Η τρέχουσα οικονομική συγκυρία και το ασφυκτικό για την επιχειρηματικότητα ρυθμιστικό περιβάλλον, δημιουργούν όσο ποτέ άλλοτε την επείγουσα ανάγκη για κατάργηση των εμποδίων που λειτουργούν ανασταλτικά στη δυναμική ανάπτυξης των δημιουργικών δυνάμεων της οικονομίας και της κοινωνίας. Οι δεσμεύσεις για τη μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων και την άρση των εμποδίων για την επιχειρηματικότητα απαιτούν πλέον άμεση και αποτελεσματική υλοποίηση. Η Deloitte μετά την ολοκλήρωση της βασικής μέτρησης για τη μείωση του διοικητικού βάρους στην Ελλάδα για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα ολοκλήρωσε πρόσφατα, σε συνεργασία με την TREK Consulting, έργο χαρτογράφησης σημαντικών εμποδίων που συναντούν οι ελληνικές επιχειρήσεις στην καθημερινή τους επαφή και συνεργασία με τη δημόσια διοίκηση, για λογαριασμό του ΣΕΒ. Στο πλαίσιο αυτό, αναδείχτηκαν και αποτιμήθηκαν οι αρνητικές επιπτώσεις επιλεγμένων εμποδίων στην καθημερινή λειτουργία των επιχειρήσεων και ευρύτερα την επιχειρηματική δράση και συγχρόνως διατυπώθηκαν συγκεκριμένες προτάσεις για την αντιμετώπισή τους, προκειμένου να εκκινήσει ένας ουσιαστικός διάλογος με τη δημόσια διοίκηση και μια νέα προσέγγιση στη συνεργασία κράτους και επιχειρήσεων για την επανεκκίνηση της ανάπτυξης.
Η υλοποίηση του συγκεκριμένου έργου βασίστηκε στο σχεδιασμό συγκεκριμένης μεθοδολογίας, απαραίτητο εργαλείο για τη συστηματική παρακολούθηση των εμποδίων στην επιχειρηματικότητα, όπως αυτή θα συντελεστεί μέσω της σύστασης Παρατηρητηρίου Διοικητικών Εμποδίων. Η πρωτοβουλία αυτή θα αποτελέσει το μόνιμο μηχανισμό υποστήριξης του διαλόγου της επιχειρηματικής κοινότητας με τη δημόσια διοίκηση για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Η Deloitte, λαμβάνοντας υπόψη τη σύγχρονη οικονομική και επιχειρηματική πραγματικότητα, τις ιδιαιτερότητες του ελληνικού ρυθμιστικού πλαισίου αλλά και την έλλειψη συνολικής θεώρησης του ρυθμιστικού κόστους των επιχειρήσεων, βασίστηκε σε μια διευρυμένη έκδοση του Μοντέλου Τυποποιημένου Κόστους (Standard Cost Model), το οποίο χρησιμοποιείται για την εκτίμηση των διοικητικών επιβαρύνσεων, και προχώρησε στις απαιτούμενες προσαρμογές των διαθέσιμων θεωρητικών εργαλείων, προκειμένου να αναδείξει το συνολικό ρυθμιστικό κόστος με το οποίο επιβαρύνονται οι επιχειρήσεις. Ειδικότερα, η μεθοδολογία προσαρμόστηκε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συμπεριλάβει τόσο το άμεσο όσο και το έμμεσο κόστος των επιχειρήσεων για τη συμμόρφωσή τους με τις κρατικές ρυθμίσεις και τις απαιτούμενες γραφειοκρατικές διαδικασίες που πηγάζουν από αυτές, αναδεικνύοντας τα υψηλά κόστη ευκαιρίας για τις επιχειρήσεις.
Σύμφωνα με τον Σωτήρη Μπατζιά, Project Manager της Deloitte στο έργο αυτό: «Τα βασικά συμπεράσματα του έργου αναδεικνύουν ότι οι επιχειρήσεις ειδικά στη σημερινή συγκυρία έχουν ανάγκη από ευέλικτο κράτος και αποτελεσματική δημόσια διοίκηση, απελευθέρωση των αγορών, ανταγωνιστικό φορολογικό περιβάλλον, διαφάνεια και ξεκάθαρους όρους στην επιχειρηματική δραστηριότητα, ταχύτητα στην απονομή δικαιοσύνης και ελκυστικό πλαίσιο για επενδύσεις, ώστε να εξασφαλιστεί σταδιακά η επανεκκίνηση της οικονομίας».
Είναι συνεπώς αναγκαίο η δημόσια διοίκηση να αλλάξει τον προσανατολισμό της και να επιταχύνει τον βηματισμό της για την υλοποίηση των απαραίτητων αλλαγών που θα αναβαθμίσουν την ποιότητα των δημόσιων πολιτικών, θα οδηγήσουν στον εκσυγχρονισμό του ρυθμιστικού πλαισίου, και θα επιβάλουν την απλοποίηση και τον ανασχεδιασμό των δομών και διαδικασιών της δημόσιας διοίκησης για να στηρίξουν την ανάπτυξη με πρακτικό τρόπο.
Στο πλαίσιο αυτό, κρίνεται χρήσιμη η ταχύτατη αξιοποίηση του ΕΣΠΑ και ειδικότερα του Ε.Π. Διοικητική Μεταρρύθμιση για την υλοποίηση πρωτοβουλιών, με στόχο τη μείωση των διοικητικών επιβαρύνσεων και την αναδιοργάνωση των λειτουργιών και δομών του διοικητικού μηχανισμού.
Πρόσφατη έρευνα του ΣΕΣΜΑ σε επιχειρήσεις ανέδειξε ότι η εμπλοκή του Δημοσίου τομέα στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας αποτελεί εμπόδιο ενώ η στήριξη που παρέχεται στις επιχειρήσεις από τους δημόσιους φορείς κρίνεται ανεπαρκής. Η αναστροφή ενός τέτοιου κλίματος απαιτεί συστηματικότερη προσπάθεια τόσο από τη δημόσια διοίκηση όσο και από τις ίδιες τις επιχειρήσεις προς τον κοινό στόχο επανεκκίνησης της ελληνικής οικονομίας.
Όπως ανέφερε ο Χρήστος Κωνσταντίνου, υπεύθυνος Partner της Deloitte για το έργο: «Η προσπάθεια θα πρέπει να ξεκινήσει άμεσα, ώστε να επανέλθει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα στην Ελλάδα και να περιοριστεί σημαντικά η υιοθέτηση νέων επώδυνων μέτρων στο βωμό της βραχυπρόθεσμης δημοσιονομικής προσαρμογής. Όπως προκύπτει και από την έρευνα του ΣΕΣΜΑ, στη δύσκολη αυτή εποχή που διέρχεται η χώρα μας οι εταιρείες συμβούλων μπορούν και πρέπει να έχουν σημαντικό ρόλο στην προσπάθεια αυτή, αξιοποιώντας την τεχνογνωσία και το εκτεταμένο παγκόσμιο δίκτυο που διαθέτουν για τη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας».