Με μεγάλη συμμετοχή, των 57 από τα συνολικά 59 επιμελητήρια της χώρας, πραγματοποιήθηκε η γενική συνέλευση της ΚΕΕΕ.
Ο πρόεδρος της ένωσης κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου ανέφερε ότι η συνάντηση αυτή πραγματοποιείται σε μια κρίσιμη περίοδο για την αγορά και τις επιχειρήσεις, αλλά και για την ελληνική κοινωνία.
Ειδικότερα η ομιλία του είναι η ακόλουθη:
“Σύμφωνα με τον Κρατικό Προϋπολογισμό που κατατέθηκε την περασμένη εβδομάδα στη Βουλή, το 2021 θα κλείσει με ισχυρό ρυθμό ανάπτυξης και βελτίωση των δεικτών απασχόλησης.
Προβλέπει, επίσης, αύξηση της σωρευτικής ανάπτυξης για τα έτη 2021 και 2022. Τα στοιχεία αυτά βεβαίως εμπνέουν αισιοδοξία. Από την άλλη όμως, η τρέχουσα κατάσταση στην πραγματική οικονομία παραμένει δύσκολη, εξαιτίας εξωγενών κρίσεων και απειλών. Η πανδημία βρίσκεται και πάλι σε έξαρση πανευρωπαϊκά, επαναφέροντας την αβεβαιότητα και την ανησυχία στην οικονομία.
Μέχρι στιγμής έχουμε τη διαβεβαίωση εκ μέρους της κυβέρνησης, ότι δεν θα έχουμε περιορισμούς, όπως αυτούς που ίσχυσαν τον περασμένο χειμώνα. Τα μέτρα που λαμβάνονται ως τώρα, έχουν ως κύριο στόχο την αύξηση του ποσοστού των εμβολιασμένων πολιτών.
Η λογική αυτή βεβαίως μας βρίσκει σύμφωνους. Άλλωστε, η Επιμελητηριακή Οικογένεια έχει από την αρχή υποστηρίξει την ανάγκη για ενίσχυση του εμβολιασμού.
Δεν παύουν, όμως, οι συγκεκριμένες αποφάσεις να επηρεάζουν άμεσα τις επιχειρήσεις. Δεν παύουν να προκαλούν νέα εμπόδια, ειδικά σε κλάδους που έχουν πληγεί καίρια όλο αυτό το διάστημα, όπως είναι το λιανεμπόριο και η εστίαση.
Είναι αλήθεια ότι μέχρι τώρα έχουν ληφθεί αρκετά μέτρα για τη στήριξη των κλάδων αυτών, αλλά και γενικότερα των επιχειρήσεων, απέναντι στις επιπτώσεις της πανδημίας. Τα μέτρα αυτά, αναμφίβολα βοήθησαν στο να διατηρηθεί η κατάσταση υπό έλεγχο. Απέτρεψαν τα μαζικά λουκέτα και συγκράτησαν το κύμα ανεργίας.
Ωστόσο, τα προβλήματα παραμένουν και ζητούν λύσεις. Χιλιάδες επιχειρήσεις κινδυνεύουν να πνιγούν στα χρέη, που συσσωρεύθηκαν στη διάρκεια της πανδημίας. Και από αυτές, πάνω από 8 στις 10, δεν έχουν καμία πρόσβαση σε τραπεζικό δανεισμό.
Ειδικά για τις μικρές επιχειρήσεις των κλάδων που ανέστειλαν τη λειτουργία τους ή υπολειτούργησαν με κρατική εντολή, η έλλειψη ρευστότητας εξακολουθεί να είναι ασφυκτική. Σαν να μην έφτανε η πανδημία, έχουμε να αντιμετωπίσουμε και το διεθνές κύμα ανατιμήσεων. Το οποίο ψαλιδίζει το διαθέσιμο εισόδημα των καταναλωτών και επιβαρύνει σοβαρά το κόστος λειτουργίας των επιχειρήσεων.
Ειδικά στην ενέργεια, μέσα σε μια χρονιά είχαμε αύξηση 132% στο κόστος του φυσικού αερίου, 46% στο πετρέλαιο θέρμανσης ενώ υπάρχουν επιχειρηματίες που είδαν το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος να έχει τριπλασιαστεί. Μέσα σε αυτό το περιβάλλον είναι απαραίτητο να διατηρηθούν υφιστάμενες και να υπάρξουν νέες παρεμβάσεις στήριξης. Είναι υποχρέωση της Πολιτείας να διατηρήσει ένα επαρκές δίχτυ προστασίας για τις επιχειρήσεις και ειδικά για τις πιο ευάλωτες.
Ένα άκρως απαραίτητο μέτρο, που έχουμε ζητήσει ήδη, είναι η μετάθεση της έναρξης αποπληρωμής της ενίσχυσης που έλαβαν οι επιχειρήσεις, μέσω της επιστρεπτέας προκαταβολής.
Αναμένουμε το αίτημα αυτό να γίνει δεκτό, προκειμένου να δώσει μια ανάσα στην αγορά. Επίσης, ζητάμε την οριζόντια εφαρμογή των περιοριστικών μέτρων, ώστε να μη δημιουργούνται συνθήκες αθέμιτου ανταγωνισμού, σε βάρος των μικρότερων επιχειρήσεων. Και βεβαίως θεωρούμε αυτονόητο ότι θα πρέπει να συνεχιστούν και να ενταθούν οι προσπάθειες, προκειμένου να αυξηθούν οι εμβολιασμοί.
Όσον αφορά τώρα την αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων:
Είναι σαφώς θετικά τα νέα μέτρα που ανακοίνωσε πρόσφατα η κυβέρνηση, για την προστασία των ευάλωτων νοικοκυριών – και για πρώτη φορά και των ενεργοβόρων επιχειρήσεων – από την ενεργειακή κρίση.
Η αυξημένη επιδότηση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και η πεντάμηνη αναστολή της πληρωμής ρυθμιζόμενων χρεώσεων για τη βιομηχανία που τροφοδοτείται από τη μέση τάση, θα συγκρατήσουν σε κάποιο βαθμό τις επιπτώσεις της ανόδου των τιμών της ενέργειας.
Ωστόσο, το κύμα της ακρίβειας απλώνεται πλέον σε όλο το μήκος της αλυσίδας: από την ενέργεια και τις πρώτες ύλες, μέχρι τις μεταφορές. Θεωρούμε απαραίτητο, λοιπόν, να υπάρξει ένα ευρύτερο πλέγμα μέτρων προστασίας.
Ως Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων έχουμε καταθέσει συγκεκριμένες προτάσεις σε αυτή την κατεύθυνση. Αυτές περιλαμβάνουν:
• τη μείωση του ΦΠΑ στο 6% για τα είδη πρώτης ανάγκης
• τη μη επιβολή Ειδικού Φόρου κατανάλωσης στην αύξηση της τιμής της ενέργειας
• την κατάργηση του ΕΦΚ στον καφέ
• φοροελαφρύνσεις, όπως η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος.
Μετά από σχεδόν δύο χρόνια πανδημίας, που διαδέχθηκε μια δεκαετία ύφεσης, οι αντοχές των επιχειρήσεων έχουν εξαντληθεί. Σε αυτό το κρίσιμο σημείο, κάθε αρνητική εξέλιξη μπορεί να είναι καταστροφική. Χρειάζονται κατάλληλες παρεμβάσεις, για να αντέξουμε στις πιέσεις και να περάσουμε στην επόμενη μέρα, με τις λιγότερες δυνατές απώλειες.
Ο τρόπος με τον οποίο θα διαχειριστούμε τις προκλήσεις του σήμερα, θα κρίνει σε μεγάλο βαθμό και τις προοπτικές της επόμενης μέρας. Θα μας επιτρέψει να στηρίξουμε την επανεκκίνηση και την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, σε πιο ισχυρές βάσεις. Να προχωρήσουμε, χωρίς να «σέρνουμε» βαρίδια και προβλήματα, που δεν αντιμετωπίστηκαν στον κατάλληλο χρόνο. Είναι σημαντικό το ότι έχουμε ως χώρα εξασφαλίσει σημαντικούς αναπτυξιακούς πόρους για τα επόμενα χρόνια, μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ. Ωστόσο, το ζητούμενο δεν είναι να πετύχουμε υψηλό ρυθμό ανάπτυξης, για μια περίοδο μερικών ετών.
Το μεγάλο στοίχημα είναι η μετάβαση σε ένα σύγχρονο παραγωγικό μοντέλο. Είναι η κινητοποίηση του συνόλου των παραγωγικών δυνάμεων και των πλεονεκτημάτων της χώρας.
Είναι ο εκσυγχρονισμός και η ενδυνάμωση όλων των επιχειρήσεων. Ώστε να μπορέσουν να αναπτυχθούν, στο σύγχρονο δυναμικό και απαιτητικό περιβάλλον. Ένα περιβάλλον που επιβάλλει την επιτάχυνση του ψηφιακού τους μετασχηματισμού, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας και της εξωστρέφειάς τους.
Αναγνωρίζουμε τη σημασία που έχει στην προσπάθεια αυτή η επιχειρηματική μεγέθυνση. Αναγνωρίζουμε ότι το επιχειρηματικό μέγεθος σχετίζεται άμεσα με την πρόσβαση στην καινοτομία, με τη δημιουργία οικονομιών κλίμακας, με την αναβάθμιση της παραγωγικότητας. Και βεβαίως συμφωνούμε με την ενθάρρυνση των συνεργασιών μεταξύ επιχειρήσεων, ακόμη και συγχωνεύσεων.
Όμως η διαδικασία αυτή δεν μπορεί να γίνει βεβιασμένα και εκβιαστικά. Δεν μπορούν από τη μια στιγμή στην άλλη να θεωρηθούν υπολειμματικό μέγεθος της οικονομίας οι μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις – που αποτελούν το 99,5% σχεδόν του συνόλου των ελληνικών επιχειρήσεων.
Δεν μπορούμε, από τη μια στιγμή στην άλλη, να τους πούμε «είτε συγχωνεύεστε, είτε καταργείστε.».
Χρειάζονται κατάλληλες πολιτικές, για να μπορέσουν οι μικρές επιχειρήσεις να επιβιώσουν. Και στη συνέχεια να επιδιώξουν τη μεγέθυνσή τους, μέσω και των συνεργασιών και συγχωνεύσεων.
Χρειάζεται να επιλύσουμε προβλήματα, όπως η άνιση πρόσβαση στη χρηματοδότηση, και όχι να τα εντείνουμε με περισσότερους αποκλεισμούς. Χρειάζεται ένα σχέδιο παραγωγικού μετασχηματισμού, το οποίο θα λαμβάνει υπόψη τα δομικά χαρακτηριστικά της ελληνικής οικονομίας.
Ένα σχέδιο που θα διασφαλίζει μακροπρόθεσμα τη βιωσιμότητα και την ανθεκτικότητα των επιχειρήσεων. Θα προωθεί την ισόρροπη ανάπτυξη στις Περιφέρειες της χώρας. Θα ευνοεί τη δημιουργία περισσότερων και καλύτερων θέσεων εργασίας.
Σε αυτή την κατεύθυνση, απαιτούνται συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις, μέτρα και παρεμβάσεις. Ως Επιμελητηριακή Κοινότητα έχουμε διατυπώσει συγκεκριμένες θέσεις και προτάσεις και τις έχουμε γνωστοποιήσει τόσο στην κυβέρνηση, όσο και στα κόμματα της αντιπολίτευσης.
Πάγιο αίτημά μας, είναι η αποτελεσματική διαχείριση του προβλήματος του χρέους που συσσώρευσαν οι επιχειρήσεις, στη διάρκεια της πανδημίας. Παρά τα μέτρα που έχουν ληφθεί ως τώρα, ένα πολύ μεγάλο μέρος των επιχειρήσεων αντιμετωπίζει και πάλι τεράστιες δυσκολίες να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του.
Η λύση, την οποία έχουμε προτείνει είναι η διαγραφή μέρους των οφειλών που δημιουργήθηκαν την περίοδο της πανδημίας. Λύση, η οποία πρέπει να διεκδικηθεί και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, καθώς τα ίδια προβλήματα και τους ίδιους κινδύνους αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες. Εναλλακτικά, θα πρέπει να υπάρξει αύξηση του αριθμού των δόσεων. Σε διαφορετική περίπτωση, υπάρχει κίνδυνος 200.000 επιχειρήσεις να οδηγηθούν σε κλείσιμο.
Ζητάμε, επίσης, διευκόλυνση της πρόσβασης των επιχειρήσεων σε χρηματοδότηση. Ένα σημαντικό μέρος των κονδυλίων του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης θα κατευθυνθεί στις επιχειρήσεις μέσω των τραπεζών. Αν συνεχιστεί το σημερινό καθεστώς του αποκλεισμού των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, το αποτέλεσμα θα είναι καταστροφικό και για τις ίδιες και για την οικονομία.
Πρέπει, λοιπόν, να υπάρξουν ουσιαστικές εγγυήσεις από την Πολιτεία, όσον αφορά την πρόσβαση των επιχειρήσεων τουλάχιστον στις χρηματοδοτήσεις που αφορούν ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους.
Ζητάμε, όμως, και από τις τράπεζες να προσαρμόσουν την προσέγγισή τους. Να σχεδιάσουν κατάλληλες λύσεις, με βάση τα μεγέθη και τις ανάγκες των μικρότερων επιχειρήσεων και τις προοπτικές κάθε κλάδου.
Ως προς τη στρατηγική αξιοποίηση των κονδυλίων του ΕΣΠΑ και του Ταμείου Ανάκαμψης:
• Θεωρούμε ότι πρέπει να περιλαμβάνει δράσεις για την επέκταση της παραγωγής, σε όλους τους τομείς: από τον πρωτογενή τομέα, τη βιομηχανία και τη βιοτεχνία μέχρι τις υπηρεσίες.
• Πρέπει να ενθαρρύνει τη δημιουργία νέων επιχειρηματικών σχηματισμών, για την ενδυνάμωση των επιχειρήσεων.
• Πρέπει να ενθαρρύνει την ψηφιοποίηση, ειδικά των μικρότερων επιχειρήσεων, με ειδικά κίνητρα και ενισχύσεις.
• Πρέπει να υποστηρίζει την ενσωμάτωση της καινοτομίας και των νέων τεχνολογιών.
- Με ενίσχυση των δαπανών για Έρευνα και Ανάπτυξη
- Με στενότερη διασύνδεση ανάμεσα σε επιστημονικά και ερευνητικά ιδρύματα, πανεπιστήμια, κράτος και επιχειρήσεις.
- Με τη δημιουργία περιφερειακών συνεργατικών σχηματισμών, για την προώθηση της εφαρμοσμένης έρευνας και της καινοτομίας στις επιχειρήσεις.
- Με μέτρα στήριξης της νεοφυούς επιχειρηματικότητας. Με περισσότερα κεφάλαια και χρηματοδοτικά εργαλεία, για νεοφυείς και υφιστάμενες επιχειρήσεις που εφαρμόζουν καινοτόμες ιδέες.• Χρειάζεται, επίσης, σοβαρή επένδυση στο ανθρώπινο δυναμικό της χώρας. Στην ανάπτυξη σύγχρονων δεξιοτήτων, ώστε να στηριχθεί η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων, αλλά και για να διασφαλίσουμε ότι η μετάβαση στην ψηφιακή και πράσινη οικονομία δεν θα αφήσει ανθρώπους στο περιθώριο.
1. Σε αυτό το στόχο πρέπει να ενώσουμε τις δυνάμεις μας: Πολιτεία, κοινωνικοί εταίροι και φορείς της αγοράς.
2. Να αναβαθμίσουμε το σύστημα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης, να δημιουργήσουμε σύγχρονα προγράμματα μαθητείας και πρακτικής άσκησης.
3. Να προσπαθήσουμε να εντάξουμε νέα γνωστικά αντικείμενα και προγράμματα ανάπτυξης δεξιοτήτων στο εκπαιδευτικό μας σύστημα.
Θέλω εδώ να τονίσω, όμως, κάτι σημαντικό. Το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ θα παρέχουν τους πόρους για τη χρηματοδότηση αναπτυξιακών έργων και δράσεων. Όμως, το τελικό αποτέλεσμα, σε όρους βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας της ανάπτυξης, θα κριθεί στο επίπεδο των μεταρρυθμίσεων.
Γιατί δεν αρκεί να ενισχύουμε επενδύσεις, όταν – για παράδειγμα – το διοικητικό περιβάλλον παραμένει χαώδες. Όταν η διαδικασία απονομής της δικαιοσύνης δεν λειτουργεί. Όταν η υψηλή φορολογία λειτουργεί ως αντικίνητρο.
Οι επιχειρήσεις για να επενδύσουν και να αναπτυχθούν, χρειάζονται πάνω από όλα ένα σταθερό και γόνιμο έδαφος. Το οποίο τους παρέχει την ασφάλεια ότι τα σχέδιά τους θα μπορέσουν να υλοποιηθούν, χωρίς αιφνιδιασμούς, χωρίς απρόβλεπτες γραφειοκρατικές ή άλλες εμπλοκές, με τεράστιο κόστος σε χρόνο και χρήμα.
Είναι, λοιπόν, απαραίτητο να συνεχιστούν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για ένα πιο φιλικό και προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον.
• Με εκσυγχρονισμό της νομοθεσίας και απλοποίηση διαδικασιών, ειδικά σε θέματα αδειοδότησης επιχειρήσεων, καταχώρισης ιδιοκτησίας κ.ά.
• Με τη συνέχιση και την ολοκλήρωση του ψηφιακού μετασχηματισμού της δημόσιας διοίκησης, για την αναβάθμιση των υπηρεσιών προς τους πολίτες και τις επιχειρήσεις.
• Με περαιτέρω μείωση της φορολογίας και των ασφαλιστικών εισφορών.
• Με μέτρα για την επιτάχυνση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης.
Κυρίες και Κύριοι,
Η περίοδος που διανύουμε είναι εξαιρετικά κρίσιμη. Ο επιχειρηματικός κόσμος βρίσκεται ανάμεσα στα συσσωρευμένα προβλήματα από το παρελθόν, στις έκτακτες δυσκολίες του σήμερα, αλλά και στις ευκαιρίες που φέρνει το αύριο.
Η Ελλάδα και οι άνθρωποί της έχουν σπουδαίες δυνατότητες.
Και με τη χρηματοδοτική υποστήριξη που έχει εξασφαλιστεί, μπορούν να πετύχουν πολλά στο επόμενο διάστημα.
Όμως, η πορεία προς την ανάπτυξη δεν είναι εξασφαλισμένη. Ούτε αυτόματη.
Δεν θα φτάσουμε στην ανάπτυξη υποβαθμίζοντας προβλήματα, αλλά εστιάζοντας σοβαρά στην επίλυσή τους.
Δεν θα φτάσουμε στην ανάπτυξη αποκλείοντας και περιθωριοποιώντας όσους δυσκολεύονται τώρα να συμβαδίσουν. Αλλά στηρίζοντας το μετασχηματισμό και την ενδυνάμωσή τους. Ώστε κανείς να μη μείνει πίσω.
Εμείς, ως Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος, θα συνεχίσουμε να είμαστε στην πρώτη γραμμή αυτής της μάχης. Πιο ουσιαστικά και δυναμικά από ποτέ.
Συνεχίζουμε να εκπροσωπούμε τα μέλη μας σε όλη την Ελλάδα. Να μεταφέρουμε τη φωνή και τις αγωνίες τους. Να στηρίζουμε τη δραστηριότητά τους, με νέες υπηρεσίες και πρωτοβουλίες.
Συνεχίζουμε να διατυπώνουμε τεκμηριωμένες προτάσεις, ως θεσμικός σύμβουλος της Πολιτείας. Να επιδιώκουμε το διάλογο και τη συνεργασία, με στόχο την εξεύρεση λύσεων.
Τα Επιμελητήρια είναι εδώ και συνεχίζουν να εργάζονται, προκειμένου η επιχειρηματικότητα να μπορέσει να αντέξει και να ανθίσει, σε κάθε γωνιά της Ελλάδας και να οδηγήσει την ελληνική οικονομία σε μία νέα εποχή.
Δύναμη μας η ενότητα μας!”