Ιδιαίτερα σημαντικά στοιχεία αποκάλυψε η διεθνής έρευνα που πραγματοποίησε η Aon Corporation, με θέμα τις τάσεις που επικρατούν στους μεγάλους οργανισμούς απέναντι στη διαχείριση κινδύνων. Η έρευνα βασίσθηκε σε πληροφορίες που δόθηκαν από διευθυντικά στελέχη 300 και πλέον επιχειρήσεων, σε 29 χώρες συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας.
Τα θέματα στα οποία επικεντρώθηκε η έρευνα ήταν:
- Ποιοι κίνδυνοι απασχολούν περισσότερο τις εταιρείες;
- Πόσο προετοιμασμένες είναι να ανταποκριθούν σε αυτούς τους κινδύνους;
- Ποιες μεθόδους εφαρμόζουν για τον εντοπισμό τους;
- Ποιό ρόλο έχουν τα διοικητικά συμβούλια στη διαχείριση κινδύνων;
- Ποια στοιχεία του συνολικού κόστους διαχείρισης κινδύνων καταμετρώνται;
- Σε τι βαθμό χρησιμοποιούνται μέθοδοι αυτασφάλισης (captives);
ΟΙ 10 ΚΟΡΥΦΑΙΟΙ ΕΠΙΧΕΙΡΗΜΑΤΙΚΟΙ ΚΙΝΔΥΝΟΙ
Το πιο αξιοσημείωτο αποτέλεσμα που αποκάλυψε η έρευνα της Aon, ήταν η απόλυτη συμφωνία που διαπιστώθηκε ως προς τον υπ’ αριθμό “1” κίνδυνο όλων των συμμετεχόντων. Οι επιχειρήσεις κατέταξαν στην πρώτη θέση την «απώλεια φήμης» και ακολούθησαν η διακοπή εργασιών, η γενική αστική ευθύνη και οι καιρικές/φυσικές καταστροφές.
Ανεξάρτητα από την ομοφωνία απέναντι στους κορυφαίους κινδύνους, σημαντικές ήταν και οι διαφοροποιήσεις. Η Αμερική αποτελεί τη μόνη ζώνη όπου οι εταιρείες κατέταξαν την «τεχνολογική αστοχία» μαζί με την «απώλεια δεδομένων» μεταξύ των 10 κορυφαίων κινδύνων. Το γεγονός αυτό εξηγείται από τον υψηλό βαθμό εξάρτησης από την ψηφιακή τεχνολογία, ή τουλάχιστον από τις αρνητικές εμπειρίες που έχουν συσσωρευτεί σε πολλές εταιρείες από αντίστοιχες ζημιές.
Αξιοσημείωτο είναι, πως οι εταιρείες της Αμερικανικής ηπείρου δεν εντάσσουν τις «φυσικές καταστροφές» μέσα στους 10 κορυφαίους κινδύνους και αυτό παρά τις δυσμενείς επιπτώσεις που είχαν τα τελευταία χρόνια τα ακραία καιρικά φαινόμενα στις ακτές της βορείου Αμερικής. Είναι πολύ πιθανό πως σε μια κοινωνία που χαρακτηρίζεται από αυξημένη τάση στη χρήση των ηλεκτρονικών μέσων, οι κίνδυνοι που σχετίζονται με αυτά να προσελκύουν περισσότερο ενδιαφέρον από ότι τα καιρικά φαινόμενα και οι φυσικές καταστροφές.
Στον αντίποδα βρέθηκαν οι εταιρίες των περιοχών Ασίας/Ειρηνικού που συμπεριέλαβαν τα καιρικά φαινόμενα και τις φυσικές καταστροφές, στους 10 κορυφαίους κινδύνους, μαζί με τους περιβαλλοντικούς, καθώς επίσης και τον κίνδυνο ανεπαρκούς σχεδιασμού διαδοχής. Παρά ταύτα οι εταιρείες της ζώνης αυτής εξέφρασαν μικρότερη ανησυχία για τον κίνδυνο διακοπής της εφοδιαστικής αλυσίδας, ενώ δεν συμπεριλαμβάνουν τις νομικές και ρυθμιστικές αλλαγές στους μεγαλύτερους κινδύνους τους. Ενδιαφέρον είναι, ότι για την περιοχή αυτή ο σχεδιασμός διαδοχής, αποτελεί ανησυχία όχι όμως και η προσέλκυση και διατήρηση προσωπικού, όπως συμβαίνει με τις άλλες δύο γεωγραφικές ζώνες. Το γεγονός αυτό αντανακλά τις διαφορετικές αντιλήψεις που υπάρχουν στο χώρο της εργασίας, με τη «δια βίου απασχόληση στον ίδιο εργοδότη» να είναι πιο διαδεδομένη στην Ασία, απ’ ότι στην Ευρώπη και στην Αμερική. Χαμηλή κατάταξη έδωσε η ζώνη Ασίας/Ειρηνικού στους κινδύνους που απορρέουν από τις νομικές και τις ρυθμιστικές αλλαγές. Αυτό ενδέχεται να αλλάξει μελλοντικά, καθώς οι εταιρίες της ζώνης αυτής επεκτείνονται σε αγορές που διέπονται από αυστηρότερο νομοθετικό και ρυθμιστικό καθεστώς.
Μια αξιοσημείωτη διαφοροποίηση παρατηρείται στις Ευρωπαϊκές εταιρείες, οι οποίες είναι οι μόνες που συμπεριέλαβαν τις συγχωνεύσεις, τις εξαγορές, την αναδιοργάνωση και τις υλικές ζημιές, στη λίστα των 10 κορυφαίων κινδύνων αλλά παρά ταύτα, σε χαμηλές θέσεις.
ΠΟΣΟ ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΜΕΝΕΣ ΕΙΝΑΙ ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ;
Η έρευνα της Aon αξιολόγησε την ετοιμότητα των επιχειρήσεων απέναντι στην αντιμετώπιση των κινδύνων με δύο κριτήρια. Το πρώτο είναι η παρουσία γραπτών σχεδίων μέσω των οποίων αναλύεται ο κάθε κίνδυνος και προτείνονται τα δυνατά μέτρα αντιμετώπισης του. Το δεύτερο εστιάζεται στη στοιχειώδη ανασκόπηση που μπορεί να διενεργεί μια εταιρεία για κάποιους, ή για όλους τους σημαντικούς κινδύνους στους οποίους εκτίθεται.
Από την αξιολόγηση αυτών των κριτηρίων οι Ευρωπαϊκές εταιρείες έχουν το προβάδισμα με ποσοστό ετοιμότητας 61%. Ακολουθούν οι Αμερικάνικές, με μικρή διαφορά στο 57%, ενώ οι εταιρείες της ζώνης Ασίας/Ειρηνικού έρχονται τρίτες με 50%. Αξιοσημείωτο παραμένει το γεγονός πως ακόμα και ορισμένες από τις μεγαλύτερες εταιρείες, που έλαβαν μέρος στην έρευνα, δήλωσαν πως διαθέτουν σχέδια τα οποία καλύπτουν μόνο τους μισούς από τους 10 σημαντικότερους επιχειρηματικούς κινδύνους τους.
Εξετάζοντας τους κοινούς κινδύνους και των τριών περιοχών, οι εταιρείες στην Ευρώπη εμφανίζονται ως οι καλύτερα προετοιμασμένες σε απόλυτους όρους, ανεξάρτητα από τη βαρύτητα του κάθε κινδύνου. Ωστόσο είναι επίσης εκπληκτικό το ότι περίπου 30% των επιχειρήσεων δεν διαθέτουν κανένα σχέδιο για μερικούς αρκετά σημαντικούς κινδύνους, όπως η αστική ευθύνη, η διακοπή εργασιών και η διακοπή εφοδιαστικής αλυσίδας. Στους κινδύνους με πιο δύσκολη, ή αδύνατη μετακύλιση, όπως η απώλεια φήμης και ο κίνδυνος αγοράς, τα κενά μεταξύ εταιρειών σε κάθε ζώνη, γίνονται μεγαλύτερα, με τις επιχειρήσεις στην περιοχή Ασίας/Ειρηνικού να είναι πολύ λιγότερο προετοιμασμένες από τις Ευρωπαϊκές.
ΟΙ ΜΕΘΟΔΟΙ ΕΝΤΟΠΙΣΜΟΥ ΤΩΝ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΩΝ ΚΙΝΔΥΝΩΝ
Οι διαφορές στον τρόπο εντοπισμού των σημαντικών κινδύνων είναι άμεσα αντιληπτές μεταξύ των περιοχών, με τις εταιρείες της Αμερικής να βασίζονται περισσότερο στη διαίσθηση και την εμπειρία των υψηλόβαθμων διευθυντικών στελεχών, εν αντιθέσει με την Ευρώπη και την περιοχή Ασίας/Ειρηνικού.
Στις δύο τελευταίες περιοχές γίνεται χρήση των λεγόμενων μητρώων κινδύνου ανά τομέα της επιχείρησης (business unit risk register), στοιχείο το οποίο υποδηλώνει μια πιο εμπεριστατωμένη προσέγγιση. Για τον ίδιο σκοπό, οι εταιρείες στην Ασία και στον Ειρηνικό χρησιμοποιούν συχνότερα εξωτερικούς συνεργάτες.
Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΣΤΗ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΗ ΚΙΝΔΥΝΩΝ
Οι Ευρωπαϊκές εταιρίες κατέχουν τα πρωτεία δηλώνοντας συμμετοχή των διοικητικών συμβουλίων στις διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων σε ποσοστό 67%. Στον τομέα αυτό οι εταιρίες Ασιάς/Ειρηνικού έρχονται δεύτερες με ποσοστό 58% ενώ την τελευταία θέση έχουν οι εταιρείες στην Αμερική με ποσοστό 42%.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ο τρόπος με τον οποίο τα διοικητικά συμβούλια εμπλέκονται στη διαχείριση κινδύνων. Οι Ευρωπαϊκές εταιρείες δηλώνουν πως τα διοικητικά τους συμβούλια εξετάζουν τους κινδύνους σε ετήσια βάση σε ποσοστό 49%, συστηματικά κατά 29% και μόλις κατά 15% προσεγγίζοντας μόνο συγκεκριμένα θέματα. Οι εταιρίες των δύο άλλων γεωγραφικών περιοχών, υπολείπονται σημαντικά καθώς στην Αμερική τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 34% για την ετήσια εξέταση, 11%, για τη συστηματική προσέγγιση και 41% για την προσέγγιση μόνο σε συγκεκριμένα θέματα. Στην περιοχή Ασίας/Ειρηνικού τα αντίστοιχα ποσοστά είναι 45%, 10% και 32% αντίστοιχα.
ΠΟΙΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΑΠΟ ΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΚΟΣΤΟΣ ΚΙΝΔΥΝΟΥ ΚΑΤΑΜΕΤΡΟΥΝ ΟΙ ΕΤΑΙΡΕΙΕΣ
Τα στοιχεία κόστους διαχείρισης κινδύνων επικεντρώνονται στις δαπάνες μετακύλισης, στο κόστος ιδίας κράτησης, στα έξοδα λήψεως εξωτερικών υπηρεσιών καθώς και στα αντίστοιχα που προέρχονται από τη λειτουργία in – house τμημάτων διαχείρισης κινδύνων.
Με εξαίρεση τις δαπάνες μετακύλισης κινδύνων στην ασφαλιστική αγορά, οι οποίες είναι και οι πλέον ομοιόμορφα κατανεμημένες, οι υπόλοιπες δαπάνες εξαφανίζουν σημαντικές διαφοροποιήσεις σε κάθε ζώνη. Στο τομέα αυτό οι Αμερικάνικες εταιρίες κατέχουν τα πρωτεία καθώς φαίνεται πως καταγράφουν μεθοδικά τις δαπάνες κάθε κατηγορίας. Ακολουθούν οι Ευρωπαϊκές εταιρείες, ενώ τελευταίες βρίσκουμε τις εταιρίες Ασίας/Ειρηνικού οι οποίες υστερούν στον τομέα αυτό κατά πολύ έναντι των υπόλοιπων. Το γεγονός αυτό ερμηνεύεται κατά ένα τρόπο από την τάση τους να υιοθετούν λιγότερο σύνθετες διαδικασίες διαχείρισης κινδύνων καθώς και από την επιείκεια που υπάρχει σε σχέση με την εφαρμογή διαφόρων προτύπων.
Η ΧΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΑΥΤΑΣΦΑΛΙΣΗΣ (CAPTIVES)
Η έρευνα της Aon έδειξε πως τα πλεονεκτήματα της αυτασφάλισης αναγνωρίζονται περισσότερο μεταξύ των Ευρωπαϊκών εταιρειών, οι οποίες, σε ποσοστό 70%, δηλώνουν ότι έχουν ήδη μια εταιρεία captive, ή μια κυψέλη σε εταιρεία captive. Στον αντίποδα βρίσκονται οι εταιρίες στην περιοχή Ασίας/Ειρηνικού με ποσοστό λιγότερο του 30% να κάνει χρήση αυτών των μεθόδων εναλλακτικής διαχείρισης, με τη συντριπτική πλειοψηφία των εταιρειών στην περιοχή αυτή να δηλώνει ότι δεν σκοπεύει να προβεί σε εφαρμογή τους στο κοντινό μέλλον.
Η ευνοϊκή Ευρωπαϊκή νομοθεσία καθιστά δυνατό για τις εταιρείες captive, που εδρεύουν σε περιοχές όπως το Δουβλίνο και το Γιβραλτάρ, να εκδώσουν συμβάσεις απευθείας στην Ευρωπαϊκή Ένωση αποφεύγοντας τις δαπάνες fronting & security. Το γεγονός αυτό ερμηνεύει το γιατί η εφαρμογή των captives είναι ιδιαίτερα ελκυστική για τις Ευρωπαϊκές εταιρείες.
ΤΑ ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ ΤΗΣ ΕΡΕΥΝΑΣ
Η γνώση των τάσεων διαχείρισης κινδύνων που επικρατούν σε κάθε γεωγραφική ζώνη, είναι ιδιαίτερα χρήσιμη για τις εταιρείες πολυεθνικού χαρακτήρα, καθώς και για όσες σχεδιάζουν την επέκταση τους, ή τη διεύρυνση των συνεργασιών τους σε μεγάλο αριθμό κρατών. Πέρα από τις όποιες ομοιότητες και διαφορές που διαπιστώθηκαν στην έρευνα, το πλέον αξιοσημείωτο εύρημα της είναι η έλλειψη σχεδιασμού αντιμετώπισης κινδύνων για μεγάλο αριθμό εταιρειών. Στοιχείο που καθιστά αυτή την έλλειψη περισσότερο αξιοπρόσεκτη, είναι πως αφορά μερικούς από τους πλέον σοβαρούς κινδύνους όπως την απώλεια φήμης και τη διακοπή εργασιών.
Με περισσότερα από 600 γραφεία σε όλο τον κόσμο, η Aon αποτελεί σήμερα έναν από τους κορυφαίους οργανισμούς παροχής υπηρεσιών διαχείρισης κινδύνων με ενεργό παρουσία σε όλους τους επιχειρηματικούς τομείς. Με βασικό στοιχείο τη συστηματική προσέγγιση όλων των παραμέτρων των επιχειρηματικών κινδύνων, η Aon προσφέρει λύσεις που καλύπτουν όλο το φάσμα της διαχείρισης τους και προσαρμόζονται στις ανάγκες και τους στόχους που θέτει κάθε επιχείρηση.
Τα αναλυτικά αποτελέσματα της έρευνας της Aon Corporation περιλαμβάνονται στην έκδοση “Aon’s Global Risk Management Survey 2007”. Για την αποστολή αντιγράφων μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον κο Μιλτιάδη Φραγκιαδάκη, τηλ. 210-9552563.