Eνισχύεται η κρατική παρουσία σε όλο το ασφαλιστικό σύστημα το 2023. Αυτή είναι η “μεγάλη εικόνα” της εισηγητικής έκθεσης του προϋπολογισμού την οποία κατέθεσε το ΥΠΟΙΚ στη Βουλή στα τέλη Νοεμβρίου.
Του Δημήτρη Κατσαγάνη, Συντάκτη για θέματα κοινωνικής ασφάλισης ( Περιοδικό Ασφαλιστικό Marketing, Tεύχος Δεκέμβριος 2022)
Η ενίσχυση της παρουσίας του κράτους στην κοινωνική ασφάλιση φαίνεται από τρεις βασικές μεριές:
Κατά πρώτον, σχεδόν το ήμισυ των απαιτούμενων κονδυλίων για την καταβολή των αυξήσεων στις κύριες συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου καλύπτεται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Κατά δεύτερο, για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, όλες οι απώλειες στα έσοδα της Δημόσιας Υπηρεσίας Απασχόλησης (τέως ΟΑΕΔ) από τη μείωση των εισφορών υπέρ αυτής κατά 3 μονάδες, επίσης, καλύπτονται από τον κρατικό προϋπολογισμό.
Κατά τρίτον, ολόκληρη η “τρύπα” στον επικουρικό κλάδο του e-ΕΦΚΑ από την υποχρεωτική ένταξη των νεο-ασφαλισμένων στο Ταμείο Επικουρικής Κεφαλαιοποιητικής Ασφάλισης (ΤΕΚΑ), καλύπτεται από το κράτος.
Το συνολικό κόστος των παραπάνω τριών παρεμβάσεων φτάνει το 2023 το 1,5 δις. ευρώ, δηλαδή πάνω από το προβλεπόμενο πλεόνασμα των δύο παραπάνω ασφαλιστικών φορέων (e-ΕΦΚΑ, ΔΥΠΑ), το οποίο εκτιμάται κοντά στο 1 δις. ευρώ.
Μ΄άλλα λόγια, χωρίς αυτήν την κρατική ένεση ρευστότητας θα προέκυπτε ένα έλλειμμα σχεδόν 500 εκ. Ευρώ.
Να σημειωθεί πως οι παραπάνω παρεμβάσεις, μαζί και οι κρατική κάλυψη τους, δεν είναι έκτακτες, αλλά τακτικές.
Συγκεκριμένα:
1. Η αύξηση 7,75% στις κύριες συντάξεις από την 1η Ιανουαρίου 2023, είναι μόνιμη. Μάλιστα θα δοθεί νέα αύξηση, ανάλογα με την πορεία του ΑΕΠ και του πληθωρισμού, και το 2024 κλπ. Μάλιστα, η αύξηση της συνταξιοδοτικής δαπάνης λόγω της αύξησης στις κύριες συντάξεις, η οποία θα σημειωθεί από του χρόνου ήλθε για να μείνει. Και όχι μόνο αυτό αλλά θα συνεχισθεί. Το 2023, θα αποκλειστούν της αύξησης κοντά 1 στις 3 συντάξεις λόγω του ότι η προσωπική διαφορά τους είναι πάνω από 7,75%. Του χρόνου, όμως, οι περισσότεροι εξ αυτούν θα μπουν και αυτοί στο πλήθος των δικαιούχων της αύξησης, ενώ οι δικαιούχοι της αύξησης του 2023 θα λάβουν νέα αύξηση…
2. Η μείωση των εισφορών υπέρ της ΔΥΠΑ κατά 3 μονάδες, βάσει διάταξης που πέρασε η κυβέρνηση τον περασμένο μήνα, μονιμοποιείται. Αυτό σημαίνει πως όχι μόνο το 2023, αλλά και το 2024, θα χρειασθεί το κράτος να κλείσει την “τρύπα” στον προϋπολογισμό της ΔΥΠΑ, προκειμένου αυτός να καλύψει τις ανάγκες του.
3. Η κάλυψη της ετήσιας ‘’τρύπας” του προϋπολογισμού του επικουρικού κλάδου του e- ΕΦΚΑ από την ένταξη όσων πρωτασφαλίζονται μετά την 1η Ιανουαρίου 2022 στο ΤΕΚΑ όχι μόνο είναι μόνιμο μέτρο, αλλά θα οδηγεί ολοένα και περισσότερο σε αύξηση της κρατικής επιχορήγησης στο ΤΕΚΑ. Και αυτό γιατί δίπλα σε όσους πρωτασφαλίστηκαν το 2022, θα έλθουν να προστεθούν και εκείνοι που θα πρωτασφαλιστούν το 2023, ενώ μαζί σε εκείνους που πρωτασφαλιστούν το 2022 και το 2023 θα έλθουν και εκείνοι του 2024 κοκ. Καθώς το κράτος θα πρέπει να πληρώνει τις εισφορές των νεοσφαλισμένων του ΤΕΚΑ στον επικουρικό κλάδο του e-ΕΦΚΑ προκειμένου να αποφευχθούν ελλείμματα με πιθανές δυσάρεστες συνέπειες για τους συνταξιούχους του τελευταίου, θα αυξάνεται συνεχώς η επιβάρυνση του.
Τι γίνεται με τις εισφορές
Τελείως διαφορετική είναι εικόνα από την άλλη βασική πηγή των εσόδων των ασφαλιστικών φορέων: Τις ασφαλιστικές εισφορές.
Στην εισηγητική έκθεση του ΥΠΟΙΚ για τον προϋπολογισμό του 2023, προβλέπεται πάνω – κάτω στασιμότητα στις εισπράξεις τόσο από τις τρέχουσες εισφορές, όσο και από τις ληξιπρόθεσμες, δηλαδή τις ρυθμίσεις. Για την ακρίβεια, προβλέπεται μία μικρή αύξηση στα έσοδα από τρέχουσες εισφορές. Σαν βασικός λόγος αναφέρεται η αύξηση της απασχόλησης. Αυτό σημαίνει πως οι περισσότεροι εργαζόμενοι, θα φέρουν περισσότερες εισφορές. Ωστόσο, δεν είναι αυτός ο μόνος βασικός λόγος της προβλεπόμενης αύξησης των εσόδων από εισφορές. Είναι, σύμφωνα με πληροφορίες, και η επικείμενη αύξηση των εσόδων από τις εισφορές των μη μισθωτών κατά 9,9%, αν και αυτό δεν αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση.
Παράλληλα, αν και κάτι τέτοιο δεν έχει εγγραφεί στον προϋπολογισμό του 2022 (ούτε φυσικά αναφέρεται στην εισηγητική έκθεση), αναμένεται μία μικρή αύξηση στα έσοδα από εισφορές των μισθωτών από την εξαγγελθείσα αύξηση του κατώτατου μισθού από την 1η Ιανουαρίου 2023.
Όσον αφορά τα έσοδα από ρυθμίσεις, προβλέπεται να είναι μειωμένα το 2023 σε σχέση με το 2022. Και αυτό παρά το γεγονός ότι το νομοσχέδιο το οποίο πέρασε η κυβέρνηση τον περασμένο μήνα, προβλέπει δύο σημαντικές διατάξεις διευκόλυνσης των οφειλετών: Τον διπλασιασμό των δόσεων της πάγιας ρύθμισης (από τις 12 στις 24) και τη δυνατότητα παραγραφής μη βεβαιωμένων ασφαλιστικών οφειλών μετά την παρέλευση 10ετίας.
Ωστόσο, στα θετικά, θα πρέπει κανείς να επισημάνει πως μετά από το σοκ το οποίο υπέστησαν τα έσοδα από εισφορές τη διετία του 2020 – 2021 λόγω των απανωτών lock down και γενικότερα των περιοριστικών μέτρων κατά της πανδημίας, επιστρέφουν κοντά στα προ πανδημίας επίπεδα.
Στην εν λόγω διετία, τα έσοδα αυτά διασώθηκαν – μαζί και οι παροχές των ταμείων – διασώθηκαν μόνο χάρη στην έκτακτη κρατική επιχορήγηση δηλαδή την κάλυψη των εισφορών όσων εργαζομένων βγήκαν σε αναστολή, όσων εντάχθηκαν στο μηχανισμό ‘’Συν-Εργασία’’, των εργαζομένων στον τουρισμό κλπ.
Το 2022, όλα τα παραπάνω έκτακτα μέτρα σταμάτησαν σταδιακά, αλλά οι εισφορές που εισπράχθηκαν, στο σύνολο τους από τις επιχειρήσεις -χωρίς καμία μαζική εμπλοκή του κράτους- δεν αρκούν για να καλυφτούν οι νέες αυξημένες ανάγκες των ταμείων λόγω της αύξησης των συντάξεων το 2023.
Μάλιστα η αύξηση αυτή θα είναι πολύ μεγαλύτερη από την αρχικά εκτιμώμενη, επιβαρύνοντας ακόμη περισσότερο τον προϋπολογισμό των ταμείων, σε σημείο που αυτή επ ‘ ουδενί δεν μπορεί να καλυφτεί από τις αναμενόμενες εισπράξεις από τις εισφορές . Υπενθυμίζεται πως τα αρχικά σενάρια μιλούσαν για αύξηση 5% -6%, στη συνέχεια η επίσημη πρόβλεψη ήταν 7% και τελικά η αύξηση θα ανέλθει στο 7,75%, βάσει δηλώσεων του ίδιου του Υπ. Εργασίας, κου Κωστή Χατζηδάκη. Και αυτό λόγω των συνεχών -προς τα πάνω – αναθεωρήσεων των προβλέψεων για το ΑΕΠ και τον πληθωρισμό το 2022. Πυροδότης αυτών των αναθεωρήσεων δεν ήταν παρά ο καλπάζων πληθωρισμός υπό την πίεση της διεθνούς ενεργειακής κρίσης που επιδεινώθηκε με τον πόλεμο στην Ουκρανία.