Tα περισσότερα συστήματα υγείας σε παγκόσμιο επίπεδο πιέζονται, αντιμετωπίζοντας τη δημογραφική γήρανση και τη διογκούμενη υγειονομική δαπάνη.
του Αλέξανδρου Σαρρηγεωργίου, προέδρου της ΕΑΕΕ (Ασφάλιση Υγείας, Περιοδικό “Κ” στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 23/3/2025)
Η περίπτωση της χώρας μας δεν αποτελεί εξαίρεση, και μάλιστα τα προβλήματα αυτά είναι πολύ πιο έντονα και πιεστικά. Το σύστημα περίθαλψης στην Ελλάδα σχεδιάστηκε για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες μιας κοινωνίας που έχει αλλάξει: είναι νοσοκομειοκεντρικό, άρα «ακριβό». Υπάρχει ένα ευρύτατο δίκτυο δημόσιων νοσοκομείων με άριστο ιατρικό και νοσηλευτικό δυναμικό, τα οποία όμως αντιμετωπίζουν λειτουργικές δυσκολίες και ο εξοπλισμός τους δεν είναι ο πλέον σύγχρονος. Έχουμε επίσης ιδιωτικές κλινικές, με τις μεγαλύτερες στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα της χώρας. Αυτές επενδύουν σε state-ofthe art ιατρική τεχνολογία και μεθόδους θεραπείας, έχοντας προβάδισμα έναντι των δημόσιων νοσοκομείων.
→ τα νοικοκυριά πληρώνουν το «τίμημα»
Το σύστημα δεν εστιάζεται επαρκώς στην πρόληψη και τη διαχείριση των ασθενειών εκτός νοσοκομείων, ενώ υπάρχει έλλειψη στις υποδομές μακροχρόνιας φροντίδας. Η τάση των δαπανών υγείας θα συνεχίσει να είναι ανοδική, λαμβάνοντας υπόψη το δημογραφικό, τις νέες μεθόδους θεραπείας, τα καινοτόμα φάρμακα και την ιατρική τεχνολογία, που είναι αποτελεσματικότερα αλλά ακριβότερα. Χαρακτηριστικά είναι τα στοιχεία που επί έτη δημοσιεύει η ΕΛΣΤΑΤ και τα οποία καταδεικνύουν ότι οι Έλληνες πολίτες χρηματοδοτούν άμε- σα, από το πορτοφόλι τους, περισσότερο από το 35% της εθνικής δαπάνης υγείας στη χώρα. Το 2022 δαπανήθηκαν για την υγεία 17,6 δισ. ευρώ. Το 62,4% ή 11 δισ. προήλθαν από τον ΕΟΠΥΥ και τον κρατικό προϋπολογισμό. Το υπόλοιπο ποσό (6,6 δισ.) χρηματοδοτήθηκε, κατά μόλις 712 εκατ. μέσω της ιδιωτικής ασφάλισης, την οποία διαθέτει λιγότερο από το 20% των Ελλήνων, και όλο το υπόλοιπο ποσό (5,9 δισ.) εκταμιεύθηκε άμεσα, από τα ίδια τα νοικοκυριά, τα οποία δαπάνησαν το 8% του εισοδήματός τους την ίδια χρονιά για ιατρικές υπηρεσίες. Η άμεση συμμετοχή των Ελλήνων στη χρηματοδότηση των συνολικών δαπανών υγείας της χώρας είναι υπερδιπλάσια από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, και αυτό συμβαίνει επειδή υπάρχουν ακάλυπτες ασφαλιστικά ανάγκες. Τα συστήματα υγειονομικής περίθαλψης ανά την Ευρώπη και παγκοσμίως τείνουν να συγκλίνουν στις επιλογές τους για την αντιμετώπιση των προκλήσεων.
→ ενδεδειγμένες λύσεις
Αρχικά καταγράφεται τάση αύξησης του ρόλου των φορέων ιδιωτικής ασφάλισης στη συμπλήρωση της κοινωνικής ασφάλισης, είτε μέσω θεσμοθέτησης και υποχρεωτικότητας είτε έμμεσα με παροχή κινήτρων. Επιπλέον, από τη συντριπτική πλειονότητα των χωρών έχουν υιοθετηθεί συστήματα Διαγνωστικά Ομοιογενών Ομάδων (DRG). Με τα DRG το τελικό προϊόν των νοσηλευτηρίων καθορίζεται ως «πακέτο υπηρεσιών» ανά νοσηλεία και συνιστά το εργαλείο καθορισμού της χρηματοδότησης/αποζημίωσης των νοσηλευτηρίων.
Η Ελλάδα μέχρι στιγμής περιορίζει το σύστημα DRG στις συναλλαγές του ΕΟΠΥΥ με τα δημόσια νοσοκομεία και τις συμβαλλόμενες με αυτόν ιδιωτικές κλινικές, στερώντας από το ίδιο το σύστημα τη δυναμική του. Για να αποδώσουν τα DRG τα μέγιστα, απαιτείται καθολική εφαρμογή τους, δηλαδή και για τους πολίτες και για τις ασφαλιστικές εταιρείες σε όλα τα νοσηλευτήρια, δημόσια ή ιδιωτικά.
Η ιστορία μάς διδάσκει ότι οι περισσότερες νίκες ήταν αποτέλεσμα συνένωσης δυνάμεων. Η υγεία δεν αποτελεί εξαίρεση. Η βιώσιμη λύση μπορεί να προέλθει μέσα από τη σύμπραξη, με στόχο τη διασφάλιση της πρόσβασης κάθε πολίτη στις απαραίτητες υπηρεσίες υγείας χωρίς δυσβάσταχτο οικονομικό βάρος. Η αναγνώριση συμπληρωματικού ρόλου στην ιδιωτική ασφάλιση και η καθολική εφαρμογή των DRG είναι βασικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση.