Το 2015 ήταν δεδομένο ότι θα αποτελέσει ένα καθοριστικό έτος για τον τραπεζοασφαλιστικό κλάδο. Τα σχέδια αναδιάρθρωσης των τραπεζών που περνούν μέσα από πωλήσεις θυγατρικών (και ασφαλιστικών), αλλά και οι νέοι πανευρωπαϊκοί κανόνες στους οποίους πρέπει να προσαρμοστούν οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις αναμένεται φέρουν μεγάλες ανατροπές στον κλάδο, έστω και αν τελικά οδηγήσουν σε θετικό αποτέλεσμα: στην προσαρμογή του, όπως αναφέρουν τραπεζικές πηγές, για την νέα εποχή που διαμορφώνει η αναγκαιότητα ιδιωτική συμμετοχή στην ασφάλιση.
Μόνο που πλέον η πορεία των τραπεζών και εν γένει της οικονομίας συνδιαμορφώνεται από τις πολιτικές εξελίξεις που φέρνει η πρόωρη διεξαγωγή εθνικών εκλογών στις 25 Ιανουαρίου. Έχει αναζωπυρώσει τις συζητήσεις για πιθανή έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ, για παράταση του μνημονίου αλλά και για τους πιθανούς μηχανισμούς κάλυψης της Ευρώπης.
Τραπεζίτες θεωρούν ότι η μικρή προεκλογική περίοδος είναι ένα από τα θετικά της κατάστασης, επισημαίνοντας ότι το καλό σενάριο για τον κλάδο – αλλά και γενικότερα για την οικονομία – είναι να υπάρξει εν συνεχεία κυβέρνηση και να μην οδηγηθεί η χώρα σε πολύμηνη «ομηρία» από τις πολιτικές εξελίξεις. Το βασικό ζητούμενο είναι να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις με την τρόικα που έμειναν στην «μέση» εμποδίζοντας και την έλευση των δόσεων των 7 δις ευρώ για την λειτουργία του κράτους.
Η κατάσταση ήδη επηρεάζει τις τράπεζες, καθώς κλήθηκαν να συνδράμουν αγοράζοντας έντοκα των τελευταίων εκδόσεων. Και το εγχείρημα των εντόκων δεν αποκλείεται – αναφέρουν αρμόδια στελέχη – να επεκταθεί στο σενάριο παράτασης των αποφάσεων καθώς τον Μάρτιο η κυβέρνηση έχει αυξημένες ανάγκες πληρωμών που πρέπει να καλύψει (4,5 δις ευρώ).
Παράλληλα, η τραπεζική αγορά παρακολουθεί στενά το ζήτημα της ρευστότητας των τραπεζών που εκτιμούν ότι θα συνδεθεί άμεσα με την τροπή που θα λάβει η προεκλογική περίοδος. Προς το παρόν, εξηγούν, δεν τίθεται θέμα εξόδου κεφαλαίων όπως συνέβη το 2012, ενώ η Κεντρική Τράπεζα είναι σε συνεχή επαφή με το Υπουργείο Οικονομικών.
Ως μαξιλάρι ακριβότερης ρευστότητας σε περίπτωση ανάγκης υπάρχει ο Μηχανισμός έκτακτης παροχής ρευστότητας (ELA). Υπάρχει δυνατότητα άντλησης, για περιορισμένο διάστημα, ρευστότητας 40 δις ευρώ, κάτι όμως που όπως επισημαίνεται ρητά, προς το παρόν δεν τίθεται.
Τις επόμενες ημέρες αναμένεται πως θα εξελιχθούν οι θέσεις της Ευρώπης με τα τελευταία δείγματα δηλώσεων αξιωματούχων να αφήνουν όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά. Ο Επίτροπος Οικονομικών υποθέσεων Πιέρ Μοσκοβισί επισήμανε με νόημα ότι «επιθυμούμε η Ελλάδα να παραμείνει στην Ευρωζώνη», ενώ ο υπουργός Οικονομικών της Ισπανίας Λουίς ντε Γκίντος δήλωσε ότι «η Ελλάδα θα πρέπει να τηρήσει τις δεσμεύσεις της όχι μόνο επειδή το επιβάλει η τρόικα, αλλά επειδή είναι καλό για το μέλλον της ελληνικής οικονομίας» λέγοντας μάλιστα ότι «έλαβε 210 δισεκατομμύρια ευρώ από την Ευρωζώνη, από τα οποία τα 26 δισ. από την Ισπανία»..