Η συνεχής κινητικότητα σε σχέση με τις Πράξεις 30 και 31 της Τράπεζας της οδηγεί σε ένα λογικό συμπέρασμα και ταυτόχρονα σε προβληματισμό, όχι απαραίτητα αρνητικό, αλλά προβληματισμό. Ας τα πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Η ασφαλιστική αγορά χρειαζότανε μια σοβαρή παρέμβαση που θα οδηγούσε στην επόμενη μέρα. Όχι ότι υπήρχαν ιδιαίτερα νομοθετικά ή εποπτικά κενά. Απλώς, όπως και σε πολλές άλλες αγορές στην χώρα μας, η μη εφαρμογή των νόμων είχε δημιουργήσει στρεβλώσεις και προβλήματα, με άμεση επίπτωση στα προϊόντα, στη διαμεσολάβηση, στους καταναλωτές. Και επειδή δεν πρέπει να κουκουλώνονται τα προβλήματα, η πλήρης αυτή «ελευθερία κινήσεων» που επικρατούσε, δημιουργούσε ευνοημένους και αδικημένους, όχι ειδικά και μόνο σε οικονομικά ζητήματα, αλλά και σε καθημερινά λειτουργικά ζητήματα. Δυστυχώς, ενώ η κατάσταση αυτή θα μπορούσε ίσως να λειτουργήσει αναπτυξιακά, ακόμα και αν κάποιοι ένοιωθαν μειονεκτικά, λειτούργησε στην κατεύθυνση της πλήρους ασυδοσίας με κύριους υπεύθυνους αυτούς που κατείχαν νευραλγικά πόστα και οι οποίοι με αποφάσεις τους δημιουργούσαν τετελεσμένα και κεκτημένα. Μια μικρογραφία των προβλημάτων της ευρύτερης κοινωνίας, αναξιοκρατική αντιμετώπιση και πελατειακές σχέσεις. Πολλοί οι ωφελημένοι, αλλά ακόμα περισσότεροι οι ζημιωμένοι, άλλοι με μικρό μερίδιο ευθύνης και άλλοι με πολύ μεγαλύτερο.
Η παρέμβαση λοιπόν για την επαναφορά της αγοράς «σε τάξη» ήταν απαραίτητη. Το βάρος έπεσε στην Τράπεζα της Ελλάδος, η οποία, ως «εξωτερικός» παρατηρητής και έμπειρη ως προς την έννοια της εποπτείας, προχώρησε στις 30 Σεπτεμβρίου 2013 στην έκδοση των πράξεων 30 και 31. Παρά την αυστηρότητα των διατάξεων των Πράξεων η αγορά θεώρησε ότι βρίσκονται προς την σωστή κατεύθυνση. Και πάλι όμως, οι «γνωστοί-άγνωστοι» θεώρησαν ότι οι Πράξεις θα μείνουν εν πολλοίς ανενεργές και ότι θα ατονήσουν. Πολλοί αδιαφόρησαν και λίγοι άρχισαν να προετοιμάζονται, ήταν βέβαια και μικρό το χρονικό διάστημα των τριών μηνών για διορθώσεις δεκαετιών. Και από την πλευρά των εταιρειών και από την πλευρά των διαμεσολαβητών.
Και φθάσαμε στην 1η Ιανουαρίου 2014 ημερομηνία εφαρμογής των Πράξεων. Η αγορά παντελώς ανέτοιμη. Εταιρείες και Διαμεσολαβητές αναζήτησαν μεταβατικές περιόδους και προσωρινή (ή οριστική) απάλειψη διατάξεων. Η θέση της Τράπεζας της Ελλάδος εντυπωσιακά σταθερή: απόλυτη ως προς την εφαρμογή, συναινετική ως προς την προσαρμογή. Δεν φαίνεται να είναι λάθος η θέση της, αρκεί όμως να λάβει και να αξιολογήσει επαρκώς όλα τα μηνύματα.
ΔΕΙΑ, Εταιρείες, Διαμεσολαβητές, Επιμελητήρια, σε συνεχή κινητικότητα. Άλλοτε διμερείς, άλλοτε τριμερείς, οι συναντήσεις συνεχίζονται και διευκρινίσεις εκδίδονται. Ημερίδες διοργανώνονται και σεμινάρια προγραμματίζονται. Η αγορά δεν γνωρίζει ακόμη τι ακριβώς υποχρεώσεις αναλαμβάνει, οι συλλογικοί φορείς αναζητούν εξηγήσεις και λύσεις, πληθώρα των διαμεσολαβητών νομίζει ότι είναι εντάξει, αλλά δεν είναι. Μπορεί όμως να προσαρμοσθεί ή η εφαρμογή σε κάποια σημεία είναι ανέφικτη;
Ποιο είναι το ζητούμενο; Να βρίσκονται επαγγελματίες υπό ομηρία; Όχι βέβαια, δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι η αγορά. Θα προσφέρει μεγάλο έργο η Εποπτική Αρχή αν, στο τέλος αυτής της διαδρομής (τον Ιούνιο; το Σεπτέμβριο;), η ίδια, με τα δικά της συμπεράσματα, προχωρήσει σε μερική τροποποίηση ή απάλειψη κάποιων οριακών υποχρεώσεων των αποδεκτών των Πράξεων, Εταιρειών και Διαμεσολαβητών. Δεν αποτελεί «ήττα» η διόρθωση, αντίθετα μάλιστα «νίκη» ολοκλήρωσης της μεταρρύθμισης αποτελεί.
Άλλοι πάλι, θεωρούν ότι οι Πράξεις 30 και 31 είναι μόνο η αρχή μιας σειράς παρεμβατικών Πράξεων και ότι το κανονιστικό πλαίσιο της ασφαλιστικής αγοράς θα καταστεί πολύ πιο ανελαστικό και πολύ πιο αυστηρό. Πιθανότατα. Το ερώτημα όμως είναι αν θα είναι και αναπτυξιακό, αν θα προσελκύσει νέους και μορφωμένους ανθρώπους να εισέλθουν στον κλάδο. Και είναι αυταπόδεικτο ότι για να εισέλθει νέο αίμα στην ασφαλιστική αγορά, χωρίς τις κακές εμπειρίες του παρελθόντος, πρέπει να υπάρξει ζωτικός χώρος. Και ο χώρος αυτός μόνο στην διαμεσολάβηση μπορεί να δημιουργηθεί. Στην υγιή, εκσυγχρονισμένη και υπεύθυνη διαμεσολάβηση, μπορεί να ισχυρισθεί κάποιος, αλλά στην διαμεσολάβηση! Οι ασφαλιστικές εταιρείες δεν πρόκειται να πληθύνουν, οι ασφαλιστικοί υπάλληλοι θα είναι επιτυχία αν παραμείνουν οι ίδιοι τα προσεχή χρόνια. Επενδύσεις δεν θα γίνουν στο ορατό μέλλον, εκτός ίσως από τον χώρο της πληροφορικής. Συνεπώς, νέες θέσεις εργασίας (πλην ελαχίστων εξειδικευμένων στελεχών) δεν θα δημιουργηθούν. Οι εταιρείες έχουν τα δικά τους προβλήματα, εκσυγχρονίζονται, ανακεφαλαιοποιούνται, αγωνίζονται να παραμείνουν στην αγορά.
Ο μοναδικός χώρος που μπορεί να ανανεώσει, να αναγεννήσει τη ασφαλιστική μας αγορά και να φέρει νέα, φρέσκια παραγωγή είναι η Διαμεσολάβηση, κάθε μορφής και κάθε είδους. Με πίεση, από κάτω προς τα πάνω, σε συνεργασία με τον απαιτητικό και καχύποπτο καταναλωτή. Η αγορά δεν χρειάζεται μια ή δύο ακόμη ΕΠΥ, μία ή δύο ακόμη ασφαλιστικές εταιρείες ή έναν ή δύο ακόμη Μεγαλοπράκτορες. Η αγορά δεν χρειάζεται μετακινήσεις παραγωγών και ανακατανομή μεριδίων. Η αγορά χρειάζεται νέο αίμα στο χώρο της διαμεσολάβησης, εκπαιδευμένο και μετεκπαιδευμένο, όπως π.χ. με τα πρόσφατα υψηλού επιπέδου προγράμματα του ΕΙΑΣ.
Αν πριν από λίγα χρόνια έλεγε ένας γονιός ότι “το παιδί μου τέλειωσε το μεταπτυχιακό του, πήρε το master και θα ασχοληθεί με την ασφαλιστική διαμεσολάβηση”, θα τον έβλεπαν για τρελό! “Σπούδασε, πήρε master και θα γίνει ασφαλιστής; Δεν βρήκε τίποτα άλλο;” θα ήταν η προφανής απάντηση!
Τέτοιους διαμεσολαβητές θέλουμε σήμερα, όχι εμπειρικούς πλέον. Σε μια αγορά όμως που θα νοιώθουν ασφαλείς, όχι όμηροι ή διωκόμενοι. Ας βοηθήσουμε όλη προς αυτή την κατεύθυνση, με πρώτη και καλύτερη την ίδια την Εποπτική Αρχή.