Συμβαίνει κι εφέτος, σε πρώτο πρόσωπο και όχι σε δεύτερο: “Των οικιών ημών εμπιμπραμένων ημείς άδομεν” (κατά Αίσωπο και Θουκυδίδη – από τόσο παλιά) όπως κάθε καλοκαίρι, “αιφνιδιαζόμενοι” από συνήθεια, με προεξάρχοντες τους επιτελείς της εκάστοτε κυβέρνησης.
Βεβαίως, επειδή όχι απλώς δεν “σπάζουμε αυγά” για την πρόληψη, την εφαρμογή της νομοθεσίας και την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα, αλλά διότι επωάζουμε (στο καταφύγιο της μαζικής ανευθυνότητας, δυστυχώς), υπέρ και όσων επιβουλεύονται τον τόπο μας ακόμη, την καταστροφή του περιβαλλοντικού αποθέματος και του φυσικού πλούτου του.
Αντί να αξιολογούμε συστηματικά τον περιβαλλοντικό και κλιματικό κίνδυνο σε σχέση με τις πυρκαγιές και να σχεδιάζουμε την αντιμετώπισή του, τον πυροδοτούμε συνεχώς. Θα δώσω κυνικά την άποψή μου: τη μωρία, ακολουθεί πάντοτε η τιμωρία. Είναι ένα τεράστιο, διαιωνιζόμενο πολιτικό και πολιτισμικό -εντέλει υπαρξιακό και βιωσιμότητας- ζήτημα, που εκθέτει την πληθωρική φιλολογία ψευδαισθήσεων της εποχής περί ανάπτυξης και ευημερίας.
Για τις ασφαλιστικές επιχειρήσεις υπάρχει, επιπροσθέτως, και η ευθύνη της ασφαλιστικής αποστολής και κάλυψης των περιουσιακών στοιχείων για τον κίνδυνο πυρός, πέρα από την περιβαλλοντική ευθύνη συνεισφοράς στην επιβράδυνση της κλιματικής αλλαγής και την αντιμετώπιση των συνεπαγομένων κρίσεων.
Γενικότερα, η ευθυγράμμιση στην προσέγγιση των περιβαλλοντικών Στόχων που συνδέονται και αλληλεπιδρούν μεταξύ τους, με τις πυρκαγιές να αναγνωρίζονται ως βασικός κίνδυνος σε αυτή την προσπάθεια, πρέπει να βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της στρατηγικής για υπεύθυνη και βιώσιμη επιχειρηματικότητα. Αναφέρομαι ειδικότερα σε 7 καταλυτικούς για την προσέγγιση των 17 Στόχων Βιώσιμης Ανάπτυξης (UN Sustainable Development Goals), άμεσα συνδεδεμένους με το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους ενέργειας: στους Στόχους 6 (ύδατα), 7 (βιώσιμη ενέργεια), 11 (βιώσιμες πόλεις), 12 (βιώσιμα πρότυπα παραγωγής και κατανάλωσης), 13 (κλιματική αλλαγή), 14 (θαλάσσιο περιβάλλον) και 15 (βιοποικιλότητα).