Την ανάγκη ριζικής αναμόρφωσης του ασφαλιστικού συστήματος, τονίζει ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών στο Εβδομαδιαίο Δελτίο για την Ελληνική Οικονομία με τίτλο “Αναζητώντας το χαμένο χρόνο”.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο ΣΕΒ σημειώνει ότι πρέπει να δοθεί η σημασία που αρμόζει στη μη υποχρεωτική ασφάλιση, σύμφωνα με τα ευρωπαϊκά πρότυπα (2ος και 3ος πυλώνας, δηλαδή επαγγελματικά ταμεία και ιδιωτική ασφάλιση).
Ακολουθεί απόσπασμα από το οικονομικό δελτίο του ΣΕΒ, το οποίο υπογράφει ο Chief Economist του συνδέσμου, κ. Μιχάλης Μασουράκης.
«Όλοι γνωρίζουμε ότι το πολιτικό σύστημα έδωσε υποσχέσεις για υψηλές συντάξεις αγνοώντας ενσυνείδητα τις μακροχρόνιες αντοχές του συστήματος και παραβαίνοντας θεμελιώδη αρχή που είχε νομοθετηθεί το 1992 για τη διενέργεια αναλογιστικών μελετών που θα προσδιόριζαν τις αντοχές αυτές. Επιπρόσθετα, το σύστημα ανέλαβε “για κοινωνικούς λόγους” τη συνταξιοδότηση διαφόρων ομάδων πολιτών με ανεπαρκείς ή καθόλου καταβολές εισφορών. Τέλος, το πολιτικό σύστημα αγνόησε τις δημογραφικές τάσεις που οδηγούν στη γήρανση του πληθυσμού και αποτελούν πρόσθετο μεγάλο πρόβλημα στη βιωσιμότητά του. Η ασφαλιστική δικαιοσύνη επιτάσσει ο συνταξιούχος να παίρνει μία σύνταξη που είναι ανταποδοτική, δηλαδή που το ύψος της προκύπτει από τις εισφορές που έχουν πράγματι καταβληθεί και με τους σωστούς αναλογιστικούς υπολογισμούς – ούτε λιγότερο αλλά ούτε περισσότερο. Η πολιτεία ασφαλώς μπορεί να παρέχει πρόσθετα ωφελήματα σε ορισμένες κατηγορίες πολιτών, αλλά αυτά είναι αντικείμενο της κοινωνικής πολιτικής που χρηματοδοτείται διαφανώς από τους φόρους και δεν πρέπει να συγχέεται με το συνταξιοδοτικό σύστημα.»
«Παράλληλα είναι επιτακτικό το νέο σύστημα να μειώσει το μη μισθολογικό κόστος που πλήττει σημαντικά την ανταγωνιστικότητα των Ελληνικών επιχειρήσεων και των εργαζομένων τους, και να δημιουργήσει προϋποθέσεις για δραστική μείωση της αδήλωτης εργασίας κάθε μορφής.»
«Από τα ανωτέρω, προκύπτει αβίαστα το συμπέρασμα ότι η πάταξη της φοροδιαφυγής παραμένει κλειδί για την ταχύτατη αποκατάσταση βελτιωμένων συνθηκών εξασφάλισης ενός αξιοπρεπούς βιοτικού επιπέδου για τους συνταξιούχους και και για τους συνανθρώπους μας που αντιμετωπίζουν συνθήκες φτώχειας και αποκλεισμού. Η κοινωνική πολιτική δεν μπορεί, όμως, να γίνεται πεδίο σπατάλης και κακοδιαχείρισης, όπως στο παρελθόν, διότι έτσι αφαιρείται το ηθικό υπόβαθρο για την αύξηση του φορολογικού βάρους.»