Σήμερα, η Allianz παρουσίασε την 9η έκδοση της «Παγκόσμιας Έκθεσης Πλούτου», η οποία βάζει στο μικροσκόπιο την κατάσταση των περιουσιακών στοιχείων και των χρεών των νοικοκυριών σε περισσότερες από 50 χώρες. Το 2017 ήταν μία εξαιρετική χρονιά. Παρά τις αυξανόμενες πολιτικές εντάσεις, για τους επενδυτές ήταν μία σχεδόν τέλεια χρονιά. Η οικονομική ανάκαμψη που διαδέχτηκε την οικονομική κρίση κορυφώθηκε με μια ταυτόχρονη άνοδο σε όλο τον πλανήτη και οι χρηματοπιστωτικές αγορές είχαν ισχυρή απόδοση, ιδίως οι μετοχικές αγορές. Ως αποτέλεσμα, τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών (καταθέσεις, ποσά που προέρχονται από ιδιωτική ή κοινωνική ασφάλιση, χρεόγραφα κ.α. ) αυξήθηκαν σημαντικά, κατά 7,7%.
Το παγκόσμιο ακαθάριστο ενεργητικό ανήλθε σε 168 τρις Ευρώ. “Η χρονιά που πέρασε ήταν πολύ καλή για τους αποταμιευτές”, δήλωσε ο Michael Heise, Επικεφαλής Οικονομολόγος της Allianz. “Αλλά ήταν καλή για όσο κράτησε, η μετά-την-κρίση εποχή τελείωσε για πάντα. Τελείωσε η περίοδος κατά την οποία μια εξαιρετικά επεκτατική νομισματική πολιτική επέτρεπε μια συνεχή και σταθερά ανοδική τάση στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Τα σημάδια είναι ήδη ανησυχητικά: Η άνοδος των επιτοκίων, ο εμπορικός πόλεμος και η ολοένα και πιο λαϊκιστική πολιτική προκαλούν διακυμάνσεις και αναταράξεις. Ο πρώτος μήνας αυτής της χρονιάς έδωσε ήδη μια πικρή πρόγευση.”
Οι επενδύσεις σε χρεόγραφα επιστρέφουν
Το 2017 έγινε μία αξιοσημείωτη αλλαγή στην επενδυτική συμπεριφορά. Αφού οι αποταμιευτές αγνόησαν σε μεγάλο βαθμό μετοχές και επενδυτικά κεφάλαια στη μετά την κρίση εποχή, το 2017 σημειώθηκαν σημαντικές εισροές στην κατηγορία αυτή των περιουσιακών στοιχείων. Το μερίδιό της πέρυσι έφθασε στο ένα πέμπτο περίπου των νέων κεφαλαίων, μεγαλύτερο κι από εκείνο που είχε πριν από την κρίση.
Στο πλαίσιο των ανερχόμενων χρηματιστηριακών αγορών, αυτό σήμαινε ότι τα χρεόγραφα απολάμβαναν τη μεγαλύτερη ανάπτυξη από όλες τις κατηγορίες περιουσιακών στοιχείων το 2017, που έφτασε συνολικά το 12,2% αντιπροσωπεύοντας πάνω από το 42% όλων των αποταμιεύσεων στο τέλος του 2017. Στη δεύτερη θέση ακολουθούν οι απαιτήσεις από ασφαλιστικές εταιρείες και συντάξεις, οι οποίες αντιπροσωπεύουν το 29% του χαρτοφυλακίου περιουσιακών στοιχείων και αυξήθηκαν πέρυσι κατά 5,2%. Όσο οι επενδυτές ανακάλυπταν εκ νέου τις κεφαλαιαγορές, οι τραπεζικές καταθέσεις έχαναν την εύνοια των νοικοκυριών σε όλο τον κόσμο.
Μόνο το 42% των νέων επενδύσεων πήγε σε τράπεζες, έναντι 63% το προηγούμενο έτος. Σε απόλυτους αριθμούς, αυτό σήμαινε πτώση μεγαλύτερη από 390 δις. Ευρώ. Ως εκ τούτου, ο ρυθμός αύξησης των καταθέσεων μειώθηκε κατά δύο ποσοστιαίες μονάδες σε 4,3% (μερίδιο χαρτοφυλακίου ενεργητικού σχεδόν 27%).
Η αύξηση του χρέους επιταχύνεται
Οι υποχρεώσεις για τα νοικοκυριά σε διεθνές επίπεδο αυξήθηκαν κατά 6% το 2017. Ο ρυθμός αύξησης ήταν επομένως ελαφρώς υψηλότερος από το 5,5% του προηγούμενου έτους. Και στην Ευρωζώνη, ο ρυθμός αύξησης του χρέους επιταχύνθηκε, αν και εξακολουθεί να είναι πολύ μέτριος 2,6% (2016: 1,5%). Ωστόσο, χάρη στην ισχυρή οικονομική ανάπτυξη, η αναλογία του παγκόσμιου χρέους (υποχρεώσεις ως ποσοστό του ΑΕΠ) αυξήθηκε μόνο ελάχιστα στο 64,3% (Ευρωζώνη: 62,9%). Οι μέσοι όροι αυτοί καλύπτουν τεράστιες διαφορές. Σε ορισμένες χώρες το χρέος και η δυναμική του έχουν φτάσει σε κρίσιμα επίπεδα.
Ελλάδα: Ο καθαρός χρηματοοικονομικός πλούτος αυξάνεται κατά 14%
Τα χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών νοικοκυριών αυξήθηκαν με ένα υγιές 5,8% το 2017, μετά από δύο χρόνια αρνητικής ανάπτυξης. Ο κύριος μοχλός ανάπτυξης ήταν τα χρεόγραφα που αυξήθηκαν περισσότερο από 30%, αντικατοπτρίζοντας τις ανερχόμενες κεφαλαιαγορές. Ταυτόχρονα, τα ελληνικά νοικοκυριά συνέχισαν να μειώνουν το χρέος τους, οι υποχρεώσεις μειώθηκαν για έβδομη συνεχόμενη χρονιά (2017: -3,8%). Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης χρέους των νοικοκυριών υποχώρησε στο 62,1%, απόλυτα ευθυγραμμισμένος με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Επίσης, τα καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία σημείωσαν πολύ ισχυρή άνοδο 14% το 2017, μακράν το υψηλότερο ποσοστό ανάπτυξης στην Ευρώπη. Τα χρόνια των μεταρρυθμίσεων φαίνεται ότι αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς. Ωστόσο, εξετάζοντας έναν πιο μακροπρόθεσμο χρονικό ορίζοντα, τα σημάδια της κρίσης είναι προφανή: τα τελευταία δέκα χρόνια, τα καθαρά χρηματοοικονομικά περιουσιακά στοιχεία των ελληνικών νοικοκυριών μειώθηκαν κατά 29%. Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στην Ευρώπη που έπρεπε να αντιμετωπίσει τόσο μεγάλη καταστροφή πλούτου.
Με κατά κεφαλήν καθαρό χρηματοοικονομικό πλούτο 14.000 Ευρώ, η Ελλάδα κατέχει την 28η θέση στον κατάλογο των πλουσιότερων χωρών (χρηματοοικονομικός πλούτος ανά κάτοικο). Στην αλλαγή της χιλιετίας, η Ελλάδα ήταν 21η στον κόσμο. Στην κορυφή της λίστας, η Ελβετία επανάκτησε την κορυφή που είχε χάσει την προηγούμενη χρονιά από τις ΗΠΑ. Γενικά, οι ευρωπαϊκές χώρες το 2017 τα πήγαν πολύ καλύτερα από ό, τι τα προηγούμενα χρόνια. Αυτό, ωστόσο, πρωτίστως και κυρίως δείχνει ένα ισχυρότερο Ευρώ. Η παγκόσμια αλλαγή της επενδυτικής συμπεριφοράς δεν παρατηρείται στην Ελλάδα, για έναν απλό λόγο: Από την εποχή της κρίσης, τα ελληνικά νοικοκυριά δεν αποταμιεύουν: τα χρήματα αποσύρονται από τις τραπεζικές καταθέσεις και τα χρεόγραφα πωλούνται. Μόνο πέρυσι, ένα μικρό ποσό επενδύθηκε μέσω ασφαλειών και συντάξεων.
Ένας νέος δείκτης για την εθνική κατανομή του πλούτου
Για να αποκτήσουμε μια καθαρότερη εικόνα της εθνικής κατανομής πλούτου μέσα στο διεθνές πλαίσιο, η Allianz ορίζει έναν νέο δείκτη στην έκθεσή της, τον δείκτη Allianz Wealth Equity Indicator (AWEI). Μερικά από τα αποτελέσματα είναι εντυπωσιακά. Μαζί με τους “συνήθεις υπόπτους” ΗΠΑ, Νότια Αφρική, Ινδονησία και Ηνωμένο Βασίλειο, χώρες στις οποίες η κατανομή του πλούτου είναι έντονα στρεβλή, περιλαμβάνονται και χώρες όπως η Δανία, η Σουηδία και η Γερμανία. Από την άλλη πλευρά, στα κράτη όπου η κατανομή του πλούτου είναι σχετικά ισορροπημένη περιλαμβάνονται πολλές χώρες της Ανατολικής και Δυτικής Ευρώπης, μερικές από τις οποίες είναι χώρες κρίσης του ευρώ όπως η Ιταλία, η Ισπανία και η Ελλάδα. Ακόμη και αν τα τελευταία χρόνια κρίσης και λιτότητας έχουν οδηγήσει σε μεγαλύτερη ανισότητα στην Ελλάδα και την Ισπανία, εξακολουθούν να έχουν μια σχετικά σταθερή βάση για να επανέλθουν, καθώς τα περιουσιακά στοιχεία έχουν ευρεία κατανομή στον πληθυσμό – ιδιαίτερα όταν πρόκειται για ακίνητα περιουσιακά στοιχεία. Η Ελλάδα κατατάσσεται μεταξύ των χωρών με καλύτερες επιδόσεις σε αυτή την κατάταξη. Αυτό αποδεικνύει μία κληρονομιά ευρείας κατανομής του πλούτου στην κοινωνία, την οποία η κρίση δεν κατέστρεψε ακόμη.