Απομεσήμερο Πέμπτης. Στην επιστροφή προς την κατοικία του, στα βόρεια προάστια της Αθήνας, προσπαθεί να χαλαρώσει. Ήταν μια δύσκολη μέρα, με πολλές συναντήσεις και οικονομικά προβλήματα.
“Δεν υπάρχει δραχμή στην αγορά”, σκέφθηκε γνωρίζοντας πολύ καλά ότι εννοεί ευρώ. Η έκφραση έμεινε και έχει αποκτήσει την σημασία της, ανεξάρτητα από το νόμισμα. Ή μήπως θα ήθελε και πάλι την δραχμή και του ξέφυγε; Έδιωξε κάθε οικονομική σκέψη από το μυαλό του και συνέχισε να οδηγεί βαριεστημένα. Έφθασε στη γειτονιά του, έστριψε στον δρόμο του σπιτιού του και άρχισε να ανεβαίνει την ευθεία, όταν στο βάθος, 200 μέτρα πιο μακριά, άρχισε να διακρίνει κάποια αναταραχή και κάποια κόκκινα-μπλε λαμπάκια να αναβοσβήνουν.
“Κάτι θα έγινε”, σκέφθηκε, “ελπίζω να μην χτύπησε κάποιος.” Δεν ανησύχησε περισσότερο, δεν ένιωσε αυτό το ξαφνικό τρέμουλο στη καρδιά από το πρώτο δευτερόλεπτο, όταν φοβάσαι ότι κάτι κακό έπαθε ένας δικός σου άνθρωπος. Τα παιδιά του έλειπαν, η γυναίκα του δούλευε εκείνη την ώρα, άρα καμία ανησυχία.
Όσο πλησίαζε όμως, μια νέα ανησυχία τον έπιασε; “Συνέβη κάτι στο σπίτι. Τι είναι όλοι αυτοί;”
Όταν έφθασε πραγματικά τρόμαξε. Ένας κορμός δένδρου, ένα ξερό πεύκο πεσμένο στη μέση σχεδόν του δρόμου, δύο κομμάτια του πεταμένα στο πεζοδρόμιο, ένα μικρό κομμάτι της μάντρας σπασμένο, καλώδια της ΔΕΗ κομμένα στο δρόμο και κόσμος, γείτονες που είχαν έβλεπαν και συζητούσαν. Τα λαμπάκια που αναβόσβηναν ήταν από ένα περιπολικό και ένα μηχάνημα έργου της ΔΕΗ.
Πάρκαρε πρόχειρα και πετάχτηκε έξω.
“Τι συνέβη; Χτύπησε κανείς; Μα πώς έγινε;”
Τον πλησίασε ένας αστυνομικός.
“Είστε ο ιδιοκτήτης του σπιτιού;”
“Μάλιστα. Τι συνέβη;”
“Είστε πολύ τυχερός. Θα μπορούσε να είχε σκοτώσει κάποιον περαστικό ή κάποιο αυτοκίνητο. Πολύ τυχερός. Μόνο τα καλώδια της ΔΕΗ έκοψε και λίγες ζημιές σε εκείνο το παρκαρισμένο αυτοκίνητο, τίποτα άλλο. Και η αναστάτωση βέβαια…”
“Κατάλαβα έπεσε το δένδρο, από τον αέρα που ξαφνικά σήκωσε, ήταν ξερό αλλά για να το κόψω έπρεπε να απευθυνθώ στο Δήμο, να κάνω αίτηση, να μου δώσουν άδεια και όλα αυτά. Πού χρόνος! Και τώρα τι κάνω;”
“Εσείς τίποτα. Εμείς θα γράψουμε το Δελτίο Συμβάντων, θα σημειώσουμε ότι δεν υπήρξε τραυματισμός ή φθορά ξένης περιουσίας και μάλλον θα την γλυτώσετε.”
“Δηλαδή, αν….”
“Δηλαδή, αν υπήρχε τραυματισμός ή θάνατος, ήταν υποχρεωμένη η υπηρεσία να διαβιβάσει τον φάκελο στον κ. Εισαγγελέα και η μήνυση ήταν σίγουρη. Πέρα βέβαια από την αγωγή που θα έκανε ο τραυματισμένος ή οι οικείοι του για αποζημίωση. Καταλαβαίνετε.”
“Καταλαβαίνω, καταλαβαίνω… Και τα καλώδια της ΔΕΗ, η ζημιά;”
“Αυτά είναι θέματα της ΔΕΗ. Ρωτήστε τους. Εγώ το θεωρώ βέβαιο ότι θα ζητήσουν τουλάχιστον τα έξοδα αποκατάστασης της βλάβης κ.λπ. Καταλαβαίνετε.”
“Και πάλι καταλαβαίνω.”
Ακούμπησε στη μάντρα για να συνέλθει, μίλησε και με δυο γείτονες. Αναστατωμένοι, αλλά όλα καλά. Και τότε του ήρθε και το δεύτερο «χτύπημα».
“Ο σκύλος που είναι δεμένος εκεί, δικός σας είναι;” τον ρώτησε ένας τεχνικός της ΔΕΗ, με την πορτοκαλιά φόρμα.
“Ναι, δικός μου. Πως βρέθηκε δεμένος, τι έγινε;”, αναφώνησε και ταυτόχρονα θύμωσε με τον εαυτό του που τόση ώρα δεν αναζήτησε το σκύλο του, ντροπή του.
“Τι έγινε; Όρμησε στον συνάδελφο, τον ψιλοδάγκωσε και έχει πάει μέχρι την πλατεία, στο φαρμακείο. Είναι τουλάχιστον εμβολιασμένος;”
Έπαθε σοκ. Ο σκύλος του να ορμήξει; Αλλά και πάλι, γιατί όχι; Για φύλακα δεν τον έχει; Κοτζάμ λυκόσκυλο, είδε να μπαίνει ξένος στην αυλή, του όρμηξε. Τι πιο φυσιολογικό;
“Φυσικά και είναι εμβολιασμένος. Τον δάγκωσε πολύ;”
“Όχι, δεν νομίζω. Αλλά να, μπήκε να μαζέψει την άκρη του κομμένου καλωδίου και ξαφνικά του όρμηξε ο σκύλος. Είχε φοβηθεί από τον θόρυβο του πεσίματος του δένδρου και είχε κρυφτεί στο σπιτάκι του, αλλά μόλις είδε άνθρωπο να μπαίνει στο οικόπεδο εμφανίστηκε τρέχοντας. Φοβήθηκε ο συνάδελφος, πήγε να τον αποφύγει, ο σκύλος πήδηξε επάνω του, όλα έγιναν σε μια στιγμή.”
“Δεν το πιστεύω. Ο σκύλος μου;”
“Να το πιστέψετε. Τον πιάσαμε δυο-τρεις και τον δέσαμε με ένα πρόχειρο καλώδιο. Α, νάτος ο συνάδελφος, έρχεται. Όλα καλά Βασίλη; ”
Η συνέχεια δεν χρειάζεται. Δόθηκαν οι εξηγήσεις, αποκαταστάθηκε η βλάβη στα καλώδια, δόθηκαν και τα στοιχεία, καθάρισε και ο δρόμος. Σε λίγο, έφυγαν και οι γείτονες και έμεινε μόνος, με τον σκύλο του βέβαια. Είχε ήδη σκοτεινιάσει, πήγε μέσα, ήπιε ένα ποτήρι νερό και κάθησε να συνέλθει. Πήρε τη γυναίκα του να της αφηγηθεί τα γεγονότα και το πρακτικό γυναικείο μυαλό τον επανέφερε στην πραγματικότητα:
“Τον Σωτήρη τον πήρες, του τα είπες;”
“Τον Σωτήρη, ποιόν Σωτήρη;”
“Τον Σωτήρη, τον Ασφαλιστή μας. Ώρα που βρήκες να τον ξεχάσεις!”
“Και τι θα μου κάνει ο ασφαλιστή μας; Ούτε τράκαρα, ούτε φωτιά πιάσαμε, ούτε μας έκλεψαν!”
“Πόσο νυχτωμένος είσαι…. Μια ώρα δεν μας εξηγούσε όταν ασφαλίζαμε το σπίτι, ότι στο πακέτο περιλαμβάνεται και η αστική μας ευθύνη προς τρίτους, ως ιδιοκτητών της μονοκατοικίας και του οικοπέδου; Δεν μας είχε μιλήσει και για την αστική ευθύνη του οικογενειάρχη, που τελικά την κάναμε; Ακόμα και για τον σκύλο μας είχε πει. Ξεχασιάρη. Πάρτον αμέσως τηλέφωνο. Δεν ξέρω αν θα μας κάνουν μήνυση, αλλά για τις αποζημιώσεις είμαστε ασφαλισμένοι. Πάρτον αμέσως και… έρχομαι!”