του Α. Παπανικόλα. Καταρχήν το δώρο, ως έννοια, είναι μονομερής, μη υποχρεωτική, ελεύθερη παροχή ενός (υλικού συνήθως) αγαθού από μια πλευρά προς μια άλλη πλευρά, για λόγους που η παρέχουσα πλευρά κρίνει. Δώρο μπορεί να προσφερθεί λόγω αγάπης, φιλίας, επιβράβευσης, αλλά και λόγω σκοπιμότητας, επηρεασμού, κατευνασμού κ.λπ. Άλλο όμως το δώρο και άλλο η νομιμότητα ή όχι της παροχής ή/και της λήψης του.
Η σχέση μεταξύ μιας ασφαλιστικής εταιρείας και ενός διαμεσολαβούντος προσώπου είναι σχέση δύο ελεύθερων και ανεξάρτητων επιχειρηματικών μονάδων, οι οποίες αποφασίζουν να συνδεθούν και να συνεργασθούν για την επίτευξη ενός συγκεκριμένου σκοπού, αποτυπώνοντας σε ένα ιδιωτικό συμφωνητικό-σύμβαση έργου τους όρους, τις προϋποθέσεις, τις αμοιβές, τις υποχρεώσεις και τα δικαιώματα της κάθε πλευράς, πάντοτε βέβαια σύμφωνα με όσα η εκάστοτε ισχύουσα νομοθεσία ορίζει. Κάθε αμοιβή οποιασδήποτε μορφής ή γενικότερα κάθε «κέρδος» που αναφέρεται, προβλέπεται, καταβάλλεται ή εισπράττεται στο πλαίσιο της εφαρμογής μιας τέτοιας σύμβασης δεν αποτελεί δώρο. Ουδέποτε το δώρο είναι απόρροια συμβατικής υποχρέωσης.
Συνεπώς, όταν μιλάμε για δώρα ασφαλιστικών εταιρειών προς διαμεσολαβούντες δεν μπορεί να αναφερόμαστε ούτε σε προμήθειες, ούτε σε υπερπρομήθειες, ούτε σε bonus που απορρέουν από την ίδια τη σύμβαση ή από «κανονισμούς πωλήσεων», ετήσιους ή μη, που συνοδεύουν τη σύμβαση, όπως π.χ. τα bonus αύξησης ή σύνθεσης παραγωγής ή διατηρησιμότητας ή καλού αποτελέσματος ή χρόνου απόδοσης των ασφαλίστρων κ.λπ. Ακόμα και έκτακτες παροχές προς τους διαμεσολαβούντες π.χ. ένα ταξίδι, αν σε καθορισμένο χρονικό διάστημα επιτύχουν συγκεκριμένο ύψος πωλήσεων ενός προϊόντος, είναι αμφίβολο αν αποτελεί δώρο. Όλα αυτά, υποτίθεται ότι τα παρέχει η ασφαλιστική εταιρεία γιατί εξυπηρετούνται καταρχήν οι δικοί της στόχοι ή αναγκάζεται να τα παρέχει στο πλαίσιο ενός, καλώς ή κακώς εννοούμενου, ανταγωνισμού, με τις υπόλοιπες ασφαλιστικές εταιρείες της αγοράς, όχι με τους διαμεσολαβητές. Και, κυρίως, υποτίθεται ότι τα έχει προηγουμένως κοστολογήσει και βρίσκονται εντός των δυνατοτήτων της. Αν όχι, τότε η ασφαλιστική εταιρεία δεν έχει επιχειρηματικό σχέδιο και σύρεται σε έναν αδιέξοδο ανταγωνισμό.
Όλα αυτά σημαίνουν ότι κάποιοι διαμεσολαβητές δεν δέχονται δώρα από ασφαλιστικές εταιρείες; Όχι βέβαια, απλώς τα δώρα αυτά δεν περιλαμβάνονται σε συμβάσεις, σε κανονισμούς, σε εγκυκλίους. Είναι δώρα συνήθως σε ημετέρους, όπως οι μεταφορές «ορφανών» χαρτοφυλακίων στον κωδικό τους, όπως η ανοχή σε συνεχείς παρακρατήσεις ασφαλίστρων, όπως τα στραβά μάτια σε συστηματική παραποίηση στοιχείων για την επίτευξη χαμηλότερου ασφαλίστρου και τόσα άλλα που γνωρίζουν οι ασφαλιστικές εταιρείες (όσες τα «παρέχουν», αλλά και όσες τα ανέχονται), αλλά δεν κάνουν σχεδόν τίποτα για τον τερματισμό τους. Τα δώρα αυτά προς μερίδα διαμεσολαβούντων δεν λειτουργούν μόνο σε βάρος της ίδιας της ασφαλιστικής αγοράς, αυξάνοντας το συνολικό κόστος, αλλά αποτελούν και διακριτική μεταχείριση σε βάρος των υγιώς λειτουργούντων διαμεσολαβητών, που σέβονται τους κανόνες. Αυτό το κόστος δεν περιλαμβάνεται σε οποιαδήποτε «εύλογη αξία» και επιβαρύνει δυστυχώς το σύνολο της αγοράς. Γιατί κόστος είναι και η είσπραξη χαμηλότερου ασφαλίστρου, κόστος είναι και η καθυστέρηση είσπραξης ασφαλίστρων, κόστος είναι και η καταβολή προμηθειών για ορφανά χαρτοφυλάκια κ.λπ. Η Εποπτική Αρχή θα έπρεπε να δει συνδυαστικά τα φαινόμενα αυτά, γιατί απλούστατα δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν αν δεν «συνέπρατταν» και οι δύο πλευρές.
Τέλος, ο προσδιορισμός μιας «εύλογης αξίας», την οποία θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να λάβει το διαμεσολαβούν πρόσωπο για τις υπηρεσίες που παρέχει, είναι ένα ανεξάρτητο θέμα, που φυσικά θα αποτελέσει το αντικείμενο επόμενου σημειώματός μου ή ίσως ενός πληρέστερου άρθρου.
Θα ήθελα να προσθέσω από εμπειρία μου σε άλλα κράτη όσον αφορά δώρα και παροχές στην ασφαλιστική αγορά.
Οποιαδήποτε παροχή σε είδος ή υπηρεσία ή χρήμα που δεν εμπίμπτουν σε φορολόγηση του νομικού ή φυσικού προσώπου που τα δέχεται και ωφελειται, δεν δύναται να θεωρηθεί δώρο αλλά μίζα….!! και διώκεται ποινικά
Για παράδειγμα σε πολλές ευρωπαικές χώρες όταν μία ασφαλιστική εταιρεία διοργανώνει συνέδριο ή σεμηνάριο ή ταξίδι λόγω επίτευξη στόχου (όπως συνηθίζεται εν Ελλάδι) αυτό/α πρέπει να έχουν συγκεκριμένες προυποθέσεις και χαρακτήρα εκπαιδευτικό σύμφωνα με ότι ορίζει η εφορία ώστε να μην θεωρηθούν ως παροχή προς φορολόγηση.
Εμείς εδώ ότι θέλουμε κάνουμε χωρίς κανένα πρόβλημα….