Η εγχώρια ασφαλιστική αγορά χαρακτηρίζεται από σημαντική συγκέντρωση, ιδιαίτερα στις επιχειρήσεις που ασκούν εργασίες ασφαλίσεων ζωής και στις επιχειρήσεις που ασκούν ταυτοχρόνως ασφαλίσεις ζωής και κατά ζημιών, καθώς οι 5 μεγαλύτερες εξ αυτών κατέχουν το 80% της σχετικής αγοράς, σε όρους τεχνικών προβλέψεων, ενώ οι 5 μεγαλύτερες ασφαλιστικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, σε όρους ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων, κατέχουν μερίδιο που ανέρχεται σε 47% της σχετικής αγοράς.
Αυτά τα στοιχεία δημοσιεύει η ετήσια έκθεση του διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος για το 2020 και αφορούν τις 35 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην εγχώρια ασφαλιστική αγορά και που υπόκεινται στην, κατά Φερεγγυότητα ΙΙ, εποπτεία της ΤτΕ.
Στις 30.9.2020 δραστηριοποιούνταν στην ελληνική αγορά ιδιωτικής ασφάλισης 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, έναντι 38 στις 30.9.2019, οι οποίες κατηγοριοποιούνται βάσει της άδειας λειτουργίας και των ασφαλιστικών τους εργασιών ως εξής: 2 επιχειρήσεις ασφαλίσεων ζωής, 18 επιχειρήσεις ασφαλίσεων κατά ζημιών και 17 επιχειρήσεις που ασκούν ταυτόχρονα δραστηριότητες ασφαλίσεων ζωής και ασφαλίσεων κατά ζημιών (συμπεριλαμβάνονται επιχειρήσεις του κλάδου ζωής που, εκ των ασφαλίσεων κατά ζημιών, ασκούν αποκλειστικά αυτές των κλάδων “Ατυχήματα” και “Ασθένειες”).
Από τις ως άνω 37 ασφαλιστικές επιχειρήσεις, 35 λειτουργούν και εποπτεύονται σύμφωνα με την ευρωπαϊκή οδηγία “Φερεγγυότητα II”, που εφαρμόζεται σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) από 1.1.2016, ενώ 2 επιχειρήσεις εξαιρούνται, λόγω μεγέθους, από την εφαρμογή πλήθους απαιτήσεων που αφορούν και τους τρεις βασικούς πυλώνες της Φερεγγυότητας ΙΙ.
Εκ των 35 ασφαλιστικών επιχειρήσεων που υπόκεινται στις διατάξεις της Φερεγγυότητας II, οι 12 ανήκουν σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στο εξωτερικό και 5 σε ασφαλιστικούς ομίλους με έδρα στην Ελλάδα.
Επίσης, 6 ασφαλιστικές επιχειρήσεις με έδρα στην Ελλάδα δραστηριοποιούνται σε λοιπές χώρες της ΕΕ με καθεστώς ελεύθερης παροχής υπηρεσιών. Επιπρόσθετα, δραστηριότητα στην Ελλάδα ασκούν και 243 ασφαλιστικές επιχειρήσεις που έχουν την έδρα τους σε άλλο κράτος-μέλος της ΕΕ, με καθεστώς είτε ελεύθερης εγκατάστασης (υποκατάστημα) είτε ελεύθερης παροχής υπηρεσιών, και οι οποίες εποπτεύονται, ως προς τη χρηματοοικονομική τους κατάσταση, από τις αρμόδιες εποπτικές αρχές των χωρών καταγωγής τους.
Στα τέλη του 2019, η ετήσια παραγωγή των επιχειρήσεων αυτών (εγγεγραμμένα ασφάλιστρα) ανερχόταν σε 975 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 19% του συνόλου της ελληνικής ασφαλιστικής αγοράς. Εντός του 2020, αυξήθηκε το μερίδιο των ασφαλιστικών επιχειρήσεων με έδρα σε άλλο κράτος-μέλος με ελεύθερη παροχή υπηρεσιών ή καθεστώς ελεύθερης εγκατάστασης στην αγορά των ασφαλίσεων αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων και ανήλθε σε 17,32% για το πρώτο εννεάμηνο του 2020 (από 16,99% το 2019).
Η παραγωγή ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων στις ασφαλίσεις ζωής την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2020 ανήλθε σε 1,5 δισεκ. ευρώ, μειωμένη κατά 5% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους.
Από το ανωτέρω ποσό, 0,45 δισεκ. ευρώ συνδέονται με επενδύσεις, αντιστοιχώντας σε 30% των συνολικών ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων δραστηριοτήτων ζωής, έναντι 21% την αντίστοιχη περίοδο του 2019, καταγράφοντας σημαντική αύξηση (κατά 36%). Παράλληλα, παρουσιάστηκε μείωση των ακαθάριστων εγγεγραμμένων ασφαλίστρων τόσο των ασφαλίσεων με συμμετοχή στα κέρδη όσο και των άλλων ασφαλίσεων ζωής, με ποσοστό 22% έκαστο. Τα ασφάλιστρα των δραστηριοτήτων ασφαλίσεων κατά ζημιών ανήλθαν την ίδια περίοδο σε 1,5 δισεκ. ευρώ, αυξημένα κατά 1% συγκριτικά με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους. Από το ποσό αυτό, σημαντικότερα μερίδια αντιπροσωπεύουν οι ασφαλίσεις αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων (36%), οι ασφαλίσεις πυρός (20%) και οι ασφαλίσεις νοσοκομειακών εξόδων (16%), με αντίστοιχες μεταβολές ασφαλίστρων έναντι του πρώτου εννεαμήνου του 2019 κατά -3%, +1% και +9%. Την ίδια περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2020, οι επισυμβάσες αποζημιώσεις ανήλθαν στα ίδια επίπεδα με την αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, ήτοι ποσό 1,0 δισεκ. ευρώ για τις ασφαλίσεις ζωής και 0,5 δισεκ. ευρώ για τις ασφαλίσεις κατά ζημιών, παρουσιάζοντας σημαντική μείωση (κατά 19%) στις ζημίες αστικής ευθύνης χερσαίων οχημάτων, εξαιτίας της μειωμένης κίνησης οχημάτων λόγω της πανδημίας.
Με αφετηρία την εφαρμογή του νέου εποπτικού πλαισίου των ασφαλιστικών επιχειρήσεων το 2016, η ασφαλιστική αγορά εμφανίζει σταθερή ανάπτυξη. Το ενεργητικό και οι υποχρεώσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων, παρά τις ιδιαίτερες οικονομικές συνθήκες που επικρατούν στην ελληνική οικονομία τα τελευταία έτη, επιβεβαιώνουν την ανάπτυξη του ασφαλιστικού κλάδου συνολικά. Το σύνολο του ενεργητικού των εποπτευόμενων από την Τράπεζα της Ελλάδος ασφαλιστικών επιχειρήσεων διαμορφώθηκε σε 19,5 δισεκ. ευρώ στις 30.9.2020, αυξημένο κατά 3% συγκριτικά με τις 30.9.2019. Από το σύνολο του ενεργητικού, 9,1 δισεκ. ευρώ (47%) ήταν τοποθετημένα σε κρατικά ομόλογα και 2,6 δισεκ. ευρώ (14%) σε εταιρικά ομόλογα. Επιπλέον, ποσό 2,9 δισεκ. ευρώ (15%) αφορούσε επενδύσεις για ασφαλίσεις των οποίων τον επενδυτικό κίνδυνο φέρουν οι ασφαλισμένοι.
Αντίστοιχα, οι συνολικές υποχρεώσεις των ασφαλιστικών επιχειρήσεων ανήλθαν σε 15,8 δισεκ. ευρώ, με το σύνολο των τεχνικών προβλέψεων να διαμορφώνονται σε 14,6 δισεκ. ευρώ, εκ των οποίων 11,5 δισεκ. ευρώ αφορούσαν ασφαλίσεις ζωής και 3,1 δισεκ. ευρώ ασφαλίσεις κατά ζημιών. Από τις τεχνικές προβλέψεις ζωής, το 25% αφορά ασφαλίσεις ζωής που συνδέονται με επενδύσεις. Στις ασφαλίσεις κατά ζημιών, ο δείκτης ζημιών της αγοράς στις 30.9.2020 ανήλθε στο 40% των αντίστοιχων δεδουλευμένων ασφαλίστρων της ίδιας περιόδου και ο δείκτης εξόδων (διαχείρισης και προμηθειών) στο 45%, έναντι 46% και 46% αντίστοιχα στις 30.9.2019. Ενδεικτική της μειωμένης κίνησης οχημάτων εξαιτίας της πανδημίας είναι η μείωση του δείκτη ζημιών στις ασφαλίσεις αστικής ευθύνης από χερσαία οχήματα σε 44%, από 53% στις 30.9.2019, με αντίστοιχους δείκτες εξόδων (διαχείρισης και προμηθειών) 43% και στις δύο υπό εξέταση περιόδους.
Η μείωση του δείκτη οφείλεται στην οριακή αύξηση των επισυμβασών αποζημιώσεων σε σύγκριση με τον υψηλότερο ρυθμό αύξησης των ασφαλίστρων. Τα ίδια κεφάλαια της ασφαλιστικής αγοράς διατηρήθηκαν στα ίδια επίπεδα με αυτά του προηγούμενου έτους, παρουσιάζοντας συνολική Κεφαλαιακή Απαίτηση Φερεγγυότητας (SCR) 1,9 δισεκ. ευρώ, με τα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,4 δισεκ. ευρώ. Όσον αφορά την ποιότητα των επιλέξιμων κεφαλαίων της ασφαλιστικής αγοράς, αυτά ταξινομούνται στην υψηλότερη κατηγορία ποιότητας (Κατηγορία 1) σε ποσοστό 95%. Παράλληλα, όλες οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις διαθέτουν δείκτη κάλυψης κεφαλαιακής απαίτησης φερεγγυότητας (SCR ratio) σε επίπεδα σημαντικώς υψηλότερα του 100%. Η Ελάχιστη Κεφαλαιακή Απαίτηση (MCR) στο σύνολο της ασφαλιστικής αγοράς διαμορφώθηκε σε 0,7 δισεκ. ευρώ, με τα αντίστοιχα συνολικά επιλέξιμα ίδια κεφάλαια να ανέρχονται σε 3,3 δισεκ. ευρώ.