Νέο κύκλο μείωσης της ρευστότητας αλλά και αναγκαστική αλλαγή του μοντέλου δανεισμού με μικρότερη συμμετοχή των τραπεζών π.χ. για κεφάλαια κίνησης και μεγαλύτερη συνδρομή του επιχειρηματία περιγράφει έκθεση της τράπεζας Πειραιώς «Το ελληνικό τραπεζικό σύστημα μετά την κρίση. Νέες Δυνάμεις, νέες προκλήσεις, νέους κινδύνους». Περιγράφει τις νέες δυνάμεις που διαμορφώνουν το τραπεζικό σύστημα , καθώς και τις προκλήσεις που προκύπτουν. Αναφέρεται στον εντοπισμό δυνητικών κινδύνων μετάβασης προς ένα νέο μοντέλο τραπεζικής.
Σύμφωνα με την τράπεζα, η στροφή στην ελληνική οικονομία από την κατανάλωση στις επενδύσεις και στις εξαγωγές θα έχει μια βαθιά επίδραση στην κατεύθυνση του ελληνικού τραπεζικού συστήματος . Η άμεση συνέπεια αυτού του επαναπροσανατολισμού είναι ότι οι τράπεζες θα μετακυλήσουν την έμφαση από τη χρηματοδότηση της κατανάλωσης και της αγοράς ακινήτων στη χρηματοδότηση του νέου αναπτυξιακού προτύπου.
Αυτό περιλαμβάνει τη χρηματοδότηση:
• Εξαγωγικών τομέων όπως της ελληνικής τουριστικής οικονομίας, τις μεταφορές, την ενέργεια
• Τους κλάδους των μετάλλων, ορυχείων και ορυκτών
• Τα αναγκαία έργα υποδομής π.χ. αυτοκινητόδρομοι, λιμάνια, μαρίνες, αεροδρόμια
• Τον τομέα της γεωργίας
• Την πράσινη οικονομία
«Την ίδια στιγμή , ριζικές αλλαγές θα πρέπει να γίνουν όσον αφορά τη σχέση μεταξύ των τραπεζών και των εταιρειών», επισημαίνεται. Το τρέχον μοντέλο, σύμφωνα με το οποίο οι τράπεζες κάλυπταν το μεγαλύτερο μέρος της χρηματοδότησης για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα, με περιορισμένη συμμετοχή στο μετοχικό κεφάλαιο εκ μέρους των μετόχων και όπου ο πιστωτικός κίνδυνος μετριαζόταν με τη χρήση εξασφαλίσεων, δεν είναι πλέον βιώσιμο, αναφέρεται.
Αντίθετα, η ανάγκη διασφάλισης της ρευστότητας και των κεφαλαίων από πλευράς των τραπεζών συνεπάγεται ότι η χρηματοδότηση των νέων επιχειρήσεων, θα πρέπει να παρέχεται με τη μορφή της χρηματοδότησης των ιδίων κεφαλαίων από τους επιχειρηματίες, με τις τράπεζες να παρέχουν κεφάλαια κίνησης και μεταβατικές χρηματοδοτήσεις.
Οι ερευνητές της Πειραιώς εκτιμούν ότι η χαρτογράφηση του επιχειρηματικού κύκλου δείχνει ότι το κλίμα φαίνεται να εξέρχεται από τη φάση συστολής. Καταγράφεται μείωση των πιέσεων για την ελληνική οικονομία, «ωστόσο, τα υψηλά επιτόκια ασκούν αρνητική επίδραση στις επενδύσεις».
Εκτιμάται επίσης ότι υπάρχει στενή σχέση μεταξύ της διόγκωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων αλλά και της πορείας μισθών και ιδιωτικής οικονομικής δραστηριότητας.
Επισημαίνει ότι η μείωση του δανεισμού οδηγεί σε μια ανάλογη διάβρωση των καταθέσεων των τραπεζών και ως εκ τούτου σε πιέσεις ρευστότητας του ιδιωτικού τομέα. Αν συνεχιστεί η μείωση του δανεισμού θα οδηγηθεί ο τραπεζικός τομέας σε περαιτέρω συρρίκνωση – περικοπή δανεισμού, «οι καταθέσεις διαβρωθεί ακόμη περισσότερο … και ούτω καθεξής».
Η Πειραιώς φέρνει ένα παράδειγμα: Το 2013, οι καταθέσεις έπρεπε να είναι αυξημένες δεδομένου ότι είχαμε 2,1 δισ. ευρώ επιστροφών φόρων, καθυστερούμενων πληρωμών ύψους 3,5 δισ. ευρώ και 2 δισ. ευρώ των κοινοτικών επιδοτήσεων γεωργίας. Ωστόσο, οι καταθέσεις έχουν παραμείνει στάσιμες.
«Η κατάσταση θα επιδεινωθεί λόγω της υποχρέωσης της χώρας μας να χρησιμοποιήσει πρωτογενές πλεόνασμά της για την αποπληρωμή του εξωτερικού χρέους», καταλήγει.