Συνεχίζουν την… πεπατημένη τους τα ασφαλιστικά ταμεία προς τον ΕΟΠΥΥ. Και αυτό γιατί στις συντάξεις του Σεπτεμβρίου επιβλήθηκαν οι νέες παρακρατήσεις υπέρ του ΕΟΠΥΥ, αλλά… μάταια.
Έξι μέρες μετά την καταβολή των «κουτσουρεμένων» συντάξεων του ΙΚΑ, του Δημοσίου και του ΝΑΤ και τρεις μέρες μετά την καταβολή των επίσης «κουτσουρεμένων» συντάξεων του ΟΓΑ και του ΟΑΕΕ, και ο ΕΟΠΥΥ δεν έχει λάβει… φράγκο.
Σύμφωνα με υπηρεσιακά στελέχη του Υπ. Εργασίας, το ποσό που έπρεπε να εισπράξει ο ΕΟΠΥΥ από την αύξηση των εισφορών ανέρχεται σε 70 εκατ. ευρώ. Υπενθυμίζεται ότι από την 1η Σεπτεμβρίου οι εισφορές υπέρ ΕΟΠΥΥ στις κύριες συντάξεις αυξήθηκαν από το 4% στο 6% και οι εισφορές στις επικουρικές συντάξεις για τον ίδιο λόγο ανήλθαν στο 6%.
Το ποσό αυτό μόνο …μικρό δεν πρέπει να θεωρηθεί, τη στιγμή που ο ΕΟΠΥΥ πρέπει να εισπράττει κάθε μήνα υποτίθεται 300 εκατ. ευρώ από εισφορές των Ταμείων και 45 εκατ. ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό. Ωστόσο ούτε αυτές οι νέες εισφορές αποδόθηκαν ακόμα. Έτσι χθες έκρουσε καμπανάκι κινδύνου η διοίκηση του ΕΟΠΥΥ για τον αν θα μπορεί εφεξής πληρώνει τους παρόχους Υγείας, δηλαδή φαρμακοποιούς, γιατρούς, εταιρείες φαρμάκου.
Σύμφωνα με ανακοίνωση του προέδρου του Οργανισμού Δημήτρη Κοντού το ύψος των εισφορών που έχουν εισπραχθεί από τους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης για λογαριασμό του ΕΟΠΥΥ και δεν του έχουν συνολικά αποδοθεί (από τις παλιές και νέες εισφορές), οι οποίες ανέρχονται στα 800 εκατ. ευρώ μόνο για φέτος και συνολικά σε 1,5 δισ. ευρώ για τα τρία έτη λειτουργίας του Οργανισμού (2012-2015)
Στην ανακοίνωση του ΕΟΠΥΥ σημειώνεται χαρακτηριστικά πως «η προκαλούμενη υστέρηση στα έσοδα του ΕΟΠΥΥ θα οδηγήσει τον Οργανισμό σε αδυναμία πληρωμών και θα επιφέρει σημαντικά προβλήματα στην εύρυθμη λειτουργία των παρόχων υγείας.
Το Δ.Σ. του Οργανισμού καλεί τα συναρμόδια Υπουργεία, Οικονομικών, Υγείας και Εργασίας, όπως προβούν άμεσα στις απαραίτητες ενέργειες για τη μεταφορά των οφειλόμενων εισφορών προκειμένου να συνεχιστεί η τακτικότητα στην αποπληρωμή των παρόχων υγείας και να διασφαλιστεί η απρόσκοπτη πρόσβαση των ασφαλισμένων σε υπηρεσίες υγείας».