Το 21% των εργαζομένων επιβεβαίωσαν ότι προσποιήθηκαν ότι οι συσκευές τους εγκαθιστούσαν ενημερώσεις, ώστε να αποφύγουν να συμμετάσχουν σε τηλεδιάσκεψη.
Αυτή η δικαιολογία είναι εύλογη επειδή οι ενημερώσεις λογισμικού μπορεί να διαταράξουν τις εργάσιμες ημέρες, με το ένα τρίτο (35%) των υπαλλήλων να δηλώνουν ότι έχουν καθυστερήσει σε μια σύσκεψη λόγω ενημερώσεων. Αυτά είναι τα ευρήματα πρόσφατης έρευνας της Kaspersky με στόχο να αναδείξει τη στάση και τις συνήθειες των εργαζομένων απέναντι στις ενημερώσεις.
Οι συχνές συναντήσεις θεωρούνται ως ένα από τα πιο δυσάρεστα πράγματα στη ρουτίνα του γραφείου. Η μετάβαση στην τηλεργασία και οι εικονικές συναντήσεις χειροτέρεψαν την κατάσταση, καθώς οι άνθρωποι βίωσαν εξάντληση από τις βιντεοκλήσεις και ένιωσαν πιο κουρασμένοι στο τέλος της εργάσιμης ημέρας. Όπως δείχνει η πρόσφατη έρευνα της Kaspersky, ορισμένοι εργαζόμενοι βρήκαν μια δικαιολογία για να παραλείψουν ορισμένες από τις τηλεδιασκέψεις τους – προσποιήθηκαν ότι οι συσκευές εργασίας τους δεν ήταν διαθέσιμες λόγω ενημερώσεων.
Οι συνάδελφοί τους μπορεί να τους πίστεψαν, καθώς το πιο πιθανό είναι να έχουν βιώσει κι εκείνοι την εμπειρία της ανάγκης να ενημερώσουν μια συσκευή. Εκτός από τα χαμένα ραντεβού, το 37% των εργαζομένων έχουν χάσει μέρος της μη αποθηκευμένης εργασίας ή των δεδομένων τους όταν επανεκκινήθηκε το PC ή το laptop τους μετά την εγκατάσταση ενημερώσεων.
Συνολικά, ορισμένοι εργαζόμενοι βλέπουν αυτή τη διακοπή λειτουργίας της συσκευής ως ευκαιρία να χρονοτριβήσουν, με το 27% των ερωτηθέντων να παραδέχονται ότι έχουν εγκαταστήσει ενημερώσεις για να χάνουν σκόπιμα χρόνο στην εργασία. Ωστόσο, στους εργαζόμενους συνήθως δεν αρέσει όταν διακόπτεται η εργασία τους, οπότε το 65% επιθυμεί ενημερώσεις εκτός ωρών εργασίας για να διατηρηθεί η παραγωγικότητά τους.
«Συνήθως, οι ενημερώσεις πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια των εργάσιμων ωρών σε αθόρυβη λειτουργία και δεν επηρεάζουν μια επιχείρηση. Ωστόσο, για εφαρμοστούν στο σύστημα, απαιτείται επανεκκίνηση. Φυσικά, ορισμένα επιχειρηματικά θέματα δεν μπορούν να αναβληθούν, επομένως συνήθως ένας χρήστης μπορεί να πραγματοποιήσει επανεκκίνηση εντός συγκεκριμένου χρονικού πλαισίου. Όπως μπορούμε να δούμε, ορισμένα άτομα είτε χάνουν τέτοιες ειδοποιήσεις είτε δεν θέλουν να το κάνουν. Επομένως, η απαιτούμενη επανεκκίνηση μπορεί να συμβεί στην πιο άβολη στιγμή – ακριβώς πριν από μια σημαντική κλήση ή όταν γράφουν ένα μεγάλο email», σχολιάζει ο Egor Kharchenko, IT Service και Asset Group Manager στην Kaspersky.
Για να διευκολύνουν τις ενημερώσεις για υπαλλήλους και διαχειριστές πληροφορικής, η Kaspersky συνιστά στα τμήματα πληροφορικής τα εξής:
1. Προγραμματίστε ενημερώσεις πιο κοντά στο τέλος της εργάσιμης ημέρας, όταν οι συσκευές είναι ακόμα ενεργοποιημένες και μπορούν να κατεβάσουν τις απαιτούμενες ενημερώσεις, αλλά η δραστηριότητα των εργαζομένων είναι συνήθως χαμηλότερη.
2. Εάν είναι δυνατόν, χρησιμοποιήστε το wake-on-LAN. Αυτή η τεχνολογία επιτρέπει την ενεργοποίηση των σταθμών εργασίας μέσω του δικτύου, οπότε μπορείτε να κάνετε λήψη ενημερώσεων εκτός των ωρών εργασίας.
3. Χωρίστε τους χρήστες σε διάφορες ομάδες, συμπεριλαμβανομένης μιας δοκιμαστικής ομάδας. Ενημερώστε τες μία προς μία, ώστε το τμήμα πληροφορικής να μπορεί να παρέχει οργανωμένα τη βοήθειά του σε όλους εάν κάτι πάει στραβά.
4. Ενημερώστε το προσωπικό για τη λειτουργία AutoSave, καθώς μπορεί να αποθηκεύσει αυτόματα όλες τις αλλαγές του.
5. Εγκαταστήστε μια λύση προστασίας τερματικού σημείου με δυνατότητες διαχείρισης κώδικα, όπως το Kaspersky Endpoint Security for Business. Επιπλέον, οι τεχνολογίες ανίχνευσης συμπεριφοράς και πρόληψης εκμετάλλευσης δεν επιτρέπουν στους κακόβουλους παράγοντες να αξιοποιήσουν unpatched ζητήματα ασφαλείας.