Η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ) είναι έτοιμη να χαραχτεί στην ιστορία ως μια βιομηχανική επανάσταση στο ίδιο επίπεδο με την έλευση της τυπογραφίας, του σιδηροδρόμου ή της ηλεκτρικής ενέργειας. Χρησιμεύει ως καταλύτης που ενισχύει την ανθρώπινη δημιουργικότητα, την αποτελεσματικότητα και την παραγωγικότητα.
του Ατσαλάκη Γιώργου, Οικονομολόγου, Αναπληρωτή Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης,
Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης
Η τεχνολογία μέχρι σήμερα αύξανε την μυϊκή μας δύναμη, αύξανε κυρίως τις παραγόμενες ποσότητες προϊόντων με τις μηχανές. Τώρα αρχίζει και αυξάνει την πνευματική μας δύναμη.
Η τεχνητή νοημοσύνη έχει επίσης τη δυνατότητα να αντιμετωπίσει μερικά από τα πιο πιεστικά ζητήματα της εποχής μας, συμπεριλαμβανομένης της ανακάλυψης νέων φαρμάκων, της βελτίωσης της υγειονομικής περίθαλψης και της αντιμετώπισης των περιβαλλοντικών ανησυχιών. Είναι ιδιαίτερα αξιοσημείωτο να εξεταστεί η ικανότητα της τεχνητής νοημοσύνης να ανταποκρίνεται σε δημογραφικές προκλήσεις, όπως η μείωση του πληθυσμού σε ηλικία εργασίας.
Για να διατηρηθεί και να ανυψωθεί το ανθρώπινο βιοτικό επίπεδο, είναι επιτακτική ανάγκη να επιτευχθεί αύξηση της παραγωγικότητας μέσω της τεχνητής νοημοσύνης.
Οι ανταγωνισμοί ήδη αναπτύσσονται για το ποιος θα κυριαρχήσει στην τεχνητή νοημοσύνη. Το πόσο καλά κάποιος διαχειρίζεται και αναπτύσσει τις δικές του, τεχνολογικές και κοινωνικές δυνάμεις σε σχέση με τον ανταγωνιςστή του είναι πολύ σημαντικό σε επίπεδο εταιριών αλλά και κρατών.
Η απόλυση του Altman της OpenAI από το παλιό διοικητικό συμβούλιο (ΔΣ) και η επαναπρόσληψη του από το νέο (έχοντας μόνο ένα μέλος από το παλιό ΔΣ) είναι συνυφασμένη με το ξεχωριστό εταιρικό της πλαίσιο διακυβέρνησης , το οποίο πηγάζει από τον κατάστικτό της και τον μηχανισμό χρηματοδότησής της ως ένας μη κερδοσκοπικός οργανισμός. Ο οργανισμός, που ιδρύθηκε το 2015 από μια αξιοσημείωτη ομάδα τεχνολογικών φωστήρων και μελετητών, συμπεριλαμβανομένου του ίδιου του Altman, φιλοδοξούσε να αναπτύξει ΤΝ που θα εξυπηρετούσε το «ευρύτερο καλό» τα οποίο θα υπερίσχυε των κινήτρων των μετόχων. Με τη δέσμευση να μοιραστούν το έργο τους με τον κόσμο, συγκέντρωσαν πάνω από ένα δισεκατομμύριο δολάρια, με ένα σημαντικό μέρος να προέρχεται από τον Elon Musk.
Η OpenAI προσέλκυσε κορυφαίους ερευνητές που προσλήφθηκαν έχοντας την ευκαιρία να συνεργαστούν με αξιόλογους συναδέλφους και από τους αλτρουιστικούς στόχους του οργανισμού. Ωστόσο, η αποχώρηση του Musk από το διοικητικό συμβούλιο λόγω μιας πιθανής σύγκρουσης συμφερόντων καθώς αυτός ανέπτυσσε δικά του έργα ΤΝ στην εταιρία του Tesla – και η επακόλουθη απόσυρση μιας σημαντικής δωρεάς του – άφησε την OpenAI σε οικονομικό πρόβλημα.
Έτσι οι φιλόδοξοι ερευνητικοί στόχοι του μη κερδοσκοπικού οργανισμού ήλθαν σε αντίθεση με τους οικονομικούς περιορισμούς του, οπότε οδηγήθηκαν στην ίδρυση της OpenAI LP, μιας οντότητας «ανώτατου κέρδους» που δημιουργήθηκε το 2019 για να διευκολύνει τις απαραίτητες επενδύσεις δισεκατομμυρίων δολαρίων σε υπερυπολογιστές cloud computing, ταλέντα και ΤΝ, με την δυνατότητα τα κέρδη να περιορίζονται σε ανώτατο ύψους έως 100 φορές οποιαδήποτε επένδυσης. Αυτή η κίνηση ήταν μια στρατηγική απόφαση για την ανεύρεση κεφαλαίων για την επίτευξη των ερευνητικών φιλοδοξιών της OpenAI.
Η μετάβαση της OpenAI από μια μη κερδοσκοπική σε μια κερδοσκοπική οντότητα απαιτούσε μια λεπτή ισορροπία μεταξύ της επιδίωξης οικονομικού κέρδους και της θεμελιώδους δέσμευσής της για ηθική ανάπτυξη της τεχνητής νοημοσύνης για το «κοινό καλό».
Η εισαγωγή ενός ανώτατου ορίου κέρδους ήταν φαινομενικά μια δικλείδα ασφαλείας, τοποθετημένη για να αποτρέψει τους επενδυτές από τον πειρασμό του απεριόριστου πλούτου που θα μπορούσε να έρθει με το κόστος της ανάπτυξης δυνητικά επικίνδυνου λογισμικού για την ανθρωπότητα. Η ξεχωριστή δομή διακυβέρνησης του οργανισμού δημιούργησε ένα διοικητικό συμβούλιο υπεύθυνο για την επίβλεψη ολόκληρης της εταιρικής αρχιτεκτονικής, η οποία περιλαμβάνει τόσο το μη κερδοσκοπικό σκέλος όσο και το σκέλος «ανώτατου κέρδους». Αυτό το συμβούλιο, ωστόσο, λειτουργεί διαφορετικά από τα τυπικά εταιρικά συμβούλια καθώς δεν είναι υποχρεωμένο να προστατεύει τα συμφέροντα των μετόχων. Για να αποφευχθούν συγκρούσεις συμφερόντων, οι διευθυντές δεν επιτρέπεται να διατηρούν μετοχές στην εταιρεία, ευθυγραμμίζοντας τις ευθύνες τους με μια ευρύτερη εντολή του «κοινού καλού» και όχι με βάση τις αποδόσεις των μετόχων. Σύμφωνα με το ηθικές αρχές της OpenAI, ο κύριος δικαιούχος της δουλειάς τους είναι η «ανθρωπότητα» και σε αυτήν πρέπει να λογοδοτούν και όχι στους επενδυτές. Αυτό εγείρει ενδιαφέροντα ερωτήματα σε ποιον θα λογοδοτεί το διοικητικό συμβούλιο, καθώς είτε συνεπάγεται μια καθολική ευθύνη, συμπεριλαμβανομένου του ευρύτερου κοινού, είτε υποδηλώνει την απουσία συγκεκριμένης λογοδοσίας. Οι συμφωνίες επενδυτών της OpenAI φτάνουν στο σημείο να προτείνουν την αντιμετώπιση οποιωνδήποτε οικονομικών συνεισφορών στον οργανισμό ως παρόμοιων με δωρεές, αναγνωρίζοντας τον αβέβαιο ρόλο του χρήματος σε ένα μέλλον που κυριαρχείται από προηγμένη γενική ΤΝ. Αυτό είναι ένα μοντέλο χρηματοδότησης που σηματοδοτεί μια αξιοσημείωτη απόκλιση από τους παραδοσιακούς εταιρικούς και επενδυτικούς κανόνες.
Σε αυτό το πλαίσιο, η OpenAI, η οποία δεν έχει ακόμη αποφέρει κέρδη, αναμένεται να έχει τεράστιες ανάγκες σε κεφάλαια, με τη Microsoft να είναι βασικός συντελεστής για τη χρηματοδότηση του κόστους ανάπτυξης προηγμένων εφαρμογών ΤΝ. Παρά την τρέχουσα μη κερδοφορία της, η OpenAI είχε αποτιμηθεί από τους επενδυτές πάνω 80 δισεκατομμύρια δολάρια. Ωστόσο, τα μεριδία των επενδυτών της OpenAI μειώθηκαν σε πολύ χαμηλά επίπεδα από ανησυχίες σχετικά με τη σύγκρουση του Altman με το διοικητικό συμβούλιο, και την σύγχυση σε ποιον λογοδοτεί η διοίκηση, μια κατάσταση που έχει θέσει σε κίνδυνο δισεκατομμύρια και προκάλεσε συζητήσεις για πιθανή νομική δράση.
Το σημείο τριβής ήταν σε πιο να λογοδοτεί ένα διοικητικό συμβούλιο όταν η δηλωμένη νομική του υποχρέωση είναι προς την ασφάλεια της ανθρωπότητας και όχι προς τις αποδόσεις των επενδυτών. Η Microsoft, ενώ αρχικά προσυπέγραψε τα υψηλά ιδανικά της διακυβέρνησης της OpenAI, αξιοποίησε την οικονομική της επιρροή για να υποκινήσει αλλαγές. Η επιρροή του τεχνολογικού γίγαντα οδήγησε στην επαναφορά του Altman και επίσης χάραξε έναν νέο ρόλο για αυτόν στη Microsoft. Αυτή η αλλαγή φαινόταν σαν μια στρατηγική νίκη για τη Microsoft, αλλά παρουσίασε επίσης διάφορες πολυπλοκότητες, και την δυσαρέσκεια από άλλους επενδυτές της OpenAI.
Η επιρροή του προσωπικού της OpenAI, το οποίο αποτελεί μέρος της «ανθρωπότητας» στην οποία είναι υπόλογο το διοικητικό συμβούλιο, έγινε εμφανής όταν η πλειοψηφία των εργαζομένων έγραψε μια ανοιχτή επιστολή απαιτώντας τις παραιτήσεις του διοικητικού συμβουλίου και την αποκατάσταση του Altman.
Απείλησαν να παραιτηθούν μαζικά και να ενταχθούν σε μια νέα θυγατρική της Microsoft με επικεφαλής τους Altman και Brockman εάν δεν πληρούνταν οι όροι τους. Η εξέγερση των εργαζομένων ήταν φαινομενικά αποφασιστικός παράγοντας στην απόφαση του διοικητικού συμβουλίου να αντιστρέψει την πορεία. Τελικά, ενώ η δήλωση αποστολής της OpenAI υπόσχεται πίστη στην ανθρωπότητα, ήταν οι επενδυτές και οι εργαζόμενοι που άσκησαν πρακτική επιρροή στην κατεύθυνση του οργανισμού. Η δημιουργία της OpenAI είναι μια ασυνήθιστη ιστορία, όπου μια εταιρεία συγκέντρωσε μια εντυπωσιακή αποτίμηση δισεκατομμυρίων δολάριων, αλλά τα παραδοσιακά δικαιώματα και οι προστασίες για τους επενδυτές και οι όροι απασχόλησης δεν είχαν ληφθεί υπόψη.
Ουσιαστικά το νέο διοικητικό συμβούλιο θα έχει επίκεντρο λογοδοσίας τους μετόχους, που εάν θα λειτουργεί εντός νομικών και ηθικών ορίων, ίσως να προσφέρει μια πιο πρακτική προσέγγιση για την εταιρεία να ενεργεί υπεύθυνα προς την κοινωνία και παράλληλα να μπορεί να αντλεί τα απαραίτητα κεφάλαια για την ανάπτυξη της. Αν και μπορεί να μην είναι μια άψογη μορφή διακυβέρνησης, παρέχει ένα πιο απτό πλαίσιο λογοδοσίας σε σύγκριση με τη νεφελώδη έννοια της εξυπηρέτησης του «ευρύτερου καλού». Η λογοδοσία όμως είναι μια βασική αρχή της ορθής διοίκησης.