Την ανάγκη της περαιτέρω σύσφιξης των επιχειρηματικών σχέσεων μεταξύ Ελλάδας και Κύπρου και την ευρύτερη συνεργασία των επιχειρηματικών κοινοτήτων των δύο χωρών, τόνισε μεταξύ άλλων ο Πρόεδρος της ΚΕΕΕ και του ΕΕΑ, Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, στην ομιλία του στη ΓΣ του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου (ΚΕΒΕ) στη Λευκωσία, την Τετάρτη 1/12, παρουσία του Προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκου Αναστασιάδη, Υπουργών, της Διοίκησης του ΚΕΒΕ και μελών του.
Ο κ. Χατζηθεοδοσίου, ο οποίος ως κύριος ομιλητής είχε την τιμή να μιλήσει πρώτος στην εκδήλωση, αρχικά μετέφερε τους χαιρετισμούς και την στήριξη της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας στην κυπριακή. «Η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν κοινή ιστορία, κοινή γλώσσα, πολιτισμό και αξίες. Είναι δεδομένη, λοιπόν, η φιλία και η αλληλεγγύη. Είναι δεδομένη η σύμπνοια και η συνεργασία σε όλα τα επίπεδα», τόνισε κατά την ομιλία του ο Πρόεδρος της ΚΕΕΕ, ενώ αναφερόμενος στις προκλήσεις της εποχής υπογράμμισε την ανάκαμψη και επανεκκίνηση των δύο οικονομιών, μετά από την πρωτόγνωρη σε διάρκεια και ένταση υγειονομική κρίση, την προσαρμογή στις απαιτήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η ψηφιακή και τεχνολογική επανάσταση, τους κινδύνους από την κλιματική αλλαγή και βεβαίως την προάσπιση των εθνικών συμφερόντων Ελλάδας και Κύπρου, απέναντι στη συνεχιζόμενη τουρκική επιθετικότητα και αδιαλλαξία.
«Είναι σημαντικό το ότι οι δύο χώρες, σε πολιτικό επίπεδο, παραμένουν απόλυτα συντονισμένες, προκειμένου να απαντήσουν στην προκλητικότητα της Τουρκίας, με τρόπο οργανωμένο και συμβατό με το Διεθνές Δίκαιο. Θέλω, αντίστοιχα, να σας διαβεβαιώσω ότι η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα ήταν και παραμένει πάντα στο πλευρό της Κύπρου», συμπλήρωσε ο κ. Χατζηθεοδοσίου.
Άμεσος στόχος των δύο επιχειρηματικών κοινοτήτων, μετά και τις επίσημες επαφές που είχε ο Πρόεδρος της ΚΕΕΕ στην Κύπρο, είναι η δημιουργία Ελληνο-Κυπριακού Επιμελητηρίου, η διεξαγωγή επιχειρηματικών φόρουμ σε Αθήνα και Λευκωσία το αμέσως επόμενο διάστημα και η συνεργασία μεταξύ ελληνικών και κυπριακών επιχειρήσεων για την περαιτέρω πρόσβαση των ελληνικών στην αγορά της Μέσης Ανατολής και των κυπριακών σε αυτή των Βαλκανίων.
Κατά τη διάρκεια της Γενικής Συνέλευσης, αντιπροσωπεία της ΚΕΕΕ αποτελούμενη από τον Πρόεδρο Γιάννη Χατζηθεοδοσίου, τον Β΄Αντιπρόεδρο Παύλο Ραβάνη και τον Γ.Γ. Παναγιώτη Αγνιάδη, απένειμε τιμητικές πλακέτες στον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, Νίκο Αναστασιάδη και στον Πρόεδρο του ΚΕΒΕ, Χριστόδουλο Αγκαστινιώτη, ενώ στο περιθώριο της εκδήλωσης τίμησε και την Νατάσα Πηλείδου, Υπουργό Ενέργειας, Εμπορίου και Βιομηχανίας της Κύπρου.
Στις ομιλίες τους ο Νίκος Αναστασιάδης και ο Χριστόδουλος Αγκαστινιώτης αναφέρθηκαν –μεταξύ άλλων- στην παρουσία της ΚΕΕΕ στην Κύπρο, τονίζοντας την σημασία των συνεργειών των δύο επιχειρηματικών κοινοτήτων, με τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας να εστιάζει περισσότερο στα εθνικά θέματα και τον Πρόεδρο του ΚΕΒΕ στις προοπτικές της κυπριακής οικονομίας και στις πρωτοβουλίες που πρέπει να ληφθούν για την ανάπτυξη της.
Η εκδήλωση ξεκίνησε με ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του εκλιπόντος Προέδρου της ΚΕΕΕ Κωνσταντίνου Μίχαλου.
Από το Ε.Ε.Α.
Ακολουθεί η ομιλία του Γιάννη Χατζηθεοδοσίου στο επίσημο μέρος της Γενικής Συνέλευσης του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου:
Κύριε Πρόεδρε της Κυπριακής Δημοκρατίας,
Κύριε Πρόεδρε του Κυπριακού Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου,
Κυρίες και Κύριοι….
Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω θερμά – ιδιαίτερα τον Πρόεδρο κ. Αγκαστινιώτη – για την τιμητική πρόσκληση και για τη θερμή σας φιλοξενία. Με χαρά και συγκίνηση βρίσκομαι απόψε εδώ, μεταφέροντας τους αδελφικούς χαιρετισμούς της ελληνικής επιμελητηριακής κοινότητας. Την οποία έχω εδώ και λίγους μήνες τη μεγάλη τιμή να εκπροσωπώ, ως Πρόεδρος της Κεντρικής Ένωσης Επιμελητηρίων Ελλάδος. Ενός φορέα που εκπροσωπεί με ευθύνη και υπερηφάνεια 59 Επιμελητήρια και 900.000 επιχειρήσεις σε όλη την Ελλάδα.
Ενός φορέα που εδώ και χρόνια διατηρεί ισχυρούς και στενούς δεσμούς φιλίας με το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο. Η παρουσία μου εδώ είναι μια συμβολική και ουσιαστική επιβεβαίωση της πρόθεσής μας, όχι μόνο να διαφυλάξουμε, αλλά και να ενισχύσουμε ακόμη περισσότερο αυτούς τους δεσμούς. Να επενδύσουμε ακόμη πιο ουσιαστικά στη μεταξύ μας σχέση και συνεργασία, προς όφελος των μελών και των οικονομιών μας. Η Ελλάδα και η Κύπρος έχουν κοινή ιστορία, κοινή γλώσσα, πολιτισμό και αξίες. Είναι δεδομένη, λοιπόν, η φιλία και η αλληλεγγύη. Είναι δεδομένη η σύμπνοια και η συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. Είναι, όμως, και επιβεβλημένη προκειμένου να μπορέσουμε να ανταποκριθούμε στις μεγάλες, κοινές προκλήσεις της εποχής μας.
Προκλήσεις όπως η ανάκαμψη και η επανεκκίνηση των οικονομιών μας, μετά από μια πρωτόγνωρη σε διάρκεια και ένταση υγειονομική κρίση.
Προκλήσεις όπως είναι η προσαρμογή στις απαιτήσεις και τις ευκαιρίες που δημιουργεί η ψηφιακή και τεχνολογική επανάσταση. Προκλήσεις όπως είναι το μέλλον της ενέργειας, οι κίνδυνοι από την κλιματική αλλαγή και οι ενέργειες για την αντιμετώπισή τους. Προκλήσεις όπως είναι η διατήρηση της ειρήνης και της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Και βεβαίως, η προάσπιση των εθνικών συμφερόντων Ελλάδας και Κύπρου, απέναντι στη συνεχιζόμενη τουρκική επιθετικότητα και αδιαλλαξία. Είναι σημαντικό το ότι οι δύο χώρες, σε πολιτικό επίπεδο, παραμένουν απόλυτα συντονισμένες, προκειμένου να απαντήσουν στην προκλητικότητα της Τουρκίας, με τρόπο οργανωμένο και συμβατό με το Διεθνές Δίκαιο. Θέλω, αντίστοιχα, να σας διαβεβαιώσω ότι η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα ήταν και παραμένει πάντα στο πλευρό της Κύπρου.
Είμαστε δίπλα σας, ενάντια σε κάθε παράνομη ενέργεια εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας: από την εισβολή και τη συνεχιζόμενη κατοχή ενός μεγάλου μέρους της επικράτειάς της, μέχρι τις πρόσφατες παράνομες εξαγγελίες για τα Βαρώσια και τις προκλήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ. Είμαστε δίπλα σας, στηρίζοντας τον αγώνα σας για δίκαιη και βιώσιμη λύση του Κυπριακού, με βάση το ευρωπαϊκό κεκτημένο και τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας. Μοιραζόμαστε μαζί σας, το κοινό όραμα Ελλαδιτών και Κυπρίων, για ένα νησί ενωμένο και απαλλαγμένο από στρατεύματα κατοχής. Για μια χώρα με ενιαία οικονομία, που θα λειτουργεί ως κόμβος περιφερειακής συνεργασίας και ανάπτυξης, αξιοποιώντας τα πλεονεκτήματά της και τις δυνατότητες των ανθρώπων της. Κι αυτό το όραμα θα συνεχίσουμε να υπηρετούμε στη βάση των αρμοδιοτήτων μας:
- ενισχύοντας το κλίμα φιλίας και ενότητας μεταξύ των δύο επιχειρηματικών κοινοτήτων, αλλά και των λαών μας.
- καλλιεργώντας και ενθαρρύνοντας συνεργασίες που δημιουργούν αμοιβαία οφέλη και ενισχύουν την ανάπτυξη εκατέρωθεν.
Την περίοδο αυτή, οι οικονομίες τόσο της Ελλάδας όσο και της Κύπρου, επιχειρούν να διαχειριστούν και να ανακάμψουν από τις επιπτώσεις της πανδημίας. Στη διάρκεια του 2020 τόσο η ελληνική όσο και η κυπριακή οικονομία – η οποία μέχρι τότε σημείωνε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης – επηρεάστηκαν έντονα. Και οι δύο γνώρισαν σημαντική ύφεση, η οποία ωστόσο κινήθηκε σε επίπεδα χαμηλότερα του αναμενόμενου – κυρίως λόγω των μέτρων στήριξης που εφαρμόστηκαν.
Είναι, επίσης, θετικό το γεγονός ότι ο ρυθμός ανάπτυξης ανακάμπτει δυναμικά και στις δύο χώρες εντός του 2021. Προβλήματα στο επίπεδο της πραγματικής οικονομίας σαφώς εξακολουθούν να υπάρχουν. Υπάρχουν οι πιέσεις ρευστότητας που δημιουργήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, υπάρχει ακόμη ένας βαθμός αβεβαιότητας για την εξέλιξη της επιδημιολογικής κατάστασης στο επόμενο διάστημα και για ενδεχόμενα νέα μέτρα περιορισμού της εξάπλωσης του ιού. Παρ’ όλα αυτά, οι προοπτικές για το 2022 είναι θετικές. Και ενισχύονται περαιτέρω από την αναμενόμενη επίδραση των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης και Ανθεκτικότητας.
Πόρων, οι οποίοι σύμφωνα με τα αντίστοιχα Εθνικά Σχέδια, θα κατευθυνθούν σε τομείς όπως η πράσινη μετάβαση, ο ψηφιακός μετασχηματισμός της οικονομίας, η ανάπτυξη δεξιοτήτων στο ανθρώπινο δυναμικό και σε αρκετούς άλλους τομείς που σχετίζονται άμεσα με την αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου των οικονομιών μας.
Πόρων, οι οποίοι θα πρέπει – επίσης – να αξιοποιηθούν για την ενδυνάμωση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, που συγκροτούν το μεγαλύτερο μέρος του επιχειρηματικού ιστού, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο. Κοινοί στόχοι και για τις δύο οικονομίες, είναι η οικοδόμηση ενός βιώσιμου και εξωστρεφούς μοντέλου ανάπτυξης. Ενός μοντέλου το οποίο θα είναι περισσότερο ανθεκτικό απέναντι στις αναταράξεις του διεθνούς περιβάλλοντος. Θα δημιουργεί περισσότερες και ποιοτικές θέσεις εργασίας. Σε αυτή την προσπάθεια, οι επιχειρήσεις μπορούν και πρέπει να αναλάβουν πρωταγωνιστικό ρόλο. Θεωρώ λοιπόν, ότι στην παρούσα συγκυρία, οι συνθήκες για τη διεύρυνση και την εμβάθυνση των διμερών εμπορικών και επιχειρηματικών σχέσεων είναι ιδιαίτερα ευνοϊκές.
Οι βάσεις αυτής της προσπάθειας έχουν ήδη χτιστεί και αποτελούν ένα ισχυρό εφαλτήριο για τη συνέχεια. Οι εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών ήταν πάντα στενές, γόνιμες και στηριγμένες στην αμοιβαία εμπιστοσύνη. Σύμφωνα με τα στοιχεία, αυτό διατηρήθηκε και κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Το 2020 οι ελληνικές εξαγωγές στην Κύπρο ανήλθαν σε 2 δισεκατομμύρια ευρώ, με κύρια προϊόντα τα ορυκτά καύσιμα, τα μηχανήματα, τα φαρμακευτικά προϊόντα, τα τεχνουργήματα από χυτοσίδηρο, σίδηρο και χάλυβα, τα παιχνίδια και τα αθλητικά είδη, προϊόντα διατροφής και αρκετά άλλα προϊόντα. Αντίστοιχα, οι εισαγωγές από την Κύπρο ανήλθαν σε 361 εκατομμύρια, με κυριότερα προϊόντα τις μηχανές, τα οργανικά χημικά προϊόντα, τα φαρμακευτικά.
Όπως, μάλιστα, δείχνουν τα μέχρι τώρα στοιχεία για το 2021, οι εμπορικές συναλλαγές των δύο χωρών εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, παρά τις αντίξοες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία. Η Ελλάδα παραμένει κορυφαίος προμηθευτής και ταυτόχρονα ένας από τους κυριότερους εξαγωγικούς προορισμούς των κυπριακών προϊόντων, μαζί με το Ηνωμένο Βασίλειο. Παράλληλα, έχουμε σημαντική παρουσία Κυπριακών επιχειρήσεων στην Ελλάδα, σε τομείς όπως η τριτοβάθμια εκπαίδευση, οι νομικές, συμβουλευτικές και ασφαλιστικές υπηρεσίες, η φιλοξενία, η ανάπτυξη ακινήτων και αρκετούς ακόμα. Αντίστοιχα, πολλές ελληνικές επιχειρήσεις έχουν επεκτείνει τη δραστηριότητά τους στην Κύπρο, κυρίως σε τομείς όπως τα πετρελαιοειδή και το λιανεμπόριο. Η ανθεκτικότητα που παρατηρείται στη διάρκεια της πανδημίας, επιβεβαιώνει τις άρρηκτες και καλά εδραιωμένες σχέσεις μεταξύ των επιχειρήσεων των δύο χωρών. Επιβεβαιώνει, επίσης, τη συστηματική προσπάθεια των εκατέρωθεν Επιμελητηρίων και φορέων εξωστρέφειας, για την προώθηση και περαιτέρω ενδυνάμωση των εμπορικών επαφών και συνεργασιών.
Σε αυτή την κατεύθυνση συνεχίζουμε να κινούμαστε.
Είναι σημαντικό να «χτίσουμε» πάνω στις βάσεις που έχουν δημιουργηθεί ως τώρα. Και να κάνουμε ακόμη περισσότερα βήματα συνεργασίας. Ώστε οι δύο επιχειρηματικές κοινότητες να μπορέσουν να αξιοποιήσουν στο μέγιστο τις νέες ευκαιρίες που αναδύονται, τόσο στην Ελλάδα και στην Κύπρο, όσο και σε γειτονικές χώρες της ευρύτερης περιοχής. Ως προς το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών, οι ευκαιρίες αυτές εντοπίζονται σε τομείς όπως είναι ο τουρισμός, τα τρόφιμα και τα ποτά, η πράσινη ενέργεια και η ενεργειακή μετάβαση, οι κατασκευές κ.ά. Αντίστοιχα σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες υπάρχουν σε τομείς όπως είναι η ανάπτυξη ξενοδοχειακών μονάδων και υπηρεσιών, η αγορά και η ανάπτυξη ακινήτων, κ.α.
Γόνιμο πεδίο υπάρχει, επίσης, στον τομέα της ναυτιλίας, με την ενίσχυση της συνεργασίας σε θέματα όπως η διαχείριση πλοίων, η ναυτιλιακή τεχνολογία, η εκπαίδευση του ανθρώπινου δυναμικού και η παροχή συναφών υπηρεσιών.
Κυρίες και Κύριοι,
Η Ελλάδα και η Κύπρος συνδέονται με ακατάλυτους αδελφικούς δεσμούς. Σήμερα, αντιμετωπίζουν σημαντικές κοινές προκλήσεις, διαθέτουν όμως και σπουδαία πλεονεκτήματα και δυνατότητες. Τώρα είναι η στιγμή να τα αξιοποιήσουμε ακόμη πιο ουσιαστικά, ακόμη πιο εποικοδομητικά. Με αιχμή το εξαιρετικό επιχειρηματικό δυναμικό που υπάρχει και στις δύο πλευρές. Με όχημα τη μεταξύ μας επαφή και συνεργασία. Ως Κεντρική Ένωση Επιμελητηρίων Ελλάδος θα συνεχίσουμε να στηρίζουμε αυτή την προσπάθεια, ενώνοντας τις δυνάμεις μας με το Κυπριακό Εμπορικό και Βιομηχανικό Επιμελητήριο. Τόσο εγώ προσωπικά, όσο και το σύνολο της ελληνικής επιμελητηριακής οικογένειας, είμαστε πρόθυμοι να συμπράξουμε μαζί σας σε όλα τα επίπεδα.
Να ανταλλάξουμε εμπειρία και γνώση, στο πλαίσιο της επιμελητηριακής δράσης. Να μοιραστούμε ιδέες και καλές πρακτικές, για να στηρίξουμε αποτελεσματικότερα τις επιχειρήσεις μέλη μας – και ιδιαίτερα τις μικρομεσαίες – στην προσπάθεια για ψηφιακή μετάβαση, για εξωστρέφεια και ανάπτυξη.
Είμαστε πρόθυμοι να αναζητήσουμε από κοινού νέες ευκαιρίες και πεδία ενδιαφέροντος, να αναλάβουμε δράσεις για να διευκολύνουμε τη δικτύωση και τη συνεργασία.
Σας ευχαριστώ και πάλι για την πρόσκληση, για τη φιλοξενία και τη μεγάλη τιμή να βρίσκομαι απόψε μαζί σας.