Κατά 45% λιγότερες σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μεσο όρο είναι οι κατά κεφαλήν δαπάνες στην υγεία στην Ελλάδα.
Αυτό καταγράφει μελέτη της eurostat για το 2022, όπου φαίνεται ότι για τους Έλληνες συνολικά μέσα από το δημόσιο και το ιδιωτικό σύστημα υγείας δαπανώνται 1.731 ευρώ ετησίως για τον καθένα όταν ο ευρωπιακός μέσος όρος είναι στα 3.159 ευρώ.
Ειδικότερα η χώρα μας βρίσκεται στην 8η θέση των χωρών με τις μικρότερες δαπάνες υγείας ανά κάτοικο μετά από τις Ουγγαρία, Πολωνία, Λετονία, Σλοβακία, Βουλγαρία, Κρατία και Ρουμανία. Στον αντίποδα βρίσκεται η Ελβετία με 4.997 δαπάνες ανά κάτοικο, και με 4. 831 ευρώ κατα κεφαλήν δαπάνες οι Γερμανία Ολλανδία, Αυστρία και Σουηδία.
Όπως σημειώνεται στη μελέτη τα αποτελέσματα αυτά καταγράφονται σε μία ιδιαίτερη περίοδο και στον απόηχο της μεγάλης έκρηξης που είχε ο covid-19 το 2020-2021, μία περίοδο που τα νοσοκομεία άλλαξαν σε μεγάλο βαθμό τη λειτουργία τους, πολλά χειρουργεία ακυρώθηκαν και γενικότερα πολλοί ασθενείς με χρόνιες νόσους απέφευγαν σε μεγάλο βαθμό τα νοσοκομεία. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο που το 2020 έχουμε και αύξηση της κατά κεφαλήν δαπάνης για την υγεία κατά 5,5% στην ΕΕ. Σε χώρες όπως η Εσθονία, η Ουγγαρία και η Ιρλανδία η αύξηση αυτή έφτασε το 10%, στην Τσεχία το 15% και στην Βουλγαρία το 20%.
Το κόστος για την υγεία που μετρά ο OECD και η Europstat αφορά την τελική κατανάλωση αγαθών και υπηρεσιών υγείας, συμεπριλαμβάνοντας τόσο το δημόσιο όσο και τον ιδιωτικό τομέα, τις δαπάνες που κάνουν από την τσέπη τους οι ασφαλισμένοι αλλά και των αποζημιώσεων μέσω των προγραμμάτων ασφάλισης υγείας.
Σημαντικά στοιχεία παρέχει και ο ετήσιος ρυθμός ανάπτυξης των δαπανών, ειδικότερα για την περίοδο 2019-2020 με την πανδημία σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια. Ειδικότερα ενώ στην Ελλάδα ο μέσος ρυθμός ανάπτυξης της κατα κεφαλην δαπάνης στην υγεία ήταν για την περίοδο 2013-2019 0,8 την περίοδο 2019-2020 εκτινάχτηκε στο 5,8%. Το μεγαλύτερο πσοσοτό εδώ το βλέπουμε στη Βουλγαρία που από 4,4% έφτασε στο 19,9% και την Τσεχία που από 2,5% έφτασε 15,2%.