Όταν χθες το απόγευμα συμμετείχα στην εκδήλωση που διοργάνωσε ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Ασφαλιστικών Συμβούλων (Π.Σ.Α.Σ.) στο Εθνικό και Ιστορικό Μουσείο Αθηνών (Πλατεία Κολοκοτρώνη, Σταδίου 13), γνώριζα ότι επρόκειτο για το Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής των Ελλήνων. Δεν γνώριζα βέβαια περισσότερες λεπτομέρειες, όπως το ότι θεμελιώθηκε το 1858 από τη βασίλισσα Αμαλία και οικοδομήθηκε σε σχέδια του Francois Boulanger. Πρόκειται για την πρώτη μόνιμη στέγη του ελληνικού Κοινοβουλίου και θεμελιώθηκε προκειμένου να στεγάσει τη Βουλή και τη Γερουσία. Με την έξωση του βασιλιά Όθωνα και τη μεταπολίτευση του 1862 καταργήθηκε το σώμα της Γερουσίας και τα σχέδια του κτιρίου τροποποιήθηκαν από τον έλληνα αρχιτέκτονα Παναγιώτη Κάλκο με κυριότερη μεταβολή την κατάργηση του αμφιθεάτρου της Γερουσίας. Το κτίριο του Κοινοβουλίου ολοκληρώνεται το 1875. Στις 11 Αυγούστου πραγματοποιήθηκε η επίσημη έναρξη των συνεδριάσεων της Βουλής με πρωθυπουργό τον Χαρίλαο Τρικούπη. Για 60 ολόκληρα χρόνια το κτίριο της οδού Σταδίου στέγαζε την πολυτάραχη πολιτική ζωή της χώρας. Το 1935 η Βουλή των Ελλήνων μεταστεγάστηκε στα Παλαιά Ανάκτορα στην Πλατεία Συντάγματος, όπου λειτουργεί μέχρι σήμερα.
Γιατί τα αναφέρω όλα αυτά; Για τον απλούστατο λόγο ότι εντός αυτού του κτιρίου το 1893 ο Χαρίλαος Τρικούπης είπε το περίφημο και ιστορικό “Δυστυχώς κύριοι, επτωχεύσαμεν”. Και το ημερολόγιο έγραφε 10 Δεκέμβρη 1893, ακριβώς πριν από 120 χρόνια. Ειλικρινά όταν το συνειδητοποίησα ανατρίχιασα. Καθόμουν στα ίδια έδρανα που οι τότε βουλευτές, την ίδια ημερομηνία 10 Δεκεμβρίου 1893, άκουσαν τον Πρωθυπουργό Χαρίλαο Τρικούπη να αναφωνεί: “Δυστυχώς κύριοι, επτωχεύσαμεν”. Αρκετοί έχουν αμφισβητήσει τόσο τον τόπο, όσο και το αν πράγματι ειπώθηκε η φράση αυτή, αλλά τι σημασία έχει πλέον; Η τότε κυβέρνηση κήρυξε πτώχευση, η οποία και επέφερε την επιβολή του Διεθνούς Οικονομικού Ελέγχου σε βάρος της Ελλάδας.
Θα ήμουν ψεύτης αν έλεγα ότι δεν ήρθαν στο μυαλό μου διάφοροι συνειρμοί. Θα ήμουν επίσης ψεύτης αν έλεγα ότι έφυγα ήσυχος και ήρεμος από το κτίριο. Η περιήγηση στα πολλά δωμάτια-εκθετήρια και η ανάγνωση των σχετικών επιγραφών με έκαναν να νιώσω υπερηφάνεια και λύπη ταυτόχρονα. Ιστορικά αντικείμενα, έπιπλα, φορεσιές, βιβλία, φωτογραφίες, όπλα, καπέλα, πένες, κονδυλοφόροι, πίνακες, τσάντες, δεν θα είχαν οποιαδήποτε αξία αν δεν διάβαζες ταυτόχρονα: η τσάντα του Χαριλάου Τρικούπη, η πένα με την οποία υπογράφηκε η συνθήκη του 1897, τα προσωπικά αντικείμενα του Γρηγορίου του Ε, οι υπογραφές των εθνοπατέρων της εθνοσυνέλευσης του 1843 και αναρίθμητα άλλα. Και ψηλά, στους τοίχους, σημαίες από πολέμους και εκστρατείες. Και λάφυρα.
Να πάτε, να το επισκεφθείτε όλοι, να μην βιάζεστε (όπως εγώ εχθές) και να πάρετε μαζί σας τα παιδιά σας και τα εγγόνια σας. Ενημέρωση δεν είναι όσα ακούμε στα δελτία των 8 και όσα βλέπουμε στην τηλεόραση. Ντρέπομαι που γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, που κυκλοφορώ 40 χρόνια στο κέντρο και ουδέποτε είχα ανέβει τα σκαλιά της Παλαιάς Βουλής. Και σε πόσα άλλα δεν έχω πάει και δεν το έχω συνειδητοποιήσει; Κάλιο αργά παρά ποτέ.
Ως υστερόγραφο, ζητώ συγγνώμη από την κ. Γρυπάρη, τον κ. Καραβία, την κ. Σταυρογιάννη, τον κ. Τάσση, τον κ. Ραφαηλίδη, τον κ. Λάμπρου και από όλους τους διαμεσολαβητές που παραβρέθηκαν, που δεν αναφέρθηκα στα όσα ειπώθηκαν, που ήταν τόσο σημαντικά. Θα το κάνω αύριο. Σήμερα, με κέρδισε το κτίριο, η ιστορία, η σύμπτωση της ημερομηνίας.