Η κυβέρνηση με δύο πρόσφατους νόμους (3919/11, 4002/11), προχώρησε την απελευθέρωση όλων κλειστών επαγγελμάτων (149) συμπεριλαμβανομένου και του ιατρικού επαγγέλματος, ιδιαίτερα όσον αφορά στις μονάδες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (Διαγνωστικά Κέντρα). Σύμφωνα με το νόμο (3919/11) αίρονται από τις 4 Ιουλίου 2011 όλοι οι περιορισμοί που αφορούν την σύνθεση μετοχικού κεφαλαίου, την απαγόρευση υποκαταστημάτων και τις άδειες σκοπιμότητας. Δυστυχώς η πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Υγείας επέλεξε όπως η απελευθέρωση παραμείνει στα χαρτιά. Με σχέδιο νόμου που προωθεί στη Βουλή το Υπουργείο Υγείας στο άρθρο 31 παρ.1 δίνεται η δυνατότητα στον Υπουργό Υγείας να καθορίζει με απλή Υπουργική απόφαση πληθυσμιακά ή άλλα κριτήρια για την χορήγηση των αδειών λειτουργίας των φορέων πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας (ιατρικά εργαστήρια, διαγνωστικά κέντρα). Δυστυχώς, αυτή είναι η ελληνική εκδοχή της απελευθέρωσης των κλειστών επαγγελμάτων. Τα επαγγέλματα απελευθερώνονται με νόμο αλλά στην ουσία παραμένουν κλειστά με απλές υπουργικές αποφάσεις.
Πριν καλά καλά λοιπόν στεγνώσει το μελάνι από τη δημοσίευση του νόμου 4002 του Ε. Βενιζέλου, ο οποίος καταργεί προηγούμενο περιορισμό που είχε επιβάλει το Υπουργείο Υγείας στα επαγγέλματα του τομέα της υγείας, το Υπουργείο Υγείας «ξαναχτύπησε». Στο νομοσχέδιο «σκούπα», που παρουσιάστηκε την Τετάρτη, προβλέπονται νέα «πληθυσμιακά ή άλλα κριτήρια» για τα ιδιωτικά, διαγνωστικά εργαστήρια! Η εν λόγω ρύθμιση περιλαμβάνεται στο άρθρο 31 του σχεδίου νόμου, αλλά αντίκειται στο νόμο 3919/2011 περί «άρσης των περιορισμών στην άσκηση των επαγγελμάτων», ο οποίος απαγορεύει ρητά τις άδειες σκοπιμότητας (παρ. 1 άρθρο 3). Με άλλα λόγια, ένα Υπουργείο ναρκοθετεί την εφαρμογή νόμου, που άλλο Υπουργείο ψήφισε μόλις στις αρχές Ιουλίου κατά εφαρμογή του Μνημονίου, που έχει υπογράψει η ελληνική κυβέρνηση με την τρόικα!
Επιπρόσθετα, το γεγονός ότι δεν καταργείται ο νόμος 3846/2010 (κα. Ξενογιανακοπούλου) σημαίνει ότι το Υπουργείο δεν επιθυμεί την εφαρμογή του νόμου Βενιζέλου (3919/11) δεδομένου ότι ο 3846/2010 ορίζει ρητά ότι όποιες επιχειρήσεις δεν προσαρμοσθούν στον περιορισμό κεφαλαίων και υποκαταστημάτων θα πρέπει να κλείσουν στις 11/11/2011;? Σαν να μην έφθανε αυτό, με το ίδιο νομοσχέδιο, μεταβιβάζεται η αρμοδιότητα για την έκδοση αδειών σε ιδιωτικούς φορείς πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας στους κατά τόπους ιατρικούς συλλόγους, ενώ μέχρι σήμερα υπεύθυνη γι’ αυτό ήταν η αυτοδιοίκηση. Στην περίπτωση των ιδιωτικών, διαγνωστικών εργαστηρίων η ρύθμιση αυτή είναι «εκτός τόπου και χρόνου» και πιθανή εφαρμογή της θα ανοίξει το «κουτί της Πανδώρας» όσον αφορά την αδιαφάνεια. Ακόμη και ο ίδιος ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος έχει ξεκαθαρίσει πως οι ιατρικοί σύλλογοι ως Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου (ΝΠΔΔ) δεν είναι σε θέση να ασκούν τέτοιου είδους αρμοδιότητα σε εμπορικές επιχειρήσεις.
Θυμίζουμε ότι, έπειτα από αγώνες 10 ετών, μόλις πρόσφατα καταργήθηκε ο περιορισμός, που είχε θεσπιστεί με το Π.Δ. 84 του 2001 και ο οποίος προέβλεπε ότι στα ιδιωτικά, διαγνωστικά κέντρα το 51% του μετοχικού τους κεφαλαίου πρέπει να ανήκει υποχρεωτικά σε ειδικευμένους γιατρούς. Είναι προφανές ότι αν οι ιατρικοί σύλλογοι έχουν την αρμοδιότητα να χορηγούν τις άδειες, τότε αίρεται και πάλι η απελευθέρωση. Πολλοί πιστεύουν πως το Υπουργείο Υγείας με τη ρύθμιση αυτή επιδιώκει να «εξευμενίσει» τους ιατρικούς φορείς, προκειμένου αυτοί να συναινέσουν στα σχέδια της κυβέρνησης για την λειτουργία του Ενιαίου Οργανισμού Παροχής Υπηρεσιών Υγείας. Είναι κρίμα ένας ολόκληρος κλάδος να πέφτει θύμα των καιροσκοπικών, πολιτικών επιδιώξεων ενός υπουργού. Αυτή ακριβώς η νοοτροπία οδήγησε τη χώρα μας εδώ που φτάσαμε.
Είναι τυχαίο άραγε ότι τουλάχιστον 4 πολυεθνικές εταιρίες του κλάδου υγείας με παρουσία σε 15 χώρες της Ε.Ε. δεν έχουν επενδυτική πρόσβαση στην Ελλάδα; Το κεφάλαιο που θα μπορούσε να επενδυθεί σε μια ορθολογικά ρυθμισμένη αγορά του κλάδου υγείας είναι μεγαλύτερο από 500 εκατ. ευρώ, και να οδηγήσει σε εκσυγχρονισμό παροχών (εργαλεία σύγχρονης διαχείρισης, εξοπλισμός, πιστοποίηση & ποιότητα υπηρεσιών). Ταυτόχρονα, θα είχαμε σημαντική μείωση δαπανών των ασφαλιστικών ταμείων εξαιτίας συγκέντρωσης και οικονομιών κλίμακας.