Υψηλά επιτόκια, αδυναμία χρηματοδότησης επιχειρήσεων αλλά εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος «βλέπει» το υπουργείο Οικονομικών στις απαντήσεις που έδωσε στο ερωτηματολόγιο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την έρευνα που διενεργεί στα κράτη σε μνημόνιο. Οι απαντήσεις ήρθαν τις πρώτες πρωϊνες της Δευτέρας, ενώ αργότερα ανακοινώθηκε ότι η έλευση της επιτροπής του Ευρωκοινοβουλίου στην Αθήνα που είχε προγραμματιστεί για τις 8 και 9 Ιανουαρίου αναβάλλεται.
Στο ερωτηματολόγιο το υπουργείο καταγράφει την πολύ μεγάλη δημοσιονομική προσαρμογή, αλλά και τις πολύ μεγάλες και άδικες επιπτώσεις των μέτρων. Γίνεται λόγος για εσφαλμένη δομή του 1ου μνημονίου, ασκείται κριτική για τη στάση της Ευρωζώνης και για τα λάθη που έγιναν στις εκτιμήσεις της ύφεσης και του χρέους.
• Συγκεκριμένα, τα πραγματικά επιτόκια στην Ελλάδα είναι πολύ υψηλά και δημιουργούνται ως εκ τούτου προβλήματα χρηματοδότησης, ακόμα και σε υγιείς επιχειρήσεις. Τα προβλήματα ρευστότητας υποσκάπτουν την προσπάθεια ανάκαμψης της Ελληνικής οικονομίας μέσα από επενδύσεις και εξαγωγές και την αλλαγή του παραγωγικού προτύπου της Ελληνικής οικονομίας από την παραγωγή διεθνώς μη εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών στην παραγωγή διεθνώς εμπορεύσιμων προϊόντων και υπηρεσιών.
• Πολύ αρνητικό ρόλο έπαιξαν οι δηλώσεις διαφόρων παραγόντων σχετικά με την πιθανότητα εξόδου της Ελλάδας από την Ευρωζώνη (Grexit). Οι δηλώσεις αυτές επιδείνωσαν σημαντικά την Ελληνική κρίση. Συνέπεια αυτών των δηλώσεων ήταν σημαντικές εκροές καταθέσεων και προβλήματα ρευστότητας, ενώ οι επενδύσεις αποθαρρύνθηκαν με αποτέλεσμα την περαιτέρω επιδείνωση της ύφεσης της ελληνικής οικονομίας.
• Ο χρηματοπιστωτικός τομέας επηρεάστηκε σοβαρά από την κρίση και οι καταθέσεις των τραπεζών συρρικνώθηκαν σημαντικά. Η εξισορρόπηση του τομέα βρίσκεται σήμερα σε καλό δρόμο. Οι Ελληνικές συστημικές τράπεζες ανακεφαλαιοποιήθηκαν, ενώ μικρότερες τράπεζες αναδιαρθρώθηκαν ή εξυγιάνθηκαν. Οι καταθέσεις επιστρέφουν στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα, αν και μέρος αυτών χρησιμοποιείται για την αποπληρωμή φορολογικών και λοιπών υποχρεώσεων των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων.
Στην απάντησή του το υπουργείο αναφέρει ότι από το 2009 μέχρι σήμερα, το διαθέσιμο εισόδημα νοικοκυριών μειώθηκε πάνω από 35%, το ΑΕΠ μειώθηκε περίπου κατά 25%, η ανεργία βρέθηκε στο 27%, σε πρωτοφανή επίπεδα για αναπτυγμένη χώρα, η ανεργία στους νέους κυμαίνεται γύρω στο 57%, ενώ περίπου τα 2/3 των ανέργων είναι μακροχρόνια άνεργοι, Επίσης, το 35% του πληθυσμού αντιμετωπίζει υπαρκτό κίνδυνο ένδειας.
Ασκείται κριτική για τη στάση της Ευρωζώνης το 2010, όταν αποφασίστηκε το 10 Μνημόνιο: δεν διέθετε μηχανισμούς αντιμετώπισης της κρίσης, δεν διέγνωσε έγκαιρα τα αίτια της κρίσης στην Ελλάδα.
Ασκείται και κριτική για το 1ο Μνημόνιο καθώς έθετε ιδιαίτερα φιλόδοξο μείωσης του ελλείμματος, υπέθετε ανάπτυξη 1,1% το 2012 (λάθος πολλαπλασιαστής), είχε ιδιαίτερα σφιχτό χρονοδιάγραμμα μεταρρυθμίσεων, λάθος προσδοκίες για τη δυναμική του χρέους, υψηλά αρχικά επιτόκια των δανείων της ΕΕ, έδινε έμφαση στην αύξηση φόρων και όχι στη μείωση δαπανών υπήρξε καθυστέρηση στη πάταξη της φοροδιαφυγής και της γραφειοκρατίας.
«Η διαπραγματευτική θέση της Ελλάδος, δεδομένης της αδυναμίας πρόσβασης στις αγορές κεφαλαίου, ήταν, εκ των πραγμάτων, δυσχερής» αναφέρεται. «Πολλές φορές η Βουλή κλήθηκε να εγκρίνει μέτρα που ικανοποιούσαν μεν άμεσα δημοσιονομικούς στόχους αλλά που προκαλούσαν αρνητικό αντίκτυπο σε σημαντικά στρώματα του πληθυσμού». «Η ικανοποίηση στόχων του Προγράμματος (π.χ. δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος) ενισχύουν σταδιακά τη διαπραγματευτική θέση της χώρας».
Άνιση ήταν και η κατανομή των. «Οι μισθωτοί του δημοσίου τομέα και οι συνταξιούχοι επηρεάστηκαν κυρίως από τα μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής με τη μείωση μισθών και συντάξεων» επισημαίνεται. «Οι απασχολούμενοι του ιδιωτικού τομέα επηρεάστηκαν κυρίως από τις συνέπειες της κρίσης»
«Η συνεργασία μπορεί να χαρακτηριστεί σε γενικές γραμμές αποτελεσματική, χωρίς βεβαίως να έχουν λείψει οι επιμέρους διαφωνίες και οι διαφορετικές προσεγγίσεις» επισημαίνεται για τις σχέσεις με την τρόικα.