Από τον Αριστείδη Παπανικόλα. Σύμφωνα με τα δημοσιεύματα, ο Πρόεδρος της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιριών στην ομιλία του στο φετινό 14o Συνέδριο της Ύδρας, αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, «στην ελεύθερη πτώση των ασφαλίστρων και στον προβληματισμό που έχει δημιουργηθεί από τη δραστηριοποίηση στον κλάδο αυτοκινήτων εταιρειών υπό το καθεστώς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών». Όσο απλή και κατανοητή είναι η φράση αυτή, άλλο τόσο περίεργη μου ακούγεται. Παραθέτω κάποια ερωτήματα προς προβληματισμό και φυσικά κάθε γνώμη είναι σεβαστή. Καταρχήν, όταν αναφέρεται ο Πρόεδρος «στην ελεύθερη πτώση των ασφαλίστρων» τι ακριβώς εννοεί; Την μείωση των συνολικών ασφαλίστρων που παρατηρείται στην ελληνική αγορά, που όπως προκύπτει και από την έρευνα της ΕΑΕΕ, το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου 2012 ο κλάδος αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων παρουσίασε μείωση 13,2% ή αναφέρεται στη μείωση των τιμολογίων στην οποία προχώρησαν πολλές ασφαλιστικές εταιρείες εντός του 2012; Για να μην οδηγηθούν σε ελεύθερη πτώση τα συνολικά ασφάλιστρα ή δεν πρέπει να μειωθεί ο αριθμός των οχημάτων που ασφαλίζονται ή δεν πρέπει να μειωθούν τα τιμολόγια και φυσικά δεν πρέπει να συμβούν και τα δύο. Στη σημερινή ελληνική αγορά συμβαίνουν και τα δύο ταυτόχρονα.
Τι θα έπρεπε δηλαδή, να αυξηθούν τα τιμολόγια για να εξισορροπήσουν τη μείωση του αριθμού των ασφαλισμένων οχημάτων; Όταν η ελληνική οικονομία βαδίζει στον έκτο χρόνο της βαθιάς ύφεσης, η σημειούμενη πτώση των συνολικών ασφαλίστρων της αγοράς είναι όχι μόνο αναμενόμενη, αλλά βέβαιη. Ή θα πρέπει να απολογηθούν οι ασφαλιστικές εταιρείες που μειώνουν τα τιμολόγιά τους (και με αυτό τον τρόπο συμβάλουν αρνητικά στα ασφαλιστικά παραγωγικά μεγέθη), όταν το γενικό αίτημα όλων των πολιτών και ταυτόχρονα η απορία όλων είναι το γιατί δεν πέφτουν οι τιμές στα κάθε μορφής προϊόντα και υπηρεσίες; Η ασφαλιστική αγορά ανταποκρίθηκε σε αρκετό βαθμό και είναι αξιέπαινη γι΄ αυτό.
Πιο αινιγματική όμως είναι η αναφορά του Προέδρου «στον προβληματισμό που έχει δημιουργηθεί από τη δραστηριοποίηση στον κλάδο αυτοκινήτων εταιρειών υπό το καθεστώς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών». Εδώ τα ερωτήματα είναι πιο συγκεκριμένα. Πρώτον, η δραστηριοποίηση υπό το καθεστώς της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών προβλέπεται από την ισχύουσα κοινοτική και ελληνική νομοθεσία και ο αριθμός των εταιρειών αυτών είναι εκατοντάδες στην ιστοσελίδα της Εποπτικής Αρχής. Φυσικά, είναι πολύ λίγες αυτές που πραγματικά δραστηριοποιούνται με έντονες πωλησιακές βλέψεις. Γιατί όμως σήμερα η αναφορά από τον Πρόεδρο της ΕΑΕΕ; Επειδή μικραίνει δραματικά η ασφαλιστική πίτα και κάθε περαιτέρω απώλεια κοστίζει περισσότερο; Αλλά απώλεια για ποιον; Όταν ο Έλληνας καταναλωτής ασφαλίζεται με ασφαλιστικά προγράμματα μέσω ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, είναι ασφαλισμένος. Όταν τα διαμεσολαβούντα πρόσωπα συνεργάζονται για την προώθηση αυτών των προγραμμάτων, ασκούν το επάγγελμά τους και αμείβονται. Για ποιον λοιπόν είναι η απώλεια; Η απάντηση είναι προφανής, για τις ασφαλιστικές εταιρείες που έχουν έδρα την Ελλάδα ή για τις ασφαλιστικές εταιρείες που λειτουργούν υπό καθεστώς εγκατάστασης στην Ελλάδα, δηλαδή ουσιαστικά για τα μέλη της ΕΑΕΕ. Αυτό δεν είναι μεμπτό, φυσικά και κάθε επαγγελματικός χώρος έχει κάθε δικαίωμα να προασπίζει τα συμφέροντά του. Όταν όμως κάποιες εταιρείες λειτουργούν λίγο υπεροπτικά απέναντι σε άλλες ή απέναντι στα διαμεσολαβούντα πρόσωπα, όταν κάποιες άλλες εταιρείες ανταγωνίζονται τα συνεργαζόμενα με τις ίδιες, διαμεσολαβούντα πρόσωπα, όταν κάποιες άλλες εταιρείες κάνουν τα στραβά μάτια σε συστηματικές αλλαγές έδρας ή σε προκλητικές επιλεκτικές εκπτώσεις και παροχές δώρων, όταν για όλα αυτά δεν εκφράστηκε ποτέ προβληματισμός, τότε οι ίδιες οι εταιρείες δημιουργούν το πεδίο εκείνο ώστε να αναζητηθούν διέξοδοι. Σήμερα, μια διέξοδος είναι η ελεύθερη παροχή υπηρεσιών, αύριο ίσως κάτι άλλο.
Αν παρέχονται ή όχι ποιοτικά ασφαλιστικά προγράμματα είναι μια άλλη ιστορία που χρειάζεται πολύ κουβέντα. Αν πάλι ανακαλυφθεί νομικό ψεγάδι στον τρόπο λειτουργίας και στην εμπλοκή των διαμεσολαβητών είναι επίσης άλλη ιστορία. Η ουσία είναι ότι τα ασφάλιστρα που δημιουργούνται μέσω της ελεύθερης παροχής υπηρεσιών αυξάνονται «επικίνδυνα» και στους σημερινούς δύσκολους καιρούς είναι πολύτιμα μεγέθη. Και με την ευκαιρία αυτή θέτω και το εξής ερώτημα; Τα ασφάλιστρα αυτά καταγράφονται κάπου; Νομίζω όχι. Υπολογίζονται στη συνολική ασφαλιστική παραγωγή της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς. Και πάλι, όχι. Ποια θα ήταν η μείωση που καταγράφεται στην προαναφερόμενη μελέτη, αν μπορούσαν να υπολογισθούν και τα ασφάλιστρα αυτά; Κανείς δεν ξέρει. Μήπως, ανεξάρτητα από τα όποια προβλήματα υπάρχουν, θα έπρεπε να υποχρεωθούν να δηλώνονται στην εποπτική αρχή τα ασφάλιστρα αυτά, ώστε να απεικονίζεται ορθότερα και το μέγεθος της αγοράς;