Κατατέθηκε προς ψήφιση στη Βουλή σχέδιο νόμου του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης στο άρθρο 49 (παράγραφοι 14-22) του οποίου περιλαμβάνονται εξαιρετικά σημαντικές διατάξεις της Γ.Γ.Κ. για τη διαφάνεια στη λειτουργία της ασφαλιστικής αγοράς. Το κείμενο της πρότασης της Γ.Γ.Κ. προωθείται προς ψήφιση με το χαρακτήρα του κατεπείγοντος, ο οποίος και δικαιολογεί την έλλειψη της διαδικασίας διαβούλευσης. Τα θέματα τα οποία ρυθμίζονται από τη Γ.Γ.Κ. δεν έχουν κατά την άποψή μας επείγοντα χαρακτήρα. Αντίθετα, επιβάλλεται η θέση τους στη διαδικασία της δημόσιας διαβούλευσης προκειμένου όλοι οι ενδιαφερόμενοι φορείς να έχουν τη δυνατότητα υποβολής παρατηρήσεων και σχολίων.
Η υπό συζήτηση πρόταση της Γ.Γ.Κ. (άρθρο 49 του σχ. νόμου) αποτελεί μέρος κειμένου που εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 2010. Το κείμενο εκείνο της Γ.Γ.Κ. υπήρξε αντικείμενο εντονότατου σχολιασμού από πλευράς ασφαλιστικής αγοράς με αποτέλεσμα κάποιες προβληματικές διατάξεις να έχουν αποσυρθεί. Τονίζουμε ότι οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις επιθυμούν την διαφάνεια στην άσκηση της ιδιωτικής ασφάλισης και με αυτό το πνεύμα επιδιώκεται με τις επισημάνσεις στις διατάξεις να βελτιωθεί το κείμενο με στόχο τη μέγιστη δυνατή προστασία του ασφαλιζόμενου καταναλωτή.
Αντιτίθενται όμως σε ρυθμίσεις που έχουν ως αποτέλεσμα την ανατροπή της ασφαλιστικής τεχνικής δεδομένου ότι το προσφερόμενο από τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις «προϊόν», δηλαδή η ασφάλιση διέπεται από αυστηρούς τεχνικούς κανόνες αναλογιστικής φύσεως, μη αποδεχόμενους παρεμβάσεις με σκοπό την εξυπηρέτηση άλλων επιδιώξεων. Με αυτό το πνεύμα επισημαίνουμε σήμερα τις ρυθμίσεις εκείνες που εξακολουθούν να βρίσκονται στις προτάσεις της Γ.Γ.Κ. και οι οποίες δημιουργούν τα εντονότερα προβλήματα.
Αναλυτικά:
Η πρώτη ρύθμιση αφορά στον προσδιορισμό της αξίας εξαγοράς στις ασφαλίσεις ζωής καθώς και στο χρόνο άσκησης αυτής (παρ. 18 του άρθρου 49 του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου). Η προτεινόμενη από τη Γ.Γ.Κ. ρύθμιση αφορά θέμα εξόχως τεχνικό, οριζόμενο από κανονιστική πράξη της εκάστοτε εποπτικής αρχής των ασφαλιστικών εταιριών (σήμερα αρμόδια εποπτική αρχή είναι η ΤτΕ) με μαθηματικό τρόπο. Η Γ.Γ.Κ. παραβλέποντας την έλλειψη αρμοδιότητάς της παρεμβαίνει επιβάλλοντας δικό της τρόπο υπολογισμού της αξίας εξαγοράς κάνοντας χρήση όρων αδόκιμων για την ασφαλιστική τεχνική. Η συντόμευση εξάλλου του χρόνου άσκησης του δικαιώματος εξαγοράς θα αποτελεί κίνητρο για περαιτέρω ρευστοποιήσεις. Η πρότασή μας συνίσταται στην απόσυρση της συγκεκριμένης ρύθμισης για περαιτέρω διαβούλευση με την ασφαλιστική αγορά και τους αναλογιστές της ΤτΕ.
Η δεύτερη ρύθμιση που προκαλεί εξίσου μεγάλη αναστάτωση στην άσκηση της ασφαλιστικής δραστηριότητας αφορά στην ασφάλιση ατόμων με αναπηρία (παράγραφος 15 του άρθρου 49 του υπό συζήτηση σχεδίου νόμου). Οι αντιρρήσεις ουσίας τις οποίες διατυπώνουμε ως ασφαλιστικές επιχειρήσεις συνίστανται στην αδυναμία επίκλησης του επιχειρήματος περί ίσης μεταχείρισης σε περιπτώσεις οι οποίες εκ των πραγμάτων δεν είναι όμοιες ούτε συγκρίσιμες. Η διαφοροποιημένη μεταχείριση ανόμοιων καταστάσεων όπως είναι οι άνθρωποι χωρίς και με αναπηρία δεν μπορεί να θεωρηθεί εκ προοιμίου ως δυσμενής διακριτική μεταχείριση εις βάρος των ατόμων με αναπηρία. Η ιδιωτική ασφάλιση, σε αντίθεση με την κοινωνική ασφάλιση βασίζεται στο μοντέλο εκτίμησης του κινδύνου με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του και καθορίζει τους όρους κάλυψής του αναλόγως (underwriting). Το θέμα εξάλλου της ασφάλισης ατόμων με αναπηρία, υπό το πρίσμα της εφαρμογής της ίσης μεταχείρισης των πολιτών ανεξαρτήτως θεμάτων υγείας και σωματικής ακεραιότητας εξετάζεται αυτήν την περίοδο σε ευρωπαϊκό επίπεδο στο πλαίσιο της σχεδιαζόμενης οδηγίας για την αποφυγή των διακρίσεων μεταξύ ευρωπαίων πολιτών για λόγους ηλικίας, θρησκείας, σεξουαλικού προσανατολισμού, αναπηρίας κ.ά. Η σπουδή ρύθμισης σε εθνικό επίπεδο θέματος που βρίσκεται υπό διαπραγμάτευση σε ευρωπαϊκό επίπεδο και μάλιστα κατά τρόπο διαφοροποιημένο από τον αναμενόμενο από την ευρωπαϊκή οδηγία δεν δικαιολογείται. Γι’ αυτόν το λόγο ζητάμε την απόσυρσή της.
Η τρίτη ρύθμιση αφορά στις συμβατικές σχέσεις ασφαλιστικής επιχείρησης και διαμεσολαβούντων στην ασφάλιση προσώπων (παράγραφος 20 του άρθρου 49 του σχεδίου νόμου). Πέραν των ειδικότερων παρατηρήσεων, αδυνατούμε να εντοπίσουμε το όφελος των καταναλωτών από μια ρύθμιση συμβατικών σχέσεων δυο επαγγελματικών τάξεων (ασφαλιστικής εταιρείας και διαμεσολαβούντος προσώπου).
Το τέταρτο θέμα που θέλουμε να θίξουμε αφορά περισσότερες ρυθμίσεις των προτάσεων της Γ.Γ.Κ. με κοινό χαρακτηριστικό την παρέμβαση της Γ.Γ.Κ. στο πεδίο αρμοδιοτήτων της ΤτΕ, της κατά νόμον εποπτικής αρχής της ιδιωτικής ασφάλισης. Με τις προτάσεις της (άρθρο 27ζ παρ. 1 προστιθέμενο με την παρ. 17 του άρθρου 49 σχ. νόμου) η Γ.Γ.Κ. εφαρμόζει στις ασφαλιστικές εταιρείες το ν.3606/2007 που ρυθμίζει τις οργανωτικές απαιτήσεις των ΑΕΠΕΥ (των εταιριών επενδύσεων), ενώ τα θέματα της εσωτερικής διακυβέρνησης των ασφαλιστικών εταιρειών ρυθμίζονται από ειδική υπό έκδοση Πράξη του Διοικητή της ΤτΕ. Επιπλέον, με άλλη πρόταση (άρθρο 27ζ παρ. 3 προστιθέμενο με την παρ. 17 του άρθρου 49 σχ. νόμου) η Γ.Γ.Κ. ρυθμίζει την πιστοποίηση των διαμεσολαβητών στην περίπτωση προώθησης ασφαλίσεων συνδεδεμένων με επενδύσεις, ενώ το θέμα έχει επιλύσει ήδη η ΤτΕ με Πράξη του Διοικητή ΤτΕ (αριθμ. 2647/7.11.2011).
Παρέμβαση σε θέματα αρμοδιότητας της ΤτΕ αποτελεί και η ρύθμιση για την αξία εξαγοράς, την οποία σχολιάσαμε ήδη. Για την αντιμετώπιση του θέματος της παρέμβασης της Γ.Γ.Κ. στο πεδίο αρμοδιοτήτων της ΤτΕ η μόνη λύση είναι η απόσυρση των προαναφερθεισών ρυθμίσεων ως αντικρουόμενων με τις αντίστοιχες ρυθμίσεις της ΤτΕ.
Ως πέμπτο θέμα που θέλουμε να επισημάνουμε είναι η απόσυρση της ρύθμισης που αφορούσε την εξασφάλιση διαφάνειας στη χρέωση των υπηρεσιών ιδιωτικής υγείας, που με τη σειρά τους διαμορφώνουν τα ασφάλιστρα. Με τις σχετικές ρυθμίσεις της Γ.Γ.Κ. επιχειρείτο για πρώτη φορά να τεθεί υπό έλεγχο ο τομέας παροχής υπηρεσιών υγείας, τουλάχιστον στον τομέα των τιμών. Με απογοήτευση διαπιστώνουμε ότι οι εν λόγω ρυθμίσεις δεν υπάρχουν στο προωθούμενο σχέδιο νόμου προς ψήφιση, χωρίς να εξασφαλίζεται με άλλο τρόπο η προαναφερθείσα προσπάθεια ελέγχου των υπηρεσιών ιδιωτικής υγείας. Για το λόγο αυτό ζητάμε την ενσωμάτωση της παλαιότερης πρότασης της Γ.Γ.Κ. στο θέμα αυτό στο κείμενο που προωθείται προς ψήφιση.
Ως τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό έκτο θέμα επισημαίνουμε την αδικαιολόγητη εμμονή της Γ.Γ.Κ. για την εκ μέρους των ασφαλιστικών επιχειρήσεων παρουσίαση προς τον πελάτη αριθμητικών παραδειγμάτων αναπροσαρμογής του ασφαλίστρου υγείας, θεωρώντας αυτονόητη τη δυνατότητα των εταιρειών να προκαθορίσουν τη μελλοντική επίδραση των κριτηρίων αναπροσαρμογής (άρθρο 27 α παρ.2 περ.γ προστιθέμενο με την παρ. 17 του άρθρου 49 σχ. νόμου).
Η διαμόρφωση του ασφαλίστρου ασθενείας εξαρτάται από πληθώρα παραγόντων και στοιχείων, τα οποία περιγράφονται μεν στην πλειοψηφία τους στα ασφαλιστήρια συμβόλαια, ωστόσο δεν μπορούν να προκαθορισθούν ούτε χρονικά (ως προς τη συχνότητα αναπροσαρμογής) ούτε και ποσοτικά. Η επίδραση του κάθε κριτηρίου αναπροσαρμογής προκύπτει απολογιστικά, λόγω ακριβώς του δυναμικά μεταλλασσόμενου περιβάλλοντος, στο οποίο λειτουργούν οι ασφαλίσεις ασθενείας, υποκείμενες σε πλήθος μεταβλητών και απρόβλεπτων ως της το μέγεθος και το είδος της παραμέτρων, της ιατρικές τεχνολογικές εξελίξεις, επιδημιολογικές τάσεις, εμφάνιση νέων ιών, ακραία γεγονότα (π.χ. έκρηξη πυρηνικού εργοστασίου). Η απουσία μεθοδολογίας ή επιστημονικής γνώσης που να επιτρέπει τη χρονική αλλά και ποσοτική οριοθέτηση των παραμέτρων αυτών, ιδίως σε συμβόλαια διάρκειας 20 ή 30 ετών ή πόσο μάλλον σε ισόβια συμβόλαια επιβεβαιώνεται διεθνώς. Για το λόγο αυτό ζητάμε την αναδιατύπωση της ρύθμισης της, απαλείφοντας κάθε αναφορά σε παράθεση παραδειγμάτων και σε «διακεκριμένη» παρουσίαση της συχνότητας και των κριτηρίων αναπροσαρμογής των ασφαλίστρων υγείας.