Δημοσιεύουμε την ομιλία του προέδρου της ΕΕΔΕ Κωνσταντίνου Λαμπρινόπουλου, την οποία προσυπογράφουμε και ταυτόχρονα συμπληρώνουμε ότι πρέπει οι Έλληνες της Δράσης, πέρα από τις ουσιαστικές επισημάνσεις, να δημιουργήσουν και να κάνουν μία συγκεκριμένη Θεσμική Συνταγματική Πρόταση που θα θέσει τα θεμέλια επάνω στα οποία η όποια Κυβέρνηση του Μέλλοντος θα είναι υποχρεωμένη να Κυβερνάει τη χώρα: με Σύνεση, Αξιοκρατικά και Δίκαια και κυρίως Παραγωγικά, δηλαδή με Κέρδη, όπως Διοικούνται οι μεγάλες Πολυεθνικές.
Οι δε προοδευτικοί Έλληνες που είναι ασυνείδητα εγκλωβισμένοι στη “Δαιμονοποίηση” του Κέρδους καλά θα κάνουν να καταλάβουν ότι το Υγιές Κέρδος δεν είναι έγκλημα, αλλά η βάση της Αυτοδυναμίας ενός οργανισμού ή ενός Κράτους. Η Δανειζόμενη Διακυβέρνηση, αντίθετα, καλλιεργεί την Ανεπάρκεια, τις Σπατάλες και τη Διαφθορά!
Ομιλία του Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου της Ελληνικής Εταιρίας Διοικήσεως Επιχειρήσεων στο Συνέδριο CEO Summit:
Κυρίες και Κύριοι, Αγαπητοί Φίλοι,
Παρατηρώντας κάποιος, είτε Έλληνας, είτε ξένος, το θέμα του Συνεδρίου, εύκολα θα μπορούσε να πει (για διαφορετικούς λόγους ο καθένας): Μεγάλα λόγια, ευσεβείς πόθοι, ουτοπίες, πολλή φασαρία για το τίποτα, και άλλα πολλά. Είναι, όμως, έτσι τα πράγματα; Είναι αλήθεια ουτοπικό να θέλεις να ξανακτίσεις από την αρχή μια χώρα και μια οικονομία που πραγματικά έχει τη δυνατότητα να παίξει ένα σημαντικό ρόλο στο ευρωπαϊκό και διεθνές γίγνεσθαι; Είναι πραγματικά μεγάλα λόγια να θελήσεις να διορθώσεις λάθη στα οποία και εσύ συμμετείχες; Είναι ευσεβής πόθος να πιστεύεις ότι μπορείς να πετύχεις μια μεγάλη αλλαγή όταν ξέρεις ότι υπάρχουν τομείς στις παγκόσμιες αγορές που, παρά το μέγεθός σου, πρωτοστατείς; Δεν είναι δικαίωμα και υποχρέωση όλων μας, ως ενεργοί πολίτες αυτής της κοινωνίας, να θέλουμε να δημιουργήσουμε ένα καλύτερο σήμερα και ένα ελπιδοφόρο αύριο για μας και τα παιδιά μας; Ασφαλώς και όχι!
Είμαι πεπεισμένος πως όλοι όσοι βρισκόμαστε εδώ σήμερα και πολλοί ακόμα άλλοι, πιστεύουμε ακριβώς τα ίδια και όλοι πρέπει να είμαστε πρεσβευτές της ουσιώδους αυτής αλλαγής. Είναι σίγουρο πως σήμερα ο στόχος αυτός φαντάζει μακρινός και η διαδικασία επίτευξής του θα είναι μακρά και επίπονη. Είναι επίσης σίγουρο ότι ο στόχος αυτός απαιτεί δέσμευση, απαιτεί αποφασιστικότητα, απαιτεί θυσίες, απαιτεί συνεργασίες, απαιτεί σωστή καθοδήγηση, απαιτεί πρωτοβουλίες, απαιτεί ρήξεις, αλλά, παράλληλα, απαιτεί και συναινέσεις. Κυρίως, όμως, απαιτεί να είμαστε όλοι μαζί προσηλωμένοι σ’ αυτόν τον στόχο.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να κτίσουμε, και δεν λέω να αποκαταστήσουμε, είναι η έννοια της εμπιστοσύνης, γιατί η έννοια αυτή λείπει σε όλα τα επίπεδα, και είναι η έννοια που ουσιαστικά κρατάει την συνοχή οποιασδήποτε ομάδας, είτε κοινωνικής, είτε επαγγελματικής. Χωρίς την εμπιστοσύνη δεν χτίζεται καμία σχέση. Για να γίνει όμως αυτό, χρειάζεται να εντάξουμε στην καθημερινή μας πρακτική έννοιες όπως η αυτογνωσία, η αυτοκριτική, η αυτοεκτίμηση, ο αυτοσεβασμός, ώστε πραγματικά να απομακρύνουμε όλες τις ανασφάλειες του σεβασμού, της εκτίμησης και της ουσιαστικής κριτικής στην καθημερινότητά μας. Όσο πιο ασφαλείς νοιώθουμε και όσο με τη συμπεριφορά μας κάνουμε τους άλλους να νοιώσουν το ίδιο ασφαλείς, τόσο μεγαλύτερο επίπεδο εμπιστοσύνης διαμορφώνουμε μεταξύ μας.
Παράλληλα, πρέπει πλέον να αρχίσουμε να κατανοούμε όλοι μας ότι είναι αναγκαίο να προσπαθήσουμε να αναδείξουμε τα στοιχεία εκείνα που μας ενώνουν και όχι αυτά που μας χωρίζουν, γιατί από μια χώρα που βρίσκεται στην οικονομική κατάσταση που βρίσκεται η χώρα μας, δεν έχουν μείνει και πολλά να μας χωρίζουν.
Τα παραπάνω μπορούν να μας οδηγήσουν να συμφωνήσουμε σε ένα πλαίσιο αρχών και αξιών που θα διέπει την κοινωνία μας και που υπήρχε ξεκάθαρο πριν από πενήντα περίπου χρόνια. Αυτό το πλαίσιο θα πρέπει να είναι το ισχυρό θεμέλιο αυτής της κοινωνίας και πάνω σ’ αυτό θα πρέπει να κτίσουμε το σήμερα και το αύριο της χώρας μας.
Πρέπει, τέλος, να κατανοήσουμε και να επιλέξουμε την Στρατηγική του ΣΥΝ. Να μάθουμε να ΣΥΝεργαζόμαστε, να ΣΥΝπλέουμε, να ΣΥΝπάσχουμε, να ΣΥΝεννοούμαστε, να ΣΥΝυπάρχουμε, να ΣΥΝεταιριζόμαστε, να ΣΥΝενούμε, κ.λ.π. Να καταλάβουμε και να νοιώσουμε ότι ΜΑΖΙ μπορούμε να κάνουμε την μεγάλη αλλαγή. Προφανώς, δεν έχουμε όλοι τις ίδιες απόψεις, προφανώς υπάρχουν και θα υπάρχουν διαφωνίες, διαφορετικές προσεγγίσεις, κ.λ.π. Αλλά, ο κοινός στόχος είναι αυτός που θα μας οδηγήσει να φτάσουμε σε κοινά σημεία.
Αυτά είναι τα δύσκολα που απαιτεί η αλλαγή, γιατί μιλάμε για αλλαγή νοοτροπίας και αλλαγή συμπεριφοράς σε ένα λαό που έζησε τα τελευταία χρόνια σε μια χώρα που οι μισοί αμφισβητούσαν τους άλλους μισούς, που όλοι κριτικάρουν ανεμπόδιστα όλους, που κανείς ή για να είμαι πιο δίκαιος λίγοι σέβονται, που η ειλικρίνεια θεωρείτο μειονέκτημα, που η τυπικότητα έναντι των νόμων και των θεσμών θεωρείτο βλακεία και που η ατομικότητα είχε βασιλεύσει έναντι της ομαδικότητας. Χρειάζεται, λοιπόν, πολύ δουλειά και επιμονή για να αλλάξουν σταδιακά όλα αυτά, και μπορούν να αλλάξουν αν οι συμπεριφορές των ενεργών πολιτών γίνουν παραδείγματα για τους άλλους, και αν επιτέλους η Πολιτεία θελήσει και αυτή να επενδύσει σ’ αυτόν τον χώρο και μεταξύ μας δεν έχει και πολλές διαφορετικές επιλογές.
Ο δεύτερος μεγάλος άξονας που μπορεί να στηρίξει την προσπάθεια της αλλαγής είναι οι στρατηγικές που πρέπει να σχεδιάσουμε και να ακολουθήσουμε πιστά, αν θέλουμε να πετύχουμε.
Όλοι οι ενεργοί οικονομικά πολίτες θα πρέπει να κοιτάξουμε κατάματα την πραγματικότητα. Τα οικονομικά δεδομένα της χώρας είναι μπροστά μας και επ’ αυτού δεν επιτρέπεται μυωπία. Βρισκόμαστε σε πολύ δύσκολη θέση, πρέπει να διαφυλάξουμε τα νώτα μας και να δημιουργήσουμε την αμυντική μας στρατηγική που δεν αφήνει κερκόπορτες, πρέπει, όμως, παράλληλα, να ανασυνταχθούμε και να ορίσουμε τους στόχους μας και τις στρατηγικές που θα μας οδηγήσουν σε ένα άλλο επίπεδο, σε ένα επίπεδο προόδου που είμαι σίγουρος πως όλοι θέλουμε. Το ποσοστό του χρέους, όπως όλοι γνωρίζετε, δεν είναι τίποτα άλλο από ένα κλάσμα που έχει αριθμητή το χρέος και παρονομαστή το ΑΕΠ. Αυτό δεν βελτιώνεται μόνο με τη μείωση του αριθμητή, μειώνεται και με την αύξηση του παρονομαστή και σ’ αυτή την αύξηση πρέπει να στοχεύσουμε. Αλλιώς, θα λαμβάνονται αποφάσεις που σαν αποτέλεσμα θα έχουν να διαλύουν ότι έστω και σιγά θα προσπαθούμε να κτίζουμε, την εμπιστοσύνη δηλαδή και κατ’ επέκταση τη συνοχή της κοινωνίας.
Παράλληλα, ο ρόλος των παραγωγικών φορέων της χώρας θα πρέπει να αλλάξει. Δεν μπορεί να παραμένουμε θεατές και χωρίς ουσιαστικό ρόλο στις στρατηγικές ανάπτυξης της χώρας. Πρέπει να πάρουμε πιο ουσιαστικές πρωτοβουλίες, πιο πολλοί μαζί. Πρέπει να κατανοήσουμε ότι έχουμε υποχρέωση να διεκδικήσουμε ενωμένοι την ανάγκη να επανέλθει η ανάπτυξη στη χώρα, να διευκολυνθούν οι επενδύσεις, να μειωθεί η ανεργία, να εξαλειφθεί η μαύρη εργασία, να διαγραφεί η διαφθορά από την καθημερινότητα, να αποποινικοποιηθεί η επιχειρηματικότητα. Πρέπει, επίσης, να βοηθήσουμε στην προσπάθεια που γίνεται στον τομέα της αναδιοργάνωσης του δημόσιου τομέα, γιατί ο ρόλος του στην προσπάθεια ανάπτυξης είναι σημαντικός. Αντιμετωπίζουμε με αυστηρή κριτική τον δημόσιο τομέα και μπορεί σε ένα βαθμό η κριτική να δικαιολογείτε είτε από τις εμπειρίες που όλοι έχουμε, είτε από γεγονότα, και είναι προφανές ότι όλα αυτά είναι καταδικαστέα, αλλά, όπως ενδεχομένως θα ακούσετε και στις σημερινές εισηγήσεις, τι καλύτερο μπορούμε να περιμένουμε από ένα δημόσιο που τα τελευταία πέντε χρόνια έγιναν 175.000 περίπου νομοθετικές ρυθμίσεις; Ποιος μπορεί να τις παρακολουθήσει, ποιος μπορεί να τις γνωρίζει, πως ζητάμε απ’ αυτούς τους ανθρώπους να είναι πιο αποτελεσματικοί, όταν, παράλληλα, κανείς δεν τους αξιολογεί και οι προαγωγές γίνονται με τρόπους που όλοι γνωρίζουμε. Ποιος έδωσε σ’ αυτούς τους ανθρώπους πραγματικό σκοπό γι’ αυτό που κάνουν.
Τέλος, είναι προσωπικό μου «πιστεύω» ότι στους τομείς που συμμετέχουν σε μεγάλο ποσοστό στο ΑΕΠ και θα επηρεάσουν σημαντικά την ανάπτυξη της χώρας, οι στρατηγικές θα πρέπει να είναι εθνικές και να στηρίζονται από μεγάλο ποσοστό του πολιτικού κόσμου, αλλά, κυρίως, να στηρίζονται με τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση της στρατηγικής από τον επιχειρηματικό κόσμο της χώρας. Είναι προφανές ότι το ίδιο, και σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, θα πρέπει να ισχύει και για τον σχεδιασμό της παιδείας, που αποτελεί τη βάση της ανάπτυξης των εθνών.
Κυρίες και κύριοι, αγαπητοί φίλοι,
Εμείς, ως ΕΕΔΕ, πιστεύουμε βαθιά πως όλα αυτά είναι εφικτά, όπως είπα και στον πρόλογό μου, με πολύ προσπάθεια. Είμαι πεπεισμένος ότι το ίδιο «πιστεύω» έχει και η μεγαλύτερη μερίδα του υγιώς σκεπτόμενου παραγωγικού ιστού της χώρας. Παρότι ξεκινάμε από το σημείο μηδέν, είμαι σίγουρος ότι σε λίγα χρόνια, σε κάποια παρόμοια αίθουσα, θα συζητάμε για το θαύμα της αναγέννησης της χώρας μας.
Σας ευχαριστώ πολύ.