Τα τελευταία χρόνια οι οικονομικές κρίσεις και η πανδημία έχουν αναδείξει σε μεγάλο βαθμό την αναγκαιότητα να υπάρξει στην Ελλάδα μετάβαση σε ένα μοντέλο το οποίο θα μπορεί να παρέχει πρόσβαση στους ασθενείς σε ποιοτικές υπηρεσίες υγείας. Βασική δέσμευση της κυβέρνησης είναι η μεταρρύθμιση του υπάρχοντος συστήματος με έμφαση στην πρωτοβάθμια υγεία και την πρόληψη, ο σχεδιασμός ενός βιώσιμου ΕΣΥ και η αναμόρφωση του ευρύτερου χάρτη της χώρας με πολλαπλασιαστικά οφέλη για τους πολίτες.
του Νίκου Μωράκη, (To άρθρο δημοσιεύτηκε στον «Οδηγό Ασφάλισης» της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ σε συνεργασία με το περιοδικό Ασφαλιστικό Marketing “am”)
Τα επίσημα στοιχεία του ΟΟΣΑ και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής αποτυπώνουν την κατάσταση στον τομέα της δημόσιας υγείας, καταγράφοντας πολύ υψηλές ιδιωτικές δαπάνες από τους Έλληνες σε νοσοκομειακή και εξωνοσοκομειακή περίθαλψη καθώς και υψηλό ποσοστό καταστροφικών δαπανών στην υγεία.
Αποκαλυπτικά είναι τα στοιχεία των επίσημων εκθέσεων για την Ελλάδα:
- Περίπου το 63% της χρηματοδότησης που αφορά στην υγεία προέρχεται από το κράτος
- το 33% από τον οικογενειακό προϋπολογισμό των πολιτών
- και μόλις το 4% από αποζημιώσεις των ασφαλιστικών εταιρειών.
Βάσει του Συστήματος Λογαριασμών Υγείας, που έχει στοιχεία του 2021, από τα 16,6 δις ευρώ δαπάνες στην υγεία που απαιτούνται για να καλυφθούν οι ανάγκες ιατρικών επισκέψεων, νοσηλειών, θεραπειών, διαγνωστικών εξετάσεων και φαρμακευτικών αγωγών:
- τα 10,3 δις καλύπτονται από το κράτος,
- τα 5,5 δις ευρώ από την τσέπη των πολιτών και
- περίπου 700 εκατ. προέρχονται από τις ασφαλιστικές εταιρείες.
Το ελληνικό σύστημα υγείας καταγράφει διαχρονικά μεγάλα ποσοστά στις άμεσες πληρωμές. Άλλες χώρες στην ΕΕ που εμφανίζουν εξίσου μεγάλα ποσοστά άμεσων πληρωμών είναι η Βουλγαρία, η Σερβία, η Μάλτα και η Βόρεια Μακεδονία, όταν ο αντίστοιχος μέσος όρος στην Ευρωπαϊκή ¨Ένωση ανέρχεται στο 15%. Το γεγονός αυτό, ειδικά σε περιόδους κρίσεων όπως αυτές που βιώνει τα τελευταία έτη η χώρα, αυξάνει τον κίνδυνο η υπέρμετρη επιβάρυνση για δαπάνες υγείας να οδηγήσει στη φτωχοποίηση πολιτών, ειδικά σε ότι αφορά τις πιο ευάλωτες κοινωνικο-οικονομικά τάξεις. Όπως δείχνουν τα στοιχεία του παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, που δημοσιεύονται στην έκθεση της ΕΕ για την υγεία το 2022, στην Ελλάδα ένα μέρος του πληθυσμού οδηγείται σε καταστροφικές δαπάνες, δηλαδή σε άμεσες ιδιωτικές πληρωμές που ξεπερνούν το 40% των συνολικών δαπανών του νοικοκυριού, αφού αφαιρεθούν οι δαπάνες κάλυψης βασικών αναγκών όπως η διατροφή και η στέγαση. Η Ελλάδα βρίσκεται μάλιστα στην πρώτη δεκάδα των χωρών με περίπου το 9% του πληθυσμού να καλείται να καλύψει εκτός των δυνατοτήτων του έξοδα για περίθαλψη επειδή δεν μπορεί να έχει άμεσα ή την αναγκαία ποιότητα των αντίστοιχων υπηρεσιών στη δημόσια υγεία.
Κατά 45% λιγότερες οι κατά κεφαλήν δαπάνες για υπηρεσίες υγείας
Το ζήτημα της χρηματοδότησης της υγείας συνιστά πρόκληση για το δημόσιο, προκειμένου να καλυφθεί το “κενό” που υπάρχει σε σχέση με το μέσο όρο στην Ευρώπη. Ειδικότερα τα χρήματα που δαπανώνται στην χώρα μας ανά πολίτη είναι κατά 45% λιγότερα σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Αυτό καταγράφει μελέτη της eurostat για το 2022, όπου φαίνεται ότι προκειμένου να υπάρχουν οι υπηρεσίες υγείας που χρησιμοποιούν οι Έλληνες ξοδεύονται ανά άτομο 1.731 ευρώ ετησίως, όταν στην Ευρώπη ο μέσος όρος είναι 3.159 ευρώ, δηλαδή σχεδόν διπλάσιο ποσό.
Ειδικότερα η χώρα μας βρίσκεται στην 8η θέση των χωρών με τις μικρότερες δαπάνες υγείας ανά κάτοικο μετά από τις Ουγγαρία, Πολωνία, Λετονία, Σλοβακία, Βουλγαρία, Κροατία και Ρουμανία.
Ανεκπλήρωτες ιατρικές ανάγκες
Την άνοιξη του 2021 19% των πολιτών δηλώνει ανεκπλήρωτες ιατρικές ανάγκες και το 16% την άνοιξη του 2022. Ειδικότερα στο συνολικό πληθυσμό η μελέτη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το 2022 καταγράφει ότι το 6,5% των πολιτών δεν είχε όταν χρειάστηκε την αναγκαία πρόσβαση σε ιατρική εξέταση και φροντίδα, το ποσοστό δε αυτό εκτοξεύεται στο 17,2% σε ανθρώπους με χαμηλά εισοδήματα. Σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο που διαμορφώθηκε στο 4,2% για τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα και στο 2,3% σε όλο τον πληθυσμό της ΕΕ, τα ποσοστά που συγκεντρώνει η Ελλάδα είναι πολλαπλάσια.
O ρόλος της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας
Όπως προαναφέραμε στο ελληνικό σύστημα υγείας καταγράφεται ένα σημαντικό κενό υπηρεσιών ύψους 5,5 δις ευρώ, το οποίο για να καλύψουν οι ασθενείς κάνουν άμεσες πληρωμές. Την ίδια στιγμή παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα το ποσοστό των πολιτών με ιδιωτική ασφάλιση υγείας. Με δεδομένες τις παθογένειες του Εθνικού Συστήματος Υγείας ο συμπληρωματικός ρόλος των ασφαλιστικών εταιρειών θα μπορούσε να είναι καθοριστικός, αφενός για τη δραστική μείωση των απευθείας δαπανών που καταβάλλουν οι πολίτες στα ιδιωτικά νοσοκομεία και αφετέρου για την ελάφρυνση του ΕΣΥ όσον αφορά τον όγκο των περιστατικών που καλείται να διαχειριστεί . Μια ενδεχόμενη αύξηση του αριθμού των ασφαλισμένων θα οδηγούσε αμφίπλευρα σε οφέλη τόσο για τους πολίτες που θα μείωναν τις δαπάνες υγείας όσο και για το κράτος.