Η απόφαση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας την Τετάρτη για τη διαθεσιμότητα έκτακτης ρευστότητας μέσω του ELA και το αν θα προβεί ή όχι σε «κούρεμα» της αξίας των ομολόγων που γίνονται δεκτά ως ενέχυρα θεωρείται ορόσημο για τις προθέσεις των θεσμών μετά το αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις χθες το Βράδυ.
Η ελληνική ομάδα μετά από μόλις 45 λεπτά διαβουλεύσεων αποχώρησε από τη διαπραγμάτευση και επιστρέφει στην Αθήνα. Ήταν στις Βρυξέλλες από το Σάββατο για να παρουσιάσει την ελληνική αντιπρόταση χωρίς όμως το αναμενόμενο αποτέλεσμα αφού οι «θεσμοί» ανακοίνωσαν ότι παραμένει κενό 0,5%-1% του ΑΕΠ, δηλαδή περίπου 2 δισ. ευρώ.
Πλέον το θέμα παραπέμφθηκε για το Eurogroup της Πέμπτης. Ωστόσο, η συνεδρίαση της ΕΚΤ μία ημέρα πριν θεωρείται ιδιαίτερα σημαντική.
Οι αντιδράσεις από τα κράτη ξεκίνησαν με τον αντικαγκελάριο της Γερμανίας Ζίγκμαρ Γκάμπριελ να κάνει ανοιχτά αναφορά για το ενδεχόμενο ενός Grexit. Ανέφερε ότι «η σκιά εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ γίνεται ολοένα και πιο αισθητή». «Θέλουμε να βοηθήσουμε την Ελλάδα και να την κρατήσουμε στο ευρώ. Ωστόσο, όχι μόνο ο χρόνος αλλά και η υπομονή σε ολόκληρη την Ευρώπη εξαντλείται», πρόσθεσε.
Η Κομισιόν ανέφερε ότι «ο Πρόεδρος Γιούνκερ έκανε μια τελευταία απόπειρα αυτό το Σαββατοκύριακο να βρεθεί μέσω των προσωπικών του εκπροσώπων και σε στενή συνεργασία με τους εμπειρογνώμονες της Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ, μια λύση με τον Πρωθυπουργό Τσίπρα που θα επιτρέψει τη θετική ολοκλήρωση της αξιολόγησης εγκαίρως για το Eurogroup της Πέμπτης 18 Ιουνίου».
Επισήμανε ωστόσο ότι «ενώ έχει σημειωθεί κάποια πρόοδος, οι συνομιλίες δεν έχουν καταφέρει το στόχο τους καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές διαφορές μεταξύ των σχεδίων των ελληνικών αρχών και των κοινών απαιτήσεων της Επιτροπής, της ΕΚΤ και του ΔΝΤ της τάξης του 0,5-1% του ΑΕΠ, που ισοδυναμεί με 2 δισ. ευρώ μόνιμων δημοσιονομικών μέτρων σε ετήσια βάση. Επιπλέον, οι ελληνικές προτάσεις παραμένουν ημιτελείς. Σε αυτή τη βάση, περαιτέρω συζήτηση θα πρέπει τώρα να λάβει χώρα στο πλαίσιο του Eurogroup. O Πρόεδρος Γιούνκερ παραμένει πεπεισμένος ότι με την ενίσχυση των μεταρρυθμιστικών προσπαθειών από την ελληνική πλευρά και την πολιτική βούληση από όλες τις πλευρές, η λύση μπορεί ακόμα να βρεθεί πριν από το τέλος του μήνα».
Από ελληνικής πλευράς επιχειρείται από σήμερα ανασυγκρότηση και αποδίδονται ευθύνες στους θεσμούς. Δεν ήταν οι συζητήσεις «σε εκείνο το επίπεδο και με εκείνες τις εξουσιοδοτήσεις που θα επέτρεπαν την επίλυση των θεμάτων που παραμένουν ανοιχτά», επισήμανε ο Αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης. Επισήμανε ότι η αντιπροσωπεία παραμένει σε ετοιμότητα.
Εξέφρασε την πεποίθηση ότι οι συμπληρωματικές προτάσεις «καλύπτουν πλήρως το δημοσιονομικό κενό και τα πρωτογενή πλεονάσματα» είναι προτάσεις είπε «που ανοίγουν το δρόμο για την τελική συμφωνία που θα καλύπτει τους τρεις πυλώνες –δημοσιονομικό, χρηματοδοτικό και αναπτυξιακό».
Ωστόσο, επισήμανε ότι «παραμένει η επιμονή τους η κάλυψη του κενού να γίνει αποκλειστικά με περικοπές συντάξεων κατά 1% του ΑΕΠ και από αύξηση του ΦΠΑ επίσης κατά 1% του ΑΕΠ».
Αλλά και κυβερνητικοί κύκλοι ανέφεραν ότι δεν θα δεχτούν «ποτέ καμία μείωση σε συντάξεις και μισθούς ή αυξήσεις, μέσω του ΦΠΑ, σε προϊόντα πρώτης ανάγκης, όπως για παράδειγμα το ηλεκτρικό ρεύμα. Κανένα υφεσιακό μέτρο που θα υπονομεύει την ανάπτυξη –το πείραμα αρκετά κράτησε», επισήμαναν.
Έκαναν σαφές οι ίδιες κυβερνητικές πηγές και ότι το ΔΝΤ επιμένει να ζητά περικοπές συντάξεων ύψους 1% του ΑΕΠ, δηλαδή 1,8 δισ. ευρώ το χρόνο! Και άλλο ένα 1% (ακόμα, δηλαδή, 1,8 δισ. ευρώ) από την αύξηση του ΦΠΑ! Μέτρα που αφορούν τα λαϊκά στρώματα και τους εργαζόμενους και αποδεδειγμένα οδηγούν σε νέο κύκλο ύφεσης.