Αυξάνεται ο αριθμός των καταναλωτών που έχει τα περιθώρια να βάζει στην άκρη χρήματα, γεγονός το οποίο αφήνει ένα μεγαλύτερο παράθυρο στις ασφαλιστικές εταιρείες για ανάπτυξη, στους τομείς των συντάξεων και της υγείας.
Του Πλάτωνα Τσούλου
Από την τελευταία έρευνα της Nielsen για το πώς σκέπτεται ο καταναλωτής να δαπανήσει το διαθέσιμο εισόδημά του, προκύπτει ότι το 28% των ερωτηθέντων απάντησε ότι καταφέρνει και εξοικονομεί κάποια χρήματα, όταν σε προηγούμενες έρευνες την περίοδο που η οικονομία βίωνε μεγαλύτερες πιέσεις λόγω των μνημονίων το ποσοστό αυτό ήταν σαφώς μικρότερο, αφού είχε φθάσει και το 20%.
Αυξάνεται ο αριθμός των καταναλωτών που έχει τα περιθώρια να βάζει στην άκρη χρήματα. Αν, μάλιστα, η βελτίωση της εν λόγω μέτρησης συνδυαστεί και με το γεγονός ότι στο τρίτο τρίμηνο του 2017 ο Δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης της Nielsen κατέγραψε άνοδο στο 60 μετά από μακρά περίοδο στασιμότητας, ενισχύονται περαιτέρω οι προοπτικές τα νοικοκυριά να δαπανήσουν μεγαλύτερο μέρος του εισοδήματός τους και άρα να διαθέσουν χρήματα και για την κάλυψη της υγείας ή τις συντάξεις τους μέσω προγραμμάτων των ασφαλιστικών εταιρειών. Είναι χαρακτηριστικό ότι από το πρώτο τρίμηνο του 2014 ο Δείκτης Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης είχε κυριολεκτικά κολλήσει στο 53 με 55, με εξαίρεση μόνο το πρώτο τρίμηνο του 2015, οπότε με την εκλογή του ΣΥΡΙΖΑ στην κυβέρνηση ο δείκτης είχε εκτιναχθεί στο 65, για να επιστρέψει όμως αμέσως μετά και πάλι στο 53.
Σημειώνεται, πάντως, ότι παρά την άνοδο του σχετικού Δείκτη, η Καταναλωτική Εμπιστοσύνη παραμένει στην Ελλάδα σε χαμηλά επίπεδα σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη όπου ο ΔΚΕ διαμορφώνεται στο 87, αλλά και τον παγκόσμιο δείκτη που φθάνει στο 105.