«Καμπανάκι» χτύπησε η Κομισιόν στη 2η έκθεση για την ενισχυμένη εποπτεία της Ελλάδας, την οποία δημοσίευσε την Τετάρτη 27/2, σε σχέση με το δημοσιονομικό κόστος της επιστροφής των αναδρομικών στους συνταξιούχους. Σε αυτήν αναφέρεται πως οι αποφάσεις του ΣτΕ περί αντισυγματικότητας αφορούν:
- Τη μείωση των συμπληρωματικών συντάξεων κατά 10-20%, η οποία τέθηκε σε ισχύ την 1η Ιανουαρίου 2012
- Τη μείωση των κύριων συντάξεων άνω των 1.000 ευρώ κατά 5-20% που εφαρμόστηκαν την 1η Ιανουαρίου 2013
- Τη κατάργηση των δώρων των συνταξιούχων από την 1η Ιανουαρίου 2013.
Η Κομισιόν τονίζει πως το ΣτΕ αποφάσισε ότι ο αντισυνταγματικός χαρακτήρας των μειώσεων τίθεται σε ισχύ από την ημερομηνία της δημοσίευσης της απόφασης, δηλαδή από τον Ιούνιο του 2015 και μόνο οι προσφυγές που υποβλήθηκαν πριν από την ημερομηνία αυτή δικαιολογούν επιστροφή χρημάτων. Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν,η περίοδος επιστροφής (σ.σ. των αναδρομικών) αρχίζει από την ημερομηνία έναρξης ισχύος της μείωσης και φτάνει μέχρι το τέλος του 2014, καθώς η μετέπειτα περίοδος καλύπτεται από τη μεταρρύθμιση του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2016 που εφαρμόστηκε αναδρομικά.
Συνεπώς, επισημαίνουν οι Βρυξέλλες, ο δημοσιονομικός αντίκτυπος της απόφασης εξαρτάται από τον αριθμό όσων προσέφυγαν δικαστικά πριν τον Ιούνιο του 2015. Πρέπει να σημειωθεί,επισημαίνει η ίδια έκθεση, ότι υπάρχουν μεγάλες καθυστερήσεις μεταξύ του χρόνου άσκησης έφεσης και του χρόνου κατά τον οποίο κοινοποιήθηκαν στο αρμόδιο συνταξιοδοτικό ταμείο. Σύμφωνα με όσα ανάφερε η κυβέρνηση στην Κομισιόν, ο αριθμός των αιτούντων που δικαιούνται επιστροφής είναι μόνο 121, γεγονός που συνεπάγεται αμελητέο δημοσιονομικό κόστος.
Ωστόσο, η υπόθεση δεν έχει ακόμη επιλυθεί τελικά, καθώς ορισμένα δικαστήρια έχουν αποφανθεί κατά των επιστροφών,επισημαίνει η Κομισιόν. Επιπλέον, η αβεβαιότητα αφορά την αναδρομική ισχύ της μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού συστήματος του 2016 (αναπροσαρμογή των συντάξεων, νέα ποσοστά αντικατάστασης κ.λπ.), η οποία έχει επίσης αμφισβητήθηκε με προσφυγές στο ΣτΕ. Η σχετική απόφαση αναμένεται να δημοσιευθεί το 2019,αναφέρει η έκθεση.