Οι επιχειρήσεις της Δυτικής Ευρώπης καθυστερούν τις επενδύσεις για να διατηρήσουν ρευστότητα, αποκαλύπτει η έρευνα της Atradius.
Το 46% των επιχειρήσεων στη Δυτική Ευρώπη που συμμετείχαν σε πρόσφατη δημοσκόπηση της Atradius δήλωσαν ότι ανέβαλαν τις επενδύσεις στην προσπάθειά τους να στηρίξουν τις ταμειακές ροές και να αντιμετωπίσουν τον αυξανόμενο κίνδυνο αθέτησης πληρωμών από πελάτες B2B.
Σύμφωνα με την έρευνα, πρόκειται για μια νέα, ευρέως διαδιδομένη τάση των επιχειρήσεων στη Δυτική Ευρώπη, βάσει της οποίας ακολουθείται πολιτική καθυστέρησης ή παύσης επενδυτικών σχεδίων εν μέσω του τρέχοντος δύσκολου οικονομικού περιβάλλοντος. Ο βασικός παράγοντας που υποχρέωσε τις επιχειρήσεις από όλους τους κλάδους σε αυτές τις αποφάσεις είναι η αξιοσημείωτη επιδείνωση της συμπεριφοράς πληρωμών των πελατών στο εμπόριο B2B, η οποία προκάλεσε ελλείψεις ρευστότητας και αυξημένο κίνδυνο αφερεγγυότητας.
Επειδή τα περισσότερα μετρητά χρησιμοποιούνται για την εκτέλεση καθημερινών εργασιών, υπήρξε σημαντικός αρνητικός αντίκτυπος στην επένδυση που απαιτείται για την επέκταση ή την προστασία των επιχειρήσεων. Η επιλογή για καθυστέρηση ή διακοπή των επενδύσεων, εκτός από το ότι αποτελεί δείγμα χρηματοοικονομικής δυσχέρειας, λογίζεται και ως σημαντική απειλή για την οικονομική ανάπτυξη μεμονωμένων εταιρειών, αλλά και ολόκληρων κλάδων, τονίζεται στην έρευνα.
Μια άλλη ανησυχία είναι ότι δεν έχει δοθεί ιδιαίτερη προσοχή σε τομείς όπου οι μακροπρόθεσμες επενδύσεις είναι ζωτικής σημασίας, όπως η μετάβαση στην καθαρή ενέργεια, η καταπολέμηση της απάτης στον κυβερνοχώρο και η δημιουργία εργατικού δυναμικού υψηλής ειδίκευσης.
Τα ανωτέρω σαφή μηνύματα προέρχονται από τις εταιρείες των 14 αγορών που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση σε, Ολλανδία, Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, Ισπανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Βέλγιο, Αυστρία, Ελβετία, Δανία, Σουηδία, Ελλάδα, Ιρλανδία και για πρώτη φορά Φινλανδία, στην έκδοση του 2023 ‘Βαρόμετρο Συναλλακτικής Συμπεριφοράς’ της Atradius για τη Δυτική Ευρώπη.
Η επιδείνωση της κατάστασης σχετικά με τη συμπεριφορά πληρωμών πελατών B2B που επηρεάζει τις εταιρείες στη Δυτική Ευρώπη που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση ήταν εμφανής στην έρευνα, στην οποία διαπιστώθηκε μια μέση αύξηση 20% του όγκου των καθυστερημένων πληρωμών τους τελευταίους 12 μήνες. Οι καθυστερήσεις πληρωμών επηρεάζουν τώρα κατά μέσο όρο σχεδόν τις μισές από τις συνολικές πωλήσεις B2B που πραγματοποιήθηκαν με πίστωση και οι εταιρείες στη Δυτική Ευρώπη έπρεπε να περιμένουν κατά μέσο όρο μία εβδομάδα περισσότερο από πέρυσι για να πληρωθούν.
Αυτό οδήγησε μια σειρά μέτρων για να μειωθούν οι πιέσεις στη ρευστότητα. Οι περισσότερες εταιρείες που συμμετείχαν στην έρευνα, είπαν ότι όταν αναζήτησαν εξωτερική χρηματοδότηση προτίμησαν να δανειστούν μέσω πίστωσης από τους προμηθευτές τους παρά να στηριχθούν σε πιο ακριβά τραπεζικά δάνεια. Ωστόσο, από την έρευνα προέκυψε ότι οι προμηθευτές δεν είχαν μεγάλη διάθεση να αποδεχτούν αιτήματα εμπορικής πίστωσης, με πολλές επιχειρήσεις να δηλώνουν ότι τα αιτήματά τους δεν ικανοποιήθηκαν πλήρως.
Περαιτέρω ανησυχίες που εκφράστηκαν στην έρευνα αφορούσαν στις επιπτώσεις του επίμονου πληθωρισμού, στο υψηλό κόστος δανεισμού και στις γεωπολιτικές εντάσεις. Ένας αυξημένος φόβος αφερεγγυότητας ήταν ιδιαίτερα εμφανής στην Ιταλία, καθώς και το Ηνωμένο Βασίλειο, μια αγορά που υφίσταται τις επιπτώσεις του Brexit. Νέες ανησυχίες προέκυψαν, για παράδειγμα σχετικά με τους περιορισμούς του αποτυπώματος άνθρακα και την αποθήκευση καθαρής ενέργειας, που είχαν ιδιαίτερη απήχηση στη Γερμανία και την Αυστρία.
Ο Andreas Tesch, Chief Market Officer της Atradius δήλωσε: «Η παγκόσμια οικονομία αναμένεται να αναπτυχθεί μόνο κατά 1,7% το 2023. Αυτό οφείλεται κυρίως στον επίμονο πληθωρισμό και τη συνεχιζόμενη νομισματική σύσφιξη από τις κεντρικές τράπεζες. Σε αυτό το πλαίσιο, το επίπεδο των πτωχεύσεων προβλέπεται να αυξηθεί απότομα οδηγώντας σε σημαντική επιδείνωση του παγκόσμιου τοπίου για τον εμπορικό πιστωτικό κίνδυνο, επηρεάζοντας τις επιχειρήσεις σε πολλές περιοχές, συμπεριλαμβανομένης της Δυτικής Ευρώπης. Αυτό μπορεί να εξηγήσει γιατί πολλές επιχειρήσεις στη Δυτική Ευρώπη, που συμμετείχαν στη δημοσκόπηση, μας είπαν ότι δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στη στρατηγική διαχείριση πιστωτικού κινδύνου στο εμπόριο B2B, με σημαντικό αριθμό επιχειρήσεων να λένε ότι έκαναν ασφάλιση πιστώσεων για να μετριάσουν τον υψηλότερο αντίκτυπο του πιστωτικού κινδύνου των πελατών τους, μια αύξηση 15% κατά μέσο όρο από πέρυσι».