Στην Ελλάδα καταγράφονται περίπου 13.500 επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στην ασφαλιστική διαμεσολάβηση.
Από αυτές η συντριπτική πλειονότητα είναι ατομικές επιχειρήσεις και μόλις το 11,9% εξ αυτών είναι νομικά πρόσωπα. Ειδικότερα, όπως αποτυπώνεται σε έρευνα της ICAP και του ΕΕΑ με στοιχεία από την ΕΛΣΤΑΤ, την ΑΑΔΕ, την ΚΕΕΕ και την ΕΑΕΕ, που χαρτογραφούν την αγορά των διαμεσολαβητών, το 2020 στην αγορά υφίστανται 11.857 ατομικές επιχειρήσεις διαμεσολαβούντων και 1.603 νομικά πρόσωπα.
Οι διαμεσολαβητές σε ποσοστό 84% είναι Πράκτορες, 3 στους 4 είναι άνω των 40 ετών και 1 στους 2 διαμεσολαβητές έχει ετησίως έως 15.000 ευρώ ακαθάριστα έσοδα. 4 στους 10 διαμεσολαβητές έχουν προμήθειες έως 20.000 ευρώ, ενώ άνω των 90.000 ευρώ προμήθειες έχει το 8,1%. Εκτός των περιοχών της Αθήνας και του Πειραιά οι διαμεσολαβητές, φαίνεται ότι στην περιφέρεια συμπληρώνουν και με διαφορετικά επαγγέλματα τα εισοδήματά τους. Το 77,1% στην Αθήνα κάνουν αποκλειστικά αυτήν τη δουλειά, το 61% στη Θεσσαλονίκη, το 73% στον Πειραιά και το 54,2% στην περιφέρεια.
Η έρευνα διεξήχθη από τις 16 Ιανουαρίου 2020 μέχρι τις 29 Φεβρουαρίου 2020 με ερωτηματολόγιο σε περίπου 5.700 ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές. Όπως δείχνουν τα στοιχεία, το 34,2% των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών ξεκίνησε τη δραστηριότητά τους στον Κλάδο την περίοδο 2010 με 2020. Η πλειονότητα σε ποσοστό 56,4% ξεκίνησε από το έτος 2000 και μετά να ασκεί το επάγγελμα. Ο μέσος όρος των ετών δραστηριοποίησης είναι τα 18 έτη, στοιχείο που καταδεικνύει ότι ο Κλάδος είναι στελεχωμένος από επαγγελματίες με εμπειρία και γνώση της Ασφαλιστικής Αγοράς.
Όσον αφορά την ηλικία των διαμεσολαβητών το 43,9% των επαγγελματιών είναι ηλικίας άνω των 50 ετών, ενώ η μεγάλη πλειονότητα σε ποσοστό 74,6% είναι άνω των 40 ετών. Το 30,7% των επαγγελματιών του Κλάδου είναι 40 με 50 ετών. Όσον αφορά τώρα το πώς οι ασφαλιστικοί διαμεσολαβητές προσανατολίστηκαν στο επάγγελμα, το 46% αποφάσισε να δραστηριοποιηθεί στον Κλάδο μέσω κάποιου άλλου, το 20,2% αποφάσισε να γίνει διαμεσολαβητής με δική του πρωτοβουλία, το 16,3% επειδή του το πρότεινε η οικογένεια του, το 10,3% λόγω αγγελίας και το 7,2% λόγω άλλων παραγόντων.
Η συντριπτική πλειονότητα των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών, το 84% είναι Πράκτορες, το 4,9% είναι Μεσίτες και το 11,1% είναι Συντονιστές. Οι μισοί διαμεσολαβητές ασκούν το επάγγελμα με σχέση αποκλειστικής συνεργασίας. Από τους Μεσίτες που ασκούν ελεύθερα το επάγγελμα, το 62% στο παρελθόν είχε αποκλειστική συνεργασία με εταιρεία. Επίσης από την έρευνα φαίνεται ότι η πλειονότητα, δηλαδή το 54,1% των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών μη αποκλειστικής συνεργασίας είναι εκπρόσωποι με απευθείας σύμβαση δύο έως πέντε εταιρειών. Ενδεχομένως και ο μικρός αριθμός εταιρειών να οδηγεί σε καλύτερο έλεγχο του δικτύου. Επιπρόσθετα, 7 στους 10 ασφαλιστικούς διαμεσολαβητές δεν έχουν συνεργασία με άλλο πράκτορα. Το 56,5% ωστόσο των ασφαλιστικών διαμεσολαβητών που συνεργάζεται με άλλον ασφαλιστικό πράκτορα αποδίδει σε αυτόν το 25% της παραγωγής του. Το 17,7% που συνεργάζονται με άλλο πράκτορα δίνουν το 1/4 έως και το μισό της παραγωγής τους, το 8,1% που συνεργάζεται με άλλον πράκτορα δίνουν από το μισό μέχρι και τα τρία τέταρτα της παραγωγής τους, ενώ υπάρχει και το 17,7% των επαγγελματιών που δηλώνουν ότι δίνουν το 75% της παραγωγής τους και παραπάνω.
Σημαντικά είναι και τα στοιχεία τα οποία δείχνουν σε πόσους με τους οποίους συνεργάζονται αποδίδουν προμήθεια οι πράκτορες Αυτοί που συνεργάζονται και με άλλα γραφεία δήλωσαν ότι σε ποσοστό 37,2% αποδίδουν προμήθεια σε έναν συνεργάτη. Σε ποσοστό 23,9% σε δύο και σε ποσοστό 15% σε τρεις.
Όσον αφορά το πού εργάζονται οι ασφαλιστές, το 41,8% δηλώνουν ότι χρησιμοποιούν το υποκατάστημα κάποιας Ασφαλιστικής Εταιρείας, το 25% την οικία τους, το 22,6% ενοικιαζόμενο δικό τους χώρο και το 10,7% σε ιδιόκτητο δικό τους χώρο.
Διαβάστε τη συνέχεια στην Ειδική Έκδοση Μεσίτες & Πράκτορες 2021