Όλες οι εκθέσεις διεθνών οργανισμών και ασφαλιστικών ομίλων που σχετίζονται με τους σημαντικότερους κινδύνους του πλανήτη, κατατάσσουν συστηματικά τις φυσικές καταστροφές στην κορυφή.
του Ερρίκου Μοάτσου, Προέδρου της Επιτροπής Περιουσίας, Αντασφαλίσεων, Μεταφορών & Σκαφών της ΕΑΕΕ (Το άρθρο δημοσιεύτηκε στο Broker’s Time 68)
Χαρακτηριστικό παράδειγμα η ετήσια έκθεση του Παγκόσμιου Οικονομικού Φόρουμ (World Economic Forum Global Risks Report) η οποία και το 2022, παρά την κρίση της πανδημίας, ανέδειξε τις φυσικές καταστροφές και την μη αντιμετώπιση του κινδύνου της κλιματικής κρίσης ως τους σημαντικότερους κινδύνους που απειλούν τον κόσμο, τόσο σε μεσοπρόθεσμο όσο και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα.
Επίσης χαρακτηριστικό είναι ότι, με βάση το Swiss Re Institute, το 2021, με 250 δις ευρώ οικονομικές ζημιές από φυσικές καταστροφές και 105 δισ. ευρώ ασφαλισμένες ζημιές παγκοσμίως, είναι η 4η πιο ζημιογόνος χρονιά από το 1970. Ο συσχετισμός της υπερθέρμανσης του πλανήτη με την αύξηση τόσο στην συχνότητα όσο και στην σφοδρότητα των φυσικών καταστροφών, επιβεβαιώνεται από όλες τις μελέτες.
Σε μια χώρα όπως η Ελλάδα, που πέραν της έκθεσής της σε αυξανόμενες ζημιές που σχετίζονται με το κλίμα (πλημμύρες, δασικές πυρκαγιές), είναι μια από τις πλέον σεισμογενείς χώρες του κόσμου, η συστηματική αντιμετώπιση των ζημιών από φυσικές καταστροφές καθίσταται στρατηγικής και συστημικής σημασίας ζήτημα.
Ως βέλτιστος τρόπος συστηματικής αντιμετώπισης διεθνώς θεωρείται ο συνδυασμός της αποτελεσματικής πρόληψης -για την μείωση των επιπτώσεων- και η εξεύρεση -δίκαια κατανεμημένων- πόρων για την χρηματοδότηση των οικονομικών επιπτώσεων των ζημιών και συμβαίνουν.
Ο ρόλος της ασφαλιστικής αγοράς τόσο στην πρόληψη όσο και στην κάλυψη -χρηματοδότηση- των ζημιών από φυσικές καταστροφές είναι διεθνώς αναγνωρισμένος ως μείζονος σημασίας.
Οι ασφαλιστικές επιχειρήσεις, ως μέρος της διαδικασίας ανάληψης και διαχείρισης κινδύνων, συμβάλουν στην πρόληψη μέσω των συμβουλών που παρέχουν άμεσα ή έμμεσα στους ασφαλισμένους τους, αναγνωρίζοντας όλο και περισσότερο ότι οι επενδύσεις στην πρόληψη, στοιχίζουν συνολικά λιγότερο στην κοινωνία από την αποκατάσταση των ζημιών που θα συνέβαιναν χωρίς την πρόληψη.
Και βεβαίως ο κατ’ εξοχήν ρόλος των ασφαλιστικών επιχειρήσεων που είναι η ανάληψη του ρίσκου και η κάλυψη των ζημιών συμβάλει αποφασιστικά στην αντιμετώπιση των επιπτώσεων των φυσικών καταστροφών.
Παρά το σχετικά μεγάλο κενό προστασίας (σχέση ανασφάλιστων προς οικονομικές ζημιές) που διεθνώς είναι της τάξεως του 50% – 60% ενώ στην χώρα μας είναι ακόμα μεγαλύτερο (85% για τις κατοικίες), η ασφάλιση παραμένει ο κύριος μηχανισμός κάλυψης των ζημιών.
Η Ένωση Ασφαλιστικών Εταιριών Ελλάδος (ΕΑΕΕ) υποστηρίζει εδώ και χρόνια ότι, με κύριο άξονα την ιδιωτική ασφάλιση που διαθέτει την απαιτούμενη φερεγγυότητα, τεχνογνωσία και οργάνωση αλλά και με σύμπραξη με το δημόσιο, με σκοπό την μεγιστοποίηση της εξεύρεσης χρηματοδοτικών πόρων, καθίσταται εφικτό αλλά και αναγκαίο να θεσμοθετηθεί σύστημα καθολικής ασφαλιστικής κάλυψης των κατοικιών της χώρας.
Η σχετική μελέτη της ΕΑΕΕ που παρουσιάστηκε το 2018 και αντλεί από την διεθνή εμπειρία άλλων χωρών, αποτελεί πρώτης τάξεως λύση στο πρόβλημα αποκατάστασης των ζημιών που συμβαίνουν όλο και πιο συχνά.
Μόνο το τελευταίο 18μηνο, δηλαδή από τον Σεπτέμβριο του 2020, η ΕΑΕΕ έχει καταγράψει 9 καταστροφικά γεγονότα (Ιανός, Μήδεια, Μπάλλος, πλημμύρες στην Κρήτη, σεισμοί στον Τύρναβο, την Σάμο και την Κρήτη, δασικές πυρκαγιές στην Αττική και την Εύβοια) με συνολικό κόστος ασφαλισμένων ζημιών 113 εκατ. ευρώ για περίπου 8 χιλιάδες ζημιές -ενώ οι οικονομικές ζημιές που προκάλεσαν ήταν πολλαπλάσιο των ασφαλισμένων.
Τόσο η έλλειψη πόρων όσο και η οργάνωση που απαιτείται για την διαχείριση των αποζημιώσεων χιλιάδων ζημιών, καθιστούν το υφιστάμενο σύστημα που επί της ουσίας βασίζεται σε αρωγή από το Κράτος, αναποτελεσματικό.
Πρόσφατα τέθηκε σε διαβούλευση ο Εθνικός Κλιματικός Νόμος για την μετάβαση στην κλιματική ουδετερότητα και προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, στα πλαίσια του οποίου, το άρθρο 19 καθιερώνει μεν την υποχρέωση ασφάλισης από το 2025 έναντι πλημμύρας και δασικής πυρκαγιάς, αλλά μόνο για τα νέα κτίρια που βρίσκονται σε ζώνες υψηλής τρωτότητας -όπως στενά και περιοριστικά ορίζονται στο σχετικό άρθρο, προκειμένου να ηλεκτροδοτηθούν.
Η ΕΑΕΕ αναγνώρισε ασφαλώς ότι η διάταξη αυτή έχει ορθή αφετηρία, καθώς αναγνωρίζει την ασφάλιση ως τον κατεξοχήν μηχανισμό προστασίας έναντι τέτοιων φαινομένων, όμως κινητοποιήθηκε άμεσα προκειμένου να αναδείξει τις σοβαρές αδυναμίες του σχεδιασμού της διάταξης και τις σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις της σε καταναλωτές με κύρια αυτήν του υψηλού κόστους ασφάλισης -για τα λίγα πολύ επικίνδυνα κτίσματα που περιλαμβάνει η διάταξη- αλλά και το γεγονός ότι δεν επιλύεται συνολικά το ζήτημα καθώς μένουν εκτός ασφάλισης κτίσματα που διατρέχουν κίνδυνο.
Πιο συγκεκριμένα, η ΕΑΕΕ, μεταξύ άλλων και για την επίλυση των πιο πάνω προβλημάτων, ζήτησε την επέκταση της υποχρέωσης ασφάλισης σε σαφώς ευρύτερες των οριζομένων στο σχετικό άρθρο περιοχές, την επέκταση σε όλα τα κτίρια -υφιστάμενα και νεόδμητα, την επέκταση στον κίνδυνο σεισμού και τον διαρκή έλεγχο εκ μέρους της Πολιτείας για την ύπαρξη ασφαλιστηρίου συμβολαίου σε ισχύ και την ανάγκη για την προσθήκη εξουσιοδοτικής διάταξης που θα δίδει περιθώρια να επιλυθούν στον μέλλον επιμέρους τεχνικά θέματα.
Αναμένουμε και αισιοδοξούμε ότι η δημοσίευση και επανεξέταση του νέου Εθνικού Κλιματικού Νόμου θα αποτελέσει ευκαιρία και αφορμή για διακρατική προσέγγιση, προώθηση μεταρρυθμίσεων, ανταλλαγή γνώσεων και εμπειριών, επαναξιολόγηση των έως σήμερα εφαρμοζόμενων πρακτικών και συνεργασία Πολιτείας και ιδιωτών, για να οδηγηθούμε σε ένα βιώσιμο μέλλον.