουν σύγχυση και οργή, που όσο περισσότερο λοιδορείται, τόσο περισσότερο φουντώνει και εξαπλώνεται… Και δυστυχώς, με έναν τρόπο, που δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα διευκολύνει τη μετάβαση σε μία καλύτερη, πιο δημοκρατική, ποιοτική και δίκαιη εποχή…
*Από την Καθημερινή, 4.3.11
Απλώς η ΑΛΗΘΕΙΑ.