Η μετάφραση αυτή παρατίθεται αποκλειστικά για ενημέρωση και δεν αποτελεί νομικό έγγραφο. 26-11-2009
Ανάκληση Άδειας Λειτουργίας (Κατάπτωση Παραχώρησης) της Aspis Liv Försäkringsaktiebolag
Απόφαση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής (Finansinspektionen) (να ανακοινωθεί στις 26 Νοεμβρίου 2009 στις 8:30 π.μ.)
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή ανακαλεί την άδεια λειτουργίας της Aspis Liv Försäkringsaktiebolag, 516406-0203.
(Άρθρο 19, κεφάλαιο 11, δέκατη παράγραφος, εδάφια 1 και 3 του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών (1982:713) – FRL)
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή περιορίζει το δικαίωμα διάθεσης της Aspis Liv Försäkrings AB, 516406-0203, κατά τρόπο ώστε η εταιρεία, μέχρι νεωτέρας, απαγορεύεται να αναλαμβάνει νέες δεσμεύσεις απέναντι σε ασφαλισμένους ή άλλους δικαιούχους αποζημίωσης.
Επιπλέον, η Σουηδική Εποπτική Αρχή απαγορεύσει στην Aspis Liv Försäkrings AB, 516406-0203, να εκποιήσει τα περιουσιακά της στοιχεία στη Σουηδία χωρίς την έγκριση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής.
(Άρθρο 19, κεφάλαιο 11, όγδοη παράγραφος του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών (1982:713) – FRL)
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή αποφασίζει σε ξεχωριστή απόφαση τον τρόπο που θα πραγματοποιούνται οι ασφαλιστικές λειτουργίες από τούδε και στο εξής.
(Άρθρο 19, κεφάλαιο 11, ένατη παράγραφος του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών (1982:713) – FRL)
Οι αποφάσεις των παραγράφων 2, 3 και 4 τίθενται άμεσα σε ισχύ.
1. Περίληψη
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή έχει διαπιστώσει ότι η Aspis Liv Försäkringsaktiebolag, 516406-0203 (Aspis Liv, η εταιρεία), δεν ανταποκρίνεται πλέον στις προϋποθέσεις για την εκτέλεση ασφαλιστικών εργασιών. Η εταιρεία απέτυχε να συμμορφωθεί προς τους εφαρμοστέους κανονισμούς και ουσιαστικά έθεσε σε κίνδυνο τα δικαιώματα των ασφαλισμένων της. Κατά συνέπεια η Σουηδική Εποπτική Αρχή ανακαλεί την άδεια λειτουργίας της Aspis Liv και απαγορεύει στην εταιρεία να εκποιήσει τα περιουσιακά της στοιχεία και να αναλάβει νέες δεσμεύσεις, μία απόφαση η οποία είχε επίσης ληφθεί από τη Σουηδική Εποπτική Αρχή στις 12 Νοεμβρίου 2009.
Στην περίπτωση ανάκλησης της άδειας λειτουργίας μίας ασφαλιστικής εταιρείας, η Σουηδική Εποπτική Αρχή θα πρέπει να ενημερώσει το Περιφερειακό Δικαστήριο, το οποίο θα διατάξει να τεθεί η εταιρεία υπό εκκαθάριση. Για να διασφαλίσει ότι τα δικαιώματα των ασφαλισμένων προστατεύονται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, η Σουηδική Εποπτική Αρχή θα αποφασίσει τον τρόπο λειτουργίας της εταιρείας από τούδε και στο εξής. Αυτό καθορίζεται με ξεχωριστή απόφαση.
Η απόφαση της 12ης Νοεμβρίου βασίστηκε σε γεγονότα που έδειχναν ότι η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να ανταποκριθεί με βεβαιότητα στις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος που διέπει τα περιουσιακά στοιχεία που κατέχουν ασφαλιστικές εταιρείες. Αυτό που ήταν ασαφές ήταν αν η εταιρεία είχε το δικαίωμα διάθεσης για όλα τα περιουσιακά στοιχεία της. Η εταιρεία υποστήριξε ότι θα είχε πλήρη έλεγχο των κεφαλαίων της στις 25 Νοεμβρίου 2009. Ωστόσο, έγινε προφανές στις 25 Νοεμβρίου 2009, ότι το μεγαλύτερο μέρος των κεφαλαίων της εταιρείας ήταν ενεχυριασμένα. Η εταιρεία δεν ελέγχει αυτά τα κεφάλαια κατά την έννοια των προϋποθέσεων που ορίζονται από τον νόμο σχετικά με την κάλυψη των υποχρεώσεων και χωρίς αυτά τα κεφάλαια η εταιρεία έχει αρνητικό συντελεστή φερεγγυότητας. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή εκτιμά ότι το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος επέδειξαν αμέλεια και δεν έλαβαν τα απαιτούμενα μέτρα για να διασφαλίσουν την ικανοποιητική διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.
Εκτός του ότι η εταιρεία παραβίασε τους κανόνες που διέπουν την κάλυψη υποχρεώσεων και παρουσίασε αρνητικό συντελεστή φερεγγυότητας, η Aspis Liv πραγματοποίησε παράνομη καταβολή μερισμάτων και σε πολλές περιπτώσεις επέδειξε ανεπαρκή εσωτερική διακυβέρνηση και έλεγχο. Υπάρχουν αρκετές εσωτερικές συναλλαγές και συμφωνίες του Ομίλου που φαίνεται να ωφελούν κυρίως άλλες εταιρείες του Ομίλου Ασπίς, με τον οποίο η Aspis Liv συνδέεται στενά. Με τις συναλλαγές και τις συμφωνίες αυτές, ένας σημαντικός αριθμός κεφαλαίων μεταφέρθηκαν από την Aspis Liv χωρίς την παροχή ανάλογων υπηρεσιών.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος και το Διοικητικό Συμβούλιο θυσίασε τα συμφέροντα της Aspis Liv προς όφελος των ιδιοκτητών και στενά συνδεδεμένων εταιρειών. Αυτό προκύπτει τόσο από τις συμφωνίες όσο και από τις συναλλαγές που πραγματοποιήθηκαν μεταξύ της Aspis Liv και άλλων εταιρειών του Ομίλου Ασπίς.
Οι ελλείψεις είναι τόσο εκτεταμένες και τέτοιας σοβαρότητας ώστε η άδεια λειτουργίας της εταιρείας πρέπει να ανακληθεί. Στην περίπτωση αυτή, η σύσταση θα ήταν ανεπαρκής.
2. Ιστορικό
2.1 Εργασίες της Aspis Liv
Η Aspis Liv είναι μία ασφαλιστική εταιρεία που ασφαλίζει ασφάλειες κινδύνων. Η εγγραφή της Aspis Liv πραγματοποιήθηκε το 2004 και οι εργασίες της περιλαμβάνουν ασφάλειες ασθένειας, ασφάλειες ατυχημάτων, και απλές ασφάλειες ζωής. Η εταιρεία απασχολούσε 48 εργαζόμενους το 2008 και οι συνολικές πωλήσεις, καταγεγραμμένες ως έσοδα από ασφάλιστρα προ αντασφαλίσεων, ανέρχονταν σε 17 εκατομμύρια Ευρώ (για όλο το έτος 2008). Το σύνολο του ισολογισμού ανέρχονταν σε 62 εκατομμύρια Ευρώ στις 31 Δεκεμβρίου 2008. Η εταιρεία παρέχει 104.000 ασφάλειες, εκτός των συμπληρωματικών ασφαλειών. Η Aspis Liv ανήκει στην Aspis Capital S.A. (85.5 %), την Ασπίς Πρόνοια (9.5 %) και έναν ιδιώτη, τον Θεόδωρο Αναγνωστόπουλο (5 %). Η Aspis Liv είναι μέλος του Ελληνικού Ομίλου Ασπίς.
2.2 Παρέμβαση από την Ελληνική εποπτική αρχή
Η Aspis Capital S.A. και η Ασπίς Πρόνοια είναι εταιρείες με έδρα στην Ελλάδα. Σύμφωνα με την Ελληνική Εποπτική Αρχή, η Aspis Capital S.A. ανήκει αποκλειστικά σε έναν ιδιώτη, τον Παύλο Ψωμιάδη. Ο Παύλος Ψωμιάδης υπήρξε κατά το παρελθόν Διευθύνων Σύμβουλος και Πρόεδρος της Ασπίς Πρόνοια. Ο Παύλος Ψωμιάδης κατέχει άμεσα και έμμεσα σημαντικό ποσοστό των μετοχών της Ασπίς Πρόνοια, γεγονός που του εξασφαλίζει σημαντική δύναμη επιρροής στις αποφάσεις της εταιρείας. Ο Παύλος Ψωμιάδης κατέχει το μεγαλύτερο μετοχικό μερίδιο του Ομίλου Ασπίς. Από τις 21 Σεπτεμβρίου 2009, οι Ελληνικές αρχές έθεσαν σε υποχρεωτική εκκαθάριση την Ασπίς Πρόνοια λόγω ανεπαρκών κεφαλαίων, και ανακλήθηκε η άδεια λειτουργίας της εταιρείας. Οι Ελληνικές αρχές έχουν επιβάλει ασφαλιστικά μέτρα στον Παύλο Ψωμιάδη απαγορεύοντάς του την έξοδο από τη χώρα ενώ κατηγορείται για πλαστογραφία.
2.3 Η υπόθεση
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή πραγματοποίησε επιτόπια αξιολόγηση της Aspis Liv στις 6-7 Οκτωβρίου 2009. Επιπροσθέτως, η Σουηδική Εποπτική Αρχή διεξήγαγε συνομιλίες με εκπροσώπους της Aspis Liv, πραγματοποίησε συναντήσεις τον Οκτώβριο και το Νοέμβριο του 2009, ενώ υπήρξε και ανταλλαγή επιστολών σχετικά με την υπόθεση. Στις 9 Νοεμβρίου 2009, αφού έγινε προφανές ότι η εταιρεία είχε χάσει τον έλεγχο του μεγαλύτερου μέρους των κεφαλαίων της, η Σουηδική Εποπτική Αρχή έδωσε την εντολή στην εταιρία να υποβάλει σχέδιο οικονομικής ανάκαμψης για την ταχεία αποκατάσταση των ιδίων κεφαλαίων της. Στις 12 Νοεμβρίου 2009, η Aspis Liv υπέβαλε σχέδιο αποκατάστασης των ιδίων κεφαλαίων και δήλωση προς τη Σουηδική Εποπτική Αρχή. Σύμφωνα με το σχέδιο αποκατάστασης, η εταιρεία πίστευε ότι τα κεφάλαια της θα είχαν επιστραφεί στον Σουηδικό της τραπεζικό λογαριασμό όχι αργότερα από την 25η Νοεμβρίου 2009.
Το σχέδιο οικονομικής αποκατάστασης κρίθηκε ανεπαρκές για τη βέβαιη αποκατάσταση των ιδίων κεφαλαίων της εταιρείας. Στις 13 Νοεμβρίου 2009, η Σουηδική Εποπτική Αρχή ανακοίνωσε την απόφασή της, σύμφωνα με την οποία περιόριζε το δικαίωμα διάθεσης της Aspis Liv και κατά συνέπεια και το δικαίωμά της να συνάψει νέα ασφαλιστήρια συμβόλαια, και απαγόρευε στην εταιρεία να ασκήσει έλεγχο επί των περιουσιακών της στοιχείων στη Σουηδία χωρίς τη συγκατάθεση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής.
Κατά τη διάρκεια της αξιολόγησης της εταιρείας, η Σουηδική Εποπτική Αρχή εντόπισε αρκετές λειτουργικές ελλείψεις. Η Aspis Liv ενημερώθηκε για τις παρατηρήσεις της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, ότι η Σουηδική Εποπτική Αρχή εξέταζε την πιθανότητα παρέμβασης και ότι η εταιρεία είχε τη δυνατότητα να απαντήσει στις παρατηρήσεις. Στις 24 Νοεμβρίου 2009, η Aspis Liv υπέβαλε το απαντητικό της υπόμνημα. Στις 25 Νοεμβρίου 2009, ένα μικρό μέρος του κεφαλαίου μεταφέρθηκε στη Σουηδική τράπεζα της εταιρείας. Πλέον του 90% των κεφαλαίων, περίπου 30 εκατομ. Ευρώ, παραμένουν ακόμη εκτός του άμεσου ελέγχου της εταιρείας.
3. Παρατηρήσεις και εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Στην ενότητα 3.1, η Σουηδική Εποπτική Αρχή θα αναλύσει σχετικά με το κεφάλαιο της εταιρείας που εμπίπτει στις κατευθυντήριες γραμμές των κανονισμών περί φερεγγυότητας και κάλυψης υποχρεώσεων. Στην ενότητα 3.2 η Σουηδική Εποπτική Αρχή θα περιγράψει τι θεωρεί παράνομη διανομή κερδών και στην ενότητα 3.3, τις ελλείψεις στην εσωτερική διακυβέρνηση και τον έλεγχο της εταιρείας, συγκεκριμένα σε τρεις τομείς, τον χειρισμό της Συμφωνίας Διαχείρισης, το έργο και τις εσωτερικές οδηγίες του Διοικητικού Συμβουλίου και τις εσωτερικές συναλλαγές του Ομίλου. Κάθε ενότητα περιλαμβάνει τις εφαρμοστέες διατάξεις, τις παρατηρήσεις της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, τις θέσεις της Aspis Liv και την εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής.
3.1 Φερεγγυότητα και κάλυψη υποχρεώσεων
3.1.1 Εφαρμοστέες διατάξεις
Άρθρο 1, κεφάλαιο 1a του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών (1982:713) (FRL).
Άρθρο 1, κεφάλαιο 8a του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών
Άρθρο 7, κεφάλαια 1, 9, 9a, 10, πέμπτη παράγραφος, 11, 22, 23, 24a
Άρθρο 8, κεφάλαιο 7 του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών
Κανονισμοί και γενικές κατευθυντήριες γραμμές της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, FFFS 2008:7, αναφορικά με την κάλυψη υποχρεώσεων στις Σουηδικές ασφαλιστικές εταιρείες και τα επαγγελματικά συνταξιοδοτικά ταμεία.
3.1.2 Παρατηρήσεις της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Τον Απρίλιο και τον Μάιο του 2009, η Aspis Liv άνοιξε τέσσερις τραπεζικούς λογαριασμούς στην Credit Suisse στη Ζυρίχη και τη Βασιλεία. Το Απρίλιο του 2009, η εταιρεία μετέφερε κεφάλαια στην Credit Suisse που σήμερα αποτιμώνται σε περίπου 33 εκατομ. Ευρώ από τα συνολικά κεφάλαια της εταιρείας που ανέρχονται σε περίπου 53 εκατομ. Ευρώ. Η συμφωνία διαχείρισης χαρτοφυλακίου με την Credit Suisse υπογράφηκε στις 3 Απριλίου 2009. Η σύμβαση περιέχει έναν όρο σύμφωνα με τον οποίο όλες οι πληροφορίες αναφορικά με την κατάσταση του λογαριασμού και οιεσδήποτε αλλαγές, θα αποστέλλονται στην έδρα της Aspis Liv στο Norrköping.
Ωστόσο, οι πληροφορίες σχετικά με τους λογαριασμούς της Aspis Liv αποστέλλονταν μέσω μίας εταιρείας με έδρα στο Λονδίνο, με την επωνυμία Hestiun Europe Limited (εφεξής Hestiun).
Αρχικά, η Aspis Liv δήλωσε ότι υπήρχε μία υπερισχύουσα συμφωνία μεταξύ του Ομίλου Ασπίς και της Hestiun η οποία περιείχε ρήτρα ειδοποίησης καταγγελίας που εμπόδιζε την άμεση μεταφορά των κεφαλαίων. Σε επιστολή προς την Aspis Liv, η Credit Suisse δήλωσε ότι η τράπεζα θεωρούσε πως ο ρόλος της στη συναλλαγή ήταν μόνο “εκτελεστικός” και κατά συνέπεια δεν μπορούσε να προβεί στη μεταφορά των κεφαλαίων μέχρι την επίλυση της διένεξης ή συμφωνίας (“το ζήτημα”) μεταξύ της Hestiun και της Ασπίς. Αντίγραφο λογαριασμού με ημερομηνία 9 Νοεμβρίου 2009, κατονομάζει την Hestiun ως “πελάτη” της τράπεζας και δείχνει ότι τα κεφάλαια στον λογαριασμό της Apis Liv είναι ενεχυριασμένα. Υπήρξαν συναλλαγές στον λογαριασμό οι οποίες δεν πραγματοποιήθηκαν από την Aspis Liv αλλά από την Hestiun.
Στις 25 Νοεμβρίου 2009, η Hestiun μετέφερε 2,3 εκατομ. Ευρώ από τον λογαριασμό της Credit Suisse, τα οποία αντιστοιχούν σε περίπου 7% των κατατεθειμένων στον λογαριασμό της Credit Suisse κεφαλαίων της εταιρείας.
3.1.3 Οι θέσεις της Aspis Liv
Πριν τις 5 Νοεμβρίου, 2009, ο Διευθύνων Σύμβουλος της Aspis Liv δεν γνώριζε την ανάμιξη της Hestiun. Τότε πληροφορήθηκε ότι ο λόγος της καθυστέρησης ήταν η ύπαρξη συμφωνίας μεταξύ της Hestiun και μίας από τις εταιρείες του Ομίλου Ασπίς. Στις 17-19 Νοεμβρίου 2009, ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας επισκέφτηκε την Credit Suisse και συναντήθηκε με εκπροσώπους της Hestiun στη Βασιλεία. Σε αυτή τη συνάντηση αποκαλύφτηκε η ύπαρξη ενός Συμφωνητικού Εξασφαλισμένης Χρηματοδότησης (Secured Funding Agreement), εφεξής αναφερόμενο ως Συμφωνητικό Χρηματοδότησης, μεταξύ των εταιρειών Hestiun, Aspis Liv και Commercial Value. Η συμφωνία συνεπάγεται ότι τα κεφάλαια της Aspis Liv, που ανέρχονται σε περίπου 32,9 εκατομ. Ευρώ, είναι ενεχυριασμένα (“χρησιμοποιούνται ως εγγύηση”). Το συμφωνητικό λήγει στις 4 Μαΐου 2010 και μέχρι αυτή την ημερομηνία τα κεφάλαια είναι δεσμευμένα. Εκ μέρους της Commercial Value το συμφωνητικό υπογράφεται από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της εταιρείας, Δημήτριο Βιδάλη, ο οποίος μέχρι τις 11 Νοεμβρίου 2009 ήταν επίσης Πρόεδρος του Δ.Σ. της Aspis Liv.
Το όνομα του Διευθύνοντος Συμβούλου είναι πλαστογραφία, ο Διευθύνων Σύμβουλος δεν έχει υπογράψει το συμφωνητικό και ο Διευθύνων Σύμβουλος δεν έχει συναντήσει κανέναν εκπρόσωπο της Hestiun πριν από αυτή τη συνάντηση. Ο Διευθύνων Σύμβουλος της Aspis Liv και εκπρόσωποι της Hestiun συζήτησαν την κατάσταση. Ο Διευθύνων Σύμβουλος προσπάθησε να διαπραγματευτεί έναν τρόπο απόσυρσης της Aspis Liv από τη συμφωνία. Η Hestiun πρότεινε τη σύνταξη ενός πρόσθετου συμφωνητικού που θα επέτρεπε στην Aspis Liv να αποσυρθεί πρόωρα από το Συμφωνητικό Χρηματοδότησης ώστε να είναι εφικτή η μεταφορά των κεφαλαίων στον λογαριασμό της Σουηδικής τράπεζας της εταιρείας το συντομότερο δυνατό. Ένα προσχέδιο αυτού του πρόσθετου συμφωνητικού υποβλήθηκε στη Σουηδική Εποπτική Αρχή.
Συνοπτικά, η Aspis Liv υποστηρίζει ότι η εταιρεία άλλαξε την τράπεζα των καταθέσεών της από την Danske Bank στην Credit Suisse, και μετά από αυτό κάποιος πλαστογράφησε την υπογραφή του Διευθύνοντος Συμβούλου της Εταιρείας και συνήψε το Συμφωνητικό Χρηματοδότησης με την Hestiun. Σύμφωνα με αυτό το συμφωνητικό, τα κεφάλαια της Εταιρείας που βρίσκονται στους λογαριασμούς της Credit Suisse χρησιμοποιήθηκαν ως εγγύηση για επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν από την Hestiun.
Η Hestiun υπέβαλε πρόταση (πρόσθετο συμφωνητικό) για τον τρόπο με τον οποίο η εταιρεία μπορεί να ανακτήσει τα κεφάλαια που βρίσκονται κατατεθειμένα στην Credit Suisse. Η Hestiun αναζητεί επισταμένως νέους επενδυτές που θα αντικαταστήσουν την Aspis Liv και έχει ορισμένους ενδιαφερόμενους. Η εταιρεία προτίθεται, το ταχύτερο δυνατό, να λύσει το συμφωνητικό ελεγχόμενα και με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.
Ο σημερινός Διευθύνων Σύμβουλος και η εταιρεία υπήρξαν θύματα μίας παράνομης πράξης από την οποία ήταν δύσκολο να προστατευθούν και για την οποία δεν μπορεί να αποδοθεί ευθύνη στην εταιρεία.
3.1.4 Εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή διαπιστώνει ότι η Aspis Liv, πιθανότατα από τον Απρίλιο αλλά σε κάθε περίπτωση κατά τον Οκτώβριο και Νοέμβριο 2009, δεν είχε τη δυνατότητα – και ακόμη δεν την έχει – να τακτοποιήσει το ζήτημα των κεφαλαίων που είχαν μεταφερθεί στην Credit Suisse. Αρχικά, η εταιρεία δεν ήταν σε θέση να εξηγήσει τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες η Credit Suisse πίστευε ότι κωλυόταν να πραγματοποιήσει τη μεταφορά. Η αιτία έχει πλέον εξακριβωθεί – τα κεφάλαια είναι ενεχυριασμένα βάσει τριμερούς συμφωνίας μεταξύ των Hestiun, Aspis Liv και Commercial Value. Η συμφωνία είναι υπογεγραμμένη από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Aspis Liv.
Η Aspis Liv έχει δηλώσει ότι η εταιρεία δεν γνώριζε για την Hestiun πριν τις 5 Νοεμβρίου 2009. Ωστόσο, η Σουηδική Εποπτική Αρχή υποστηρίζει ότι η Hestiun κατονομάζονταν από τον Απρίλιο ως παραλήπτης στα αντίγραφα λογαριασμών της Credit Suisse και ότι η εταιρεία δεν αντέδρασε.
Το πρόσθετο συμφωνητικό που η εταιρεία υπέβαλε στη Σουηδική Εποπτική Αρχή δηλώνει ότι η Aspis Liv θα αναλάβει την υποχρέωση να αποζημιώσει ζημίες τρίτων που ίσως απορρέουν από την πρόωρη απόσυρσή της από τη συμφωνία και ότι η εταιρεία έχει το δικαίωμα καταβολής σωρευμένων αποδόσεων από τις επενδύσεις που πραγματοποιήθηκαν μέχρι σήμερα, όχι πριν από τις 4 Μαΐου 2010.
Ωστόσο, ένας πελάτης που υπογράφει συμβόλαιο με μία ασφαλιστική εταιρεία, εξασφαλίζει το συμβατικό δικαίωμα, δεδομένων συγκεκριμένων προϋποθέσεων, να λάβει αποζημίωση από την ασφαλιστική εταιρεία. Το δικαίωμα αυτό προστατεύεται από τους κανονισμούς που διέπουν το ύψος των κεφαλαίων που πρέπει να διαθέτει η ασφαλιστική εταιρεία και τον τρόπο που η ασφαλιστική εταιρεία τα επενδύει. Το πρώτο βήμα αυτού του προστατευτικού σχήματος είναι ότι συγκεκριμένα κεφάλαια, αυτά που είναι άμεσα αποδοτέα σε δεσμεύσεις προς τους πελάτες, πρέπει να εγγραφούν σε ένα ειδικό μητρώο κάλυψης υποχρεώσεων. Όταν τα κεφάλαια είναι εγγεγραμμένα σε αυτό το μητρώο, οι ασφαλισμένοι έχουν ειδικό δικαίωμα προτεραιότητας σε περίπτωση πτώχευσης.
Το γεγονός ότι τα κεφάλαια είναι ενεχυριασμένα, δημιουργεί μία κατάσταση εξαιρετικής σοβαρότητας για την εταιρεία. Στο νόμο ορίζεται κατηγορηματικά ότι δεν επιτρέπεται να χρησιμοποιούνται ενεχυριασμένα κεφάλαια για κάλυψη υποχρεώσεων. Για αυτό τον λόγο, και ανεξάρτητα από τις σχετικές εξελίξεις, η εταιρεία δεν πληροί τις προϋποθέσεις σχετικά με τα κεφάλαια που χρησιμοποιούνται ως κάλυψη υποχρεώσεων. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή δεν θεωρεί πως η δήλωση της εταιρείας, ότι η υπογραφή του Διευθύνοντος Συμβούλου πλαστογραφήθηκε και ότι η εταιρεία υπήρξε θύμα απάτης, έχει αντίκτυπο σε τούτη την αξιολόγηση. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή δεν έχει ερευνήσει αν η υπογραφή είναι αυθεντική ή όχι. Το ζήτημα αυτό θα τύχει ανεξάρτητου χειρισμού.
Η Aspis Liv έχει θέσει τον εαυτό της σε μία κατάσταση η οποία εγείρει ιδιαίτερα σοβαρά ζητήματα φερεγγυότητας. Ο συντελεστής φερεγγυότητας της εταιρείας είναι –3,06 και τα αναπροσαρμοσμένα ίδια κεφάλαια ανέρχονται σε 18 εκατομ. Ευρώ. Το τεχνικό αποθεματικό ανέρχονταν τον Σεπτέμβριο σε περίπου 38,5 εκατομ. Ευρώ. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή έλαβε υπόψη της ότι 2,3 εκατομ. Ευρώ μεταφέρθηκαν στις 25 Νοεμβρίου 2009 από την Hestiun σε Σουηδικό τραπεζικό λογαριασμό της Aspis Liv. Αυτό σημαίνει ότι η εταιρεία χρειάζεται περίπου 24 εκατομ. Ευρώ για να καλύψει τον συντελεστή φερεγγυότητας.
Οι κανόνες που διέπουν την κάλυψη υποχρεώσεων και την φερεγγυότητα αποσκοπούν στην προστασία των ασφαλισμένων. Η Aspis Liv απέτυχε ουσιωδώς να συμμορφωθεί προς αυτούς τους όρους. Το γεγονός ότι η εταιρεία προσπαθεί τώρα να επιλύσει το πρόβλημα, δεν αναιρεί το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο επέδειξε αμέλεια και ότι ο Διευθύνων Σύμβουλος δεν έλαβε τα απαιτούμενα μέτρα για να διασφαλίσει ότι η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας πραγματοποιείται με ικανοποιητικό – και νόμιμο – τρόπο. Επιπλέον, η Aspis Liv δεν κατόρθωσε να αποκαταστήσει την οικονομική της κατάσταση.
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή διαπιστώνει ότι οι ανεπάρκειες που σημειώθηκαν – και ακόμη υφίστανται – στη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της Aspis Liv, είναι ιδιαίτερα σοβαρές.
3.2 Παράνομη καταβολή μερισμάτων
3.2.1 Εφαρμοστέες διατάξεις
Άρθρο 12, κεφάλαια 1-3 και 5 του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών.
3.2.2 Οι Παρατηρήσεις της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Κατά τη διάρκεια συνεδρίασης του Διοικητικού της Συμβουλίου στις 28 Αυγούστου 2008, η Aspis Liv αποφάσισε να υλοποιήσει σημαντικές επενδύσεις. Το Διοικητικό Συμβούλιο έδωσε στον Πρόεδρό του πλήρη εξουσιοδότηση για να αποφασίσει τον τρόπο που θα υλοποιούνταν οι επενδύσεις, με τον όρο όμως ότι θα ακολουθούσε τις προτάσεις της Επιτροπής Επενδύσεων. Η Επιτροπή Επενδύσεων συνεδρίασε στις 29 Αυγούστου 2009 στην Κύπρο. Στη συνεδρίαση συμμετείχαν μόνο δύο από τα τέσσερα μέλη της Επενδυτικής Επιτροπής, ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου και ένα ακόμη μέλος, ο εξωτερικός διαχειριστής περιουσιακών στοιχείων (εφεξής Asset Manager).
Η επένδυση απαρτίζονταν από δύο εξαγορές. Η Aspis Liv προέβη στην αγορά δέκα εκατομμυρίων μετοχών (περίπου 8%) της εισηγμένης εταιρείας ακινήτων ADHP, και όλες τις μετοχές της Venarem Holdings Limited (εφεξής Venarem). Οι συμφωνίες για τις επενδύσεις υπογράφηκαν τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους.
Το πρόσωπο που πούλησε τις μετοχές της Venarem ήταν ο έμμεσος ιδιοκτήτης της Aspis Liv, Παύλος Ψωμιάδης. Το μόνο πραγματικό περιουσιακό στοιχείο της Venarem ήταν η θυγατρική Larlecum Corporation Limited (εφεξής Larlecum). Τα περιουσιακά στοιχεία της Larlecum απαρτίζονταν από ακίνητη περιουσία στην Κύπρο η οποία θα αναπτυσσόταν και βάσει της σύμβασης ο πωλητής θα ήταν υπεύθυνος για το κόστος ανάπτυξης. Η ακίνητη περιουσία ήταν κενή και δεν είχε – ούτε τότε ούτε τώρα – άδεια δόμησης.
Το αντίτιμο των μετοχών της Venarem ανήλθε συνολικά σε περίπου 8 εκατομ. Ευρώ. Βάσει της σύμβασης, η Aspis Liv θα κατέβαλε επιπλέον το ποσό του ενός (1) εκατομμυρίου Ευρώ, περίπου, με την ολοκλήρωση του οικοδομικού έργου. Η σύμβαση αγοράς δεν μπορεί να λυθεί ακόμη και αν δεν εγκριθεί η χορήγηση άδεια δόμησης. Η σύμβαση αγοράς δεν ρυθμίζει την προθεσμία για την ολοκλήρωση του οικοδομικού έργου και δεν περιέχει όρους που δίνουν στον αγοραστή τη δυνατότητα να ασκήσει πίεση στον πωλητή (αποζημίωση ή πρόστιμα). Η μόνη δέσμευση του πωλητή βάσει της σύμβασης είναι ότι το οικοδομικό έργο πρέπει να ολοκληρωθεί σε διάστημα 24 μηνών από τη χορήγηση της άδειας δόμησης. Η πληρωμή δεν πραγματοποιήθηκε προς τον πωλητή, Παύλο Ψωμιάδη, αλλά προς μία άλλη εταιρεία του Ομίλου Ασπίς, την Aspis Holding Public Company Ltd (εφεξής Aspis Holding). Αρχικά η πληρωμή δεν καταχωρήθηκε ως επένδυση, αλλά ως στοιχείο σε έναν λογαριασμό ρευστότητας της Aspis Liv.
Η εν λόγω ακίνητη περιουσία στην Κύπρο ανήκε αρχικά σε μία εταιρεία η οποία επίσης συνδέεται με τον Όμιλο Ασπίς και πουλήθηκε τον Φεβρουάριο του 2008 στην Larlecum για περίπου 370.000 Ευρώ.
Η επένδυση εκτιμήθηκε σε πέντε διαφορετικές περιπτώσεις με πέντε ποσά που διαφέρουν σημαντικά. Τον Δεκέμβριο του 2008, η KPMG εκτίμησε την ακίνητη περιουσία, την ίδια τη γη, σε περίπου 411.000 Ευρώ. Η πιο πρόσφατη εκτίμηση πραγματοποιήθηκε τον Μάιο του 2009 από μία εταιρεία με την επωνυμία ProValuers και η αξία της εκτιμήθηκε σε περίπου 3.500.000 Ευρώ. Αυτή η εκτίμηση βασίζεται στην υπόθεση ότι η άδεια δόμησης έχει χορηγηθεί. Η εκτίμηση της Aspis Liv στις 31 Ιουλίου 2008 πραγματοποιήθηκε από την BSProperty και ανήλθε σε 11.300.000 Ευρώ. Η BSProperty συνδέεται με τον Όμιλο Ασπίς.
Στην Κύπρο η πώληση ακινήτου συνεπάγεται την καταβολή Τέλους Ακίνητης Περιουσίας που υπολογίζεται βάσει της εμπορικής αξίας του ακινήτου. Αν κατά τον προσδιορισμό του τέλους ακίνητης περιουσίας διαπιστωθεί ότι η τιμή πώλησης αποκλίνει σημαντικά από την εμπορική αξία του ακινήτου, η συναλλαγή δεν εγκρίνεται από τις Κυπριακές αρχές. Σύμφωνα με την Υπηρεσία Ελέγχου Εταιρειών του Υπουργείου Οικονομικών της Κύπρου, είναι άκρως απίθανο να είχε εγκριθεί η πώληση με τιμή 370.000 Ευρώ τον Φεβρουάριο του 2008, αν η εμπορική αξία εκείνη την περίοδο ανέρχονταν σε 7,6 εκατομ. Ευρώ.
Οι οικονομικοί ελεγκτές της Aspis Liv υπέβαλαν το 2008 εναντίωση για την επένδυση. Πίστευαν ότι η αξία της επένδυσης θα έπρεπε να ελαττωθεί σημαντικά και ότι υπήρχαν επίσης απροσδιοριστίες σχετικά με την ίδια την απόφαση επένδυσης. Η Aspis Liv ελάττωσε την αξία της επένδυσης κατά 50%.
Ο πωλητής των μετοχών της ADHP ήταν ένα πρόσωπο το οποίο, την εποχή της συναλλαγής, δεν είχε στενή σχέση σύμφωνα με τον ορισμό του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών, όμως σήμερα κατέχει 6,42% της Aspis Holding. Το τίμημα της αγοράς ανήλθε σε περίπου 3,8 εκατομ. Ευρώ, το οποίο, συγκρινόμενο με την τιμή της μετοχής εκείνη την περίοδο, συνεπάγεται υπερβολική υπερτίμηση ύψους περίπου 0,8-1,3 εκατομ. Ευρώ.
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή παρακολούθησε και προσπάθησε να λάβει πλήρη αιτιολόγηση των περιστάσεων γύρω από την επένδυση και την αξία της επένδυσης από το φθινόπωρο του 2008. Τον Οκτώβριο του 2009, εκπρόσωπος της εταιρείας (ο τότε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου) δήλωσε ότι δεν μπορούσε να θεωρηθεί πιθανή η χορήγηση άδειας δόμησης ή η έναρξη του οικοδομικού έργου τα αμέσως επόμενα χρόνια. Η Aspis Liv δήλωσε επίσης πως έκρινε περιορισμένες τις δυνατότητες του πωλητή να ανταποκριθεί στους όρους της σύμβασης αναφορικά με τη χρηματοδότηση του οικοδομικού έργου, εξαιτίας των οικονομικών δυσκολιών του.
3.2.3 Οι θέσεις της Aspis Liv
Η εν λόγω επένδυση πραγματοποιήθηκε πριν ο Διευθύνων Σύμβουλος αναλάβει καθήκοντα τον Σεπτέμβριο του 2008.
Η εταιρεία συμφωνεί ότι και η επένδυση ακινήτων και η αγορά μετοχών της ADHP παραβιάζουν τον Νόμο περί Ασφαλιστικών Εργασιών.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας είναι της άποψης ότι η εταιρεία δεν θα έπρεπε να έχει επενδύσει στη Venarem και στην ADHP. Τον Νοέμβριο του 2008, ο Διευθύνων Σύμβουλος πραγματοποίησε δικαστική έρευνα η οποία διαπίστωσε ότι οι επενδύσεις τόσο στη Venarem όσο και στην ADHP παραβίαζαν τους κανόνες του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών που διέπουν την καταβολή μερισμάτων. Ο Διευθύνων Σύμβουλος υπέβαλε τη δικαστική έρευνα στο Διοικητικό Συμβούλιο, όμως το Συμβούλιο αποφάσισε να μη δώσει συνέχεια στο θέμα ενώ δεν επετράπη να περιληφθούν στα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου οι συζητήσεις γύρω από τα προβλήματα που σχετίζονταν με την επένδυση.
Ο Διευθύνων Σύμβουλος έχει αφιερώσει δυσανάλογα πολύ χρόνο σε αυτά τα ζητήματα και ωστόσο αναγκάστηκε να περιοριστεί στο να μετριάσει τις ζημίες που μπορεί να επιφέρουν οι επενδύσεις στην εταιρεία.
Είναι αληθές ότι η BSProperty, Ltd. συνδέεται με τον Όμιλο Ασπίς. Η εταιρεία εκτιμά ότι το θέμα του καθορισμού της ορθής αξίας υπήρξε προβληματικό και δεν πιστεύει ότι έχει επιλυθεί με ικανοποιητικό τρόπο.
3.2.4 Εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή εκτιμά ότι το υπερβολικό τίμημα που καταβλήθηκε για την αγορά των μετοχών της ADHP από την Aspis Liv, μπορεί να θεωρηθεί ότι εμπίπτει εντός της θεωρούμενης φυσιολογικής απόκλισης από την εφαρμοστέα τιμή μετοχής καθώς η συναλλαγή αφορούσε μεγάλη αγορά μετοχών εισηγμένης εταιρείας. Μπορεί ακόμη να αναφερθεί ότι ο πωλητής δεν θεωρείται στενά συνδεδεμένος με την Aspis Liv ή τους ιδιοκτήτες της. Ωστόσο, η Σουηδική Εποπτική Αρχή διατυπώνει αμφιβολίες σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ελήφθη η απόφαση για την πραγματοποίηση της επένδυσης. Το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο έδωσε τόσο ευρεία εξουσιοδότηση αποκλειστικά στον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου, κατά παράβαση των κατευθυντήριων γραμμών της εταιρείας και χωρίς μεταγενέστερη παρακολούθηση, καταδεικνύει ότι η εσωτερική διακυβέρνηση και ο έλεγχος της εταιρείας είναι ανεπαρκείς.
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή πιστεύει ότι η Aspis Liv και ο έμμεσος ιδιοκτήτής της, Παύλος Ψωμιάδης, συνδέονται σε τέτοιο βαθμό ώστε οι κανόνες που διέπουν την καταβολή μερισμάτων πρέπει να εφαρμοστούν στη συναλλαγή της Venarem. Κατά την άποψη της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, η συμφωνία δεν πληροί τους όρους της αγοράς. Για παράδειγμα, 90% του τιμήματος της αγοράς έπρεπε να καταβληθεί προκαταβολικά, η ανταποδοτική υπηρεσία του πωλητή θα ξεκινούσε μόνο μετά τη χορήγηση άδειας δόμησης, η συμφωνία δεν περιείχε διατάξεις για τη λύση της σύμβασης ή ποινικές ρήτρες και δεν υπήρχε προθεσμία για την ολοκλήρωση του οικοδομικού έργου. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή εκτιμά ότι στο σύνολό της η συναλλαγή αποτελούσε συγκαλυμμένη καταβολή μερισμάτων, ένα συμπέρασμα με το οποίο η εταιρεία δηλώνει ότι συμφωνεί.
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή πιστεύει ότι η εκτίμηση η οποία ορθά αντανακλά την πραγματική εμπορική αξία της ακίνητης περιουσίας είναι αυτή που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2008 από την KMPG και ανέρχεται σε περίπου 400.000 Ευρώ.
Σύμφωνα με τον τελευταίο ισολογισμό που επικυρώθηκε πριν την εξαγορά (31-12-2007), τα μη-δεσμευμένα κεφάλαια της Aspis Liv ανέρχονταν συνολικά σε περίπου 3,5 εκατομ. Ευρώ. Περιλαμβανομένων των κεφαλαίων που είχαν συγκεντρωθεί στο τέλος του Σεπτεμβρίου 2008, τα διανεμητέα κεφάλαια της Aspis Liv ανέρχονταν συνολικά σε περίπου 4,7 εκατομ. Ευρώ. Η μεταβίβαση αξίας που πραγματοποιήθηκε σε συνδυασμό με την εξαγορά, υπερέβη τα μη-δεσμευμένα κεφάλαια της Aspis Liv, σύμφωνα με τον τελευταίο ισολογισμό που επικυρώθηκε, κατά περίπου 3,7 εκατομ. Ευρώ. Ακόμη και αν επιτραπεί στην Aspis Liv να υπολογίσει τα μη-δεσμευμένα κεφάλαιά της χρησιμοποιώντας τα πιο πρόσφατα υποβληθέντα δεδομένα, η εξαγορά συνεχίζει να υπερβαίνει το επιτρεπόμενο ποσό κατά περίπου 2,5 εκατομ. Ευρώ. Καθώς η επένδυση υπερέβη τα μη-δεσμευμένα κεφάλαια τα οποία η Aspis Liv είχε στη διάθεσή της, συμπεραίνεται ότι η συναλλαγή δεν ήταν μόνο συγκαλυμμένη αλλά επιπλέον και παράνομη καταβολή μερισμάτων και ως εκ τούτου παραβιάζει τους κανόνες που διέπουν τη διανομή κερδών και άλλες χρήσεις των περιουσιακών στοιχείων της ασφαλιστικής εταιρείας.
Ο Νόμος περί Ασφαλιστικών Εργασιών δηλώνει σαφώς πότε μπορούν να καταβάλλονται μερίσματα. Για να προστατευτούν οι ασφαλισμένοι, τα κέρδη που υπερβαίνουν τη διανεμητέα μη-δεσμευμένη καθαρή αξία της εταιρείας, δεν επιτρέπεται να διανεμηθούν. Μέσω μίας συναλλαγής με στενά σχετιζόμενο αντισυμβαλλόμενο και με προφανώς υπερβολικό τίμημα, η Aspis Liv πραγματοποίησε μία αμφισβητήσιμη επένδυση. Επίσης, η εν λόγω συναλλαγή πραγματοποιήθηκε με κεφάλαια τα οποία δεν ήταν διανεμητέα, δηλαδή με κεφάλαια τα οποία δεν έπρεπε να χρησιμοποιηθούν για αυτό το σκοπό. Η Aspis Liv παραβίασε το κανονιστικό πλαίσιο και, με τρόπο ανεπίτρεπτο, έθεσε εξ αιτίας αυτού τα κεφάλαια των ασφαλισμένων της σε κίνδυνο. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή θεωρεί την παραβίαση των κανόνων διανομής κερδών ιδιαίτερα σοβαρή.
3.3. Εσωτερική διακυβέρνηση και έλεγχος
3.3.1 Εφαρμοστέες διατάξεις
Άρθρο 1, κεφάλαιο 1a του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών
Άρθρο 7, κεφάλαια 8a, 9a, 10g και 30 του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών
Άρθρο 8, κεφάλαια 7 και 8 του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών
Γενικές κατευθυντήριες γραμμές της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, FFFS 2005:1, σχετικά με τη διακυβέρνηση και τον έλεγχο των χρηματοοικονομικών ιδρυμάτων
Γενικές κατευθυντήριες γραμμές της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, FFFS 2003:8, σχετικά με τις αναλογιστικές κατευθυντήριες γραμμές και την τεκμηρίωση υπολογισμού
3.3.2 Συμφωνία Διαχείρισης
3.3.2.1 Παρατηρήσεις και σχόλια της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Την 1η Αυγούστου 2008, η Aspis Liv σύναψε συμφωνία για υπηρεσίες διαχείρισης με την Ασπίς Πρόνοια (εφεξής Συμφωνία Διαχείρισης).
Η Συμφωνία Διαχείρισης δίνει στην Ασπίς Πρόνοια το δικαίωμα, με δική της πρωτοβουλία και απόφαση (“αποκλειστική δικαιοδοσία”), να παρέχει συμβουλές, συμβουλευτικές υπηρεσίες και άλλες υπηρεσίες (“Εποπτικές Υπηρεσίες”) για τη διαχείριση της Aspis Liv και των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας. Η συμφωνία τέθηκε σε ισχύ την 1η Αυγούστου 2008 και, σύμφωνα με τους όρους της, η Aspis Liv υποχρεούται να καταβάλει ετήσια αμοιβή (“Αμοιβή per annum”) ανεξαρτήτως από την υλοποίηση ή όχι οιοδήποτε έργου. Η αμοιβή ανήλθε συνολικά σε ένα (1) εκατομμύριο Ευρώ το 2008 και 500.000 Ευρώ το 2009 για Εποπτικές Υπηρεσίες. Επιπλέον, μπορεί να καταβληθεί πρόσθετη αμοιβή για “Επενδυτικές Τραπεζικές Υπηρεσίες”, οι οποίες περιλαμβάνουν την εξαγορά εταιρειών και την αποεπένδυση όλων των στοιχείων της Aspis Liv. Η Ασπίς Πρόνοια μπορεί ελεύθερα να αναθέτει έργα σε συνδεδεμένες εταιρείες ή άτομα. Η Aspis Liv δεν έχει το δικαίωμα λύσης της συμφωνίας. Η λύση της συμφωνίας απαιτεί την έγκριση της Ασπίς Πρόνοια ή τη μείωση του άμεσου ή έμμεσου ποσοστού κυριότητας της Ασπίς Πρόνοια επί της Aspis Liv κάτω του 10%.
Η Συμφωνία Διαχείρισης υπογράφεται για λογαριασμό της Aspis Liv από τον Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου Δημήτριο Βιδάλη, και για λογαριασμό της Ασπίς Πρόνοια από τον Παύλο Ψωμιάδη. Η Aspis Liv, εκπροσωπούμενη από το Διοικητικό Συμβούλιο ή από τον Δημήτριο Βιδάλη και ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, υπέγραψαν τη συμφωνία την 1η Αυγούστου 2008. Δύο ημέρες πριν την υπογραφή της συμφωνίας, ανεστάλη η διαπραγμάτευση των μετοχών της Ασπίς Πρόνοια στο Χρηματιστήριο Αθηνών για την προστασία των επενδυτών. Η Ασπίς Πρόνοια αποσύρθηκε τότε από το χρηματιστήριο της Αθήνας. Εξαιτίας έλλειψης κεφαλαίων, η Ελληνική εποπτική αρχή ανακάλεσε την άδεια λειτουργίας της Ασπίς Πρόνοια στις 21 Σεπτεμβρίου 2009.
Η Ασπίς Πρόνοια εξέδωσε τιμολόγιο για αμοιβή διαχείρισης, παροχή συμβουλευτικών υπηρεσιών, υπηρεσίες συμβούλου εκ των προτέρων, και διάφορα κόστη ταξιδιού, συνολικής αξίας ενός (1) εκατομμυρίου Ευρώ, περιλαμβανομένου ΦΠΑ, προς την Aspis Liv. Στις 14 Αυγούστου 2008, η Aspis Liv κατέβαλε 685.000 Ευρώ στην Aspis Holding. Πλέον αυτής της πληρωμής, η Aspis Liv συμψήφισε στους λογαριασμούς της απαιτήσεις προς την Aspis Holding ύψους 130.000 Ευρώ. Αυτός ο συμψηφισμός εξετάζεται διεξοδικότερα στο κεφάλαιο 3.3.4.
Το πρόσωπο που επικύρωσε το τιμολόγιο στις 14 Αυγούστου 2008 (μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Aspis Liv) είναι το ίδιο πρόσωπο που ζήτησε η πληρωμή να πραγματοποιηθεί προς την Aspis Holding (CFO της Aspis Holding).
Η εταιρεία δεν διευκρίνισε με περισσότερες λεπτομέρειες ποιες υπηρεσίες παρασχέθηκαν στο πλαίσιο της συμφωνίας εκτός της προαναφερθείσας αγοράς της ακίνητης περιουσίας.
3.3.2.2 Οι θέσεις της Aspis Liv
Η Συμφωνία Διαχείρισης τέθηκε σε ισχύ πριν την ανάληψη καθηκόντων από τον τωρινό Διευθύνοντα Σύμβουλο και το τωρινό Διοικητικό Συμβούλιο. Η Aspis Liv έχει δηλώσει ότι η Συμφωνία Διαχείρισης δεν συζητήθηκε ούτε εγκρίθηκε από το Διοικητικό Συμβούλιο και η συμφωνία λύθηκε στις 12 Νοεμβρίου 2009.
Η υπηρεσίες που παρασχέθηκαν το 2008 αφορούν κυρίες εργασίες εντός της Επιτροπής Επενδύσεων. Η δραστηριότητα της Επιτροπής Επενδύσεων, με την εξαίρεση της “επένδυσης της Κύπρου”, υπήρξε περιορισμένη.
Είναι γεγονός ότι πραγματοποιήθηκαν πληρωμές προς την Aspis Holding παρότι ο αντισυμβαλλόμενος ήταν η Ασπίς Πρόνοια. Ο λόγος ήταν οι οδηγίες πληρωμής που έλαβε ο CFO από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Aspis Holding. Η αιτιολογία που δόθηκε για αυτές τις οδηγίες ήταν ότι η Aspis Holding είχε αποκτήσει μετοχές της Aspis Liv. Η Aspis Liv έχει απαιτήσει την επιστροφή των χρημάτων που κατέβαλλε το 2008.
3.3.2.3 Εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή θεωρεί ότι η Συμφωνία Διαχείρισης αντιπροσωπεύει σημαντικό κίνδυνο καθώς μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την εκτέλεση εκτεταμένων έργων για λογαριασμό της Aspis Liv, τα οποία συνδέονται με σημαντικούς τομείς λειτουργίας της εταιρείας. Η συμφωνία απαιτεί από την Aspis Liv να καταβάλλει πάγια ετήσια αμοιβή χωρίς την εγγύηση ότι θα παραλάβει υπηρεσίες σε ανταπόδοση. Αυτό αποτελεί παράβαση του βασικού κανόνα των ασφαλίσεων, που υπαγορεύει ότι μία ασφαλιστική εταιρεία πρέπει να έχει τον έλεγχο των κινδύνων της εταιρείας. Με τη Συμφωνία Διαχείρισης, η διοικητική ομάδα της Aspis Liv θυσίασε τα συμφέροντα της Aspis Liv προς όφελος των ιδιοκτητών και των στενά συνδεδεμένων εταιρειών.
Μόνο αφού η Σουηδική Εποπτική Αρχή ανακάλυψε τον Οκτώβριο σχετικά με τη Συμφωνία Διαχείρισης και επεσήμανε την περίεργη σύνταξη και τις ατέλειές της σχετικά με τις πληρωμές, η εταιρεία προσπάθησε ενεργά να λύσει τη συμφωνία.
Το πεδίο εφαρμογής της συμφωνίας σε συνδυασμό με το απεριόριστο δικαίωμα πρωτοβουλίας της Ασπίς Πρόνοια και την απουσία όρων λύσης της σύμβασης, σημαίνουν ότι το επίσημο όργανο της Aspis Liv και η εσωτερική διακυβέρνηση και ο έλεγχος της εταιρείας μπορούν να παρακαμφθούν. Η εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής για τη συμφωνία είναι ότι η εταιρεία δεν έχει τον έλεγχο των κινδύνων της. Είναι πλήρως αποδεκτό για όλες τις ασφαλιστικές εταιρείες να συνάπτουν συμφωνίες που θα τους εξασφαλίσουν αρωγή στη διαχείριση των λειτουργιών τους, όμως ποτέ χωρίς να έχουν τον έλεγχο της συμφωνίας. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Aspis Liv δεν έχει τελικά τον έλεγχο των λειτουργιών της σε αυτόν τον συγκεκριμένο τομέα και κατά συνέπεια δεν έχει τον πλήρη έλεγχο επί των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων της. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή κρίνει αυτά τα συμβάντα ως ιδιαίτερης σοβαρότητας και τα θεωρεί τεκμήριο ακραίας απουσίας κατανόησης και ελέγχου των κινδύνων της εταιρείας.
3.3.3 Εργασίες και εσωτερικές οδηγίες του Διοικητικού Συμβουλίου
3.3.3.1 Παρατηρήσεις της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Επιτροπή Επενδύσεων και κατευθυντήριες γραμμές επενδύσεων
Στις 30 Οκτωβρίου 2007, το Διοικητικό Συμβούλιο της Aspis Liv διόρισε Επιτροπή Επενδύσεων. Τον Αύγουστο του 2008, τα μέλη της Επιτροπής Επενδύσεων ήταν ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου, Δημήτριος Βιδάλης, ένα επιπλέον μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου, ο Asset Manager και ο CFO της Aspis Liv. Η Επιτροπή Επενδύσεων απαρτίζεται κανονικά από τέσσερα άτομα και έχει συνεδριάσει δύο φορές.
Στις 26 Αυγούστου 2009, το Διοικητικό Συμβούλιο αναθεώρησε τις κατευθυντήριες γραμμές για το έργο της Επιτροπής Επενδύσεων. Η αποστολή της Επιτροπής Επενδύσεων είναι να έχει την εποπτεία της συμμόρφωσης της εταιρείας με τις επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές και να μπορεί να αποφασίζει σχετικά με επενδύσεις στο πλαίσιο αυτών των κατευθυντήριων γραμμών. Το Διοικητικό Συμβούλιο μέσω των κατευθυντήριων γραμμών δίνει επίσης δικαίωμα λήψης αποφάσεων από την Επιτροπή, σε έκτακτες περιπτώσεις και όταν η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου πρόκειται να καθυστερήσει υπερβολικά, για επενδύσεις οι οποίες αποκλίνουν από τις κατευθυντήριες γραμμές του Διοικητικού Συμβουλίου και άλλες οδηγίες οι οποίες έχουν καθοριστεί από το Δ.Σ. Ο ρόλος της Επιτροπής Επενδύσεων είναι ασαφής και καθώς βασίζεται στις κατευθυντήριες γραμμές της, φαίνεται ότι η ίδια η επιτροπή θα ελέγχει το έργο της. Με βάση αυτά τα δεδομένα, η επένδυση ακινήτων στην Κύπρου αποτελεί παραβίαση των επενδυτικών κατευθυντήριων γραμμών της ίδιας της εταιρείας.
Άλλες κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίεςΗ εταιρεία δεν διαθέτει κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την κανονιστική συμμόρφωση, τη διαχείριση κινδύνων και τον έλεγχο κινδύνων. Κατευθυντήριες γραμμές κανονιστικής συμμόρφωσης επικυρώθηκαν στις 13 Οκτωβρίου 2009 από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο και οι κατευθυντήριες γραμμές κινδύνων έχουν προετοιμαστεί αλλά δεν έχουν επικυρωθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο. Κατά το παρελθόν η εταιρεία διέθετε κατευθυντήριες γραμμές για εσωτερικό έλεγχο, ήταν όμως σύντομες και, κατά την άποψη της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, ανεπαρκείς. Η εταιρεία δεν διέθετε ασφαλιστική κάλυψη αστικής ευθύνης μέχρι τις 11 Σεπτεμβρίου 2009 όταν ελήφθη σχετική απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Η Aspis Liv δεν διέθετε κατευθυντήριες γραμμές για Κανονιστική Συμμόρφωση μέχρι τις 13 Οκτωβρίου 2009, όταν επικυρώθηκαν από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο. Σύμφωνα με τον νόμο, κάθε ασφαλιστική εταιρεία πρέπει να προετοιμάσει κατευθυντήριες γραμμές για τη διαχείριση αντικρουόμενων συμφερόντων. Οι κατευθυντήριες γραμμές για αυτό τον σκοπό δεν υπήρχαν στην Aspis Liv μέχρι τον Οκτώβριο του 2009.
Εφαρμοστέες αναλογιστικές κατευθυντήριες γραμμές επικυρώθηκαν από το Διοικητικό Συμβούλιο στις 11 Φεβρουαρίου 2009. Οιασφαλιστικές εταιρείες Ζωής θα πρέπει να υποβάλλουν αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές στη Σουηδική Εποπτική Αρχή όχι αργότερα από τη στιγμή που τίθενται σε εφαρμογή. Η Aspis Liv υπέβαλλε τις κατευθυντήριες γραμμές στη Σουηδική Εποπτική Αρχή μόνο μετά από ρητό αίτημα της εποπτικής αρχής. Ανάλυση επιπτώσεων υποβλήθηκε στη Σουηδική Εποπτική Αρχή μόλις πρόσφατα.
3.3.3.2 Οι θέσεις της Aspis Liv
Επιτροπή Επενδύσεων και επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές
Είναι αληθές ότι οι κατευθυντήριες γραμμές της Επιτροπής Επενδύσεων προκαθορίζουν ότι έχει το δικαίωμα με τις επενδυτικές της αποφάσεις να αποκλίνει από τις επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές του Διοικητικού Συμβουλίου, ωστόσο αυτό ισχύει μόνο σε έκτακτες συνθήκες και όταν δεν είναι εφικτή η αναμονή για τη λήψη απόφασης από το Διοικητικό Συμβούλιο. Αυτό μπορεί να συγκριθεί με το δικαίωμα του Διευθύνοντος Συμβούλου να λαμβάνει μέτρα χωρίς την εξουσιοδότηση του Διοικητικού Συμβουλίου, όταν δεν είναι εφικτό να περιμένει για την απόφαση του Δ.Σ., τα οποία όσον αφορά το πεδίο εφαρμογής και τη φύση των λειτουργιών της εταιρείας είναι ασυνήθιστα ή ιδιαίτερης βαρύτητας, χωρίς να δημιουργείται σημαντική βλάβη στις επιχειρηματικές δραστηριότητες της εταιρείας. Η εταιρεία συμφωνεί ότι δεν ενδείκνυται για την Επιτροπή Επενδύσεων να ελέγχει η ίδια το έργο της και οι κατευθυντήριες γραμμές θα επανεξεταστούν.
Άλλες κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες
Η εταιρεία, η οποία έχει αναγνωρίσει ότι δεν διαθέτει κατευθυντήριες γραμμές σε πολλές περιπτώσεις, έχει δηλώσει ότι από τη στιγμή που ανέλαβε ο τωρινός Διευθύνων Σύμβουλος, έχει εργαστεί επισταμένως για τον εκσυγχρονισμό των εσωτερικών κατευθυντήριων γραμμών. Κατά τη διάρκεια της τρέχουσας έρευνας, η εταιρεία έχει προετοιμάσει και επικυρώσει αρκετές από τις κατευθυντήριες γραμμές που δεν υπήρχαν. Η διαχείριση κινδύνων στην εταιρεία βρίσκεται κατά την παρούσα φάση σε αξιολόγηση καθώς και οι κατευθυντήριες γραμμές για κάλυψη αστικής ευθύνης. Έχει συνταχθεί προσχέδιο των κατευθυντήριων γραμμών και θα επικυρωθεί από το Διοικητικό Συμβούλιο στην επόμενη συνεδρίαση.
Η εταιρεία συμφωνεί με τη Σουηδική Εποπτική Αρχή ότι η επένδυση ακινήτων στην Κύπρο αποτελεί παραβίαση των επενδυτικών κατευθυντήριων γραμμών της ίδιας της εταιρείας.
3.3.3.3 Εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Επιτροπή Επενδύσεων και επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές
Το Διοικητικό Συμβούλιο θα πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις σχετικά με τις επενδύσεις της ασφαλιστικής εταιρείας και να επικυρώνει κατευθυντήριες γραμμές για τον τρόπο που θα υλοποιούνται οι επενδύσεις των κεφαλαίων της εταιρείας. Το Διοικητικό Συμβούλιο δεν επιτρέπεται να αναθέτει σε άλλο όργανο την ευθύνη των επενδύσεων της εταιρείας, της διαχείρισης των περιουσιακών στοιχείων και το μέγιστο όριο που ισχύει για αυτές.
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή εκπλήσσεται από το ότι το Διοικητικό Συμβούλιο είναι πρόθυμο να μεταβιβάσει την αρμοδιότητα λήψης επενδυτικών αποφάσεων σε μία Επιτροπή Επενδύσεων που απαρτίζεται κατά ένα μέρος από τρίτους. Επιπλέον, η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου να επικυρώσει τις επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές, τελεί υπό την έγκριση του Asset Manager. Οι επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές καθορίζουν επίσης ότι η Επιτροπή Επενδύσεων επιτρέπεται να πραγματοποιεί επενδύσεις έξω από τα όρια που καθορίζονται από τις κατευθυντήριες γραμμές και αναθέτει τις επενδυτικές αποφάσεις στον Asset Manager. Δεν είναι ενδεδειγμένο για το εταιρικό όργανο το οποίο έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει επενδυτικές αποφάσεις (ακόμη και εκτός του πλαισίου του Διοικητικού Συμβουλίου) να είναι επίσης το όργανο το οποίο ελέγχει την τήρηση των κατευθυντήριων γραμμών του Διοικητικού Συμβουλίου και να αναφέρει σε αυτό.
Οι κατευθυντήριες γραμμές είναι αντιφατικές και είναι δύσκολο να γίνει κατανοητό ποιος υποτίθεται ότι είναι ο ρόλος της Επιτροπής Επενδύσεων και του Asset Manager. Αυτό γίνεται ιδιαίτερα προφανές δεδομένου του συμφωνητικού διαχείρισης χαρτοφυλακίου που υπέγραψε η εταιρεία με την Credit Suisse, το οποίο δίνει στην τράπεζα εκτεταμένες αρμοδιότητες στη λήψη επενδυτικών αποφάσεων χωρίς να απαιτείται η έγκριση της εταιρείας. Δεν είναι ενδεδειγμένο για το εταιρικό όργανο το οποίο έχει την αρμοδιότητα να λαμβάνει επενδυτικές αποφάσεις (ακόμη και εκτός του πλαισίου του Διοικητικού Συμβουλίου) να είναι επίσης το όργανο το οποίο ελέγχει την τήρηση των κατευθυντήριων γραμμών του Διοικητικού Συμβουλίου και να αναφέρει σε αυτό.
Η ανάλυση επιπτώσεων που υποβλήθηκε από την εταιρεία μαζί με τις νεώτερες επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές, δείχνουν ότι οι επενδύσεις της εταιρείας δεν έχουν πραγματοποιηθεί σε συμμόρφωση προς τις κατευθυντήριες γραμμές της.
Ορισμένες από τις κατευθυντήριες γραμμές των ασφαλιστικών εταιρειών είναι αποτέλεσμα νομοθεσίας. Το Διοικητικό Συμβούλιο είναι υπεύθυνο για αυτές τις κατευθυντήριες γραμμές και πρέπει να ελέγχει τακτικά αν πρέπει να αλλάξουν. Όταν μία εταιρεία έχει ενεργήσει με τον τρόπο που ενήργησε η Aspis Liv, η Σουηδική Εποπτική Αρχή θεωρεί την κατάσταση ιδιαιτέρως σοβαρή. Η διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της ασφαλιστικής εταιρείας και η επένδυσή τους ρυθμίζονται αυστηρά με στόχο την προστασία των δικαιωμάτων των ασφαλισμένων. Το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος δεν είχαν τον αναμενόμενο έλεγχο όσον αφορά το χειρισμό και τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.
Άλλες κατευθυντήριες γραμμές και οδηγίες
Για μεγάλα χρονικά διαστήματα η εταιρεία δεν διέθετε κατευθυντήριες γραμμές για τη σύγκρουση συμφερόντων, τη διαχείριση κινδύνων και τον έλεγχο, για την κανονιστική συμμόρφωση, για την ανάθεση λειτουργιών σε τρίτους, ασφάλεια για κάλυψη αστικής ευθύνης, και κατευθυντήριες γραμμές για τους υπεύθυνους για την κάλυψη αστικής ευθύνης.
Επιπλέον, οι κατευθυντήριες γραμμές που διέθετε η εταιρεία, δεν αναθεωρούνταν τακτικά ούτε προσαρμόζονταν στον οργανισμό (εσωτερικός κανονισμός Διοικητικού Συμβουλίου, οδηγίες προς τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, Κατευθυντήριες γραμμές εσωτερικού ελέγχου, Επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές και Κατευθυντήριες γραμμές για εσωτερικό οικονομικό έλεγχο). Αρκετές από τις κατευθυντήριες γραμμές που έχει πραγματικά προετοιμάσει η εταιρεία, είναι ανεπαρκείς και δεν ανταποκρίνονται πλήρως στις προϋποθέσεις που ορίζονται από τον νόμο και τους κανονισμούς (Επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές, Κατευθυντήριες γραμμές για την Επιτροπή Επενδύσεων). Η εταιρεία δεν έχει ακολουθήσει τις εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές (Επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές). Οι επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές και οι αναλογιστικές κατευθυντήριες γραμμές με τις αναλύσεις επιπτώσεων δεν είχαν αποσταλεί στη Σουηδική Εποπτική Αρχή μέχρι την επιτόπια επίσκεψη της Αρχής στις 6-7 Οκτωβρίου. Μετά από υπενθύμιση, η Aspis Liv απέστειλε και τις επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές και τις αναλογιστικές κατευθυντήριες γραμμές με αναλύσεις επιπτώσεων.
Οι επενδυτικές κατευθυντήριες γραμμές, οι κατευθυντήριες γραμμές για την Επιτροπή Επενδύσεων, οι ενέργειες του Διοικητικού Συμβουλίου σε συνδυασμό με επενδυτικές αποφάσεις (η επένδυση ακινήτων) και το συμφωνητικό διαχείρισης χαρτοφυλακίου που υπέγραψε η εταιρεία με την Credit Suisse, είναι ανακόλουθες. Υπάρχουν σαφείς ελλείψεις στα έγγραφα εσωτερικής διακυβέρνησης της εταιρείας.
Ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές βασίζονται σε ένα γενικότερο πλαίσιο και μία εταιρεία μπορεί να χρησιμοποιήσει εναλλακτικές μεθόδους για να καλύψει την ανάγκη που αντιμετωπίζει η κατευθυντήρια γραμμή. Η εταιρεία δεν υποστήριξε ότι χειρίστηκε με κάποιον άλλο τρόπο τις ανάγκες που αποσκοπούν να καλύψουν οι κατευθυντήριες γραμμές. Στο σύνολό τους, οι ελλείψεις που προέκυψαν στην εταιρεία, καταδεικνύουν την ανάγκη για μία διοικητική ομάδα ασφαλιστικής εταιρείας που καθοδηγεί ενεργά και αξιολογεί τακτικά τις κατευθυντήριες γραμμές της. Τα δικαιώματα των ασφαλισμένων βασίζονται στην ικανότητα των ασφαλιστικών εταιρειών να χειρίζονται τις λειτουργίες τους και να συμμορφώνονται με το νόμο για να μην χάνουν τον έλεγχο. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή αντιλαμβάνεται ως ιδιαίτερης σοβαρότητας την έλλειψη διακυβέρνησης και ελέγχου στο εσωτερικό της εταιρείας.
3.3.4 Εσωτερικές Συναλλαγές του Ομίλου
3.3.4.1 Παρατηρήσεις της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Ο συμψηφισμός των 130.000 Ευρώ ο οποίος διενεργήθηκε σε συνδυασμό με την πληρωμή αμοιβής για τη Συμφωνία Διαχείρισης, όπως περιγράφθηκε παραπάνω, αρχικά αναφερόταν σε μπόνους και στη συνέχεια σε δάνειο σε πρώην εργαζόμενους της Aspis Liv. Το δάνειο αργότερα καταχωρήθηκε εκ νέου ως απαίτηση προς την Market Ventures Limited, η οποία είναι θυγατρική της Ασπίς Πρόνοια.
Επίσης, η Aspis Liv πλήρωσε τιμολόγια της Aspis Holding που εκδόθηκαν από μία νομική εταιρεία το 2008 και 2009. Η απαίτηση ανήλθε σε 70.000 Ευρώ στις 30 Ιουνίου 2009. Η Aspis Liv ποτέ δεν ζήτησε πληρωμή από την Aspis Holding.
Επίσης, η Aspis Liv δάνεισε περίπου ένα (1) εκατομμύριο Ευρώ στην Ασπίς Πρόνοια. Το ποσό πληρώθηκε στις 24 Ιανουαρίου 2008. Ούτε τα πρακτικά της συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου ούτε κάποιο άλλο έγγραφο κατονομάζουν ποιος έλαβε την απόφαση να δοθεί αυτό το ποσό στην Ασπίς Πρόνοια ως δάνειο. Το μόνο τεκμήριο που υπάρχει σχετικά με το δάνειο, είναι ένα e-mail από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο προς τον CFO στο οποίο αναφέρεται “Παρακαλώ προχωρήστε με το αίτημα του κ. Ψωμιάδη. Έχει εγκριθεί από τον κ. Βιδάλη” (Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου). Υπάρχει επίσης μία επιστολή από τον Παύλο Ψωμιάδη προς τον Διευθύνοντα Σύμβουλο στην οποία η Aspis Liv προτρέπεται να πραγματοποιήσει την πληρωμή. Επιπλέον, υπάρχει ένα γραμμάτιο με ημερομηνία 23 Ιανουαρίου 2008 υπογεγραμμένο από τον Παύλο Ψωμιάδη, τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Ασπίς Πρόνοια, σύμφωνα με το οποίο το δάνειο θα εξοφληθεί στις 30 Απριλίου 2009 και ότι το ποσό θα τοκιστεί με επιτόκιο 4%. Στις 5 Ιουνίου 2009 συμπληρώθηκε προσθήκη στο γραμμάτιο, σύμφωνα με την οποία η Ασπίς Πρόνοια θα καταβάλει περίπου 20.000 Ευρώ στις 11 Ιουνίου 2009 και το υπόλοιπο ποσό του δανείου στις 7 Αυγούστου 2009. Η προσθήκη υπογράφεται από τον Παύλο Ψωμιάδη εκ μέρους της Ασπίς Πρόνοια και από τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Aspis Liv. Το δάνειο δεν έχει ακόμη εξοφληθεί.
3.3.4.2. Οι θέσεις της Aspis Liv
Ακολουθεί περίληψη των πληροφοριών που υποβλήθηκαν από την Aspis Liv.
Η εταιρεία είχε κατά το παρελθόν ένα Διοικητικό Συμβούλιο το οποίο κατ’ αρχήν λειτουργούσε ως διοίκηση της εταιρείας και όχι ως το επίσημο όργανο το οποίο συνήθως αντιπροσωπεύει ένα Σουηδικό Διοικητικό Συμβούλιο. Το μεγαλύτερο μέρος των μελών του Διοικητικού Συμβουλίου της Εταιρείας, ακόμη και πρώην εργαζόμενοι, είχαν ισχυρούς δεσμούς με τον Παύλο Ψωμιάδη.
Κατά τη διάρκεια της περιόδου 21 Σεπτεμβρίου 2004 έως 28 Οκτωβρίου 2006, ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος χορήγησε σε αρκετούς εργαζόμενους προσωπικά δάνεια συνολικού ύψους περίπου 130.000 Ευρώ. Σε συνεδρίαση του Διοικητικού Συμβουλίου στις 14 Δεκεμβρίου 2007, το Διοικητικό Συμβούλιο αποφάσισε ότι τα προσωπικά δάνεια θα συμψηφίζονταν με ένα μπόνους που είχαν λάβει οι εργαζόμενοι. Ωστόσο, η απόφαση αυτή άλλαξε στις 19 Δεκεμβρίου 2007 από τον τότε Πρόεδρο του Διοικητικού Συμβουλίου χωρίς να ληφθεί νέα απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου. Η απαίτηση μεταφέρθηκε στις 28 Δεκεμβρίου 2007 σε άλλη εταιρεία, την Market Ventures Limited, με απόφαση που ελήφθη από τον τότε Διευθύνοντα Σύμβουλο.
Αυτή η απόφαση ελήφθη μετά από αίτημα της Ασπίς Πρόνοια να συγκεντρωθούν τα προσωπικά δάνεια σε ένα σημείο στον Όμιλο Ασπίς. Σύμφωνα με τα έγγραφα του δανείου, το δάνειο θα εξοφλούνταν όχι αργότερα από τις 30 Ιουνίου 2008. Όταν δεν πραγματοποιήθηκε πληρωμή κατά την προσυμφωνημένη ημερομηνία, ο τότε Διευθύνων Σύμβουλος της εταιρείας επικοινώνησε με την Market Ventures Limited και απαίτησε την εξόφληση του δανείου περιλαμβανομένων και των δεδουλευμένων τόκων. Ο τότε Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου απάντησε σε αυτό το αίτημα ότι η απαίτηση θα συμψηφίζονταν με τις υπηρεσίες που παρασχέθηκαν σύμφωνα με τη Συμφωνία Διαχείρισης που αναφέρθηκε παραπάνω. Αυτός ο συμψηφισμός πραγματοποιήθηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του τότε Προέδρου του Διοικητικού Συμβουλίου στις 6 Οκτωβρίου 2009.
Τα τιμολόγια της νομικής εταιρείας αναφέρονται σε αμοιβές δικηγόρου που απορρέουν από μία διαμάχη μεταξύ μετόχων. Αρχικά, ήταν ασαφές ποιος θα ήταν ο αντισυμβαλλόμενος με τον Θεόδωρο Αναγνωστόπουλο και κατά συνέπεια τη διαμάχη χειρίστηκε η εταιρεία για ένα μικρό χρονικό διάστημα, πριν καθοριστεί ο αντισυμβαλλόμενος. Ένας από τους λόγους για τους οποίους προέκυψε αυτή η αβεβαιότητα ήταν ότι ο Θεόδωρος Αναγνωστόπουλος αλληλογραφούσε με την εταιρεία για αυτά τα θέματα. Για τους παραπάνω λόγους, οι δαπάνες του δικηγόρου αναφορικά με τη διαμάχη πληρώθηκαν και η εταιρεία συνέχισε να πληρώνει αυτά τα τιμολόγια. Η εταιρεία θα απαιτήσει την πληρωμή των τιμολογίων από τον ενδεδειγμένο αντισυμβαλλόμενο.
Το δάνειο προς την Ασπίς Πρόνοια χορηγήθηκε πριν διοριστεί ο σημερινός Διευθύνων Σύμβουλος. Ο σημερινός Διευθύνων Σύμβουλος σε πολλές περιπτώσεις αιτήθηκε την εξόφληση του δανείου, ενέργεια η οποία είχε ως αποτέλεσμα την μερική εξόφληση. Η εταιρεία μέσω του Έλληνα δικηγόρου της έχει αιτηθεί την εξόφληση του υπολοίπου του δανείου.
3.3.4.3 Εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Η Σουηδική Εποπτική Αρχή κρίνει αρνητικά τον τρόπο που έγινε ο χειρισμός των προσωπικών δανείων στους λογαριασμούς της εταιρείας. Ανεξάρτητα από το αν είναι σωστή η αρχική υποχρέωση προς τους εργαζόμενους για την καταβολή αποζημίωσης ή μπόνους, οι λογιστικές πράξεις που περιγράφηκαν δεν μπορούν παρά να θεωρηθούν ανεπαρκείς και το πιθανότερο είναι ότι καταδεικνύουν μία προσπάθεια απόκρυψης των πραγματικών περιστάσεων. Η Aspis Liv πλήρωνε από το 2008 σε συνεχή βάση τις νομικές δαπάνες της Aspis Holding χωρίς καμία παρακολούθηση από το Διοικητικό Συμβούλιο ή τον Διευθύνοντα Σύμβουλο της Aspis Liv. Επίσης, δεν υπάρχουν συμφωνητικά που να ρυθμίζουν αυτή την πράξη, γεγονός που σημαίνει ότι η απαίτηση αυτή θεωρείται επισφαλής παρά το σχετικά υψηλό ποσό της.
Η εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής είναι ότι πρόκειται για ακόμη μία ένδειξη της έλλειψης εσωτερικού ελέγχου και διακυβέρνησης στην Aspis Liv. Αυτές οι ελλείψεις είναι ιδιαίτερα προφανείς καθώς έχουν μεταφερθεί κεφάλαια από την Aspis Liv σε έναν άμεσο ή έμμεσο ιδιοκτήτη ή σε άλλη εταιρεία του Ομίλου Ασπίς. Κατά τον χειρισμό εσωτερικών πράξεων ή συμφωνιών ενός Ομίλου, είναι ιδιαίτερα σημαντικό να υπάρχει καθοδήγηση και ρύθμιση της εξέλιξης των πραγμάτων με γραπτές συμφωνίες και οδηγίες και να τεκμηριώνονται με σαφήνεια οι αποφάσεις και οι αιτιάσεις. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να ακολουθούνται οι κανόνες στις χρηματοοικονομικές δραστηριότητες που υπάγονται σε αυστηρές κανονιστικές ρυθμίσεις.
4. Εξέταση της περίπτωση παρέμβασης
4.1 Κανόνες που διέπουν την παρέμβαση
Σύμφωνα με το Άρθρο 19, κεφάλαιο 11, πρώτη παράγραφος του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών, η Σουηδική Εποπτική Αρχή μπορεί να εκδώσει απόφαση επίπληξης σχετικά με τις λειτουργίες της ασφαλιστικής εταιρείας, όπως η Αρχή κρίνει σκόπιμο.
Σύμφωνα με το Άρθρο 19, κεφάλαιο 11, δέκατη παράγραφος, η άδεια λειτουργίας μπορεί να ανακληθεί, ή αν κρίνεται επαρκές μπορεί να εκδοθεί σύσταση, αν η εταιρεία δεν συμμορφώνεται ουσιωδώς με τις εφαρμοστέες διατάξεις που διέπουν την επιχειρηματική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με το Άρθρο 19, κεφάλαιο 11b, η Σουηδική Εποπτική Αρχή μπορεί να αποφύγει την παρέμβαση αν η καταστρατήγηση είναι ήσσονος σημασίας ή δικαιολογημένη ή αν η ασφαλιστική εταιρεία αποκαταστήσει το πρόβλημα.
4.2 Οι θέσεις της Aspis Liv
Τα παρακάτω αποτελούν δήλωση της εταιρείας.
Η εταιρεία συμφωνεί με την άποψη της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής ότι οι λειτουργίες της εταιρείας υστερούσαν όσον αφορά τη διαχείριση των περιουσιακών της στοιχείων και την εσωτερική διακυβέρνηση και έλεγχο. Η εταιρεία πιστεύει ότι αυτές οι ελλείψεις έχουν αποκατασταθεί σε μεγάλο βαθμό. Το σημερινό Διοικητικό Συμβούλιο και η εκτελεστική διοίκηση έχουν βαθιά γνώση των Σουηδικών κανόνων και προϋποθέσεων που διέπουν αυτές τις εταιρικές λειτουργίες.
Ο σημερινός Διευθύνων Σύμβουλος έχει απομακρύνει από τη διοικητική ομάδα αρκετά άτομα που δεν ανταποκρίνονταν στις προϋποθέσεις που πρέπει να καλύπτουν οι μάνατζερ μίας ασφαλιστικής εταιρείας και έχει θέσει σε εφαρμογή και συνεχίζει να εφαρμόζει ένα εκτεταμένο και αυστηρότερο κανονιστικό πλαίσιο στο εσωτερικό της εταιρείας.
Το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος λυπούνται για την ύπαρξη, κατά το παρελθόν, ελλείψεων στις λειτουργίες και την οργάνωση της Εταιρείας, που οδήγησαν στις περισσότερες από τις εξελίξεις για τις οποίες η Σουηδική Εποπτική Αρχή διατύπωσε τις παρατηρήσεις της.
Σήμερα το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος αντιμετωπίζουν εντελώς διαφορετικές συνθήκες για να είναι σε θέση να ανταποκριθούν στις αυστηρές απαιτήσεις που τίθενται, και πρέπει να τίθενται, σε μία Σουηδική ασφαλιστική εταιρεία υπό την εποπτεία της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής.
Σύμφωνα με την προηγούμενη οργάνωση, ο ρόλος του Διευθύνοντος Συμβούλου ήταν πολύ διαφορετικός από αυτόν που είναι συνήθως σε μία Σουηδική εταιρεία περιορισμένης ευθύνης (με σαφή διαχωρισμό των αρμοδιοτήτων μεταξύ των εταιρικών λειτουργιών).
Σε πολλές περιπτώσεις, ο Διευθύνων Σύμβουλος έχει εξαναγκαστεί να αποδεχτεί την άποψη του Διοικητικού Συμβουλίου ως άποψη της εταιρείας. Αυτό συνέβη, για παράδειγμα, στη σχέση με την Σουηδική Εποπτική Αρχή. Ακόμη και αν ο Διευθύνων Σύμβουλος είχε διαφορετική άποψη από αυτή του τότε Διοικητικού Συμβουλίου, οι γραπτές απαντήσεις προς τη Σουηδική Εποπτική Αρχή τις οποίες υπέβαλε η εταιρεία κατά το παρελθόν, παρουσίαζαν την άποψη των ανθρώπων που εκπροσωπούσαν εκείνη την περίοδο το Διοικητικό Συμβούλιο.
Ο σημερινός Διευθύνων Σύμβουλος αποδέχθηκε αυτή τη σχέση εφ’ όσον δεν θίγονταν με κάποιο τρόπο τα δικαιώματα των ασφαλισμένων και αντί να αποχωρήσει από την εταιρεία ανέλαβε το έργο της “αναμόρφωσης”, δηλαδή, προσπάθησε να βάλει τάξη στην εταιρεία και στην οργάνωσή της κλπ. Σήμερα, το μεγαλύτερο μέρος των καταστάσεων που συνέβαλαν αρνητικά στα γεγονότα για τα οποία η Σουηδική Εποπτική Αρχή διατύπωσε παρατηρήσεις έχουν επιλυθεί.
4.3 Εκτίμηση της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής
Οι βασικοί κανόνες του Άρθρου 1, ενότητα 1a, πρώτη παράγραφος του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών, ορίζουν ότι οι ασφαλιστικές εργασίες θα πρέπει να διεξάγονται με ικανοποιητικό έλεγχο των ασφαλιστικών, επενδυτικών και λειτουργικών κινδύνων, δεδομένων του πεδίου εφαρμογής και της φύσης των εργασιών. Επιπλέον, το Άρθρο 1, ενότητα 1a, τρίτη παράγραφος του Νόμου περί Ασφαλιστικών Εργασιών ορίζει ότι οι εργασίες πρέπει να διεξάγονται σύμφωνα με τα αποδεκτά ασφαλιστικά πρότυπα. Αυτά αποτελούν το γενικό πλαίσιο, το οποίο ακολουθείται από μία λεπτομερέστερη περιγραφή των κανόνων, των ρυθμίσεων και των γενικών κατευθυντήριων γραμμών από τη Σουηδική Εποπτική Αρχή.
Η διεξαγωγή ασφαλιστικών εργασιών εκπληρώνει μία σημαντική κοινωνική λειτουργία, η οποία διέπεται από ένα σύνθετο και εκτεταμένο πλαίσιο κανονισμών για τους κατόχους ασφαλειών και τους ασφαλισμένους. Είναι σημαντικό οι εργασίες των ασφαλιστικών εταιρειών να διεξάγονται με ικανοποιητικό τρόπο για να διασφαλίζεται ότι η ασφάλιση είναι αξιόπιστη, προβλέψιμη και κατανοητή.
Στους κανόνες που διέπουν τον ασφαλιστικό κλάδο, η κάλυψη για κεφάλαια που η εταιρεία έχει διαχωρίσει για τους ασφαλισμένους, δηλαδή κεφάλαια για την κάλυψη υποχρεώσεων, και η προϋπόθεση ύπαρξης επαρκών ιδίων κεφαλαίων, αποτελούν τη βάση για την κάλυψη. Δεν υπάρχει κρατική εγγύηση για τις ασφάλειες όπως υπάρχει στον τραπεζικό κλάδο. Τα δικαιώματα των ασφαλισμένων προστατεύονται μέσω των κανόνων που διέπουν τη φερεγγυότητα και την κάλυψη υποχρεώσεων. Για να διασφαλιστεί ο έλεγχος επί όλων των κινδύνων των ασφαλιστικών εργασιών υπάρχουν λεπτομερείς κανόνες και προϋποθέσεις για, π.χ., την ύπαρξη κατευθυντήριων γραμμών. Κάθε ασφαλιστική εταιρεία πρέπει να έχει την ικανότητα να ασκεί έλεγχο επί των κινδύνων και, γενικά, να διασφαλίζει ότι η εσωτερική διακυβέρνηση και ο έλεγχος διενεργούνται σε ικανοποιητικό επίπεδο. Το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος είναι τελικά υπεύθυνοι για τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας.
Η έρευνα παρουσιάζει την εικόνα μίας εταιρείας η οποία δεν έχει επιδείξει ενδιαφέρον για να προσφέρει στους ασφαλισμένους την πλήρη προστασία όπως ορίζεται σαφώς και κατηγορηματικώς από τη νομοθεσία. Η Aspis Liv έχει επιδείξει ανικανότητα να ανταποκριθεί στις βασικές προϋποθέσεις που διέπουν τη φερεγγυότητα και την κάλυψη υποχρεώσεων. Υπάρχει αξιοσημείωτη έλλειψη ελέγχου της διακυβέρνησης της εταιρείας καθώς και σοβαρότατη έλλειψη σεβασμού προς τους κανόνες και προς την προστασία που οι κανόνες αποσκοπούν να προσφέρουν στους ασφαλισμένους. Με τη μεταφορά του μεγαλύτερου μέρους των κεφαλαίων της στους λογαριασμούς στην Credit Suisse και την ενεχυρίαση αυτών των κεφαλαίων, η εταιρεία εξέθεσε σε κίνδυνο και έχασε τον έλεγχο αυτών των κεφαλαίων και τώρα, χωρίς αυτά, παρουσιάζει ανεπαρκή κάλυψη υποχρεώσεων και αρνητικό συντελεστή φερεγγυότητας.
Η εταιρεία παραδέχθηκε ότι λείπουν αρκετά από τα έγγραφα διακυβέρνησης που απαιτούνται από το νόμο και δεν παρουσίασε εναλλακτικές λύσεις. Οι κατευθυντήριες γραμμές που υπήρχαν για την επένδυση των περιουσιακών στοιχείων της εταιρείας, την οργάνωση της διαχείρισης των περιουσιακών της στοιχείων, και για τα στοιχεία για την κάλυψη υποχρεώσεων, καθώς και η ευθύνη για κάθε έναν από αυτούς τους τομείς, υπήρξαν αντιφατικές και επιπλέον αγνοήθηκαν. Είναι προφανές ότι το Διοικητικό Συμβούλιο και ο Διευθύνων Σύμβουλος δεν κατόρθωσαν να διαχειριστούν με τον ενδεδειγμένο τρόπο τους κινδύνους της εταιρείας. Είναι ακόμη προφανές ότι η εταιρεία δεν έχει την ικανότητα να διαχειριστεί τα αντικρουόμενα συμφέροντα. Σε μία ασφαλιστική εταιρεία είναι σημαντικό το Διοικητικό Συμβούλιο να προσδιορίζει, να χειρίζεται και να ελέγχει τα αντικρουόμενα συμφέροντα. Το γεγονός ότι το Διοικητικό Συμβούλιο της Aspis Liv ούτε καν υιοθέτησε κατευθυντήριες γραμμές για αντικρουόμενα συμφέροντα παρά την υποχρέωση που είχε από τον νόμο, καταδεικνύει ότι η εταιρεία δεν έχει την ικανότητα να χειρίζεται τους κινδύνους που συνοδεύουν τις εσωτερικές συναλλαγές και συμφωνίες του Ομίλου. Οι συναλλαγές και οι συμφωνίες με στενά συνδεδεμένες εταιρείες που αποκαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια της έρευνας, δείχνουν ότι η Aspis Liv πραγματοποίησε αρκετές μεταφορές ιδιαίτερα μεγάλων ποσών κατά την περίοδο 2008-2009 χωρίς την ανταπόδοση αντίστοιχου επιπέδου υπηρεσιών. Η διοίκηση της εταιρείας εμφανίζεται να μην είχε καταλάβει, ή σε σχέση με άμεσους ή έμμεσους ιδιοκτήτες, να μην ήταν ικανή να ιεραρχήσει τα συμφέροντα της Aspis Liv. Επιπλέον, η τεκμηρίωση αυτών των συναλλαγών υπήρξε ανεπαρκής. Άποψη της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής είναι ότι πρόκειται για ζήτημα ιδιαίτερης σοβαρότητας.
Η Aspis Liv δεν ανταποκρίθηκε στις προϋποθέσεις που ορίζονται από το νόμο και τους κανονισμούς. Βάσει των παρατηρήσεών της, η Σουηδική Εποπτική Αρχή εκτιμά ότι η εταιρεία δεν πληροί τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να κατέχει άδεια για την εκτέλεση ασφαλιστικών εργασιών.
Κατά συνέπεια, η Σουηδική Εποπτική Αρχή αποφαίνεται ότι η άδεια λειτουργίας της εταιρείας θα πρέπει να ανακληθεί.
Αν κρίνεται επαρκές, αντί για την αναστολή της άδειας λειτουργίας, η Σουηδική Εποπτική Αρχή μπορεί να εκδώσει σύσταση προς την εταιρεία. Η εταιρεία επισήμανε ότι οι συναλλαγές και οι συμφωνίες που προέκυψαν, πραγματοποιήθηκαν σε μία περίοδο κατά την οποία η σύνθεση του Διοικητικού Συμβουλίου και της διοικητικής ομάδας της εταιρείας ήταν εντελώς διαφορετική. Αυτό η δικαιολογία μπορεί να ληφθεί σοβαρά υπόψη μόνο αν η διάδοχη διοικητική ομάδα μπορεί να τεκμηριώσει με δική της πρωτοβουλία ότι εργάζεται εντατικά για να αλλάξει την κατάσταση. Τα μέτρα που λαμβάνονται μόνο μετά από παρατηρήσεις και ερωτήματα της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής, δεν μπορούν να θεωρηθούν επαρκή για την αιτιολόγηση διαφορετικής εκτίμησης. Υπάρχουν ακόμη αρκετές ελλείψεις στις λειτουργίες της Aspis Liv και η απώλεια ελέγχου του μεγαλύτερου μέρους των κεφαλαίων της εταιρείας συνέβη υπό τη σημερινή διοίκηση. Αν αυτό οφειλόταν σε πλαστογραφία τότε έχει σημειωθεί εγκληματική πράξη, όμως, ανεξάρτητα από αυτό, η Σουηδική Εποπτική Αρχή εκτιμά ότι τα γεγονότα στο σύνολό τους, καταδεικνύουν ότι η εταιρεία έχει απολέσει το δικαίωμά της να πραγματοποιεί ασφαλιστικές εργασίες και η έκδοση σύστασης δεν μπορεί να θεωρηθεί επαρκής.
Είναι σημαντικό η διάλυση να πραγματοποιηθεί με τρόπο που θα αμβλύνει τις επιπτώσεις στους πελάτες της εταιρείας. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή θα υποβάλλει αίτημα προς το Περιφερειακό Δικαστήριο για την εκκαθάριση της εταιρείας. Για να διασφαλίσει την καλύτερη δυνατή μεταχείριση των ασφαλισμένων μέχρι την τοποθέτηση εκκαθαριστή, η Σουηδική Εποπτική Αρχή αποφασίζει να εξακολουθήσει η ισχύς του περιορισμού του δικαιώματος διάθεσης της εταιρείας και απαγορεύει την εκποίηση των περιουσιακών της στοιχείων. Η Σουηδική Εποπτική Αρχή θα αποφασίσει με ξεχωριστή απόφαση τον τρόπο λειτουργίας από τούδε και στο εξής.
Εξαιτίας της ιδιαίτερα επείγουσας φύσης του ζητήματος, η απόφαση ελήφθη από τον Γενικό Διευθυντή μετά από διαβούλευση με και εκχώρηση αρμοδιοτήτων από το Διοικητικό Συμβούλιο της Σουηδικής Εποπτικής Αρχής και μετά από παρουσίαση της Διευθύντριας Τμήματος Charlotta Carlberg. Στην τελική διαδικασία χειρισμού συμμετείχαν οι Προϊστάμενοι Τμήματος Ann-Marie Wancke Widemar και Jan Fritsch και η Νομική Σύμβουλος Agneta Laurén.
ΣΟΥΗΔΙΚΗ ΕΠΟΠΤΙΚΗ ΑΡΧΗ (FINANSINSPEKTIONEN)
Martin Andersson, Γενικός Διευθυντής – Charlotta Carlber – Διευθύντρια Τμήματος
Ακολουθεί ολόκληρο το κείμενο στα Αγγλκά, όπως το μετέφρασαν και το ανέρτησαν οι Σουηδικές Αρχές στην ιστοσελίδα τους.
This translation is furnished for information purposes only and is not itself a legal document.
Sidan 1 av 24
2009-11-26
DECISION
Finansinspektionen
P.O. Box 7821 SE-103 97 Stockholm
Aspis Liv Försäkrings AB FI Reg No. 09-10848
Attn: Managing Director Jan Paju (Always include
[Brunnsgatan 3] Tel +46 8 787 80 00 Fax +46 8 24 13 35 finansinspektionen@fi.se www.fi.se
Box 1501 in response) 600 45 NORRKÖPING
Forfeiture of Aspis Liv Försäkringsaktiebolag’s concession
Finansinspektionen’s decision (to be announced on 26 November 2009 at 8:30AM)
1.
Finansinspektionen forfeits the concession of Aspis Liv Försäkringsaktiebolag, 516406-0203.
(Chapter 19, section 11, tenth paragraph, points 1 and 3 of the Insurance Business Act (1982:713) – FRL)
2.
Finansinspektionen limits the right of disposal of Aspis Liv Försäkrings AB, 516406-0203, in such a manner that the company, until further notice, is forbidden to undertake new commitments to policyholders or other persons entitled to compensation.
3.
Furthermore, Finansinspektionen forbids Aspis Liv Försäkrings AB, 516406-0203, to dispose of its assets in Sweden without the approval of Finansinspektionen.
(Chapter 19, section 11, eighth paragraph of the Insurance Business Act (1982:713) – FRL)
4.
Finansinspektionen decides in a separate decision how the insurance operations will be conducted from this day forward.
(Chapter 19, section 11, ninth paragraph of the Insurance Business Act (1982:713) – FRL)
The decisions in points 2, 3 and 4 enter into effect immediately.
To appeal the decision, see Appendix 1.
FI Reg No. 09-10848
2
1.
Summary
Finansinspektionen has found that Aspis Liv Försäkringsaktiebolag, 516406-0203 (Aspis Liv, the company), no longer fulfils the requirements for conducting insurance business. The company has failed to comply with applicable regulations and materially jeopardised the rights of its policyholders. Finansinspektionen therefore forfeits Aspis Liv’s concession and forbids the company in the future from disposing of its assets and undertaking new commitments, a decision that was also made by Finansinspektionen on 12 November 2009.
In the event the concession of an insurance company is forfeited, Finansinspektionen shall report the forfeiture to the District Court, which will order the company to enter into liquidation. In order to guarantee that the rights of the policyholders are protected in the best possible way, from this day forward Finansinspektionen will decide how the company will be run. This is set out by a separate decision.
The decision on 12 November was based on events that showed the company could not fulfil with certainty the requirements laid down by law governing assets held by insurance companies. What was unclear was if the company had the right of disposal for all of its assets. The company asserted that it would have full control of its assets on 25 November 2009. However, it became apparent on 25 November 2009 that the majority of the company’s assets were pledged. The company does not control these assets within the meaning of the requirements set forth by law for coverage of liabilities, and without these funds the company has a negative solvency ratio. Finansinspektionen believes that the Board of Directors and the Managing Director have been negligent and not taken the necessary measures to ensure the satisfactory management of the company’s assets.
In addition to the company being in violation of the rules governing coverage of liabilities and having a negative solvency ratio, Aspis Liv has effected an unlawful payment of dividends and in multiple instances demonstrated insufficient internal governance and control. Several internal Group transactions and agreements exist that appear to primarily benefit other companies within the Aspis Group, to which Aspis Liv is closely linked. Through these transactions and agreements, a considerable number of assets were transferred from Aspis Liv without any comparable service in return.
The Managing Director and the Board of Directors sacrificed the best interests of Aspis Liv for those of the owners and closely related companies. This is evident from both agreements and transactions that transpired between Aspis Liv and other companies within the Aspis Group.
FI Reg No. 09-10848
3
The deficiencies are so extensive and of such a serious nature that the company’s concession must be forfeited. A warning in this case would be insufficient.
FI Reg No. 09-10848
4
Table of Contents
1. Summary………………………………………………………………………………………..2
2. Background………………………………………………………………………………………..5
2.1 Aspis Liv operations……………………………………………………………………..5
2.2 Intervention by the Greek supervisory authority………………………………..5
2.3 The case……………………………………………………………………………………….5
3. Finansinspektionen’s observations and assessment………………………………….6
3.1 Solvency and liability coverage……………………………………………………….6
3.1.1 Applicable provisions………………………………………………………………6
3.1.2 Finansinspektionen’s observations…………………………………………….6
3.1.3 Aspis Liv’s comments……………………………………………………………..7
3.1.4 Finansinspektionen’s assessment………………………………………………8
3.2 Unlawful payment of dividends……………………………………………………….9
3.2.1 Applicable provisions………………………………………………………………9
3.2.2 Finansinspektionen’s observations…………………………………………….9
3.2.3 Aspis Liv’s comments……………………………………………………………11
3.2.4 Finansinspektionen’s assessment…………………………………………….11
3.3. Internal governance and control……………………………………………………13
3.3.1 Applicable provisions…………………………………………………………….13
3.3.2 Management Agreement…………………………………………………………13
3.3.3 Work and internal instructions of the Board of Directors……………15
3.3.4 Internal Group transactions……………………………………………………..18
4. Consideration of intervention……………………………………………………………..20
4.1 Rules governing intervention…………………………………………………………20
4.2 Aspis Liv’s comments…………………………………………………………………..20
4.3 Finansinspektionen’s assessment……………………………………………………21
FI Reg No. 09-10848
5
2. Background
2.1 Aspis Liv operations
Aspis Liv is a life insurance company that issues risk insurances. The company was registered in 2004 and its operations include illness insurance, accident insurance and term life insurance. The company had 48 employees in 2008 and total sales, reported as premium income before reinsurance cessions, totalled SEK 169 million (for the full year 2008). The balance sheet total was SEK 616 million on 31 December 2008. The company offers 104,000 insurances, excluding ancillary insurances. Aspis Liv is owned by Aspis Capital S.A. (85.5 %), Aspis Pronia (9.5 %) and a private individual, Theodoros Anagnostopoulos (5 %). Aspis Liv is a part of the Greek Aspis Group.
2.2 Intervention by the Greek supervisory authority
Aspis Capital S.A. and Aspis Pronia are companies that are registered in Greece. According to the Greek supervisory authority, Aspis Capital S.A. is solely owned by a private individual, Pavlos Psomiades. Pavlos Psomiades was previously the Managing Director and Chairman of Aspis Pronia. Pavlos Psomiades owns both directly and indirectly a major portion of the shares in Aspis Pronia, which gives him substantial influence over the company’s decisions. Pavlos Psomiades holds the largest share of ownership in the Aspis Group. As of 21 September 2009, Greek authorities entered Aspis Pronia into compulsory liquidation due to insufficient capital, and the company’s concession was forfeited. The Greek authorities imposed an injunction on Pavlos Psomiades forbidding him to travel and he is charged with forgery.
2.3 The case
Finansinspektionen conducted an onsite evaluation of Aspis Liv on 6-7 October 2009. In addition, Finansinspektionen has held ongoing discussions with representatives from Aspis Liv, conducted meetings in October and November 2009 and exchanged written communications about the case. On 9 November 2009, after it became evident that the company had lost control of the majority of its assets, Finansinspektionen ordered the company to submit a financial recovery plan for the rapid restoration of its own funds. On 12 November 2009, Aspis Liv submitted a plan for the restoration of its own funds and a statement to Finansinspektionen. This plan stated that the company believed its assets would be returned to its Swedish bank account no later than 25 November 2009.
The financial recovery plan was judged to be insufficient for restoring the company’s own funds with certainty. On 13 November 2009, Finansinspektionen announced its decision according which the Aspis Liv’s right of disposal, and consequently its right to enter into new insurance
FI Reg No. 09-10848
6
agreements, was limited, and the company was forbidden from exercising control over its assets in Sweden without the consent of Finansinspektionen.
During its review of the company, Finansinspektionen found several operational deficiencies. Aspis Liv was informed of Finansinspektionen’s observations, that Finansinspektionen was considering the possibility of an intervention and that the company could respond to the observations. On 24 November 2009, Aspis Liv submitted its statement. On 25 November 2009, a small portion of the capital was transferred to the company’s Swedish bank. More than 90 per cent of the assets, approximately SEK 305 million, still lie outside of the company’s immediate control.
3. Finansinspektionen’s observations and assessment
In point 3.1, Finansinspektionen will account for the company’s capital that falls under the guidelines of the regulations for solvency and liability coverage. In point 3.2 Finansinspektionen will describe what it considers to be an unlawful distribution of profits and, in conclusion in point 3.3, the deficiencies within the company’s internal governance and control in three areas in particular, the handling of the management agreement, the Board’s work and internal instructions and internal Group transactions. Each point includes a list of the applicable provisions, Finansinspektionen’s observations, Aspis Liv’s comments and Finansinspektionen’s assessment.
3.1 Solvency and liability coverage
3.1.1 Applicable provisions
Chapter 1, section 1a of the Insurance Business Act (1982:713) (FRL).
Chapter 1, section 8a of FRL
Chapter 7, sections 1, 9, 9a, 10, fifth paragraph, 11, 22, 23, 24a
Chapter 8, section 7 of FRL
Finansinspektionen’s regulations and general guidelines, FFFS 2008:7, concerning the coverage of liabilities in Swedish insurance companies and occupational pension funds.
3.1.2 Finansinspektionen’s observations
In April and May 2009, Aspis Liv opened four bank accounts with Credit Suisse in Zürich and Basel. In April 2009, the company transferred assets to Credit Suisse that are now valued at approximately SEK 329 million of the company’s total assets of around SEK 526 million. The asset management agreement with Credit Suisse was signed on 3 April 2009. The contract contains a provision that all information regarding the status of the account and any changes shall be sent to Aspis Liv’s head office in Norrköping.
FI Reg No. 09-10848
7
However, information about Aspis Liv’s accounts was sent via a London-based company, Hestiun Europe Limited (hereafter Hestiun).
Initially, Aspis Liv stated that there was an overarching agreement between the Aspis Group and Hestiun containing a notice of termination clause that prevented a prompt transfer of the funds. In a letter to Aspis Liv, Credit Suisse stated that the bank only considered itself to be an ‘executing party’ in the transaction and it therefore could not commence the transfer until the dispute or agreement (“the issue”) between Hestiun and Aspis was resolved. A bank statement dated 9 November 2009 names Hestiun as the bank’s “customer” and shows that the assets in Apis Liv’s account are pledged. There have been transactions on the account that were not made by Aspis Liv, but rather Hestiun.
On 25 November 2009, Hestiun transferred SEK 23.4 million from the account in Credit Suisse, which corresponds to approximately seven per cent of the company’s assets in the Credit Suisse account.
3.1.3 Aspis Liv’s comments
Prior to 5 November 2009, Aspis Liv’s Managing Director was not aware of Hestiun’s involvement. He was informed at that time that the cause for the delay was an agreement between Hestiun and one of the companies in the Aspis Group. On 17-19 November 2009, the company’s Managing Director visited Credit Suisse and met with representatives from Hestiun in Basel. At this meeting, the existence of a Secured Funding Agreement, hereafter referred to as Financing Agreement, between Hestiun, Aspis Liv and Commercial Value came to light. The agreement entails that Aspis Liv’s assets totalling approximately SEK 329 million are pledged (“used as collateral”). The agreement expires on 4 May 2010 and until this date the assets are locked. On behalf of Aspis Liv, the agreement is signed by the Managing Director, Jan Paju. On behalf of Commercial Values, the agreement is signed by the company’s Managing Director, Dimitrios Vidalis, who until 11 November 2009 was also Chairman of the Board of Aspis Liv.
The Managing Director’s name is a forgery, the Managing Director has not signed the agreement and the Managing Director has not met anyone from Hestiun before this meeting. Aspis Liv’s Managing Director and representatives from Hestiun discussed the situation. The Managing Director attempted to negotiate a way for Aspis Liv to withdraw from the agreement. Hestiun proposed drawing up a supplementary agreement that would allow Aspis Liv to withdraw from the Financing Agreement prematurely so the assets could be transferred to the company’s Swedish bank account as soon as possible. A draft version of this supplementary agreement was submitted to Finansinspektionen.
In summary, Aspis Liv alleges that the company switched its depositary bank from Danske Bank to Credit Suisse, after which someone forged the signature
FI Reg No. 09-10848
8
of the Managing Director of the Company and entered into the Financing Agreement with Hestiun. According to this agreement, the Company’s assets in the accounts at Credit Suisse were used as collateral for investments made by Hestiun.
Hestiun submitted a proposal (supplementary agreement) for how the company can recover the assets deposited with Credit Suisse. Hestiun is intensively searching for new investors that can replace Aspis Liv and has a number of interested parties. The company intends, as quickly as possible, to dissolve the agreement in a controlled manner and in the best possible way.
The current Managing Director and the company were victims of a crime that it is difficult to protect themselves against and for which responsibility cannot be placed on the company.
3.1.4 Finansinspektionen’s assessment
Finansinspektionen finds that Aspis Liv, probably since April but in any case during October and November 2009, has not been able – and still is unable – to dispose of the assets that were transferred to Credit Suisse. Initially, the company was unable to explain the circumstances that led Credit Suisse to believe it was prevented from carrying out the transfer. The cause has now been identified – the assets are pledged via a three-party agreement between Hestiun, Aspis Liv and Commercial Value. The agreement is signed by the Managing Director of Aspis Liv.
Aspis Liv has stated that the company had no knowledge of Hestiun prior to 5 November 2009. However, Finansinspektionen asserts that Hestiun was named as the recipient on the account statements from Credit Suisse since April and that the company did not react to this.
The supplementary agreement the company submitted to Finansinspektionen states that Aspis Liv will incur an obligation to compensate third-party damages that may arise as a result of its premature withdrawal from the agreement and that the company has the right to payment of accrued yields from the investments made to date at the earliest on 4 May 2010.
A customer entering into an agreement with an insurance company, however, receives a contractual right given certain established conditions to receive compensation from the insurance company. This right is protected by regulations governing the amount of assets the insurance company should have and how the insurance company invests these assets. The first step in this protection is that certain assets, those that are directly attributable to commitments to customers, should be entered into a special liability coverage register. When assets are entered into this register, the policyholders have a special right of priority to these funds in the event of a bankruptcy.
FI Reg No. 09-10848
9
The fact that the assets are pledged presents an extremely serious situation for the company; it is expressly stated in the wording of the law that it is not permissible to use pledged assets for liability coverage. For this reason, and regardless of the underlying course of events, the company does not meet the requirements on assets serving as coverage for liabilities. Finansinspektionen does not consider the company’s statement that the Manager Director’s signature was forged and that the company was the victim of a crime to have an impact on this assessment. Finansinspektionen has not investigated whether the signature is real or not. This issue will be handled separately.
Aspis Liv has put itself in a situation where it has very serious solvency issues. The company’s solvency ratio is –3.06 and its adjusted own funds are SEK –180.6 million. Technical provisions in September totalled approximately SEK 385 million. Finansinspektionen has taken into consideration that SEK 23.4 million was transferred on 25 November 2009 from Hestiun to Aspis Liv’s Swedish bank account. This means that the company needs approximately SEK 240 million to meet its solvency ratio.
The rules governing liability coverage and solvency are intended to protect the policyholders. Aspis Liv has materially failed to comply with these provisions. That the company is now working to resolve the situation does not change the fact that the Board of Directors has been negligent and the Managing Director has not taken the necessary measures to ensure that the company’s asset management is conducted in a satisfactory – and legal – manner. In addition, Aspis Liv has not been able to restore its financial situation.
Finansinspektionen finds that the deficiencies that have existed – and still exist – in Aspis Liv’s asset management are very serious.
3.2 Unlawful payment of dividends
3.2.1 Applicable provisions
Chapter 12, sections 1-3 and 5 of FRL.
3.2.2 Finansinspektionen’s observations
During a meeting of the Board of Directors on 28 August 2008, Aspis Liv decided to implement major investments. The Board of Directors gave its Chairman full authorisation to decide how the investments would be carried out, but with the condition that he should follow the advice of the Investment Committee. The Investment Committee held a meeting on 29 August 2008 in Cyprus. The meeting was attended by only two of the Investment Committee’s four members, the Chairman of the Board and one other member, the external asset manager (hereafter Asset Manager).
The investment consisted of two acquisitions. Aspis Liv purchased ten million shares (approximately eight per cent) in the listed real estate firm, ADHP, and
FI Reg No. 09-10848
10
all of the shares in Venarem Holdings Limited (hereafter Venarem). The agreements for the investments were signed in September of the same year.
The person selling the shares in Venarem was Aspis Liv’s indirect owner, Pavlos Psomiades. Venarem’s only true asset was the subsidiary, Larlecum Corporation Limited (hereafter Larlecum). Larlecum’s assets consisted of property in Cyprus that would be developed and according to the agreement the seller would be responsible for the costs of development. The property was vacant and did not have – either then or now – a building permit.
The price of the shares in Venarem totalled approximately SEK 76 million (EUR 8 million). According to the agreement, Aspis Liv would pay an additional SEK 10 million (EUR 1 million), approximately, when the construction project was finished. The purchase agreement cannot be terminated even if a building permit is denied. The purchase agreement does not regulate the final date by which the construction should be completed and contains no provisions that give the buyer the possibility to force the seller into action (damages or fines). The seller’s only commitment according to the agreement is that the construction must be finished within 24 months of the granting of the building permit. The payment was not made to the seller, Pavlos Psomiades, but rather to another company in the Aspis Group, Aspis Holding Public Company Ltd (hereafter Aspis Holding). The payment initially was not booked as an investment, but as an asset in a liquidity account at Aspis Liv.
The property in Cyprus in question was originally owned by a company that is also linked to the Aspis Group, and it was sold in February 2008 to Larlecum for around SEK 3.7 million.
The investment has been valued on five separate occasions to five significantly different amounts. In December 2008, KPMG valued the property, the land itself, to approximately SEK 4 million (EUR 411,000). The most recent valuation was made in May 2009 by a company called ProValuers and the value was estimated at approximately SEK 35 million (EUR 3,500,000). This valuation is based on the assumption that the building permit is granted. Aspis Liv’s valuation on 31 July 2008 was conducted by BSProperty and totalled EUR 11,300,000. BSProperty is linked to the Aspis Group.
A property fee based on the market value is paid in Cyprus in conjunction with a sale. If the sale price deviates significantly from the market value of the property when the property fee is determined, the transaction would not be approved by the Cypriot authorities. According to Companies Control Service at the Ministry of Finance in Cyprus, it is highly unlikely that a sale price of around SEK 3.7 million would have been approved in February 2008 if the market value at that time would have been SEK 76 million.
Aspis Liv’s auditors submitted an auditor’s objection in 2008 to the investment. They believed that the investment should be written down significantly and
FI Reg No. 09-10848
11
that there were also uncertainties regarding the investment decision itself. Aspis Liv wrote down the value of the investment by fifty per cent.
The seller of the shares in ADHP was a person who, at the time of the transaction, was not a closely related party in accordance to the definition set out in FRL, but today owns 6.42 per cent of Aspis Holding. The purchase price was approximately SEK 38 million, which, compared to the share price at that time, entails an excessive mark-up of around SEK 8-13 million.
Finansinspektionen has followed and attempted to receive a full explanation of the circumstances surrounding the property investment and the value of the investment since the autumn of 2008. In October 2009, a representative from the company (the then Chairman of the Board) stated that it was not likely that a building permit would be granted or that the construction project would be commenced in the next few years. Aspis Liv also stated that it judged the seller’s ability to meet the terms of the agreement with regard to financing the construction project to be small due to his financial difficulties.
3.2.3 Aspis Liv’s comments
The investments in question took place before the Managing Director took over in September 2008.
The company agrees that both the property investment and the purchase of shares in ADHP are in violation of FRL.
The company’s Managing Director is of the opinion that the company should not have invested in Venarem and ADHP. In November 2008, the Managing Director conducted a judicial inquiry that determined that the investments in both Venarem and ADHP were in violation of FRL’s rules governing the payment of dividends. The Managing Director submitted the judicial inquiry to the Board of Directors, but the Board decided not to pursue the matter and discussions surrounding the problems related to the investment were not allowed to be included in the Board minutes.
The Managing Director has dedicated a disproportionately large amount of time to these issues and still had to settle for limiting the damages that the investments may cause the company.
It is true that BSProperty, Ltd. is linked to the Aspis Group. The company considers the issue of determining the correct value to have been problematic and does not believe it has been resolved in a satisfactory manner.
3.2.4 Finansinspektionen’s assessment
Finansinspektionen considers that the excessive price paid for Aspis Liv’s acquisition of shares in ADHP can be considered to fall within the framework of what is considered to be a normal deviation from the applicable share price
FI Reg No. 09-10848
12
since the transaction was in regard of a major share purchase in a listed company. It can also be stated that the seller is not considered to be a closely related party to Aspis Liv or its owners. However, Finansinspektionen questions the manner in which the decision to make the investment was made. That the Board gave such wide authorisation solely to the Chairman of the Board, which was in violation of the company’s investment guidelines and lacked subsequent follow-up, demonstrates that the company’s internal governance and control are insufficient.
Finansinspektionen believes that Aspis Liv and the indirect owner, Pavlos Psomiades, are linked to such a degree that the rules governing the payment of dividends should apply in the Venarem transaction. In the opinion of Finansinspektionen, the agreement does not meet market conditions. For example, 90 % of the purchase price was to be paid in advance, the seller’s service in return would only commence after the building permit had been granted, the agreement did not contain notice of termination provisions or penalty clauses and there was no final date for the conclusion of the construction project. Taken as a whole, Finansinspektionen believes this transaction was a covert payment of dividends, a conclusion with which the company says it concurs.
Finansinspektionen believes that the value that best reflects the property’s actual market value is the valuation conducted in December 2008 by KMPG totalling around SEK 4 million.
According to the last balance sheet adopted before the acquisition (2007-12-31), Aspis Liv’s non-restricted assets totalled approximately SEK 35 million. Including the assets that had built up at the end of September 2008, Aspis Liv’s distributable assets totalled approximately SEK 47 million. The value transfer conducted in conjunction with the acquisition exceeded the non-restricted funds in Aspis Liv, according to the last balance sheet adopted, by approximately SEK 37 million. Even if Aspis Liv is allowed to calculate its non-restricted assets using the most recently submitted information, the acquisition still exceeds the permissible amount by approximately SEK 25 million. Since the investment exceeded the non-restricted funds that Aspis Liv had at its disposal means that the transaction is not only a covert but also an unlawful payment of dividends and is in violation of the rules governing the distribution of profits and other use of the insurance company’s property.
FRL clearly states when dividends may be paid. In order to protect policyholders, profits exceeding the distributable non-restricted equity may not be distributed. Via a transaction with a closely related party and at an obviously excessive price, Aspis Liv has made a dubious investment. This transaction was also conducted with funds that were non-distributable, i.e. that were not to be used for that purpose. Aspis Liv breached the regulatory framework and, in a manner that is not permissible, thereby put the assets of its policyholders at risk. Finansinspektionen considers a violation of the profit distribution rules to be very serious.
FI Reg No. 09-10848
13
3.3. Internal governance and control
3.3.1 Applicable provisions
Chapter 1, section 1a of FRL
Chapter 7, sections 8a, 9a, 10g and 30 of FRL
Chapter 8, sections 7 and 8 of FRL
Finansinspektionen’s general guidelines, FFFS 2005:1, regarding governance and control of financial institutions
Finansinspektionen’s general guidelines, FFFS 2003:8, regarding actuarial guidelines and calculation documentation
3.3.2 Management Agreement
3.3.2.1 Finansinspektionen’s observations and comments
On 1 August 2008, Aspis Liv entered into an agreement for management services with Aspis Pronia (hereafter Management Agreement).
The Management Agreement gives Aspis Pronia the right, on its own initiative and decision (“sole discretion”), to provide advice, consulting services and other services (“Oversight Services”) for the management of Aspis Liv and the company’s assets. The agreement entered into effect on 1 August 2008 and, according to its terms, Aspis Liv is obligated to pay an annual fee (“per annum Fee”) regardless of whether or not any assignments are carried out. The fee totalled EUR one (1) million in 2008 and EUR 500,000 in 2009 for Oversight Services. In addition, an additional fee may be paid for “Investment Banking Services”, which include the acquisition of companies and divestment of all Aspis Liv assets. Aspis Pronia may feely delegate assignments to associated companies or persons (“affiliates”). Aspis Liv does not have the right of termination; termination requires the approval of Aspis Pronia or that Aspis Pronia decreases its direct or indirect ownership in Aspis Liv to less than ten per cent.
The Management Agreement is signed by the Chairman of the Board, Dimitrios Vidalis, on behalf of Aspis Liv and Pavlos Psomiades on behalf of Aspis Pronia. Aspis Liv, represented by the Board or by Dimitrios Vidalis plus one Board member, signed the agreement on 1 August 2008. Two days before the agreement was signed, all trade in Aspis Pronia’s shares was suspended on the Athens Stock Exchange to protect investors. Aspis Pronia was then barred and removed from the stock exchange in Athens. Due to a lack of funds, the Greek supervisory authority forfeited Aspis Pronia’s concession on 21 September 2009.
Aspis Pronia issued an invoice for management fee, consultation services, consultant services in advance and various travel costs totalling EUR 1 million, including VAT, to Aspis Liv. On 14 August 2008, Aspis Liv paid
FI Reg No. 09-10848
14
EUR 685,000, or around SEK 6.4 million, to Aspis Holding. In addition to this payment, Aspis Liv has offset a claim on Aspis Holding in its accounts for SEK 1.3 million. This set-off is discussed in more detail in section 3.3.4 Internal Group transactions.
The person who attested the invoice on 14 August 2008 (Board member in Aspis Liv) is the same person who requested that the payment be made to Aspis Holding (CFO of Aspis Holding).
The company has not explained in more detail which services were conducted in accordance with the agreement other than the property transaction described above.
3.3.2.2 Aspis Liv’s comments
The Management Agreement was entered into before the current Managing Director and Board of Directors took over. Aspis Liv has stated that the Management Agreement was not discussed or approved by the Board of Directors and the agreement was terminated on 12 November 2009.
The services provided in 2008 primarily refer to work within the Investment Committee. The activity of the Investment Committee, with the exception of the “Cyprus investment”, has been limited.
It is true that payments were made to Aspis Holding despite the fact that Aspis Pronia was the counterparty. The background to this were the payment instructions that the CFO received from the Managing Director of Aspis Holding. The reason given for these instructions was that Aspis Holding had acquired shares in Aspis Liv. Aspis Liv has called for the payment it made in 2008 to be repaid.
3.3.2.3 Finansinspektionen’s assessment
Finansinspektionen considers the Management Agreement to represent a significant risk since it can be used to carry out extensive assignments on behalf of Aspis Liv that are related to significant areas of the company’s operations. The agreement requires Aspis Liv to pay a fixed annual fee without a guarantee that it will receive service in return. This represents a violation of the fundamental rule for insurance undertakings that an insurance company shall have control of the risks in the company. Via the Management Agreement, the management team of Aspis Liv has sacrificed the best interests of Aspis Liv for those of the owners and closely related companies.
Only after Finansinspektionen found out about the Management Agreement in October and pointed out its strange construction and deficiencies with regard to payments has the company actively attempted to terminate the agreement.
FI Reg No. 09-10848
15
The scope of the agreement combined with Aspis Pronia’s unlimited right of initiative and the absence of any termination provisions means that Aspis Liv’s authoritative body and the company’s internal governance and control can be bypassed. Finansinspektionen’s assessment of the agreement is that the company does not have control of its risks. It is fully acceptable for all insurance companies to enter into agreements that will provide assistance in handling their operations, but never without having control of the agreement. In this case, Aspis Liv does not ultimately have control over its operations in this particular area and therefore does not have full control over the rights of its policyholders. Finansinspektionen views these events as very serious and considers them to be evidence of an extreme lack of understanding for and control of the company’s risks.
3.3.3 Work and internal instructions of the Board of Directors
3.3.3.1 Finansinspektionen’s observations
Investment Committee and investment guidelines
On 30 October 2007, Aspis Liv’s Board of Directors appointed an Investment Committee. The members of the Investment Committee in August 2008 were the Chairman of the Board, Dimitrios Vidalis, one additional Board member, the Asset Manager and Aspis Liv’s CFO. The Investment Committee normally consists of four persons and has convened twice.
On 26 August 2009, the Board of Directors revised the guidelines for the work of the Investment Committee. The assignment of the Investment Committee is to have an overview of the compliance of the company with its investment guidelines, and the committee can decide on investments within the framework of these guidelines. The Board of Directors also delegates via the guidelines a decision mandate to the Committee, in extreme situations when a decision of the Board of Directors will take too long, to make decisions on investments that deviate from the Board’s investment guidelines and other instructions decided upon by the Board. The role of the Investment Committee is unclear and based on its guidelines it appears that the committee will control its own work. In view of these facts, the property investment in Cyprus is a violation of the company’s own investment guidelines.
Other guidelines and instructions
The company does not have guidelines for compliance, risk management or risk control. Compliance guidelines were adopted on 13 October 2009 by the Managing Director and the guidelines for the risk function have been prepared but not yet adopted by the Board. The company previously had general guidelines for internal control, but they were brief and, in the opinion of Finansinspektionen, insufficient. The company did not have a liability coverage policy until one was adopted by the Board on 11 February 2009. Aspis Liv did not have guidelines for Compliance until 13 October 2009, when they were adopted by the Managing Director. Pursuant to law, an insurance
FI Reg No. 09-10848
16
company must prepare guidelines for handling conflicts of interest. Guidelines to this effect were not available at Aspis Liv until October 2009.
Applicable actuarial guidelines were adopted by the Board on 11 February 2009. Life insurance companies shall submit these guidelines to Finansinspektionen no later than when they are entered into practice. Aspis Liv sent the guidelines to Finansinspektionen only after an express request from the authority. A consequence analysis has only recently been submitted to Finansinspektionen.
3.3.3.2 Aspis Liv’s comments
Investment Committee and investment guidelines
It is true that the Investment Committee’s guidelines state that it has the right via investment decisions to deviate from the Board’s investment guidelines, but this only applies in extreme situations when it is not possible to wait for a decision by the Board. This can be compared to the Managing Director’s right, without the authorisation of the Board, to take measures that, with regard to the scope and nature of the company’s operations, are unusual or of considerable significance, if it is not possible to wait for the decision of the Board of Directors without a creating substantial disadvantage for the business.
The company agrees that it is not appropriate for the Investment Committee to control its own work and the guidelines will be reviewed.
Other guidelines and instructions
The company, which has admitted that it does not have guidelines in several instances, has stated that since the current Managing Director took over it has worked extensively with updating the internal guidelines. During the ongoing investigation, the company has prepared and adopted several of the missing guidelines. The risk management in the company is currently under review as well as the guidelines for liability coverage. A draft for the guidelines has been prepared and will be adopted by the Board at the next meeting.
The company is in agreement with Finansinspektionen that the property investment in Cyprus is in violation of its own investment guidelines.
3.3.3.3 Finansinspektionen’s assessment
Investment Committee and investment guidelines
The Board of Directors shall make decisions about the insurance company’s investments and adopt guidelines for how investments of the company’s assets may be carried out. The Board may not delegate responsibility to another body for the company’s investments, asset management and the ultimate limit that applies to them.
Finansinspektionen finds it startling that Aspis Liv’s Board is prepared to hand over decision-making authority for investments to an Investment Committee that in part consists of third parties. In addition, the Board’s decision to adopt
FI Reg No. 09-10848
17
the investment guidelines is conditioned by approval from the Asset Manager. The investment guidelines also state that that the Investment Committee may make investments outside of the limits established by the guidelines and delegate investment decisions to the Asset Manager. It is not appropriate for the company body that is authorised to make investment decisions (even outside the framework of the Board) to also be the body that carries out the controls that the Board’s investment guidelines are being followed and report to the Board.
The guidelines are contradictory and it is difficult to understand exactly what the roles of the Investment Committee and the Asset Manager are supposed to be. This is particularly apparent given the asset management agreement the company signed with Credit Suisse that gives the bank extensive authorities in making investment decisions without requiring the approval of the company. It is not appropriate for the company body that is authorised to make investment decisions (even outside the framework of the Board) to also be the body that carries out the controls that the Board’s investment guidelines are being followed and reports to the Board.
The consequence analysis submitted by the company together with the updated investment guidelines show that the company’s investments have not been made in compliance with its own guidelines.
Some of the insurance companies’ guidelines are the result of legislation. The Board of Directors is responsible for these guidelines and shall regularly monitor if they need to be changed. When a company has acted in the manner that Aspis Liv has, Finansinspektionen considers the situation to be very serious. The management of the insurance company’s assets and their investments are strictly regulated in order to protect the rights of the policyholders. The Board of Directors and the Managing Director have not had the control that can be expected with regard to the handling and management of the company’s assets.
Other guidelines and instructions
During long periods of time, the company has not had guidelines for conflicts of interests, guidelines for risk management and control, guidelines for compliance, guidelines for outsourcing of operations, a policy for liability coverage and guidelines for parties responsible for liability coverage.
Furthermore, the guidelines the company has had have not been revised regularly and adapted to the organisation (rules of procedure for the Board of Directors, instructions to the Managing Director, Guidelines for internal control, Investment guidelines and Guidelines for internal auditing). Several of the guidelines the company actually has prepared are insufficient and do not fully meet the requirements set out by law and regulations (Investment guidelines, Guidelines for the Investment Committee). The company has not followed the internal guidelines (Investment guidelines). Neither the investment guidelines nor the actuarial guidelines with the consequence
FI Reg No. 09-10848
18
analyses had been sent to Finansinspektionen at the time of its onsite visit on 6-7 October. After a reminder, Aspis Liv sent in both the investment guidelines and the actuarial guidelines with consequence analyses.
The company’s investment guidelines, the guidelines for the Investment Committee, the actions of the Board in conjunction with investment decisions (the property investment) and the asset management agreement signed with Credit Suisse are contradictory. There are clear deficiencies in the company’s internal governance documents.
Some guidelines are based on general guidelines and a company can use alternative methods to meet the need the guideline addresses. The company has not taken the position that it in any other way handled the needs the guidelines are intended to fill. Taken as a whole, the deficiencies that have arisen in the company demonstrate the need for a management team in an insurance company that actively steers and regularly assesses its guidelines. The rights of policyholders are based on the insurance companies being able to handle their operations and comply with legislation in order not to lose control. Finansinspektionen takes a very serious view of the lack of governance and control within the company.
3.3.4 Internal Group transactions
3.3.4.1 Finansinspektionen’s observations
The SEK 1.3 million set-off that occurred in conjunction with the payment of a fee for the Management Agreement, as described above, originally referred to a bonus and then a loan to previous employees of Aspis Liv. The loan was later re-entered as a claim on Market Ventures Limited, which is a subsidiary of Aspis Pronia.
Aspis Liv also paid Aspis Holding’s invoices from a law firm in 2008 and 2009. The claim totalled SEK 700,000 on 30 June 2009. Aspis Liv never requested payment from Aspis Holding.
Aspis Liv also loaned approximately SEK 10 million to Aspis Pronia. The amount was paid on 24 January 2008. Neither the minutes from the Board meeting nor any other documentation specifies who made the decision to loan these funds to Aspis Pronia. The documentation about the loan that exists is an e-mail from the Managing Director to the CFO in which it is written “Please proceed with the request from Mr. Psomiades. It has been approved by Mr. Vidalis” (Chairman of the Board). There is also a letter from Pavlos Psomiades to the Managing Director in which Aspis Liv is urged to carry out the payment. Furthermore, there is a promissory note dated 23 January 2008 and signed by Pavlos Psomiades, the Managing Director in Aspis Pronia, stating that the loan will be repaid on 30 April 2009 and that the amount will be subject to a four per cent interest rate. An addition was added to the promissory note on 5 June 2009 stating that Aspis Pronia will repay Aspis Liv approximately SEK
FI Reg No. 09-10848
19
200,000 on 11 June 2009 and the remainder of the loan on 7 August 2009. The add-on is signed by Pavlos Psomiades on behalf of Aspis Pronia and by Aspis Liv’s Managing Director. The loan has still not been repaid.
3.3.4.2. Aspis Liv’s comments
The following is a summary of the information submitted by Aspis Liv.
The company has previously had a Board of Directors that in principle functioned as the company management and not the authoritative body a Swedish Board normally represents. The majority of the Company’s Board members, and even previous employees, have had a strong connection to Pavlos Psomiades.
During the period starting 21 September 2004 and ending 28 October 2006, the then Managing Director granted several employees personal loans totalling approximately SEK 1.3 million. At a Board meeting on 14 December 2007, the Board decided that the personal loans would be set-off by a bonus that the employees had received. However, this decision was changed on 19 December 2007 by the then Chairman of the Board without a new Board decision being reached. The claim was transferred on 28 December 2007 to another company, Market Ventures Limited, in a decision made by the then Managing Director.
The reason for the decision was a request from Aspis Pronia that the personal loans be gathered in one place within the Aspis Group. According to the loan documentation, the loan would be repaid no later than 30 June 2008. When a repayment was not made at the agreed time, the company’s then Managing Director contacted Market Ventures Limited and called for repayment of the loan including accrued interest. The company’s then Chairman of the Board responded to this request that the claim would be set-off by the services carried out in accordance with the Management Agreement mentioned above. This set-off was carried out in accordance with the then Chairman of the Board’s instructions on 6 October 2009.
The law firm invoices refer to solicitor fees resulting from a dispute between shareholders. Initially, it was unclear who would be the counterparty to Theodoros Anagnostopoulos and the dispute was therefore handled for a short period of time by the company before the counterparty was determined. One of the reasons why this confusion arose was that Theodoros Anagnostopoulos corresponded with the company in these issues. In conjunction with this the solicitor expenses related to the dispute were paid and the company has continued to pay these invoices. The company will request payment from the proper counterparty for these invoices.
The loan to Aspis Pronia was issued before the current Managing Director was appointed. The current Managing Director on several occasions has requested repayment of the loan, which resulted in a partial payment. The company has
FI Reg No. 09-10848
20
now, via its Greek solicitor, requested repayment of the remaining portion of the loan.
3.3.4.3 Finansinspektionen’s assessment
Finansinspektionen is critical to the way the personal loans were handled in the company’s accounts. Regardless of whether the original liability to the employees for compensation or a bonus is correct, the described accounting transactions cannot be considered to be anything other than insufficient and more likely indicate an attempt to conceal the actual circumstances. Aspis Liv on an ongoing basis has paid Aspis Holding’s legal expenses since 2008 without any follow-up by Aspis Liv’s Board or Managing Director. There are also no agreements regulating this transaction, which means this claim is considered to be a bad claim despite its relatively significant amount.
Finansinspektionen’s assessment is that this is yet another indication of the lack of internal control and governance in Aspis Liv. These deficiencies are particular evident since funds have been transferred from Aspis Liv to a direct or indirect owner or to another company in the Aspis Group. When dealing with internal Group transactions or agreements, it is particularly important that the course of events is guided and regulated by written agreements and instructions and that decisions and reasons are clearly documented. It is of particular importance to follow the rules in financial operations that are subject to strict regulation.
4. Consideration of intervention
4.1 Rules governing intervention
According to Chapter 19, section 11, first paragraph of FRL, Finansinspektionen may communicate a reprimand decision related to the insurance company’s operations as the authority deems fit.
According to Chapter 19, section 11, tenth paragraph, a concession can be forfeited or, if it is deemed sufficient, a warning can be issued, if the company does not materially comply with the applicable provisions for the business.
According to Chapter 19, section 11b, Finansinspektionen may forego an intervention if the breach is minor or excusable or if the insurance company rectifies the situation.
4.2 Aspis Liv’s comments
The following is a statement from the company.
The company shares Finansinspektionen’s opinion that the company’s operations have been lacking in terms of asset management and internal
FI Reg No. 09-10848
21
governance and control. The company believes that these deficiencies have to a large extent been rectified. The current Board of Directors and executive management is knowledgeable in the Swedish rules and requirements that govern these company functions.
The current Managing Director has removed several people from the management team who did not meet the requirements that should be placed on managers in an insurance company and has implemented and continues to implement an extensive and more strict regulatory framework within the organisation.
The Board of Directors and the Managing Director regret that there were previous deficiencies in the Company’s operations and organisation that led to the majority of the circumstances on which Finansinspektionen has commented.
Today the Board of Directors and the Managing Director face totally different conditions for being able to meet the strict demands that are placed, and should be placed, on a Swedish insurance company under the supervision of Finansinspektionen.
In the previous organisation the role of the Managing Director was very different than what is normally the case in a Swedish limited liability company (with a clear division of responsibility between the company functions).
In many cases, the Managing Director has been forced to accept the Board’s opinion as the company’s opinion. This has been the case, for example, in the relationship with Finansinspektionen. Even if the Managing Director has had a different opinion than the then Board of Directors, the written answers to Finansinspektionen that the company has historically submitted has presented the opinion of the people representing the Board at that time.
The current Managing Director accepted this relationship as long as the policyholders’ rights were not weakened in any way and instead of leaving his position in the company undertook the task of “cleaning up”, i.e. trying to impose order on the company and its organisation, etc. Today, the majority of the circumstances that negatively contributed to the events that Finansinspektionen commented on are resolved.
4.3 Finansinspektionen’s assessment
The basic rules in Chapter 1, section 1a, first paragraph of FRL set out that insurance business shall be conducted with satisfactory control of insurance, investment and operational risks given the scope and nature of the business. In addition, Chapter 1, section 1a, third paragraph of FRL sets out that the business shall be conducted in accordance with good insurance standards. This is a preamble that is subsequently followed by a more detailed accounting of the rules, regulations and general guidelines from Finansinspektionen.
FI Reg No. 09-10848
22
Conducting insurance operations fulfils an important societal function, which is restricted by a complicated and extensive framework of regulations for policyholders and the insured. It is important that the operations of insurance companies are conducted in a satisfactory manner to ensure the insurance is reliable, predictable and comprehensible.
The coverage for assets the company has earmarked for policyholders, i.e. assets for liability coverage, and the requirement of sufficient own funds serve as the basis for the coverage in the rules that govern the insurance sector. There is no government guarantee for insurance like there is in the banking industry. Instead, the rights of policyholders are protected via the rules governing solvency and liability coverage. In order to have control over all of the risks in the business, there are detailed rules and requirements for, for example, guidelines. Every insurance company must have the capacity to exercise risk control and, in general, ensure that their internal governance and control is satisfactory. The Board of Directors and the Managing Director are ultimately responsible for the company’s asset management.
The investigation presents a picture of a company that has not demonstrated interest in offering policyholders the full protection stipulated by legislation. Aspis Liv has demonstrated an inability to meet the basic requirements governing solvency and liability coverage. There is a remarkable lack of control of the company’s governance and the lack of respect for rules and the protection the rules are intended to provide policyholders is seriously out of control. Through the transfer of the majority of its assets to the accounts in Credit Suisse and the pledging of these assets, the company has jeopardised and even lost control of these assets and now, without them, has insufficient liability coverage and a negative solvency ratio.
The company admitted that several of the governance documents that are required by law are missing and the company has not demonstrated alternative solutions. The guidelines that have been in place for investing the company’s assets, the organisation of the company’s asset management and the assets for liability coverage, as well as the responsibility for each of these areas, have been contradictory and, in addition, ignored. It is obvious that the Board of Directors and the Managing Director have not been able to properly handle the risks in the company. It is also obvious that the company does not have the ability to handle its conflicts of interest. It is important in an insurance company that the Board of Directors identifies, handles and controls conflicts of interest. The fact that the Board of Aspis Liv did not even adopt guidelines for conflicts of interest despite its obligation under law to do so shows that the company does not have the ability to handle the risks that accompany internal Group transactions and agreements. The transactions and agreements with closely related companies that came to light during the investigation show that Aspis Liv made several transfers concerning very large amounts in 2008-2009 without a corresponding level of service in return. The company’s management appears to not have understood or, in relation to direct or indirect owners, was
FI Reg No. 09-10848
23
not able to prioritise the best interests of Aspis Liv. Documentation regarding these transactions has also been insufficient. It is the opinion of Finansinspektionen that this is a very serious matter.
Aspis Liv has not met the requirements set forth by law and regulations. Based on its observations, Finansinspektionen makes the assessment that the company is completely lacking the conditions necessary to hold a concession for insurance business.
Finansinspektionen thereby finds that the company’s concession shall be forfeited.
If it is deemed sufficient, instead of forfeiting the concession, Finansinspektionen may issue a warning to the company. The company has indicated that the transactions and agreements that arose were from a period when the composition of the Board and management team of the company were completely different. This excuse can only be taken seriously if the succeeding management team on its own initiative can document that it is working intensively to change the situation. Measures that are taken only after comments and questions by Finansinspektionen cannot be considered sufficient justification for a different assessment. There are still a number of deficiencies in Aspis Liv’s operations and it is under the company’s current management that it lost control of the majority of the assets in the company. If this was due to a forgery then a criminal act has occurred, but, regardless of this, Finansinspektionen believes that the events as a whole demonstrate that the company has forfeited its right to conduct insurance business and it cannot be considered sufficient to issue a warning.
It is important that the dismantling occur in such a way that the effects on the company’s customers are dampened. Finansinspektionen will submit an application to the District Court for the liquidation of the company. In order to ensure the best possible treatment of the policyholders until a liquidator has taken over the operation of the business, Finansinspektionen decides to continue to limit the company’s right of disposal and forbid it from disposing of its assets. Finansinspektionen will decide in a separate decision how the operations will be conducted from this date forward.
FI Reg No. 09-10848
24
Due to extremely urgent nature of the matter, the decision was made by the Director General after consultation with and delegation from Finansinspektionen’s Board of Directors and after a presentation by Department Director Charlotta Carlberg. Heads of Unit Ann-Marie Wancke Widemar and Jan Fritsch and Legal Counsellor Agneta Laurén participated in the final handling process.
FINANSINSPEKTIONEN
Martin Andersson
Director General
Charlotta Carlberg
Department Director
Που είναι άραγε ο κος Βιδάλης να μας σχολιάσει τώρα ?
“Bike sto Biblio Gines tis Suidias!!” os o protos proedros asfalistikis pu ptohefse…
Ti na exigisi ? Edo prokite gia megali koroidia ke fagopoti…
Allimono apo tus ypallilus tis Aspis Liv alla ke synadelfon stin Aspis AEGA ke AEAZ pu akomi ine apliroti ke den ehun vri akomi dulia…efhome na min akoluthisun ke alli synadelfi apo proskimenes eteries tu PP.