Στα 400 εκατ. ευρώ περίπου διαμορφώθηκε το 2013 ο «φόρος» των τραπεζών προς το δημόσιο σύμφωνα με στοιχεία που περιλαμβάνονται στο νέο προϋπολογισμό για το 2014. Ο λόγος για την υποχρέωσή τους από το νόμο Αλογοσκούφη του 2008 να καταβάλλουν προμήθεια για εγγυήσεις και ρευστότητα που λαμβάνουν.
Στην εισηγητική έκθεση που κατατέθηκε στη Βουλή, καταγράφεται η καλή πορεία των τραπεζών προς την ανακεφαλαιοποίηση, αλλά και οι συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας που υπάρχουν χωρίς εκτιμήσεις για ορατή έξοδο από το πρόβλημα.
Ο προϋπολογισμός δεν έχει την τελική έγκριση της τρόικας. Προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα 812 εκατ. ευρώ το 2013 (έναντι 344 πρόβλεψης στο προσχέδιο) και 2,95 δισ. ευρώ Πρωτογενές Πλεόνασμα το 2014.
Ο προϋπολογισμός προβλέπει:
· Έσοδα νέου φόρου ακινήτων στα 2,65 δισ. ευρώ.
· Περικοπή 200 εκατ. ευρώ (στα 6,8 δισ. ευρώ) από το Πρόγραμμα Δημοσίων για να καλυφθεί το κενό του φόρου ακινήτων (ήταν 2,85 δισ. ευρώ αρχικά).
· Για ληξιπρόθεσμες οφειλές του δημοσίου προς ιδιώτες πληρωμή 1,5 δισ. ευρώ.
· Απόδοση δημοσιονομικών παρεμβάσεων, ύψους περίπου 270 εκατ. ευρώ, όπως είναι η επιβολή τέλους παραμονής και πλόων, ο φόρος υπεραξίας σύμφωνα με το νέο Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος, η φορολόγηση αποθεματικών που δεν είχαν φορολογηθεί, καθώς και η απόδοση της προσυμπλήρωσης των φορολογικών δηλώσεων των συνταξιούχων.
· Συγκράτηση και έλεγχο των δαπανών στον τομέα της υγείας, με εξοικονόμηση, μεταξύ άλλων, από τη συγχώνευση νοσοκομειακών μονάδων.
· Ενίσχυση των εσόδων από ασφαλιστικές εισφορές και την καταπολέμηση της εισφοροδιαφυγής, που εκτιμάται ότι θα εισφέρει ετησίως τουλάχιστον 600 εκατ. ευρώ.
Καλά πάει η ανακεφαλαιοποίηση, αλλά απουσιάζει η ρευστότητα
Στον προϋπολογισμό αναφέρεται ότι το 2013 συνεχίστηκε με σταθερά βήματα η διαδικασία ανασυγκρότησης του ελληνικού τραπεζικού συστήματος μέσω συγχωνεύσεων και βελτίωσης της κεφαλαιακής επάρκειας των τραπεζών. Το Ταμείο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ), σε συνεργασία με την Τράπεζα της Ελλάδος στο πλαίσιο των εποπτικών της αρμοδιοτήτων, συνέβαλλαν στη διαφύλαξη της σταθερότητας του τραπεζικού συστήματος. Απτό αποτέλεσμα της διαδικασίας ανασυγκρότησης είναι η σταδιακή αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των καταθετών από την καλοκαίρι του 2012. Απώτερος κυβερνητικός στόχος είναι η απεξάρτηση των ελληνικών τραπεζικών ιδρυμάτων από το ΤΧΣ.
Επίσης, μείζον θέμα, παραμένει η αύξηση της ρευστότητας από το τραπεζικό σύστημα προς τον ιδιωτικό τομέα, νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Η Κυβέρνηση παράλληλα με τη διαδικασία ανασυγκρότησης του τραπεζικού τομέα, που είναι αναγκαία προϋπόθεση ώστε αυτό να επιτελέσει τον αναπτυξιακό του ρόλο, έχει μεριμνήσει για την υπογραφή σημαντικών δανειακών συμβάσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και του ελληνικού τραπεζικού συστήματος, που αποσκοπούν στην ενίσχυση της ρευστότητας σε διάφορους τομείς, όπως οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι τομείς της υγείας, της εκπαίδευσης και της ενέργειας. Έτσι, μια σημαντική ροή χρηματοδότησης προς τη χώρα ξεκίνησε το Δεκέμβριο του 2012 και η εξέλιξη της χρηματοδοτικής δραστηριότητας της ΕΤΕπ, στην Ελλάδα, εντός του 2013, έχει επιταχυνθεί.
«Η Κυβέρνηση θα συνεχίσει να προωθεί, εντός του 2014, όλες τις απαραίτητες πρωτοβουλίες με στόχο την περαιτέρω σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος και την παρεπόμενη ενίσχυση της ρευστότητας στην ελληνική οικονομία. Παράλληλα, η Ελλάδα, ασκώντας τα καθήκοντα Προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2014, πρόκειται να θέσει σε άμεση προτεραιότητα την θεσμική ολοκλήρωση των βασικών μέτρων για τη δημιουργία της Τραπεζικής Ένωσης».
Προϋπολογισμός: 400 εκατ. ευρώ περίπου ο ¨φόρος» των τραπεζών στο δημόσιο από εγγυήσεις και προμήθειες.
Σύμφωνα με την εισηγητική έκθεση, με την ψήφιση του ν. 3723/2008 «Ενίσχυση της ρευστότητας της οικονομίας για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της διεθνούς χρηματοοικονομικής κρίσης και άλλες διατάξεις» (ΦΕΚ 250/Α’/9-12- 2008) επιχειρήθηκε η θωράκιση της ελληνικής οικονομίας από τις επιπτώσεις της διεθνούς κρίσης με την ενίσχυση της ρευστότητας. Σκοπός ήταν να αποκτήσουν οι τράπεζες επιπλέον κεφάλαια για την χορήγηση πιστώσεων στα νοικοκυριά και στις επιχειρήσεις και να αμβλυνθούν οι πιέσεις στα επιτόκια χορηγήσεων.
Ένα από τα μέσα που χρησιμοποιήθηκαν για τ ην επίτευξη του στόχου αυτού είναι η παροχή της εγγύησης του Ελληνικού Δημοσίου προς τις τράπεζες που έχουν λάβει άδεια λειτουργίας από την Τράπεζα της Ελλάδος και καλύπτουν το δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας που αυτή θέτει για δάνεια που θα συναφθούν με ή χωρίς έκδοση τίτλων και θα έχουν διάρκεια από τρεις μήνες έως τρία έτη. Η παραπάνω εγγύηση παρέχεται έναντι προμήθειας, η οποία αποτελεί σημαντικό έσοδο του Ελληνικού Δημοσίου. Συγκεκριμένα, για το έτος 2013 έχει εισπραχθεί, μέχρι τις 5/11/2013, το συνολικό ποσό των 341,6 εκατ. ευρώ…
Στο πλαίσιο του παραπάνω νόμου, όπως ισχύει, το ανώτατο ποσό εγγυήσεων είναι 85 δισ. ευρώ. Οι εγγυήσεις που είναι σε ισχύ ανέρχονται στο ποσό των 49 δισ. ευρώ και οι δικαιούχοι είναι έξι πιστωτικά ιδρύματα (Alpha Bank, EFG Eurobank Ergasias, Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος, Τράπεζα Πειραιώς, Attica Bank, FBB-Πρώτη Επιχειρηματική Τράπεζα).
Κατόπιν αυτών, το πλαίσιο ενίσχυσης των τραπεζών συνέβαλε αποτελεσματικά στη διατήρηση της σταθερότητας και της ρευστότητάς τους.
Σύμφωνα με τον ν. 3845/2010 (ΦΕΚ 65/Α’/6-5-2010) παρασχέθηκε η εγγύηση του Ελληνικού Δημοσίου στην Τράπεζα της Ελλάδος για κάλυψη πιστώσεων σε τράπεζες που εδρεύουν στην Ελλάδα και παραμένουν φερέγγυες, με σκοπό την αντιμετώπιση προσωρινών βραχυπρόθεσμων προβλημάτων ρευστότητας.
Η Τράπεζα της Ελλάδος καθορίζει και εισπράττει από τις τράπεζες με τις οποίες καταρτίζει τις συμβάσεις παροχής πίστωσης, προμήθεια την οποία πιστώνει σε λογαριασμό του Ελληνικού Δημοσίου. Για το έτος 2013 έχει εισπραχθεί, μέχρι τις 5/11/2013, το ποσό των 43,6 εκατ. ευρώ.
Συνθήκες ασφυξίας στην αγορά, αλλά αρχίζουν να πέφτουν τα επιτόκια
Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής του νομισματικού μεγέθους που αποτελεί την Ελληνική συμβολή στο Μ3 της Ευρωζώνης (εκτός του νομίσματος σε κυκλοφορία) έλαβε θετική τιμή, για πρώτη φορά μετά από τρία έτη, το Φεβρουάριο του 2013. Ο εν λόγω ρυθμός διαμορφώθηκε σε 6,3% το Σεπτέμβριο του 2013, έναντι -6,2% το Δεκέμβριο του 2012. Αναλυτικότερα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των καταθέσεων διάρκειας μίας ημέρας έφθασε το 5,8% το Σεπτέμβριο 2013 από -12,3% το Δεκέμβριο του 2012, ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των καταθέσεων προθεσμίας έως 2 ετών ανήλθε σε 6,9% το Σεπτέμβριο του 2013 από -2,1% το Δεκέμβριο του 2012, εξελίξεις οι οποίες αντανακλούν την επιστροφή καταθέσεων στο Ελληνικό τραπεζικό σύστημα μετά τα μέσα του 2012. Η επάνοδος των καταθέσεων οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στον περιορισμό της γενικής αβεβαιότητας μετά τη σύσταση Κυβέρνησης συνεργασίας τον Ιούνιο του 2012 και ειδικότερα στην ενίσχυση της εμπιστοσύνης στις οικονομικές προοπτικές της χώρας. Επιπλέον, σημαντικό ρόλο είχε και η ισχυροποίηση της σταθερότητας του χρηματοπιστωτικού συστήματος με την ολοκλήρωση της ανακεφαλαιοποίησης των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων και την εξυγίανση άλλων.
Ωστόσο, αρνητική επίδραση στην εξέλιξη των καταθέσεων ασκεί η συνεχιζόμενη υποχώρηση της οικονομικής δραστηριότητας και η μείωση των ονομαστικών επιτοκίων καταθέσεων και του επιπέδου τιμών, παράγοντες που προσδιορίζουν τη ζήτηση χρήματος. Όσον αφορά εξάρσεις της αβεβαιότητας την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2013, αυτές περιορίζονται στην κορύφωση της κρίσης στην Κύπρο, το Μάρτιο του 2013, η οποία προκάλεσε κάποιες εκροές καταθέσεων (ιδιαίτερα τον μήνα Απρίλιο).
Ο ετήσιος ρυθμός μείωσης του υπολοίπου της συνολικής χρηματοδότησης της οικονομίας από τα εγχώρια Νομισματικά Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα (ΝΧΙ), συνέχισε να εντείνεται σχεδόν αδιάλειπτα από το Δεκέμβριο του 2012 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 2013, στο τέλος του οποίου έφθασε το -7,5% (Δεκέμβριος 2012: -4,9%). Αναλυτικότερα, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της χρηματοδότησης προς τον τομέα της Γενικής Κυβέρνησης ενισχύθηκε σημαντικά, από -7,9% το Δεκέμβριο του 2012 σε -27,0% το Σεπτέμβριο του 2013. Ο ετήσιος ρυθμός μείωσης της χρηματοδότησης προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα ’28επιχειρήσεις, ελεύθερους επαγγελματίες-αγρότες-ατομικές επιχειρήσεις και ιδιώτες- ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα) κατέγραψε μικρές διακυμάνσεις το εννεάμηνο διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2013, και ήταν ελαφρά χαμηλότερος το Σεπτέμβριο του 2013 (-3,9%) έναντι του Δεκεμβρίου του 2012 (-4,0%).
Η επιτάχυνση του ετήσιου ρυθμού της πιστωτικής συρρίκνωσης προς τη Γενική Κυβέρνηση οφείλεται στην ενίσχυση του ρυθμού μείωσης των τοποθετήσεων των εγχώριων ΝΧΙ σε Ελληνικούς κρατικούς τίτλους αλλά και στην υποχώρηση του υπολοίπου των τραπεζικών δανείων, καθώς οι χρηματοδοτικές ανάγκες του τομέα αυτού ικανοποιούνται πλέον κυρίως από τα δάνεια των λοιπών κρατών-μελών της Ευρωζώνης και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.
Η τάση μετριασμού των ρυθμών μείωσης της τραπεζικής χρηματοδότησης προς τον εγχώριο ιδιωτικό τομέα αντανακλά εν μέρει παράγοντες που διευκολύνουν τα πιστωτικά ιδρύματα στο ρόλο τους να πιστοδοτούν. Η ανακεφαλαιοποίηση των συστημικών πιστωτικών ιδρυμάτων, η εξυγίανση στο τραπεζικό σύστημα και η αύξηση της καταθετικής βάσης συνέτειναν προς αυτήν την κατεύθυνση.
Παράλληλα, σε ότι αφορά τους υπόλοιπους παράγοντες προσφοράς, αρνητική επίδραση είχε η αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και η συνακόλουθη μείωση των διαθέσιμων πόρων των τραπεζών.
Επίσης, σε περιορισμό της ζήτησης για δάνεια συνέβαλε και η άνοδος των πραγματικών επιτοκίων. Τα επιτόκια των νέων τραπεζικών καταθέσεων στην Ελλάδα, τα οποία άρχισαν να υποχωρούν από το β΄ εξάμηνο του 2012, συνέχισαν να μειώνονται την περίοδο Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου 2013 με ταχύτερο ρυθμό, λόγω της άμβλυνσης των χρηματοδοτικών περιορισμών επί των τραπεζών – καθώς είχαν συγκεντρωθεί νέες καταθέσεις λιανικής σημαντικού ύψους ενώ ανακτήθηκε η πρόσβαση στη διατραπεζική αγορά – και της σημαντικής μείωσης του κόστους άντλησης χρηματοδότησης από την Κεντρική Τράπεζα, ιδιαίτερα από τα τέλη του 2012 και μετά.
Το επιτόκιο στη σημαντικότερη κατηγορία καταθέσεων, δηλ. εκείνων με συμφωνημένη διάρκεια έως ένα έτος από τα νοικοκυριά κατέγραψε πτώση κατά 160 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 3,10% το Σεπτέμβριο του 2013. Σε πραγματικούς όρους, το επιτόκιο αυτό, το οποίο παραμένει σε θετικά επίπεδα από τον Απρίλιο του 2011, παρουσίασε μείωση κατά 27 μονάδες βάσης και έφθασε στο 4,11% το Σεπτέμβριο του 2013.
Τα επιτόκια των νέων τραπεζικών δανείων που ακολουθούν πτωτική πορεία από τα τέλη του 2011, υποχώρησαν και το εννεάμηνο Ιανουαρίου Σεπτεμβρίου 2013 λόγω της μείωσης του κόστους συγκέντρωσης καταθέσεων λιανικής και του κόστους άντλησης ρευστών διαθεσίμων από την Κεντρική Τράπεζα. Σε πολλές περιπτώσεις η μείωση των επιτοκίων υλοποιήθηκε μέσω της ρύθμισης παλαιών δανείων εκ μέρους των τραπεζών προκειμένου να βελτιωθεί η πιθανότητα αποπληρωμής τους. Το μέσο επιτόκιο των δανείων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις υποχώρησε κατά 22 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 6,26% το Σεπτέμβριο του 2013, ενώ το αντίστοιχο επιτόκιο των δανείων προς τους ιδιώτες και τα ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα σημείωσε μείωση κατά μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 4,66%. Λόγω της συνεχιζόμενης υποχώρησης του πληθωρισμού, τα πραγματικά επιτόκια των τραπεζικών δανείων παρουσίασαν άνοδο. Ιδιαίτερα στην περίπτωση των επιχειρηματικών δανείων, το πραγματικό επιτόκιο των οποίων διαμορφώθηκε, το Σεπτέμβριο του 2013, στο υψηλότερο επίπεδο από την είσοδο της Ελλάδας στην Ευρωζώνη.
Ειδικότερα, το πραγματικό επιτόκιο των δανείων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις αυξήθηκε κατά 111 μονάδες βάσης και διαμορφώθηκε στο 7,27% και το αντίστοιχο επιτόκιο των δανείων προς ιδιώτες και ιδιωτικά μη κερδοσκοπικά ιδρύματα σημείωσε άνοδο κατά 113 μονάδες βάσης φθάνοντας το 5,67%.