Το άρθρου 20 εδ. α΄ του Νόμου 4161/2013 (ΦΕΚ) ορίζει: «Απαιτήσεις από καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ και των δύο χιλιάδων (2.000) ευρώ σε περίπτωση κοινού λογαριασμού.
Από το προηγούμενο εδάφιο εξαιρείται ως δανειστής το Δημόσιο, για το οποίο ισχύουν οι διατάξεις του άρθρου 31 του ν.δ. 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων, Α` 90). Με δήλωση του καταθέτη προς ένα εκ των πιστωτικών ιδρυμάτων προσδιορίζεται ο λογαριασμός για τον οποίο θα ισχύει το ακατάσχετο…..».
Η διάταξη της παραγράφου 2 του άρθρου 31 του ν.δ 356/1974 (Κώδικας Είσπραξης Δημοσίων Εσόδων) ορίζει: « 2. Καταθέσεις σε πιστωτικά ιδρύματα σε ατομικό ή κοινό λογαριασμό ή τοποθετήσεις σε λογαριασμό πληρωμών στα εγκαταστημένα στη χώρα ιδρύματα ηλεκτρονικού χρήματος και ιδρύματα πληρωμών είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των χιλίων διακοσίων πενήντα (1.250) ευρώ μηνιαίως για κάθε φυσικό πρόσωπο και σε ένα μόνο ίδρυμα…»
Από τις ως άνω διατάξεις προκύπτει ότι οι καταθέσεις στις τράπεζες είναι ακατάσχετες μέχρι του ποσού των 1.500,00 ευρώ μόνο σε ένα ατομικό (τραπεζικό) λογαριασμό ή μέχρι του ποσού 2.000,00 ευρώ μόνο σε ένα (τραπεζικό) κοινό λογαριασμό εφόσον ο δικαιούχος του λογαριασμού δηλώσει στην τράπεζα ότι επιθυμεί ο συγκεκριμένος λογαριασμός να είναι ακατάσχετος. Η προστασία αυτή παρέχεται μόνο για ένα λογαριασμό και μόνο σε μία τράπεζα, μετά από δήλωση στην Τράπεζα και καλύπτει τα ως άνω ποσά διαρκώς, υπό την έννοια ότι όσο στους λογαριασμούς υπάρχουν ποσά που δεν υπερβαίνουν τα ανωτέρω όρια, δεν μπορούν τα ποσά αυτά να κατασχεθούν.
Η ως άνω προστασία παρέχεται έναντι οποιουδήποτε δανειστή ( π.χ οφειλές προς τράπεζες, ιδιώτες, ασφαλιστικές εταιρίες) πλην των εκ πάσης αιτίας δημόσιων εσόδων, δηλαδή πλην των οφειλών προς το Δημόσιο, εφορία, τα ασφαλιστικά ταμεία, τους Δήμους, τα Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και εν γένει κάθε οφειλής προς το Δημόσιο με τη στενή και την ευρεία του όρου έννοια.
Η αντίστοιχη προστασία των καταθέσεων για οφειλές προς το Δημόσιο παρέχεται μόνο σε ένα ατομικό ή κοινό λογαριασμό, ο οποίος υποχρεωτικά, εφόσον υπάρχει, είναι ο λογαριασμός πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων, και μέχρι το ποσό των 1.250,00 ευρώ μηνιαίως, μόνο αν ο δικαιούχος του λογαριασμού δηλώσει ηλεκτρονικά στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης ότι επιθυμεί ο συγκεκριμένος λογαριασμός να είναι ακατάσχετος. Αν συνεπώς, ένα μήνα στον ως άνω λογαριασμό κατατεθούν περισσότερα από 1.250,00 ευρώ τότε τα χρήματα αυτά, κατά το ποσό που υπερβαίνουν το ως άνω ποσό, μπορούν να κατασχεθούν από το Δημόσιο.
Συνεπώς αν έχουμε οφειλές προς τράπεζες, ιδιώτες κλπ,πλην του Δημοσίου, μπορούμε με δήλωση μας σε μία τράπεζα να ορίσουμε ότι ένας συγκεκριμένος λογαριασμός μας θα είναι ακατάσχετος μέχρι το ποσό των 1.500,00 ευρώ και στην περίπτωση αυτή όσο το ποσό της κατάθεσης δεν υπερβαίνει το ως άνω όριο δεν μπορεί και να κατασχεθεί. Αν έχουμε οφειλές και προς το Δημόσιο, τότε πρέπει να υποβάλλουμε δήλωση και στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης (taxisnet) με την οποία να ορίζουμε ένα ατομικό ή κοινό λογαριασμό, ο οποίος υποχρεωτικά, εφόσον υπάρχει, είναι ο λογαριασμός πίστωσης μισθών, συντάξεων και ασφαλιστικών βοηθημάτων είναι ακατάσχετος μέχρι το ποσό των 1.250,00 ευρώ και στην περίπτωση αυτή όσο το ποσό της κατάθεσης δεν υπερβαίνει μηνιαίως το ως άνω όριο δεν μπορεί να κατασχεθεί.
Κοινώς αν κάθε μήνα εισέρχονται στο λογαριασμό αυτό μόνο 1.250,00 ευρώ δεν μπορούν να κατασχεθούν. Αν όμως στο ως άνω λογαριασμό κατατεθούν μηνιαίως περισσότερα από 1.250,00 ευρώ τότε τα χρήματα αυτά, κατά το ποσό που υπερβαίνουν το ως άνω ποσό, μπορούν να κατασχεθούν από το Δημόσιο. Αντιστοίχως, αν στο λογαριασμό αυτό υπάρχουν καταθέσεις που υπερβαίνουν το ως άνω ποσό των 1.250,00 ευρώ, υπάρχει κίνδυνος κατά το υπερβάλλον ποσό να κατασχεθούν από το Δημόσιο και ο καταναλωτής να πρέπει με δικαστικές ενέργειες να αποδείξει ότι δεν υπήρξε μηνιαία υπέρβαση του ορίου των 1.250,00 ευρώ και αντιστοίχως την αιτία προέλευσης των χρημάτων αυτών.
Το ΚΕ.Π.ΚΑ. καλεί τα μέλη και τους καταναλωτές να υποβάλλουν τις σχετικές δηλώσεις του τόσο στις τράπεζες όσο και στη Γενική Γραμματεία Δημοσίων Εσόδων (taxisnet) για να είναι πλήρως καλυμμένοι, διότι παρατηρείται το φαινόμενο πολλοί εξ αυτών να θεωρούν λαθεμένα ότι η μία εκ των δυο δηλώσεων καλύπτει και τις δύο περιπτώσεις.
Πηγή: ΚΕΠΚΑ