-
Μόνιμη μείωση ασφαλιστικών εισφορών
-
Παραγραφή αξιώσεων Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης
-
Ρύθμιση οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης
-
Ποινική αντιμετώπιση οφειλετών των φορέων κοινωνικής ασφάλισης μετά τη ρύθμιση των οφειλών τους
-
Κίνητρα μετατροπής συμβάσεων μερικής απασχόλησης σε πλήρους απασχόλησης
1. Μόνιμη μείωση ασφαλιστικών εισφορών
Από την 1η Ιανουαρίου 2023 οι κρατήσεις των μισθωτών εργαζομένων υπέρ των κλάδων ή λογαριασμών της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (Δ.ΥΠ.Α), οι οποίες συνεισπράττονται από τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) μαζί με τις ασφαλιστικές εισφορές εργοδοτών και εργαζομένων, καθορίζονται ως ακολούθως:
– υπέρ ανεργίας σε ποσοστό 2,40% επί των αποδοχών, το οποίο κατανέμεται κατά 1,2 % στον εργοδότη και κατά 1,2 % στον εργαζόμενο,
– υπέρ του Λογαριασμού Προστασίας Εργαζομένων από την Αφερεγγυότητα του Εργοδότη του σε ποσοστό 0,15% επί των αποδοχών που αφορά εργοδοτική εισφορά,
-εισφορά περί Ενιαίου Λογαριασμού για την Εφαρμογή Κοινωνικών Πολιτικών, σε ποσοστό 0,16% επί των αποδοχών, το οποίο κατανέμεται κατά 0,06% στον εργοδότη και κατά 0,10% στον εργαζόμενο και
-) εισφορά -σε ποσοστό 0,35% επί των αποδοχών, που αφορά εισφορά εργαζόμενου υπέρ πρώην Οργανισμού Εργατικής Εστίας (π. Ο.Ε.Ε.).
2. Παραγραφή αξιώσεων Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης
Από την έναρξη ισχύος του παρόντος, η αξίωση του Ηλεκτρονικού Εθνικού Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) και των φορέων που εντάσσονται σε αυτόν για την είσπραξη απαιτήσεων από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές και των πάσης φύσεως προσθέτων τελών, τόκων, προσαυξήσεων, προστίμων και επιβαρύνσεων, καθώς και των λοιπών ποσών που συνεισπράττονται με αυτές, υπόκειται σε δεκαετή παραγραφή που αρχίζει από την πρώτη μέρα του επόμενου έτους εκείνου εντός του οποίου παρασχέθηκε η ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία, ανεξαρτήτως του χρόνου κατά τον οποίο οι απαιτήσεις αυτές βεβαιώθηκαν.
Η παραγραφή διακόπτεται με βάση τις διατάξεις περί του καθορισμού των περιπτώσεων διακοπής της παραγραφής των χρηματικών απαιτήσεων του Δημοσίου, καθώς και με την κοινοποίηση πράξης βεβαίωσης, εν ευρεία ή εν στενή εννοία, προς τον υπόχρεο.
Για απαιτήσεις που προέρχονται από ασφαλιστέα εργασία ή υπηρεσία που παρασχέθηκε μετά από την 1η.1.2026 η παραγραφή ορίζεται πενταετής.
Απαίτηση, η οποία σύμφωνα με το παρόν έχει υποπέσει σε παραγραφή, δεν λαμβάνεται υπόψη κατά την έκδοση αποδεικτικού ασφαλιστικής ενημερότητας ή βεβαίωσης οφειλής που επέχει θέση ασφαλιστικής ενημερότητας.
Η νέα διάταξη δεν επηρεάζει αξιώσεις που είχαν παραγραφεί πριν από τις 13 Μαΐου 2016.
Οφειλές για τις οποίες παρήλθε ο χρόνος παραγραφής, χωρίς να έχει μεσολαβήσει γεγονός που διακόπτει την παραγραφή, θεωρούνται παραγεγραμμένες, ακόμη και αν έχει κοινοποιηθεί ατομική ειδοποίηση ή έχει γίνει καταβολή έναντι της βεβαιωθείσας οφειλής ή η οφειλή έχει υπαχθεί σε ρύθμιση μετά το πέρας του χρόνου παραγραφής. Χρηματικά ποσά που έχουν καταβληθεί για την εξόφληση οφειλών που έχουν παραγραφεί, σύμφωνα με το πρώτο εδάφιο, δεν αναζητούνται.
Έλεγχοι εργοδοτών που διενεργούνται κατά την έναρξη ισχύος του παρόντος ή που θα διενεργηθούν προς διερεύνηση καταγγελίας που έχει υποβληθεί μέχρι την 30ή.6.2022 και καλύπτουν περιόδους μισθωτής απασχόλησης από 1ης.1.2006 έως και τις 31.12.2011 ολοκληρώνονται χωρίς βεβαίωση απαιτήσεων εις βάρος του εργοδότη. Από τα ευρήματα των ελέγχων του πρώτου εδαφίου ως προς τα πραγματικά στοιχεία ασφάλισης ενημερώνεται η ασφαλιστική ιστορία των ασφαλισμένων μισθωτών.
Μη μισθωτοί ασφαλισμένοι, οι απαιτήσεις κατά των οποίων από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές έχουν υποπέσει σε παραγραφή με το νόμο Κατρούγκαλου (σε ισχύ από την 13 Μαΐου 2016), όπως διαμορφώνεται με τον παρόντα νόμο, δικαιούνται, μετά από αίτησή τους, η οποία υποβάλλεται ταυτόχρονα με την αίτηση συνταξιοδότησης, να ζητήσουν τον συνυπολογισμό, τόσο για τη θεμελίωση του συνταξιοδοτικού τους δικαιώματος όσο και για την προσαύξηση του ποσού της σύνταξής τους, του συνόλου ή μέρους του ασφαλιστικού χρόνου, για τον οποίο οι αξιώσεις του e-Ε.Φ.Κ.Α. και των φορέων που εντάσσονται σε αυτόν για την είσπραξη απαιτήσεων από μη καταβληθείσες ασφαλιστικές εισφορές έχουν παραγραφεί.
Oι αιτούντες οφείλουν να καταβάλουν για τον ασφαλιστικό χρόνο, για τον οποίο αιτούνται να εξαιρεθεί από την παραγραφή, το σύνολο των οφειλομένων ασφαλιστικών εισφορών και των πάσης φύσεως προσθέτων τελών, τόκων, προσαυξήσεων, προστίμων και επιβαρύνσεων, καθώς και των λοιπών ποσών που συνεισπράττονται με αυτές.
Για την έναρξη καταβολής της σύνταξης εφαρμόζεται η διάταξη περί της έναρξης καταβολής σύνταξης σε οφειλέτη. Η παρούσα εφαρμόζεται και επί διαδοχικής ασφάλισης, ακόμα και αν ο τελευταίος ασφαλιστικός φορέας, ο οποίος απονέμει τη σύνταξη, είναι φορέας ασφάλισης μισθωτών.
3. Ρύθμιση οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης
Ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) και τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, μετά των πάσης φύσεως προσαυξήσεων, προσθέτων τελών, τόκων λόγω μη εμπρόθεσμης καταβολής, προστίμων και λοιπών συνδεδεμένων με αυτές επιβαρύνσεων, δύνανται, μετά από αίτηση των οφειλετών, να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται:
– σε 2 έως 24 ισόποσες μηνιαίες δόσεις ή
– σε 2 έως σαράντα 48 ισόποσες μηνιαίες δόσεις, εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται μετά από ουσιαστικό έλεγχο. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης δεν μπορεί να είναι μικρότερο των 50 ευρώ.
Αίτηση για υπαγωγή στην παρούσα ρύθμιση υποβάλλεται:
-Μέσω των ηλεκτρονικών υπηρεσιών του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών (Κ.Ε.Α.Ο.) για ληξιπρόθεσμες οφειλές του e-Ε.Φ.Κ.Α., πλην αυτών του πρώην Ναυτικού Απομαχικού Ταμείου (Ν.Α.Τ.), και για βεβαιωμένες στο Κ.Ε.Α.Ο. οφειλές, καθώς και για ληξιπρόθεσμες οφειλές των λοιπών φορέων κοινωνικής ασφάλισης, για τις οποίες η αρμοδιότητα είσπραξης ανήκει κατά νόμο αποκλειστικά στο Κ.Ε.Α.Ο.
-Στον οικείο φορέα για ληξιπρόθεσμες οφειλές του πρώην Ν.Α.Τ. και για ληξιπρόθεσμες οφειλές προς τους λοιπούς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, για τις οποίες η αρμοδιότητα είσπραξης δεν ανήκει κατά νόμο αποκλειστικά στο Κ.Ε.Α.Ο.
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση πρέπει να καταβληθεί η 1η δόση μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα κάθε επόμενου μήνα από τον μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση.
Με την υπαγωγή στη ρύθμιση σε φορείς κοινωνικής ασφάλισης, πλην του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης, κατά τη διάρκεια αυτής και εφόσον τηρούνται οι όροι αυτής:
– Χορηγείται στον οφειλέτη αποδεικτικό ασφαλιστικής ενημερότητας κατά τις ισχύουσες διατάξεις,
– παραγράφεται το αξιόποινο και παύει η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη και η σχετική δικογραφία τίθεται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών.
Για την τυχόν απώλεια της ρύθμισης, που επέρχεται σύμφωνα με την παρ. 8, ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης υποχρεούται να ενημερώσει αμελλητί, με σχετική βεβαίωση του χρόνου απώλειας της ρύθμισης και του υπολειπόμενου οφειλόμενου χρέους, τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος με πράξη του ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο και συνεχίζει την ποινική διαδικασία. Ο διανυθείς χρόνος από την παύση της ποινικής διαδικασίας μέχρι τον χρόνο απώλειας της ρύθμισης δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής της πράξης, κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων χρονικών περιορισμών περί αναστολής της παραγραφής. Σε περίπτωση ρύθμισης από οφειλέτη, που έχει απωλέσει ρύθμιση στο παρελθόν για την ίδια οφειλή, αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη και αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των προβλεπομένων χρονικών περιορισμών του του Ποινικού Κώδικα.
– αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται,
– αναστέλλεται η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Εάν ο οφειλέτης απωλέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται, και
– αναστέλλεται ο χρόνος παραγραφής των οφειλών.
Για την καταβολή των δόσεων δεν απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.
Κατά τη διάρκεια της ρύθμισης επιτρέπεται η καθυστέρηση πληρωμής μιας δόσης ανά δωδεκάμηνο και η καταβολή αυτής γίνεται υποχρεωτικά μέχρι την ημερομηνία καταβολής της επόμενης δόσης με προσαύξηση εκπρόθεσμης καταβολής, η οποία ανέρχεται σε ποσοστό 15%.
Η μη εμπρόθεσμη καταβολή και δεύτερης δόσης εντός του δωδεκαμήνου ή η δημιουργία νέας οφειλής έχουν ως συνέπεια για το σύνολο της οφειλής:
– την απώλεια των ευεργετημάτων της ρύθμισης,
– την κατάσταση ως απαιτητού του συνόλου του υπολοίπου της οφειλής και των προσαυξήσεων,
-την επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα.
Ειδικά η μη εμπρόθεσμη καταβολή και δεύτερης δόσης εντός του δωδεκαμήνου έχει ως συνέπεια και την απαγόρευση υπαγωγής της οφειλής σε νέα ρύθμιση.
Το ποσό της κύριας οφειλής που υπάγεται στην παρούσα ρύθμιση επιβαρύνεται από τον μήνα υπαγωγής στη ρύθμιση με επιτόκιο ίσο με το επιτόκιο αναχρηματοδότησης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας κατά τον χρόνο υποβολής της αίτησης, προσαυξημένο κατά πέντε (5) εκατοστιαίες μονάδες, ετησίως υπολογισμένο. Για τις οφειλές που έχουν ήδη υπαχθεί στην παρούσα ρύθμιση το επιτόκιο επαναπροσδιορίζεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο πρώτο εδάφιο για τον υπολειπόμενο αριθμό των ανεξόφλητων δόσεων.
4. Ποινική αντιμετώπιση οφειλετών των φορέων κοινωνικής ασφάλισης μετά τη ρύθμιση των οφειλών τους
Σε όλες τις περιπτώσεις ρύθμισης οφειλών προς φορείς κοινωνικής ασφάλισης, ανεξαρτήτως του ειδικότερου νομοθετικού πλαισίου που τις διέπει, επέρχονται οι παρακάτω συνέπειες, ως προς την ποινική μεταχείριση του οφειλέτη με την υπαγωγή στη ρύθμιση και εφόσον τηρούνται οι όροι της:
-παραγράφεται το αξιόποινο, παύει η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη και η σχετική δικογραφία τίθεται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών. Για την τυχόν απώλεια της ρύθμισης, ο φορέας κοινωνικής ασφάλισης υποχρεούται να ενημερώσει αμελλητί, με σχετική βεβαίωση του χρόνου απώλειας της ρύθμισης και του υπολειπόμενου οφειλόμενου χρέους, τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών, ο οποίος με πράξη του ανασύρει τη δικογραφία από το αρχείο και συνεχίζει την ποινική διαδικασία. Ο διανυθείς χρόνος από την παύση της ποινικής διαδικασίας μέχρι τον χρόνο απώλειας της ρύθμισης, δεν υπολογίζεται στον χρόνο παραγραφής της πράξης, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του Ποινικού Κώδικα, περί αναστολής της παραγραφής.
Σε περίπτωση ρύθμισης από οφειλέτη, που έχει απωλέσει ρύθμιση στο παρελθόν, για την ίδια οφειλή, αναστέλλεται η ποινική δίωξη σε βάρος του οφειλέτη και αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του Ποινικού Κώδικα, και
-αναστέλλεται η εκτέλεση ποινής που έχει επιβληθεί ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, αυτή διακόπτεται.
Tα παραπάνω δεν ισχύει σε περιπτώσεις οφειλών προς το Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (Τ.Ε.Κ.Α.).
5. Κίνητρα μετατροπής συμβάσεων μερικής απασχόλησης σε πλήρους απασχόλησης
Θεσπίζεται πρόγραμμα επιδότησης ασφαλιστικών εισφορών για επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, οι οποίες, από 1ης.1.2023 μέχρι και τις 31.12.2023, μετατρέπουν συμβάσεις εργασίας μισθωτών εργαζομένων με μερική απασχόληση σε συμβάσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης.
Το πρόγραμμα αφορά κάθε είδους επιχειρήσεις, ανεξαρτήτως νομικής μορφής, οι οποίες στις 9.9.2022 απασχολούν μισθωτούς εργαζομένους με σύμβαση εργασίας μερικής απασχόλησης σε ποσοστό ανώτερο του 50% του συνόλου των μισθωτών εργαζομένων και επιλέξιμες για μετατροπή είναι οι συμβάσεις μερικής απασχόλησης που έχουν συναφθεί μέχρι και τις 9.9.2022.
Οι πάσης φύσεως ασφαλιστικές εισφορές, ασφαλισμένου και εργοδότη, για τον μισθωτό εργαζόμενο, του οποίου η σύμβαση εργασίας μετατράπηκε από μερικής απασχόλησης σε πλήρους απασχόλησης, επιδοτούνται κατά 40% από τον κρατικό προϋπολογισμό για χρονικό διάστημα ενός έτους, το οποίο εκκινεί από την πρώτη ημέρα της μετατροπής.
Προϋπόθεση για την επιδότηση αυτή είναι η διάρκεια των από μετατροπή συμβάσεων πλήρους απασχόλησης να έχει διάρκεια τουλάχιστον 1 έτους και να μην καταγγελθεί από τον εργοδότη πριν από την πάροδο 1 έτους από τη μετατροπή ή από το πέρας της επιδότησης. Οι από μετατροπή συμβάσεις εργασίας πλήρους απασχόλησης δεν μπορούν να τεθούν σε αναστολή κατά τη διάρκεια του χρονικού διαστήματος του 1 έτους. Κατά τη διάρκεια του ίδιου χρονικού διαστήματος δεν επιτρέπεται η μεταβολή των όρων των από μετατροπή συμβάσεων εργασίας πλήρους απασχόλησης, εκτός εάν είναι ευνοϊκότεροι για τους εργαζομένους που απασχολούνται με τις συμβάσεις αυτές.
Ως ημερομηνία σύναψης και μετατροπής των συμβάσεων εργασίας λογίζεται η ημερομηνία υποβολής της σχετικής δήλωσης στο Πληροφοριακό Σύστημα ΕΡΓΑΝΗ (Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ).
Ανεξαρτήτως του ύψους του καθαρού μηνιαίου μισθού, το 40% του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου, περιλαμβανομένων των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών σε δώρα και επίδομα αδείας, δεν παρακρατείται και δεν αποδίδεται από την επιχείρηση – εργοδότη και το 40% του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη, περιλαμβανομένων των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών σε δώρα και επίδομα αδείας, δεν καταβάλλεται από την επιχείρηση – εργοδότη, αλλά τα ποσοστά αυτά ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου και εργοδότη καλύπτονται κατά την υποβολή της σχετικής Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με πόρους του κρατικού προϋπολογισμού για χρονικό διάστημα 1 έτους.
Ειδικά για ασφαλισμένους του Ταμείου Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (Τ.Ε.Κ.Α.) το 40% του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών ασφαλισμένου, περιλαμβανομένων των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών σε δώρα και επίδομα αδείας, δεν παρακρατείται, αλλά αποδίδεται από την επιχείρηση – εργοδότη και το 40% του συνόλου των ασφαλιστικών εισφορών εργοδότη, περιλαμβανομένων των αναλογουσών ασφαλιστικών εισφορών σε δώρα και επίδομα αδείας, καταβάλλεται από την επιχείρηση – εργοδότη, αλλά τα ποσά που αναλογούν στα ποσοστά αυτά ασφαλιστικών εισφορών εργαζομένου και εργοδότη καλύπτονται, μετά από την υποβολή της σχετικής Αναλυτικής Περιοδικής Δήλωσης, από το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων με πόρους του κρατικού προϋπολογισμού για όλο το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα. Τα ποσά αυτά, μετά από την ολοκλήρωση της μεταφοράς των αντίστοιχων ποσών από τον κρατικό προϋπολογισμό προς το Τ.Ε.Κ.Α., εγγράφονται ως πιστωτικό υπόλοιπο στο Τ.Ε.Κ.Α. υπέρ της επιχείρησης – εργοδότη και συμψηφίζονται με ασφαλιστικές εισφορές επόμενων μισθολογικών περιόδων.
Η ωφελούμενη με το παρόν επιχείρηση – εργοδότης πρέπει:
– να είναι κατά την ένταξη και να παραμείνει καθ’ όλη τη διάρκεια του προγράμματος επιδότησης φορολογικά και ασφαλιστικά ενήμερη ή να έχει ρυθμίσει τις βεβαιωμένες τυχόν οφειλές της προς το Δημόσιο και τον Ηλεκτρονικό Εθνικό Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (e-Ε.Φ.Κ.Α.) και η ρύθμιση να τηρείται, και
– να διατηρήσει κατά μέσο όρο τον ίδιο αριθμό εργαζομένων για το χρονικό διάστημα του 1 έτους. Για τον υπολογισμό του αριθμού εργαζομένων λαμβάνονται υπόψη οι ενεργές θέσεις εργασίας στην επιχείρηση – εργοδότη την 9η.9.2022, συμπεριλαμβανομένων και αυτών που έχουν τεθεί σε αναστολή. Δεν προσμετρώνται οι λύσεις σύμβασης εργασίας λόγω συνταξιοδότησης, θανάτου ή οικειοθελούς αποχώρησης και οι λήξεις συμβάσεων εργασίας ορισμένου χρόνου.
Οι διασταυρώσεις όλων των ανωτέρω στοιχείων κατόπιν αιτήσεων-υπεύθυνων δηλώσεων των επιχειρήσεων – εργοδοτών πραγματοποιούνται απολογιστικά από το Π.Σ. ΕΡΓΑΝΗ με τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων, της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης και του Κέντρου Είσπραξης Ασφαλιστικών Οφειλών. Αν μετά από διασταυρώσεις συναχθεί ότι η επιχείρηση – εργοδότης δεν πληροί τις ανωτέρω προϋποθέσεις, η επιχείρηση – εργοδότης εκπίπτει των ωφελημάτων του παρόντος. Στην περίπτωση αυτή, καταλογίζονται στην επιχείρηση – εργοδότη, με απόφαση του Διοικητή του e-Ε.Φ.Κ.Α., οι ασφαλιστικές εισφορές, οι οποίες καλύφθηκαν από τον κρατικό προϋπολογισμό σύμφωνα με το παρόν, προσαυξημένες κατά 100% και, με απόφαση του Διοικητή του Τ.Ε.Κ.Α., εισφορές που συμψηφίσθηκαν με ασφαλιστικές εισφορές επόμενων ασφαλιστικών περιόδων, προσαυξημένες κατά 100%.