Μεγάλο μέρος από τον οικογενειακό τους προϋπολογισμό ξοδεύουν στην υγεία οι Έλληνες, οι οποίοι ετησίως δίνουν περίπου το 7% του εισοδήματός τους σε ιατρικές επισκέψεις, φάρμακα, θεραπείες και νοσηλείες.
Το άρθρο είναι αναδημοσίευση από τον “Οδηγό Ασφάλισης” που εκδόθηκε από την εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ σε συνεργασία με το Ασφαλιστικό Marketing
Με τις κατά κεφαλήν δαπάνες στην Ελλάδα να είναι περίπου κατά 45% χαμηλότερες από τον μέσο όρο της ΕΕ, περίπου το 40% όλων των δαπανών υγείας καλύπτεται ιδιωτικά.
Όπως εξηγεί ο Ιωάννης Καντώρος, πρόεδρος της Επιτροπής Υγείας της Ένωσης Ασφαλιστικών Εταιρειών, «oι δαπάνες υγείας στη χώρα μας χαρακτηρίζονται από μια σημαντική αλλαγή, αλλά και από μια διαχρονική σταθερότητα.
Η αλλαγή αφορά τη δραστική μείωση της συνολικής δαπάνης την προηγούμενη δεκαετία, συνεπεία της οικονομικής κρίσης και των μνημονιακών δεσμεύσεων, μείωση η οποία έφτασε στο 36%. Έτσι, από 22,5 δισ. ευρώ το 2009 έφτασε τα 14,3 δισ. το 2019. Το αμετάβλητο χαρακτηριστικό αφορά την αναλογία της χρηματοδότησης της εθνικής αυτής δαπάνης μεταξύ κράτους, κοινωνικής ασφάλισης και ιδιωτικής συμμετοχής, η οποία αντιστοιχεί σε 30% -30% -40%. Ενδεικτικά, το 2019, το 40% της ιδιωτικής συμμετοχής, περιλαμβανομένων των “παραπληρωμών”, αντιστοιχεί σε περισσότερα από 5 δισ. ευρώ, που βγαίνουν απευθείας από την τσέπη των πολιτών, συν μόλις 672 εκατ. ευρώ μέσω της ιδιωτικής τους ασφάλισης. Η ιδιωτική ασφάλιση, συνεπώς, συμβάλλει στην κατά 5 ποσοστιαίες μονάδες μείωση των δαπανών υγείας που πληρώνουν τα ελληνικά νοικοκυριά».
Δεν είναι τυχαίο ότι η Ελλάδα έχει το δεύτερο υψηλότερο επίπεδο αυτοαναφερόμενων μη καλυπτόμενων αναγκών ιατρικής περίθαλψης στην ΕΕ (μετά την Εσθονία), αφού ένα στα δέκα νοικοκυριά ανέφερε ότι δεν είχε δυνατότητα πρόσβασης σε υπηρεσίες υγείας όταν τις χρειαζόταν (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, «Η Κατάσταση της Υγείας στην ΕΕ, ΕΛΛΑΔΑ Προφίλ Υγείας 2019»).
Σε σχέση με άλλες χώρες, η Ελλάδα παρουσιάζει επίσης μικρό βαθμό διείσδυσης στις ασφαλίσεις υγείας και σε αυτό το δεδομένο αποδίδεται η μεγάλη ιδιωτική δαπάνη που καταγράφεται. O κ. Καντώρος, επισημαίνοντας τη διαφοροποίηση της Ελλάδας από άλλα κράτη της ΕΕ, αναφέρει ότι «η ανωτέρω κατάσταση συνιστά ευρωπαϊκή πρωτοτυπία, αλλά και παράδοξο και στρέβλωση στο ίδιο το ελληνικό σύστημα υγείας. Λέμε τούτο, πρώτον, γιατί, ως ποσοστό, ο Έλληνας πληρώνει από την τσέπη του διπλάσια, σε σχέση με τη συντριπτική πλειονότητατων Ευρωπαίων πολιτών.
Δεύτερον, γιατί, παρά τη θεσμοθετημένη ευρεία και καθολική δημόσια περίθαλψη και υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση, δαπανά, επιπλέον, περισσότερο από 7% του οικογενειακού προϋπολογισμού του για τη φροντίδα της υγείας του. Σε ό,τι αφορά την ιδιωτική ασφάλιση, η διείσδυσή της στην Ελλάδα είναι περί το 15% και παραμένει χαμηλή σε σύγκριση με τα ευρωπαϊκά κράτη.
Τα χαμηλά ποσοστά διείσδυσης και αντίστοιχα συμμετοχής στη χρηματοδότηση της εθνικής δαπάνης υγείας εξηγούνται, πρωτίστως, από την παντελή απουσία κινήτρων για αγορά ιδιωτικής ασφάλισης και, κυρίως, από τη μη θεσμοθέτηση συμπληρωματικού ρόλου αυτής στο σύστημα κοινωνικής ασφάλισης. Αυτά τα στοιχεία αναγκάζουν, έως σήμερα, όσους συνάπτουν ασφαλιστήριο υγείας να πληρώνουν διπλά την κοινωνική και ιδιωτική ασφάλιση. Αυτό δεν είναι εφικτό για την πλειονότητα των συμπολιτών μας. Το όλο σύστημα, συνεπώς, δεν είναι αποδοτικό ούτε δίκαιο, Οι αλλαγές που απαιτούνται είναι θεμελιώδεις και, κατά την άποψή μας, οπωσδήποτε περιλαμβάνουν την ιδιωτική ασφάλιση, αλλά με σαφώς θεσμοθετημένο ρόλο και λειτουργία γνήσια συμπληρωματική προς την κοινωνική.
Έτσι, θα εκλείψουν οι ακάλυπτες ανάγκες και οι πολύ υψηλές ιδιωτικές δαπάνες. Λαμβάνοντας υπόψη την αξία της υγείας και τις θετικά μεταβαλλόμενες έναντι της ιδιωτικής ασφάλισης αντιλήψεις και διαθέσεις των Ελλήνων, εφόσον και η κυβέρνηση συμβάλλει με θετικά μέτρα για την ανάπτυξη της ιδιωτικής ασφάλισης υγείας, η κατάσταση αυτή θα αλλάξει προς το συμφέρον των πολιτών στο μέλλον».
Η εφημερίδα Καθημερινή & το Ασφαλιστικό Marketing σας παρουσιάζουν τον «Οδηγό Ασφάλισης»