Σας έχει τύχει ποτέ να ξυπνήσετε και να νιώσετε έντονα ότι κάτι σας εμποδίζει να κάνετε την παραμικρή κίνηση, ένα συναίσθημα “παράλυσης”, συνοδευόμενο από την αίσθηση ότι κάτι σας πνίγει, ή ότι κάποιος ή κάτι βρίσκεται στο δωμάτιο μαζί σας, ακούγοντας παράλληλα περίεργους ήχους;
Αν ναι, τότε μάθετε πως πρόκειται πολύ απλά για μια κοινή διαταραχή του ύπνου, η οποία παρουσιάζεται και είναι ανεξάρτητη ηλικίας και φύλου και ονομάζεται Παράλυση ύπνου ή Υπνοπαράλυση.
Φυσιολογικά, συνδέεται με τα κανονικά στάδια του ύπνου REM που αναγνωρίζονται και ως ατονία REM. Η παράλυση ύπνου συμβαίνει όταν ο εγκέφαλος ξυπνάει μετά από κατάσταση REM, αλλά η σωματική παράλυση παραμένει. Αυτό έχει ως συνέπεια ένα άτομο να καταλαβαίνει τι του συμβαίνει, αλλά να μην μπορεί να κινηθεί. Επιπρόσθετα, η κατάσταση μπορεί να επιφέρει και υπναγωγικές παραισθήσεις.
Συμβαίνει μετά το ξύπνημα ή -λιγότερο συχνά- στα αρχικά στάδια του ύπνου. Στις περισσότερες περιπτώσεις υπάρχει η δυνατότητα σταδιακής αλλά πολύ αργής κίνησης των άκρων, ματιών και στόματος, ενώ άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν:
– Λανθασμένη αίσθηση ασφυξίας
– Περίεργους ήχους ή φωνές, μέσα ή έξω από το δωμάτιο
– Έντονη αίσθηση κάποιας παρουσίας δίπλα στο άτομο ή κάπου στο δωμάτιο
– Έντονο μυϊκό τρέμουλο ή/και έντονο βουητό (χτύπημα) στα αυτιά
Δεν είναι επιβλαβής, αν και οι περισσότεροι τρελαίνονται κυριολεκτικά από φόβο λόγω του ότι, δεν είναι σε θέση να καταλάβουν εκείνη τη στιγμή τι συμβαίνει και δεν γνωρίζουν ότι μέσα στα επόμενα λεπτά, βαθμιαία ή απότομα, θα είναι σε θέση να κινηθούν και πάλι.
Αρκετά συχνά, όταν κάποιος βιώνει παράλυση ύπνου έχει την εντύπωση ότι βλέπει όνειρο. Αυτό εξηγεί αρκετές περιγραφές ονείρων στα οποία το άτομο βρίσκεται ξαπλωμένο και ανίκανο να κινηθεί. Τυχόν παραισθήσεις κατά τη διάρκεια της παράλυσης, κάνουν αυτή την κατάσταση να αναγνωρίζεται όλο και πιο συχνά ως όνειρο, αφού κάποιος μπορεί να βλέπει ιδιόρρυθμα ή “ονειρικά” αντικείμενα.
Η παράλυση ύπνου συμβαίνει φυσιολογικά κατά τη διάρκεια του ύπνου REM, ώστε να μην αντιδρούμε σωματικά όπως στα όνειρά μας. Σε περίπτωση π.χ. που ονειρευόμαστε ότι τρέχουμε, ο εγκέφαλός μας αποκλείει τα σήματα που στέλνονται στα κάτω άκρα, επομένως αυτά δεν εκτελούν κίνηση αντίστοιχη του τρεξίματος.
Λίγα είναι γνωστά για τη φυσιολογία της παράλυσης του ύπνου. Έχει προταθεί ότι η διαταραχή οφείλεται στη μετασυναπτική αναστολή των κινητικών νευρώνων στην περιοχή της γέφυρας στον εγκέφαλο. Συγκεκριμένα, χαμηλά επίπεδα μελατονίνης μπορούν να σταματήσουν το ρεύμα αποπόλωσης στα νεύρα, κάτι που εμποδίζει την ενεργοποίηση των μυών έτσι ώστε κάποιος να μην κινείται όταν ονειρεύεται.
Με πιο απλά λόγια δηλαδή, ο άνθρωπος ανακτά τις αισθήσεις του από τον ύπνο, λίγο πριν ο εγκέφαλος ξεκινήσει και πάλι να στέλνει σήματα στο σώμα, βιώνοντας μια εικονική παράλυση, η διάρκεια της οποίας είναι συνήθως 20 με 30 δευτερόλεπτα, ενώ πολλές φορές φτάνει και τα 2 λεπτά. Το φαινόμενο ωστόσο, δεν είναι συχνό (1 στους 20 ανθρώπους) και σε όσους παρατηρείται, η πλειονότητα βιώνει αυτή την κατάσταση το πολύ μια ή δυο φορές στη ζωή τους.
Αναφορές δείχνουν πως, κάποιοι παράγοντες αυξάνουν την πιθανότητα εμφάνισης της παράλυσης ύπνου, με ή χωρίς παραισθήσεις, όπως:
– Όταν κανείς κοιμάται ανάσκελα
– Ακανόνιστο πρόγραμμα ύπνου
– Αυξημένο στρες
– Ξαφνικές αλλαγές στο περιβάλλον ή τη ζωή ενός ατόμου
– Κακές διατροφικές συνήθειες πριν από τον ύπνο
– Ένα συνειδητό όνειρο που προηγείται του επεισοδίου
– Φάρμακα που βοηθούν στον ύπνο
– Παραισθησιογόνα ή ναρκωτικά
Κατά τη διάρκεια του επεισοδίου, συστήνεται στα άτομα που το βιώνουν να προσπαθούν να κινούν τους μύες τους, καθώς κάτι τέτοιο μειώνει τη διάρκεια της παράλυσης. Κάποια αντικαταθλιπτικά αναφέρεται ότι βοηθούν στην παράλυση ύπνου, σε περιπτώσεις όπου η κατάσταση έχει λάβει τη μορφή συχνών και σοβαρών κρίσεων. Όμως, μια τέτοια συνταγογράφηση πρέπει να γίνει από έναν ειδικό γιατρό, ο οποίος θα έχει και γνώση ολόκληρου του ιστορικού του ατόμου.
Αν και είναι απόλυτα φυσιολογικό ένας άνθρωπος να βιώσει υπνοπαράλυση μερικές φορές στη ζωή του, πρόκειται για κατάσταση που εν μέρει μπορεί να προληφθεί. Μερικοί τρόποι για να αποφευχθούν επεισόδια υπνοπαράλυσης, ή για να ελαττωθούν εάν συμβαίνουν συχνά, είναι να διατηρηθεί ένα φυσιολογικό πρόγραμμα όσον αφορά τον ύπνο, να ακολουθείται μια σωστή διατροφή, αλλά και το άτομο να κοιμάται αρκετά, περίπου 7-9 ώρες ημερησίως.
Πηγή: www.capitalhealth.gr