Η Deloitte Research δημοσίευσε μελέτη για τις «Προοπτικές της Παγκόσμιας Οικονομίας κατά το τέταρτο τρίμηνο του 2010» (Q4 Global Economic Outlook). Στη συγκεκριμένη μελέτη, εξετάζεται το τρέχον οικονομικό περιβάλλον και ειδικά οι ετερόκλητοι ρυθμοί ανάπτυξης και η παγκόσμια ανισορροπία, που επηρεάζουν εννιά από τις σημαντικότερες αγορές του πλανήτη: ΗΠΑ, Ευρωζώνη, Κίνα, Ινδία, Ιαπωνία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ρωσία, Βραζιλία και Αυστραλία.
«Η παγκόσμια οικονομία χαρακτηρίζεται από έλλειψη ισορροπίας», αναφέρει ο Ira Kalish, Director of Global Economics της Deloitte Research. «Παρατηρείται εκροή χρημάτων από τις αναπτυγμένες χώρες, οι οποίες έχουν στηρίξει ασυνήθιστα χαμηλά επιτόκια, προς τις αναδυόμενες οικονομίες με υψηλότερα επιτόκια. Παράλληλα, η ραγδαία ανάπτυξη των αναδυόμενων αγορών δημιουργεί νέες πληθωριστικές πιέσεις. Πολλές κυβερνήσεις επεμβαίνουν στην αγορά συναλλάγματος, προκειμένου να βελτιώσουν την ανταγωνιστικότητα των εξαγωγών τους επιδεινώνοντας, όμως, τα επίπεδα του πληθωρισμού».
«Επιπλέον, πολλές χώρες, οι οποίες παραδοσιακά βασίζονταν στις εξαγωγές, όπως η Κίνα, η Ιαπωνία και η Γερμανία και έχουν ανάγκη να κινηθούν προς την εγχώρια ανάπτυξη, εξακολουθούν να στηρίζονται στον εξαγωγικό τομέα. Την ίδια στιγμή, τα κράτη που βασίζονταν κατά κύριο λόγο στις εγχώριες καταναλωτικές δαπάνες (Ηνωμένο Βασίλειο και ΗΠΑ) και κρίνεται αναγκαίο να εξάγουν περισσότερο, αντιμετωπίζουν ανταγωνιστικές νομισματικές υποτιμήσεις στις αγορές-στόχους. Παρά το γεγονός ότι οι απαραίτητες προσαρμογές στη νέα αυτή κατάσταση θα είναι επίπονες βραχυπρόθεσμα, η μη ολοκλήρωσή τους απλώς θα αναβάλει για λίγο μόνο την έλευση της “ημέρας της κρίσης”».
Ορισμένα άξια λόγου σημεία της μελέτης:
• Οι ΗΠΑ αυτή τη στιγμή βιώνουν «επιδημία αποταμίευσης», καθώς τράπεζες, μη-χρηματοοικονομικοί οργανισμοί και νοικοκυριά επιλέγουν τη συγκεκριμένη λύση. Σε αυτό το πλαίσιο, η Fed προωθεί αύξηση του πληθωρισμού με στόχο να αναγκάσει τους καταναλωτές να προβούν σε δαπάνες, πριν τα χρήματα χάσουν την αξία τους. Μια τέτοια πολιτική ενέχει υψηλό ρίσκο. Πάντως, δεδομένου του υψηλού επιπέδου του χρέους και των χαμηλών τιμών των ακινήτων, αυτός είναι ο δρόμος της μικρότερης αντίστασης σε μία περίοδο που χαρακτηρίζεται από εγκλωβισμένη ρευστότητα, η οποία απειλεί την Αμερικανική οικονομία με δεύτερη επιβράδυνση.
• Η οικονομική ανισορροπία στην Ευρώπη παραμένει. Η ενδυνάμωση των εξαγωγών Γερμανίας και της Γαλλίας, επηρεάζει θετικά και τον εσωτερικό τομέα αυτών των κρατών. Την ίδια στιγμή, όμως, οι «περιφερειακές» χώρες της Ευρωζώνης ακόμα αγωνίζονται να επιβιώσουν σαν αποτέλεσμα της κρίσης. Για παράδειγμα, η Ισπανία παραμένει στο έλεος της ύφεσης με το 1/5 του εργατικού της δυναμικού να υποφέρει από την ανεργία, η Πορτογαλία καθυστερεί να εφαρμόσει τις διαρθρωτικές αλλαγές και η χώρα μας «διψάει» για ανάπτυξη σε μια περίοδο που έχει λάβει πολύ αυστηρά μέτρα λιτότητας.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο Νίκος Σοφιανός, Πρόεδρος ΔΣ της Deloitte Χατζηπαύλου Σοφιανός & Καμπάνης Α.Ε., δήλωσε: «Η ανάπτυξη σίγουρα μπορεί να προέλθει μέσα από την εντατικοποίηση της υλοποίησης των διαρθρωτικών αλλαγών και μεταρρυθμίσεων που καλείται να εφαρμόσει η χώρα μας. Η επιτυχής έκβαση αυτής της προσπάθειας θα έχει ως αποτέλεσμα να καταστεί ο δημόσιος τομέας πιο αποτελεσματικός, να εξορθολογιστούν οι δημόσιες δαπάνες και να βελτιωθεί η ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας».
Σύμφωνα με τους οικονομολόγους της Deloitte Research, παρά το γεγονός ότι η επικείμενη υιοθέτηση αυστηρότερων κανόνων και ελέγχων θα είναι δύσκολη βραχυπρόθεσμα, ενδέχεται να βοηθήσει την Ευρωζώνη να μεταβληθεί σε μια πραγματικά ενιαία οικονομική περιοχή.
• Η Κινεζική οικονομία φαίνεται να κινείται προς ομαλή προσγείωση και όχι προς απότομη επιβράδυνση– πράγμα που είναι θετικό τόσο για τους εμπορικούς συνεργάτες της Κίνας όσο και για την ίδια τη χώρα. Πάντως, από το 2011 αρχίζει μια μεταβολή στα δημογραφικά χαρακτηριστικά της Κίνας. Το ποσοστό εξαρτώμενων ατόμων και κυρίως των συνταξιούχων, θα αυξάνεται ταχύτερα από αυτό των εργαζομένων, αντιστρέφοντας την τάση των τελευταίων δύο δεκαετιών. Το γεγονός αυτό ενδέχεται να οδηγήσει σε επιβράδυνση των μελλοντικών ρυθμών ανάπτυξης.
• Οι προοπτικές της Ινδικής οικονομίας εμφανίζονται, σε γενικές γραμμές, θετικές. Μια καλή περίοδος συγκομιδής αναμένεται να καλύψει τις σημαντικές εγχώριες καταναλωτικές ανάγκες. Πάντως, η κυβέρνηση θα πρέπει να αντιμετωπίσει την ανατίμηση της ρουπίας και την αύξηση του πληθωρισμού.
• Η Ιαπωνική οικονομία παραμένει αδύναμη, σαν αποτέλεσμα της στασιμότητας στις καταναλωτικές δαπάνες και της επιβράδυνσης των επιχειρηματικών επενδύσεων σε μία περίοδο κατά την οποία παρατηρείται μικρή αύξηση εισαγωγών. Παράλληλα, η παρούσα πολιτική αναταραχή δεν βοηθά την πορεία της οικονομίας. Η τόνωση του «ηθικού» επιχειρήσεων και καταναλωτών θα αποτελέσει το κλειδί για την ανάκαμψη της Ιαπωνικής οικονομίας.
• Στο Ηνωμένο Βασίλειο, την εντυπωσιακά ισχυρή ανάκαμψη είναι πιθανό να ακολουθήσει επιβράδυνση της ανάπτυξης. Από τη στιγμή που το Ηνωμένο Βασίλειο αναπροσανατολίζει την οικονομία του προς τη βιομηχανική παραγωγή, τις εξαγωγές και τις κεφαλαιουχικές δαπάνες, καταναλωτές και κυβέρνηση ενδέχεται να διαδραματίσουν δευτερεύοντα ρόλο ως φορείς ανάπτυξης.
• Όσοι χαράσσουν τις πολιτικές στη Ρωσία έρχονται αντιμέτωποι με σημαντικές αντιθέσεις. Οφείλουν να εξισορροπήσουν από τη μία πλευρά τις ανησυχίες σχετικά με την ανάπτυξη και την ισοτιμία του νομίσματος και από την άλλη τον προβληματισμό για την πιθανή αύξηση του πληθωρισμού. Επιπλέον, θα πρέπει να σταθμίσουν την επιθυμία να προχωρήσουν σε επενδύσεις για υποδομές με τις προσδοκίες μείωσης των χρεών. Μακροπρόθεσμα, η πιθανότητα ένταξης στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου θα μπορούσε να βοηθήσει τη Ρωσία να απομακρυνθεί από την εκτεταμένη εξάρτησή της από τα εμπορεύματα.
• Η οικονομία της Βραζιλίας αυξάνεται με ταχείς ρυθμούς και η ομαλοποίησή της δεν θα είναι εύκολη υπόθεση. Ο επόμενος πρόεδρος της χώρας θα πρέπει να «περιφρουρήσει» την οικονομία από τον υπερπληθωρισμό και από την αύξηση της ισοτιμίας του νομίσματος.
• Στην Αυστραλία, η ανάπτυξη προωθήθηκε από τις κυβερνητικές χρηματοδοτήσεις. Έτσι, οι εξαγωγές ενδέχεται να μην παραμείνουν σε υγιή επίπεδα κατά τα επόμενα τρίμηνα. Μια επιδείνωση των παγκόσμιων οικονομικών συνθηκών είναι πιθανό να μειώσει την ταχύτητα της Αυστραλιανής οικονομίας στο μέλλον.