“Βλέπει” συμφωνία, όμως εκτιμά ότι στο χειρότερο σενάριο για τη χώρα θα υπάρξει επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων – ακόμη και χωρίς έξοδο από το ευρώ, κατάρρευση της κυβέρνησης ή/και διεξαγωγή δημοψηφίσματος.
Ενώ ο οίκος εκτιμά ότι οι Ευρωπαίοι θα καταλήξουν τελικά σε συμφωνία με την ελληνική κυβέρνηση, τονίζει ότι οι κίνδυνοι παραμονεύουν και μάλιστα ενισχύονται.
Σε έκθεση με τίτλο «Οι κίνδυνοι αυξάνονται: ποια είναι τα επόμενα βήματα για την Ελλάδα», η Citi καταθέτει την άποψη ότι εντέλει θα επιτευχθεί συμφωνία με τους διεθνείς πιστωτές και θα συνεχιστεί η διάσωση, αποτρέποντας την έξοδο από το ευρώ. Παρ’ όλα αυτά, οι πρόσφατες εξελίξεις εκτιμάται ότι αυξάνουν τον κίνδυνο ατυχήματος.
Για να αποφευχθεί το Grexit και η πτώχευση της ελληνικής κυβέρνησης, χρειάζονται ενδεχομένως δύο συμφωνίες: α) μία ενδιάμεση συμφωνία (πιθανώς έως το τέλος Φεβρουαρίου) που θα διατηρεί τη χρηματοδότηση για την κυβέρνηση και τις τράπεζες για διάστημα 4 μηνών, με την ΕΚΤ να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε αυτή την περίοδο, και β) μία ακόμη πιο σημαντική και βιώσιμη συμφωνία για επιπρόσθετη διάσωση, η οποία θα επιτευχθεί σε αυτή την περίοδο.
«Συνεχίζουμε να αναμένουμε μία συμφωνία μεταξύ των δύο μερών, όμως κάτι τέτοιο θα προϋπόθετε και οι δύο πλευρές να γεφυρώσουν σημαντικά τις διαφορές τους και βλέπουμε σοβαρούς κινδύνους λόγω των οποίων μπορεί να αποτύχει μία εκ των δύο συμφωνιών.»
Γιατί θα μπορούσαν να αποτύχουν οι συνομιλίες;
Σύμφωνα με την Citi, δύο είναι οι σημαντικοί: να μην υπάρξει καμία συμφωνία ή να μην υπάρξει εγκαίρως συμφωνία.
Μία βασική αβεβαιότητα αφορά στην πρόθεση και την ικανότητα της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ να εφαρμόσει αξιόπιστες ριζικές μεταρρυθμίσεις και να αποφύγει να αντιστρέψει μεταρρυθμίσεις που προώθησε η Τρόικα. Η επιθυμία των πολιτικών του ΣΥΡΙΖΑ ίσως περιορίζεται από την ιδεολογία ή από το γεγονός ότι υπερεκτιμούν την ευελιξία των Ευρωπαίων πιστωτών (π.χ. γιατί η ελληνική κυβέρνηση υπερεκτιμά το πόσο μπορεί να ασκήσει πιέσεις στις διαπραγματεύσεις). Η ικανότητά της ίσως περιορίζεται από την ανάγκη να παίρνει κάθε φορά την έγκριση του κυβερνητικού εταίρου(13 βουλευτές) καθώς και από την άκρα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ (περίπου 17 βουλευτές).
Σε ότι αφορά το χρονικό πλαίσιο, η μπάλα βρίσκεται στο γήπεδο της ελληνικής κυβέρνησης, με τους πιστωτές να είναι έτοιμοι να περιμένουν. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ πάρει χρόνο να παρουσιάσει, να εγκρίνει ή εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις, η ΕΚΤ ενδέχεται να αυξήσει την πίεση απειλώντας με ή επιβάλλοντας περιορισμούς στον ELA, κάτι που μπορεί να αυξήσει περαιτέρω τον κίνδυνο να μην υπάρξει συμφωνία.
Ο κίνδυνος ατυχήματος στις διαπραγματεύσεις σχετίζεται εν μέρει και με την περιορισμένη ευελιξία των πιστωτών. Υπάρχουν αρκετές «κόκκινες γραμμές» για τους πιστωτές, όπως το κουρεμα της ονομαστικής αξίας και η διάθεση επιπλέον χρημάτων χωρίς έλεγχο και προϋποθέσεις. Η λογική πίσω από την θέληση για έλεγχο σχετίζεται με το γεγονός ότι η μεγάλη πλειοψηφία των πιστωτών πιστεύει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να αποτελέσει βιώσιμο μέλος της Ευρωζώνης χωρίς την εφαρμογή δημοσιονομικών και δομικών μεταρρυθμίσεων. Επίσης, ρόλο παίζει και η κόπωση σε πολλές χώρες σε ότι αφορά στη διάσωση της Ελλάδας, όπως στη Γερμανία, τη Φινλανδία και την Ολλανδία – για να μην δοθεί κακό παράδειγμα στους υπόλοιπους – αλλά και η αντίσταση κεντροδεξιών κομμάτων στην Πορτογαλία και την Ισπανία.