Ο συγγραφέας Joel Mokyr είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Northwestern στο Illinois, Αμερικανο-Ισραηλινός και είναι ειδικός στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα για την οικονομική ιστορία. Με το έργο του Κουλτούρα της Μεγέθυνσης καθιερώνεται και στη γαλλική γλώσσα ως ένα εγχειρίδιο αναφοράς.
Γράφει ο Καθηγητής Κωνσταντίνος Ζοπουνίδης, Ακαδημαϊκός, Βασιλική Ακαδημία Οικονομικών και Χρηματοοικονομικών, Βασιλική Ευρωπαϊκή Ακαδημία των Διδακτόρων, Πολυτεχνείο Κρήτης & Audencia Business School, France
Ιστορική αναδρομή
Στα τέλη του 18ου αιώνα, μια άνθηση των τεχνικών εφευρέσεων δημιούργησε τη Βιομηχανική Επανάσταση και τη σταθερή οικονομική μεγέθυνση από την οποία προήλθε η άνευ προηγουμένου ευημερία του σήμερα. Ωστόσο, εάν η διαδικασία αυτής της σημαντικής ανάπτυξης είναι πλέον γνωστή, οι πηγές της παραμένουν μυστηριώδεις. Γιατί η Βιομηχανική Επανάσταση έλαβε χώρα στη Δύση και όχι αλλού;
Η θέση του Joel Mokyr είναι ότι κατέστη δυνατή χάρη σε μια κουλτούρα μεγέθυνσης που χαρακτηρίζει τη σύγχρονη Ευρώπη και αφιερώθηκε στον Ευρωπαϊκό Διαφωτισμό. Τα θεμέλια τέθηκαν κατά την περίοδο 1500-1700, η οποία είδε τις πρώτες επιστημονικές και τεχνικές εξελίξεις με σκοπό να τροφοδοτήσουν τις μετέπειτα τεχνικές εξελίξεις. Ευνοήθηκε από τον πολιτικό κατακερματισμό της Ευρώπης. Η σύγκριση με την Κίνα ολοκληρώνεται για να αναδείξει την Ευρωπαϊκή ιδιαιτερότητα. Παρά τα παρόμοια επίπεδα πνευματικής δραστηριότητας, η κινέζικη εκδοχή του Διαφωτισμού παρέμεινε υπό τον έλεγχο της κυρίαρχης ελίτ, ενώ ο ευρωπαϊκός πολυκεντρισμός επέτρεψε την ανεξάρτητη έκφρασή του.
Κουλτούρα μεγέθυνσης σε τρεις μορφές
Η πρώτη είναι η συγκρότηση μιας τάξης «διανοητικών επιχειρηματιών» η οποία προηγήθηκε αυτής των οικονομικών επιχειρηματιών. Οι πρώτοι είναι επιστήμονες υψηλού επιπέδου, όπως ο Newton, αλλά επίσης νομικοί και οικονομολόγοι. Το χαρακτηριστικό τους είναι να έχουν όχι μόνο αναπτύξει μια σκέψη μη θεσμοθετημένη από θρησκευτικές αντιλήψεις, αλλά ακόμη να έχουν επιτύχει να τη διαδώσουν χάρη στην ανάπτυξη της εκτυπωτικής και τη διατήρηση κοινών γλωσσών γνώσης, κυρίως των λατινικών και δευτερευόντως της γαλλικής. Αυτή η διάχυση επέτρεψε συγκεκριμένα μια γόνιμη αντιπαράθεση ιδεών.
Η δεύτερη μορφή είναι η δημιουργία μιας διδασκαλίας την οποία αποδίδουμε, τον 18ο αιώνα, ως «χρήσιμη». Αυτή εξασφαλίζει τη διάδοση τεχνογνωσίας καθώς και αυτής των θεμελιωδών επιστημών όπως μαθηματικών, φυσικής, χημείας, δικαίου ή ακόμη και οικονομικών.
Η τρίτη μορφή είναι ο πολλαπλασιασμός των πόλων έρευνας, που επιτράπηκε, αρχικά από τη μείωση της επίδρασης του παπισμού, στη συνέχεια από τον πολλαπλασιασμό της ίδρυσης κρατών τα οποία, για λόγους κύρους, ευνόησαν την ίδρυση κέντρων έρευνας. Αυτός ο πολλαπλασιασμός συντήρησε ένα ανταγωνισμό μεταξύ των ερευνητών ο οποίος επιτάχυνε τις ανακαλύψεις.
Ο συγγραφέας επισημαίνει στο θέμα αυτό ότι η αδυναμία της Κίνας οφείλεται στο ότι ήταν μια συγκεντρωτική αυτοκρατορία, της οποίας ο διανοητικός πληθυσμός είχε απομακρυνθεί από την έρευνα από τη λογική ότι οι διαγωνισμοί πρόσληψης γίνονταν από δημόσιες υπηρεσίες πληθωρικές και συντηρητικές.
Κατά την ανάγνωση αυτού του βιβλίου κατανοεί κάποιος πολύ γρήγορα, ότι η οικονομική μεγέθυνση προϋποθέτει την ύπαρξη τεχνολογικών προόδων, αλλά επίσης και μια κατάσταση πνεύματος που ευνοεί τον ανταγωνισμό και την ανάπτυξη νέων ιδεών.
Συμπερασματικά, συνδυάζοντας την οικονομική ιστορία, την ιστορία της επιστήμης και της τεχνολογίας και τη διανοητική ιστορία, ο Joel Mokyr, δείχνει, ενάντια στην προκατάληψη ότι οι ιδέες δεν είναι παρά μόνο μια αντανάκλαση της υλικής υποδομής, πως η κουλτούρα, οι πεποιθήσεις, οι αξίες ήταν ο αποφασιστικός παράγοντας του κοινωνικού μετασχηματισμού. Μια νέα ματιά στις πηγές της νεωτερικότητας θα διαφωτίσει όλους αυτούς που αναρωτιούνται για τη θέση της μεγέθυνσης στον κόσμο μας.