Τέσσερις συστάσεις προς τις ασφαλιστικές εταιρείες διατυπώνει η Τράπεζα της Ελλάδος προκειμένου να διασφαλιστεί μεγαλύτερη διαφάνεια στη διάθεση των επενδυτικών τους προϊόντων, όπως και χαμηλότερες χρεώσεις, αλλά και η πώληση των σχετικών τίτλων να καλύπτει στο μέγιστο δυνατό βαθμό τις ανάγκες και τις δυνατότητες των υποψηφίων αγοραστών.
Του Πλάτωνα Τσούλου
Ειδικότερα, στην Έκθεση του Διοικητή της για το 2022, η ΤτΕ αναφερόμενη στον τρόπο με τον οποίο οι ασφαλιστικές εταιρείες διαθέτουν στην αγορά τα επενδυτικά τους προγράμματα σημειώνει ότι:
– Οφείλουν να έχουν μια δομημένη διαδικασία του τρόπου τιμολόγησης με σαφώς προσδιορισμένες και αιτιολογημένες χρεώσεις.
– Οφείλουν να πραγματοποιούν δοκιμαστικούς ελέγχους στα unit-linked προϊόντα τους, μέσω ανάλυσης σεναρίων, πριν αυτά διατεθούν στην αγορά και παράλληλα να κάνουν τις απαραίτητες προσαρμογές όποτε μεταβάλλονται σημαντικά οι ανάγκες, οι στόχοι και τα χαρακτηριστικά της καθορισμένης αγοράς-στόχου ή οι κίνδυνοι της αγοράς συνολικά. Αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να παρακολουθούν διαρκώς και να επανεξετάζουν σε τακτά χρονικά διαστήματα τα unit-linked προϊόντα τους, ώστε να εντοπίζουν περιπτώσεις που θα μπορούσαν να επηρεάσουν ουσιωδώς τα κύρια χαρακτηριστικά, την κάλυψη κινδύνου ή τις εγγυήσεις αυτών των προϊόντων.
– Οφείλουν να μεριμνούν για την πληρότητα και τη διαφάνεια των πληροφοριών που παρέχονται για τα unit linked προϊόντα, κατά το στάδιο της πώλησης, στον υποψήφιο αγοραστή, ώστε αυτός να προβαίνει στην αγορά τους μόνο εφόσον έχει κατανοήσει επαρκώς τους κινδύνους που συνοδεύουν την εν λόγω συναλλαγή.
– Οφείλουν να μετρούν το επίπεδο πολυπλοκότητάς τους και να το λαμβάνουν υπόψη για τον προσδιορισμό της αγοράς-στόχου και της κατάλληλης στρατηγικής διανομής.