Δύο κρίσιμες διατάξεις προβλέπονται στη δέσμη των 14 άρθρων που κατέθεσε το Υπουργείο Εργασίας την Παρασκευή 4 Σεπτεμβρίου σε νομοσχέδιο με μέτρα κατά της πανδημίας.
Κοινό τους σημείο είναι το γεγονός ότι η αποζημίωση των 534 την οποία παίρνουν οι υπό αναστολή εργαζόμενοι, λόγω κορωνοκρίσης, γίνεται βάση υπολογισμού δύο ποσών που τους αφορούν: Του Δώρου Χριστουγέννων και των εισφορών τους.
Η πρώτη διάταξη προβλέπει πως το κρατικό «μερίδιο» του Δώρου Χριστουγέννων το οποίο θα λάβουν οι εργαζόμενοι που θα βγήκαν ή θα βγουν σε αναστολή θα υπολογιστεί με βάση την αποζημίωση των 534 ευρώ και όχι τον ονομαστικό μισθό που προβλέπει η σύμβασή τους. Υπενθυμίζεται πως το κρατικό «μερίδιο» του Δώρου Χριστουγέννων υπολογίστηκε με βάση τον ονομαστικό μισθό της υπό αναστολής σύμβασης.
Η δεύτερη προβλέπει πως οι ασφαλιστικές εισφορές των υπό αναστολή εργαζομένων (τις οποίες θα καλύψει το κράτος) θα υπολογιστούν και πάλι με βάση την αποζημίωση των 534 ευρώ. Υπενθυμίζεται προηγούμενη διάταξη προέβλεπε οι εισφορές αυτές θα υπολογιστούν με βάση τον ονομαστικό μισθό της υπό αναστολή σύμβασης.
Δεδομένου ότι ο μέσος μεικτός μισθός στον ιδιωτικό τομέα λίγο πριν το ξέσπασμα της πανδημίας και συγκεκριμένα τον Ιανουάριο του 2022 ανερχόταν στα 944 ευρώ, είναι προφανές πως αν το κρατικό «μερίδιο» του Δώρου Χριστουγέννων αλλά και το πακέτο των εισφορών των υπό αναστολή μισθωτών υπολογιζόταν θεωρητικά με βάση αυτόν (και όχι με βάση την αποζημίωση των 534 ευρώ), τότε το δημοσιονομικό κόστος για τις εισφορές θα ήταν κατά 43% υψηλότερο ενώ το για το κρατικό «μερίδιο» του Δώρου Χριστουγέννων θα ήταν (στα 830 ευρώ ο μέσος καθαρός μισθός) έως και 35% χαμηλότερο.